Πώς καταντήσαμε έτσι σαν άνθρωποι. Άχρωμοι, άοσμοι και άγευστοι. Καμιά φορά αναρωτιέμαι σε τι διαφέρουμε από τα κρέατα που βρίσκονται στη σειρά στο τσιγκέλι ενός χασάπη.
του Στρατή Μαζίδη
Πέρα από το ότι αναπνέουμε, τίποτε άλλο.
Αναίσθητοι.
Πόσα χρόνια τρώμε του κόσμου τα χαστούκια και δεν αντιδρούμε. Μας ψεκάζουν λένε κάποιοι. Μπορεί ναι, μπορεί όχι. Μια φορά πάντως τη βρήκαμε τη δικαιολογία. Μας ψεκάσαν, μας σκούπισαν, τελειώσαμε.
Σε αυτόν εδώ τον τόπο πάντα οι άλλοι έφταιγαν. Σκοτεινοί δάκτυλοι και υπόγειες φιγούρες.
Κάποτε ρε γαμώτο ήμασταν άνθρωποι. Μας χτυπούσαν και πονούσαμε. Μας χτυπούσαν κι αντιδρούσαμε. Τώρα καταντήσαμε απλά κομμάτια κρέατος. Τα χτυπάς και πηγαινοέρχονται.
Καφεδάκι, ποτάκι, reserve, checked, like, share, tweet και πάμε για άλλα.
Ένας φίλος που αρθρογραφεί κι αυτός καθημερινά μου λέει "κουράγιο κι η ανατροπή έρχεται".
Εγώ δε βλέπω καμιά ανατροπή. Ή μάλλον βλέπω. Βλέπω το λαό να δείχνει ότι εμπιστεύεται τους δήμιους του. Αυτό κι αν είναι ανατροπή ή καλύτερα ανα-ντροπή!
Μας δημεύουν τα σπίτια; Στα τέτοια μας.
Μας μετατρέπουν το μισθό σε χαρτζιλίκι; Στα τέτοια μας. Φτάνει για φραπέ και smartphone.
Πήδηξε ο διπλανός από το μπαλκόνι; Τώρα πέθανε, τι να κάνουμε;
Έμεινε ο γείτονας χωρίς δουλειά και στέγη; Ρε το φουκαρά και τέλος.
Αρρώστησε ο παραδίπλα; Αμάν την πάτησε.
Μεταναστεύουν τα παιδιά μας; Δεν πειράζει. Στο Ντουμπάι και τη Ντόχα είναι καλύτερα από αυτήν εδώ τη μπόχα.
Μας σκοτώνουν τα όνειρά μας; Ε και;
Κι όπως κάποτε ο ένας προσέτρεχε τον άλλο. Από το πιο απλό έως το πιο δύσκολο. Κι έτσι η κοινωνία παρά τους πολέμους κατάφερε κι επιβίωσε.
Μας ψέκασαν όμως με αναισθησία, αποχαύνωση και ψεύτικο χρήμα με πολλά ψιλά σε καλοπέραση.
Κι όπως προσέθεσε ο φίλος ο Νικόλας παραπέμποντας στο Σαμαράκη "ποτέ οι στέγες των σπιτιών των ανθρώπων δεν ήταν τόσο κοντά και οι ψυχές τους τόσο μακριά"...
Τώρα, Ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθάνουν.
Αλλά κάποτε ήμασταν άνθρωποι...
του Στρατή Μαζίδη
Πέρα από το ότι αναπνέουμε, τίποτε άλλο.
Αναίσθητοι.
Πόσα χρόνια τρώμε του κόσμου τα χαστούκια και δεν αντιδρούμε. Μας ψεκάζουν λένε κάποιοι. Μπορεί ναι, μπορεί όχι. Μια φορά πάντως τη βρήκαμε τη δικαιολογία. Μας ψεκάσαν, μας σκούπισαν, τελειώσαμε.
Σε αυτόν εδώ τον τόπο πάντα οι άλλοι έφταιγαν. Σκοτεινοί δάκτυλοι και υπόγειες φιγούρες.
Κάποτε ρε γαμώτο ήμασταν άνθρωποι. Μας χτυπούσαν και πονούσαμε. Μας χτυπούσαν κι αντιδρούσαμε. Τώρα καταντήσαμε απλά κομμάτια κρέατος. Τα χτυπάς και πηγαινοέρχονται.
Καφεδάκι, ποτάκι, reserve, checked, like, share, tweet και πάμε για άλλα.
Ένας φίλος που αρθρογραφεί κι αυτός καθημερινά μου λέει "κουράγιο κι η ανατροπή έρχεται".
Εγώ δε βλέπω καμιά ανατροπή. Ή μάλλον βλέπω. Βλέπω το λαό να δείχνει ότι εμπιστεύεται τους δήμιους του. Αυτό κι αν είναι ανατροπή ή καλύτερα ανα-ντροπή!
Μας δημεύουν τα σπίτια; Στα τέτοια μας.
Μας μετατρέπουν το μισθό σε χαρτζιλίκι; Στα τέτοια μας. Φτάνει για φραπέ και smartphone.
Πήδηξε ο διπλανός από το μπαλκόνι; Τώρα πέθανε, τι να κάνουμε;
Έμεινε ο γείτονας χωρίς δουλειά και στέγη; Ρε το φουκαρά και τέλος.
Αρρώστησε ο παραδίπλα; Αμάν την πάτησε.
Μεταναστεύουν τα παιδιά μας; Δεν πειράζει. Στο Ντουμπάι και τη Ντόχα είναι καλύτερα από αυτήν εδώ τη μπόχα.
Μας σκοτώνουν τα όνειρά μας; Ε και;
Κι όπως κάποτε ο ένας προσέτρεχε τον άλλο. Από το πιο απλό έως το πιο δύσκολο. Κι έτσι η κοινωνία παρά τους πολέμους κατάφερε κι επιβίωσε.
Μας ψέκασαν όμως με αναισθησία, αποχαύνωση και ψεύτικο χρήμα με πολλά ψιλά σε καλοπέραση.
Κι όπως προσέθεσε ο φίλος ο Νικόλας παραπέμποντας στο Σαμαράκη "ποτέ οι στέγες των σπιτιών των ανθρώπων δεν ήταν τόσο κοντά και οι ψυχές τους τόσο μακριά"...
Τώρα, Ζήσε κι άσε τους άλλους να πεθάνουν.
Αλλά κάποτε ήμασταν άνθρωποι...