Από: analyst.gr
Άποψη
Όπως πολύ σωστά έχει αναφερθεί σε άρθρο γνωστού φιλοσόφου, από τότε που η λέξη «Ελλάδα» σηματοδοτεί κράτος και όχι πολιτισμό, όπως η Αρχαία Ελλάδα όσον αφορά τον πολιτισμό, ο λόγος των πολιτικών της είναι μονόλογος της εξουσίας – με την έννοια πως κανένα πολιτικό κόμμα, προφανώς με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν ενδιαφέρεται για τη χώρα και τους Πολίτες της.
Ενδιαφέρονται μόνο για την κατάκτηση ή/και για τη διατήρηση της εξουσίας, με αποκλειστικό στόχο τη νομή της – όπου το μεν κόμμα που κερδίζει τις εκλογές θριαμβολογεί, κομπάζει καλύτερα με αυταρέσκεια, ενώ η αντιπολίτευση προσπαθεί να εντυπωσιάσει με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο, με στόχο τη νίκη ή τη βελτίωση των ποσοστών της στις επόμενες εκλογές (υψηλότερα ποσοστά = μεγαλύτερες επιδοτήσεις). Όσο πιο χαμηλού επιπέδου δε είναι οι στελεχώσεις των κομμάτων, τόσο μεγαλύτερη η σπουδαιοφάνεια – καλυμμένη πίσω από κενές προφορικές ή γραπτές διακηρύξεις, από θεατρινισμούς και από υποσχέσεις που δεν τηρούνται ποτέ, αφού είναι συχνά μη ρεαλιστικές. Ο συγγραφέας εδώ αναρωτιέται εύστοχα τα εξής:
«Για να ερμηνεύσει κανείς τα γραφόμενα του στρατηγού Μακρυγιάννη, χρειάζεται να έχει γνώση της εκκλησιαστικής εμπειρίας και γλώσσας. Πώς συνέβη να έχει ο Μακρυγιάννης αυτή την εμπειρία ύστερα από 400 χρόνια σκλαβιάς, ενώ ο σύγχρονος Έλληνας να την έχει χάσει σε 200 μόλις χρόνια και σε συνθήκες ελευθερίας; Ποιος ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας που οδήγησε τον Ελληνισμό στη σημερινή πολιτισμική αλλοτρίωσή του;»
Συνεχίζοντας, επί διακόσια ολόκληρα χρόνια κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις μιλούν την ίδια βδελυρή, ναρκισσιστική και ανόητη γλώσσα που υπηρετεί, αλλά και τρέφει, την αντιδικία ως αυτοσκοπό – χωρίς καμία διάθεση συμφωνίας στη βάση της κοινής λογικής, αλλά με μοναδικό στόχο την «κατατρόπωση του αντιπάλου». Εν προκειμένω, τα συμφέροντα της χώρας και των Πολιτών της τοποθετούνται όχι στη δεύτερη, αλλά στην τελευταία θέση – ενώ η αυτοπροβολή στην πρώτη και μοναδική.
Με τα χρόνια δε, η ανοησία έχει φτάσει στο ζενίθ της, συμπαρασύροντας δυστυχώς και την κοινωνία – όπου, ενώ δυστυχώς σήμερα όλοι γνωρίζουμε, Πολίτες και πολιτικοί, πως η Ελλάδα κυβερνάται από τους δανειστές της, δεν γίνεται καμία απολύτως συζήτηση για το θέμα. Με απλά λόγια, τα αντανακλαστικά αντίδρασης όλων μας απέναντι στον εθνικό εξευτελισμό και στον παγκόσμιο διασυρμό, έχουν απονεκρωθεί – ενώ οι πάντες προσποιούνται πως δεν καταλαβαίνουν ότι, χωρίς οικονομική ανεξαρτησία δεν νοείται και δεν υπάρχει εθνική κυριαρχία (πηγή).
Δεν είναι δυνατόν άλλωστε μία χώρα που έχει δανεισθεί και σπαταλήσει μέσα σε δύο μόλις χρόνια 41 δις €, που το δημόσιο χρέος της πλησιάζει τα 400 δις € έχοντας ξεπεράσει το 200% του ΑΕΠ της, που το κόκκινο ιδιωτικό της χρέος έχει υπερβεί τα 300 δις € μαζί με τις επιβαρύνσεις, που οι τράπεζες της είναι χρεοκοπημένες, που το εξωτερικό της χρέος αυξήθηκε κατά 125 δις $ μέσα σε τρία μόλις χρόνια στα 525 δις $, που δεν παράγει σχεδόν τίποτα αλλά μόνο εισάγει κοκ., να πιστεύει πως είναι εθνικά κυρίαρχη – εθελοτυφλώντας στην παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας έναντι της επιμήκυνσης των 95 δις € και στις μελλοντικές παραχωρήσεις όσον αφορά το μισό Αιγαίο στην Τουρκία, όπου ήδη έχει ενεργοποιηθεί ο Εφιάλτης που οδήγησε τη χώρα στο ΔΝΤ και στα μνημόνια.
Εν τούτοις η πλειοψηφία των Ελλήνων δεν συζητά καθόλου και δεν διαμαρτύρεται παρά μόνο προσχηματικά, για εσωτερική κατανάλωση – έχοντας αποδεχθεί de facto πως η μοίρα της είναι η ατολμία, ο συμβιβασμός, το σκύψιμο του κεφαλιού και ο ραγιαδισμός. Την ίδια στιγμή η εξουσία την κοροϊδεύει, με συμμαχίες και με την αγορά όπλων που δήθεν θα προστατεύσουν την Ελλάδα – αφού είναι αδύνατον να μη γνωρίζει πως οι πόλεμοι σήμερα κρίνονται τις ελάχιστες πρώτες ημέρες που οι Έλληνες θα είναι μόνοι τους, ενώ δεν προσφέρουν τίποτα πολεμικά πλοία που θα παραδοθούν μετά από χρόνια. Εάν αμφιβάλει κανείς εδώ πως η Τουρκία μας έχει κηρύξει ήδη τον πόλεμο, απλά δεν γνωρίζει τα εξής:
«Η Τουρκία, από το 1995, μας απειλεί με πόλεμο, εάν επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ν.μ. στο Αιγαίο. Δεν αναγνωρίζει ότι τα νησιά έχουν κυριαρχικά δικαιώματα σε ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα. Έτσι, θεωρεί πως το μισό Αιγαίο (25ος Μεσημβρινός) της ανήκει – ενώ η υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας συνορεύει με αυτές της Αιγύπτου και της Λιβύης (Μνημόνιο οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών Άγκυρας-Τρίπολης, το 2019). Ζητάει την αποστρατικοποίηση των νησιών του Α. Αιγαίου – ενώ εάν δε γίνει αυτό, θεωρεί ότι η Ελλάδα έχει απωλέσει την κυριαρχία της επί αυτών. Παράλληλα, αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία επίσημα σε 18 και ανεπίσημα σε 150 νησιά και νησίδες στο Αιγαίο, που θεωρεί ότι κατέχονται παράνομα από την Ελλάδα.
Παραβιάζει καθημερινά τον ελληνικό εναέριο χώρο πετώντας πάνω και από κατοικημένα νησιά. Δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, τη θεωρεί «εκλιπούσα» και απαιτεί κυρίαρχη ισότητα για το παράνομο καθεστώς της κατεχόμενης ζώνης. Πραγματοποιεί παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις εντός της οριοθετημένης κυπριακής ΑΟΖ ή της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στην Α. Μεσόγειο. Χειραγωγεί τη μουσουλμανική μειονότητα της Δ. Θράκης, που αποκαλεί τουρκική, επιδιώκοντας συγκυριαρχία. Χρησιμοποιεί τις μεταναστευτικές ροές ως υβριδικό όπλο για τη δημιουργία στρατηγικής μουσουλμανικής μειονότητας που θα υπονομεύει την εθνική ομοιογένεια του ελληνικού χώρου κοκ.»
Περαιτέρω, σε ολόκληρη την κοινωνία έχουν επικρατήσει οι παραισθήσεις – όπως στο παράδειγμα του κατ’ επίφαση κοινοβουλευτισμού και της δημοκρατίας. Θυμίζουμε εδώ τα λόγια του Παπαδιαμάντη, ήδη από το 1892 – σύμφωνα με τα οποία «με τις εκλογές μεταλλάσσουμε τυράννους». Κάνει αλήθεια λάθος, όταν ο πρωθυπουργός αποφασίζει για τα πάντα ως απόλυτος μονάρχης, ενώ διορίζει τους υπουργούς, τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον πρόεδρο της Βουλής, τους προέδρους και άλλους ανώτατους λειτουργούς των Δικαστηρίων, τους αρχηγούς των ενόπλων δυνάμεων κοκ.; Προφανώς όχι – ενώ η συντριπτική πλειονότητα των δημοσίων υπαλλήλων είναι διορισμένη με «κομματικό ρουσφέτι», μεταξύ των οποίων και οι διοικητές/στελέχη των δημοσίων εταιριών.
Όσον αφορά δε την πάμπλουτη εγχώρια μειονότητα, πρόκειται συνήθως για κρατικοδίαιτα άτομα που διαπλέκονται με την εκάστοτε εξουσία – απομυζώντας και λεηλατώντας μία κατ’ εξακολούθηση χρεοκοπημένη και παρανοϊκά υπερχρεωμένη χώρα. Για παράδειγμα, είναι δυνατόν να διαγράφονται χρέη 300 εκ. € εκ μέρους μίας τράπεζας που διασώθηκε με χρήματα φορολογουμένων, ενός πάμπλουτου πρώην μετόχου της, από μία εταιρεία του που δεν κατάφερε να επιβιώσει, χωρίς πολιτική στήριξη;
Από την άλλη πλευρά, είναι δυνατόν να χρωστάει ένα κόμμα 350 εκ. €, όταν στο παρελθόν οι ετήσιες επιδοτήσεις του ήταν πάνω από 30 εκ. € και σήμερα άνω των 5 εκ. €; Είναι δυνατόν ένα άλλο να οφείλει 250 εκ. € και να αλλάζει ΑΦΜ για να μην τα πληρώσει, χωρίς να διαμαρτύρεται κανένας; Πως μπορεί ποτέ να ξεφύγει από τις συνεχείς χρεοκοπίες και να ευημερήσει μία τέτοια χώρα, παρά το ότι διαθέτει έναν τεράστιο φυσικό, υπόγειο και πολιτισμικό πλούτο;
Συνεχίζοντας, το Σύνταγμα της Ελλάδας, στο ακροτελεύτιο άρθρο του, γράφει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τα παρακάτω – τα οποία όμως δεν εφαρμόζονται από μόνα τους, αλλά απαιτούν την αρετή και την τόλμη των Πολιτών, επάνω στην οποία και στους οποίους θεμελιώνεται η πραγματική ελευθερία και η Δημοκρατία
«Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται, με κάθε μέσο, εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία».
Εν προκειμένω, θα μπορούσε να απαντήσει κανείς πως δεν υπάρχουν περιθώρια αντίστασης και αντίδρασης εκ μέρους των Πολιτών, δηλαδή υπακοής στο Σύνταγμα, όταν έχει καταστρατηγηθεί εντελώς – ενώ το πολίτευμα έχει μετατραπεί σε μία αυταρχική μοναρχία με κοινοβουλευτικό προσωπείο που δεν επιτρέπει στους Έλληνες παρά μόνο να είναι παθητικοί θεατές της αυθαιρεσίας και της παντοδυναμίας ενός μονάρχη πρωθυπουργού. Ενός «ηγέτη» που δεν διαφέρει καθόλου από έναν τύραννο – με την αρχαία ελληνική ερμηνεία της λέξης.
Είναι όμως ορθολογική μία τέτοια απάντηση, εάν υποθέσουμε πως προέρχεται από ανθρώπους που πιστεύουν στην ελευθερία και στη Δημοκρατία; Που ψηφίζουν και που μπορούν τόσο με την ψήφο, όσο και με τη στάση τους, να αλλάξουν τα πάντα, επιβάλλοντας αυτό που οι ίδιοι θέλουν; Είναι επαρκής δικαιολογία το ότι χειραγωγούνται από τα όποια διατεταγμένα ΜΜΕ, οπότε αδυνατούν να έχουν αντικειμενική άποψη; Δεν είναι ντροπή ένας τέτοιος ισχυρισμός; Όλες οι απαντήσεις δικές σας.