Του Αγη Βερούτη. Τελευταία φορά με ψέκασαν πριν από τέσσερα χρόνια περίπου. Μάλιστα στόχος του ψεκασμού δεν ήμουν καν εγώ, αλλά η ανήλικη κόρη μου που οικειοθελώς προσεφέρθην να δοκιμάσει μια κολόνια σε πολυκατάστημα καλλυντικών, όπου τη συνόδευα ως οφείλουν οι πατεράδες. Η κραδαίνουσα τον ψεκαστήρα πωλήτρια αστόχησε πετυχαίνοντάς με. Τότε δεν έδωσα σημασία στο συμβάν καθώς ήμουν ανίδεος περί των ψυχοτρόπων επιδράσεων του ψεκασμού (όπως η ευχάριστη διάθεση), έκτοτε όμως φροντίζω να διατηρώ αποστάσεις ασφαλείας 2-3 βημάτων, ώστε να διατηρώ την ευθυκρισία μου ανέπαφη.
Πέρα από αστεία όμως, ολοένα και συχνότερα ακούω ή διαβάζω αναλύσεις που μόνο ως αποτέλεσμα ψεκασμού (με κολόνια ή ό,τι άλλο) μπορεί να δικαιολογηθούν. Μια από αυτές είναι περί της ευεργετικής συνεισφοράς για την κατανάλωση και την οικονομία γενικότερα, της πληρωμής αργομισθιών σε δημοσίους υπαλλήλους.
Είναι πέρα από αμφιβολία το γεγονός ότι η παραγωγικότητα των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα είναι αβυσσαλέα, και έχουν γραφτεί γι’ αυτό περισσότερα απ’ όσο μπορώ να μετρήσω. Πιθανότατα οι διαδικασίες και η γραφειοκρατία με την οποία καθορίζεται ο τρόπος λειτουργίας του Ελληνικού δημοσίου αιτιολογούν μέρος του τεράστιου μεγέθους του.
Γνωστός αστικός μύθος (πιθανό υποπροϊόν ψεκασμού με κολόνια ή ό,τι άλλο), αποτελεί η σύγκριση των ποσοστών κόστους επί του ΑΕΠ Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων με εκείνον στις σκανδιναβικές και βορειοευρωπαϊκές χώρες. Η σύγκριση είναι άτοπη, καθώς το εύρος και το επίπεδο υπηρεσιών που απολαμβάνει ο Έλληνας πολίτης από το κράτος είναι ασύγκριτα χαμηλότερα από εκείνα των παραπάνω χωρών. Σωστότερη σύγκριση θα έπρεπε να γίνει με σοβιετικού τύπου δημοκρατίες του παρελθόντος.
Άλλος μύθος είναι πως στην Ελλάδα η δημοσιοϋπαλληλία είναι απαιτητική εργασία για όλους. Φυσικά είναι επίσης από όλους αντιληπτό πως μεγάλος αριθμός υπαλλήλων του ευρύτερα εννοούμενου Ελληνικού κρατικού μηχανισμού υποαπασχολούνται. Φαεινό παράδειγμα οι δεκάδες κηπουροί σε νοσοκομεία χωρίς κήπους, οι πολλαπλάσιοι από τους νοσηλευτές τραπεζοκόμοι, οι χιλιάδες απασχολούμενοι στη συγκομιδή απορριμμάτων στους ανά την Ελλάδα δήμους που τριπλασιάζουν το κόστος συγκομιδής ανά τόνο έναντι ιδιωτών υπεργολάβων, οι δεκάδες χιλιάδες προσληφθέντες ανά την επικράτεια (άνευ ΑΣΕΠ) υπάλληλοι των 5-6 δημοτικών αναπτυξιακών ΑΕ που ίδρυσε ο καθένας Καποδιστιακός δήμος, και ούτω καθεξής.
Πόσο περισσότεροι είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι από όσους θα έπρεπε να είναι θα προκύψει από την αλλαγή των διαδικασιών λειτουργίας του Ελληνικού κράτους. Όσο λιγότερη γραφειοκρατία, τόσο λιγότεροι διοικητικοί υπάλληλοι θα χρειάζονται, τόσο λιγότερη η διαφθορά που μαστίζει την οικονομία, και τόσο περισσότερη θα είναι η ανταγωνιστικότητά της.
Μια ανταγωνιστική οικονομία θα παράγει και θέσεις εργασίας, εκτός από υπηρεσίες και προϊόντα, και συνεπακόλουθα θα παράγει ευημερία.
Κλασσικός πλέον μύθος είναι ότι ο μεγάλος αριθμός δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα, ευνοεί την κατανάλωση. Αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη σύγχρονη αερολογία, μετά τους ψεκασμούς των Νεφελίμ και των Ωφελίμ, και τις πυραμίδες επενδυτών.
Ίσως αυτός ο αστικός μύθος να είχε κάποια (αμφίβολη) δόση πραγματικότητας μόνον τότε που η μισθοδοσία του δημοσίου προερχόταν από εξωτερικό δανεισμό ή από εκτύπωση νομίσματος. Σε κάθε όμως περίπτωση, το κόστος ενός δημοσίου υπαλλήλου για τη χώρα μας ξεπερνά κατά πολύ τα χρήματα που παίρνει κάθε μήνα “στο χέρι”, και φυσικά το υποσύνολο αυτών που ξαναβάζει στην οικονομία μέσω της κατάναλωσής του. Η αντίληψη ότι μεγάλο κράτος ίσον σταθεροποίηση της οικονομίας είναι τελείως αβάσιμη και ζημιογόνα.
Αυτή η αντίληψη προϋποθέτει αρκετές λανθασμένες παραδοχές:
- Παραδοχή πρώτη: αν ο φορολογούμενος δεν έδινε τα χρήματα αυτά σε φόρους, τα χρήματα αυτά δεν θα τα ξόδευε, και άρα η οικονομία θα ξεφούσκωνε ταχύτερα.
Φυσικά αυτό είναι αστείο σαν σκέψη, καθώς η κατανάλωση έχει μειωθεί ακριβώς λόγω της υπερφορολόγησης σε ποσοστό περί του 25% του ΑΕΠ. Επίσης κάνει το λογικό άλμα ότι τα χρήματα αυτά είναι περίσσευμα του φορολογούμενου, και όχι έλλειμμα. Η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης στην Ελλάδα των τελευταίων τριών ετών αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο.
Όμως ακόμη και αν υπήρχε η περίπτωση κάποιοι να έχουν περίσσευμα από την μείωση των φόρων που συνεπάγεται η μείωση του μεγέθους του δημοσίου, το περίσσευμα αυτό θα πάει σε κάποια τράπεζα ως κατάθεση, που στη συνέχεια θα ρίξει χρήμα στην οικονομία με τη μορφή χορηγήσεων.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, ακόμη και αν η κατανάλωση που κάνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι ήταν στο σύνολο του μισθού τους, δηλαδή της τάξεως των 18,1 δις που λαμβάνουν ως μισθούς ετησίως, η μη-μισθοδοσία τους από το κράτος δεν θα δημιουργούσε τρύπα ισομεγέθη, εκτός αν παραδεχθούμε ότι κανείς εξ αυτών δεν θα ξαναβρεί δουλειά, και δεν θα παράγει πλούτο στην οικονομία ποτέ! Φαιδρό.
- Παραδοχή δεύτερη: οι δημόσιοι υπάλληλοι πληρώνουν φόρους από όπου συμβάλλουν στην πληρωμή των μισθών τους και στα έξοδα του κράτους, στις πληρωμές των συντάξεων, και λοιπά.
Κάτι σαν να λέμε ότι γίνομαι πλουσιότερος παίρνοντας χρήματα από τη μια τσέπη και βάζοντάς τα στην άλλη. Ή ότι θα συμβάλλω στην αύξηση του εισοδήματός μου με τα χρήματα από την επιστροφή μπουκαλιών αγοράζοντας περισσότερες μπύρες! Κλασσική επιχειρηματολογία πυραμίδας. Φαιδρό.
Η φορολόγηση είναι ένας τρόπος για να πληρώνει πραγματικούς μισθούς στους δημοσίους υπαλλήλους, χαμηλότερους από τα χρήματα που τους δίνει στο χέρι.
- Παραδοχή τρίτη: το κόστος των δημοσίων υπαλλήλων για την οικονομία είναι μόνο οι μισθοί τους.
Αυτή την παραδοχή ίσως να κάνει κάποιος που δεν έχει ποτέ δει μια εταιρία/οργανισμό να δουλεύει, ή την είδε και δεν κατάλαβε.
Κάθε θέση εργασίας στο δημόσιο (ή οπουδήποτε αλλού) προϋποθέτει χώρο στέγασης του χώρου εργασίας του υπαλλήλου άρα ενοίκιο αν πρέπει να ενοικιαστεί ο χώρος, ή την μη-εκμετάλλευση του ιδιόκτητου χώρου από το δημόσιο για είσπραξη ενοικίων, βασικές υπηρεσίες ηλεκτροδότησης, ύδρευσης, θέρμανσης, προμήθεια αναλώσιμων ειδών ανάλογα με την ενασχόληση του δημοσίου υπαλλήλου, μισθολογικό και άλλο κόστος για κάποιον να προΐσταται αυτού εργασιακά, κάποιον να του βγάζει μισθοδοσίες-άδειες-πληρωμές-απουσίες, κόστος εισφορών υγείας και συνταξιοδότησης, ή αν δεν πληρώνονται αυτές από το κράτος στον εαυτό του τότε την αντίστοιχη χρηματοδότηση του ταμείου συντάξεως δημοσίων υπαλλήλων (το σύστημα συνταξιοδότησης στην Ελλάδα είναι αναδιανεμητικό, οπότε θα τα πληρώσουν κάποιοι μελλοντικοί φορολογούμενοι μεν, αλλά αφορούν τους σημερινούς δημοσίους υπαλλήλους δε).
Είναι ένας πολύ συντηρητικός υπολογισμός πως το συνολικό κόστος απασχόλησης ενός δημοσίου υπαλλήλου τελικά καταλήγει να είναι διπλάσιο αυτού που εισπράττει ως μισθοδοσία, όχι μόνο οι καθηγητές των κρατικών πανεπιστημίων, αλλά και οι συλλέκτες απορριμάτων και οι καθαρίστριες. Ας τη δεχθούμε αυτή την παραδοχή, παρά το γεγονός ότι κάποιος δημόσιος υπάλληλος που δούλεψε για 25 έτη στο δημόσιο μπορεί να συνταξιοδοτήθηκε με μεγαλύτερη σύνταξη από το μισθό του για τα επόμενα 30 χρόνια, με όλες τις καλύψεις υγείας για εκείνον και τα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειάς του, με κόστος τους φόρους της παραγωγικής οικονομίας.
Άρα το κόστος του τεράστιου δημοσίου τομέα στην Ελλάδα έστω ότι είναι διπλάσιο της μισθοδοσίας του, δηλαδή 18,1 δις ευρώ επί δυο, περί τα 36 δις ευρώ ετησίως; Λάθος!
Το δυσθεώρητο μέγεθος του δημοσίου απαιτεί ένα γραφειοκρατικό λαβύρινθο για να δικαιολογήσει το μέγεθός του και τον αριθμό των διοικητικών υπαλλήλων. Το κόστος της γραφειοκρατίας στην Ελλάδα είναι σχεδόν 7% του ΑΕΠ, άρα περί τα 14 δις ετησίως επιβαρύνει την οικονομία το μέγεθος του δημοσίου, σε ΑΕΠ που δεν δημιουργεί η Ελληνική οικονομία λόγω γραφειοκρατίας.
Για να προσθέσουμε και την προσβολή στον τραυματισμό, η αυξημένη γραφειοκρατία προσφέρει έδαφος για τρομακτικού μεγέθους διαφθορά, που κοστίζει στην Ελληνική οικονομία άλλο 7% του ΑΕΠ ετησίως.
Με άλλα λόγια, το κόστος των 36 δις ευρώ για να διατηρούμε τον Ελληνικό κρατικό μηχανισμό στο σημερινό του μέγεθος επιβαρύνει την Ελληνική κοινωνία και την παραγωγική τάξη κατά άλλα 28 δις ευρώ ετησίως σε κρυφά κόστη και διαφυγόν ΑΕΠ. Σύνολο 64 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως είναι το βάρος του Ελληνικού κράτους στη σημερινή μορφή του (και δεν μετράω καν τα τελείως παράλογα εφάπαξ των συνταξιοδοτούμενων δ.υ.).
Το τεράστιο αυτό βάρος καλείται να σηκώσει φοροδοτικά σήμερα η Ελληνική κοινωνία, ελλείψει δανεικών ή εκτύπωσης πληθωριστικού χρήματος.
Αυτό το καταφέρνει μεν, με καταστροφικά αποτελέσματα δε, που ήδη ξεπερνούν την απώλεια του 25% της οικονομίας, δημιούργησαν ανεργία του 1,5 εκατομμυρίου ανθρώπων και αυξάνεται, φτωχοποίησε το 30% της Ελληνικής κοινωνίας, και καταντάει 4 εκατομμύρια Έλληνες (εκ των οποίων 1 εκατομμύριο παιδιά) που ενώ πληρώνουν με τους έμμεσους και άμεσους φόρους τους το σύστημα υγείας, δεν διαθέτουν πρόσβαση σε αυτό.
Η ετήσια επιβάρυνση της Ελληνικής κοινωνίας από το κράτος κατά 64 δις ετησίως (μισό-μισό περίπου κόστος και διαφυγόν ΑΕΠ) μεταφράζεται σε περίπου 6.000 ευρώ ετήσιο βάρος για κάθε βρέφος, νήπιο, νέο, γέρο, άνεργο, ελεύθερο επαγγελματία, μισθωτό του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα.
Αν αφαιρέσουμε τους 5 εκατομμύρια οικονομικά ανενεργούς Έλληνες, και τους 1,5 εκατομμύρια ανέργους, τους 1 εκατομμύριο δημοσίους υπαλλήλους, αυτό αφήνει 3,5 εκατομμύρια εργαζόμενους της παραγωγικής τάξεως για να σηκώσουν αυτό το γιγάντιο βάρος, μαζί με τους μισθωτές ακινήτων και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που ακόμα επιζούν με την υπερφορολόγηση.
Είναι αναπόφευκτο το ότι το Ελληνικό κράτος θα μικρύνει, διότι απλά η οικονομία δεν αντέχει να το συντηρήσει χωρίς να κόψει τοπικό πληθωριστικό νόμισμα-κουρελόχαρτο, ή να λάβει εξωτερικό δανεισμό. Οι δυο όμως αυτές επιλογές δεν υπάρχουν πλέον, οπότε το βάρος που καλείται να σηκώσει ο Ελληνικός γάιδαρος, η παραγωγική τάξη, είναι πέρα από τις δυνάμεις της.
Χρειάζονται γενναίες αποφάσεις να γίνουν οι ενέργειες σμίκρυνσης του κράτους έγκαιρα, πριν εξαντληθεί ολοκληρωτικά η παραγωγική τάξη και μετά αδυνατεί να δημιουργήσει πλέον θέσεις εργασίας, όταν αναπόφευκτα μεγάλο μέρος των σημερινών δημοσίων υπαλλήλων βρεθεί στην ανεργία.
Καλύτερα ακόμη και να αποφασίσουμε να πληρώνουμε όσους απολυθούν για πολλά χρόνια τον καθαρό μισθό τους. Το κόστος θα είναι λιγότερο από το ένα τρίτο για την κοινωνία από όσο είναι σήμερα.
Πρέπει το κράτος να μικρύνει άμεσα και κατά πολύ. Με μπρίο και αλλεγκρία και τουλάχιστον κατά 300 χιλιάδες ανθρώπους, είτε μέσω αποκρατικοποιήσεων που τουλάχιστον διασώζουν την πλειοψηφία των θέσεων εργασίας, είτε μέσω απευθείας απολύσεις διοικητικού προσωπικού με την αλλαγή των διαδικασιών και της γραφειοκρατίας του κράτους (e-government) ώστε να μην χρειάζεται η παρουσία τους!
Πλέον σήμερα 100 και 150 χιλιάδες απολύσεις θα είναι ανεπαρκείς, δεδομένης της πολυετούς καθυστέρησης, και εφόσον αυτή η σμίκρυνση καθυστερήσει κι’ άλλο κινδυνεύουμε να φτάσουμε σε συνολικό πάγωμα της οικονομίας, όσους φόρους και να βεβαιώνει αυθαίρετα το κράτος, όσες δικαστικές αποφάσεις και παραβλέψει, όσες ψεύτικες υποσχέσεις και αν δώσουν επίδοξοι Τσε της Ελληνικής αστικής πάλης των καρεκλοκένταυρων με τους φοροδιαφεύγοντες πένητες.
Αυτό, αντί για προκλητικές προς τη νοημοσύνη των μελών της παραγωγικής τάξης, πολιτικές δηλώσεις στήριξης προς την ευγενή τάξη των δημοσίων υπαλλήλων, ότι δήθεν αυτή στηρίζει την οικονομία της κατανάλωσης της χώρας, που ακόμη και κατά τους Ωφελίμ και τους Νεφελίμ αποτελεί προσβολή κατά του ορθολογισμού.
Πέρα από αστεία όμως, ολοένα και συχνότερα ακούω ή διαβάζω αναλύσεις που μόνο ως αποτέλεσμα ψεκασμού (με κολόνια ή ό,τι άλλο) μπορεί να δικαιολογηθούν. Μια από αυτές είναι περί της ευεργετικής συνεισφοράς για την κατανάλωση και την οικονομία γενικότερα, της πληρωμής αργομισθιών σε δημοσίους υπαλλήλους.
Είναι πέρα από αμφιβολία το γεγονός ότι η παραγωγικότητα των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα είναι αβυσσαλέα, και έχουν γραφτεί γι’ αυτό περισσότερα απ’ όσο μπορώ να μετρήσω. Πιθανότατα οι διαδικασίες και η γραφειοκρατία με την οποία καθορίζεται ο τρόπος λειτουργίας του Ελληνικού δημοσίου αιτιολογούν μέρος του τεράστιου μεγέθους του.
Γνωστός αστικός μύθος (πιθανό υποπροϊόν ψεκασμού με κολόνια ή ό,τι άλλο), αποτελεί η σύγκριση των ποσοστών κόστους επί του ΑΕΠ Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων με εκείνον στις σκανδιναβικές και βορειοευρωπαϊκές χώρες. Η σύγκριση είναι άτοπη, καθώς το εύρος και το επίπεδο υπηρεσιών που απολαμβάνει ο Έλληνας πολίτης από το κράτος είναι ασύγκριτα χαμηλότερα από εκείνα των παραπάνω χωρών. Σωστότερη σύγκριση θα έπρεπε να γίνει με σοβιετικού τύπου δημοκρατίες του παρελθόντος.
Άλλος μύθος είναι πως στην Ελλάδα η δημοσιοϋπαλληλία είναι απαιτητική εργασία για όλους. Φυσικά είναι επίσης από όλους αντιληπτό πως μεγάλος αριθμός υπαλλήλων του ευρύτερα εννοούμενου Ελληνικού κρατικού μηχανισμού υποαπασχολούνται. Φαεινό παράδειγμα οι δεκάδες κηπουροί σε νοσοκομεία χωρίς κήπους, οι πολλαπλάσιοι από τους νοσηλευτές τραπεζοκόμοι, οι χιλιάδες απασχολούμενοι στη συγκομιδή απορριμμάτων στους ανά την Ελλάδα δήμους που τριπλασιάζουν το κόστος συγκομιδής ανά τόνο έναντι ιδιωτών υπεργολάβων, οι δεκάδες χιλιάδες προσληφθέντες ανά την επικράτεια (άνευ ΑΣΕΠ) υπάλληλοι των 5-6 δημοτικών αναπτυξιακών ΑΕ που ίδρυσε ο καθένας Καποδιστιακός δήμος, και ούτω καθεξής.
Πόσο περισσότεροι είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι από όσους θα έπρεπε να είναι θα προκύψει από την αλλαγή των διαδικασιών λειτουργίας του Ελληνικού κράτους. Όσο λιγότερη γραφειοκρατία, τόσο λιγότεροι διοικητικοί υπάλληλοι θα χρειάζονται, τόσο λιγότερη η διαφθορά που μαστίζει την οικονομία, και τόσο περισσότερη θα είναι η ανταγωνιστικότητά της.
Μια ανταγωνιστική οικονομία θα παράγει και θέσεις εργασίας, εκτός από υπηρεσίες και προϊόντα, και συνεπακόλουθα θα παράγει ευημερία.
Κλασσικός πλέον μύθος είναι ότι ο μεγάλος αριθμός δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα, ευνοεί την κατανάλωση. Αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη σύγχρονη αερολογία, μετά τους ψεκασμούς των Νεφελίμ και των Ωφελίμ, και τις πυραμίδες επενδυτών.
Ίσως αυτός ο αστικός μύθος να είχε κάποια (αμφίβολη) δόση πραγματικότητας μόνον τότε που η μισθοδοσία του δημοσίου προερχόταν από εξωτερικό δανεισμό ή από εκτύπωση νομίσματος. Σε κάθε όμως περίπτωση, το κόστος ενός δημοσίου υπαλλήλου για τη χώρα μας ξεπερνά κατά πολύ τα χρήματα που παίρνει κάθε μήνα “στο χέρι”, και φυσικά το υποσύνολο αυτών που ξαναβάζει στην οικονομία μέσω της κατάναλωσής του. Η αντίληψη ότι μεγάλο κράτος ίσον σταθεροποίηση της οικονομίας είναι τελείως αβάσιμη και ζημιογόνα.
Αυτή η αντίληψη προϋποθέτει αρκετές λανθασμένες παραδοχές:
- Παραδοχή πρώτη: αν ο φορολογούμενος δεν έδινε τα χρήματα αυτά σε φόρους, τα χρήματα αυτά δεν θα τα ξόδευε, και άρα η οικονομία θα ξεφούσκωνε ταχύτερα.
Φυσικά αυτό είναι αστείο σαν σκέψη, καθώς η κατανάλωση έχει μειωθεί ακριβώς λόγω της υπερφορολόγησης σε ποσοστό περί του 25% του ΑΕΠ. Επίσης κάνει το λογικό άλμα ότι τα χρήματα αυτά είναι περίσσευμα του φορολογούμενου, και όχι έλλειμμα. Η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης στην Ελλάδα των τελευταίων τριών ετών αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο.
Όμως ακόμη και αν υπήρχε η περίπτωση κάποιοι να έχουν περίσσευμα από την μείωση των φόρων που συνεπάγεται η μείωση του μεγέθους του δημοσίου, το περίσσευμα αυτό θα πάει σε κάποια τράπεζα ως κατάθεση, που στη συνέχεια θα ρίξει χρήμα στην οικονομία με τη μορφή χορηγήσεων.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, ακόμη και αν η κατανάλωση που κάνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι ήταν στο σύνολο του μισθού τους, δηλαδή της τάξεως των 18,1 δις που λαμβάνουν ως μισθούς ετησίως, η μη-μισθοδοσία τους από το κράτος δεν θα δημιουργούσε τρύπα ισομεγέθη, εκτός αν παραδεχθούμε ότι κανείς εξ αυτών δεν θα ξαναβρεί δουλειά, και δεν θα παράγει πλούτο στην οικονομία ποτέ! Φαιδρό.
- Παραδοχή δεύτερη: οι δημόσιοι υπάλληλοι πληρώνουν φόρους από όπου συμβάλλουν στην πληρωμή των μισθών τους και στα έξοδα του κράτους, στις πληρωμές των συντάξεων, και λοιπά.
Κάτι σαν να λέμε ότι γίνομαι πλουσιότερος παίρνοντας χρήματα από τη μια τσέπη και βάζοντάς τα στην άλλη. Ή ότι θα συμβάλλω στην αύξηση του εισοδήματός μου με τα χρήματα από την επιστροφή μπουκαλιών αγοράζοντας περισσότερες μπύρες! Κλασσική επιχειρηματολογία πυραμίδας. Φαιδρό.
Η φορολόγηση είναι ένας τρόπος για να πληρώνει πραγματικούς μισθούς στους δημοσίους υπαλλήλους, χαμηλότερους από τα χρήματα που τους δίνει στο χέρι.
- Παραδοχή τρίτη: το κόστος των δημοσίων υπαλλήλων για την οικονομία είναι μόνο οι μισθοί τους.
Αυτή την παραδοχή ίσως να κάνει κάποιος που δεν έχει ποτέ δει μια εταιρία/οργανισμό να δουλεύει, ή την είδε και δεν κατάλαβε.
Κάθε θέση εργασίας στο δημόσιο (ή οπουδήποτε αλλού) προϋποθέτει χώρο στέγασης του χώρου εργασίας του υπαλλήλου άρα ενοίκιο αν πρέπει να ενοικιαστεί ο χώρος, ή την μη-εκμετάλλευση του ιδιόκτητου χώρου από το δημόσιο για είσπραξη ενοικίων, βασικές υπηρεσίες ηλεκτροδότησης, ύδρευσης, θέρμανσης, προμήθεια αναλώσιμων ειδών ανάλογα με την ενασχόληση του δημοσίου υπαλλήλου, μισθολογικό και άλλο κόστος για κάποιον να προΐσταται αυτού εργασιακά, κάποιον να του βγάζει μισθοδοσίες-άδειες-πληρωμές-απουσίες, κόστος εισφορών υγείας και συνταξιοδότησης, ή αν δεν πληρώνονται αυτές από το κράτος στον εαυτό του τότε την αντίστοιχη χρηματοδότηση του ταμείου συντάξεως δημοσίων υπαλλήλων (το σύστημα συνταξιοδότησης στην Ελλάδα είναι αναδιανεμητικό, οπότε θα τα πληρώσουν κάποιοι μελλοντικοί φορολογούμενοι μεν, αλλά αφορούν τους σημερινούς δημοσίους υπαλλήλους δε).
Είναι ένας πολύ συντηρητικός υπολογισμός πως το συνολικό κόστος απασχόλησης ενός δημοσίου υπαλλήλου τελικά καταλήγει να είναι διπλάσιο αυτού που εισπράττει ως μισθοδοσία, όχι μόνο οι καθηγητές των κρατικών πανεπιστημίων, αλλά και οι συλλέκτες απορριμάτων και οι καθαρίστριες. Ας τη δεχθούμε αυτή την παραδοχή, παρά το γεγονός ότι κάποιος δημόσιος υπάλληλος που δούλεψε για 25 έτη στο δημόσιο μπορεί να συνταξιοδοτήθηκε με μεγαλύτερη σύνταξη από το μισθό του για τα επόμενα 30 χρόνια, με όλες τις καλύψεις υγείας για εκείνον και τα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειάς του, με κόστος τους φόρους της παραγωγικής οικονομίας.
Άρα το κόστος του τεράστιου δημοσίου τομέα στην Ελλάδα έστω ότι είναι διπλάσιο της μισθοδοσίας του, δηλαδή 18,1 δις ευρώ επί δυο, περί τα 36 δις ευρώ ετησίως; Λάθος!
Το δυσθεώρητο μέγεθος του δημοσίου απαιτεί ένα γραφειοκρατικό λαβύρινθο για να δικαιολογήσει το μέγεθός του και τον αριθμό των διοικητικών υπαλλήλων. Το κόστος της γραφειοκρατίας στην Ελλάδα είναι σχεδόν 7% του ΑΕΠ, άρα περί τα 14 δις ετησίως επιβαρύνει την οικονομία το μέγεθος του δημοσίου, σε ΑΕΠ που δεν δημιουργεί η Ελληνική οικονομία λόγω γραφειοκρατίας.
Για να προσθέσουμε και την προσβολή στον τραυματισμό, η αυξημένη γραφειοκρατία προσφέρει έδαφος για τρομακτικού μεγέθους διαφθορά, που κοστίζει στην Ελληνική οικονομία άλλο 7% του ΑΕΠ ετησίως.
Με άλλα λόγια, το κόστος των 36 δις ευρώ για να διατηρούμε τον Ελληνικό κρατικό μηχανισμό στο σημερινό του μέγεθος επιβαρύνει την Ελληνική κοινωνία και την παραγωγική τάξη κατά άλλα 28 δις ευρώ ετησίως σε κρυφά κόστη και διαφυγόν ΑΕΠ. Σύνολο 64 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως είναι το βάρος του Ελληνικού κράτους στη σημερινή μορφή του (και δεν μετράω καν τα τελείως παράλογα εφάπαξ των συνταξιοδοτούμενων δ.υ.).
Το τεράστιο αυτό βάρος καλείται να σηκώσει φοροδοτικά σήμερα η Ελληνική κοινωνία, ελλείψει δανεικών ή εκτύπωσης πληθωριστικού χρήματος.
Αυτό το καταφέρνει μεν, με καταστροφικά αποτελέσματα δε, που ήδη ξεπερνούν την απώλεια του 25% της οικονομίας, δημιούργησαν ανεργία του 1,5 εκατομμυρίου ανθρώπων και αυξάνεται, φτωχοποίησε το 30% της Ελληνικής κοινωνίας, και καταντάει 4 εκατομμύρια Έλληνες (εκ των οποίων 1 εκατομμύριο παιδιά) που ενώ πληρώνουν με τους έμμεσους και άμεσους φόρους τους το σύστημα υγείας, δεν διαθέτουν πρόσβαση σε αυτό.
Η ετήσια επιβάρυνση της Ελληνικής κοινωνίας από το κράτος κατά 64 δις ετησίως (μισό-μισό περίπου κόστος και διαφυγόν ΑΕΠ) μεταφράζεται σε περίπου 6.000 ευρώ ετήσιο βάρος για κάθε βρέφος, νήπιο, νέο, γέρο, άνεργο, ελεύθερο επαγγελματία, μισθωτό του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα.
Αν αφαιρέσουμε τους 5 εκατομμύρια οικονομικά ανενεργούς Έλληνες, και τους 1,5 εκατομμύρια ανέργους, τους 1 εκατομμύριο δημοσίους υπαλλήλους, αυτό αφήνει 3,5 εκατομμύρια εργαζόμενους της παραγωγικής τάξεως για να σηκώσουν αυτό το γιγάντιο βάρος, μαζί με τους μισθωτές ακινήτων και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που ακόμα επιζούν με την υπερφορολόγηση.
Είναι αναπόφευκτο το ότι το Ελληνικό κράτος θα μικρύνει, διότι απλά η οικονομία δεν αντέχει να το συντηρήσει χωρίς να κόψει τοπικό πληθωριστικό νόμισμα-κουρελόχαρτο, ή να λάβει εξωτερικό δανεισμό. Οι δυο όμως αυτές επιλογές δεν υπάρχουν πλέον, οπότε το βάρος που καλείται να σηκώσει ο Ελληνικός γάιδαρος, η παραγωγική τάξη, είναι πέρα από τις δυνάμεις της.
Χρειάζονται γενναίες αποφάσεις να γίνουν οι ενέργειες σμίκρυνσης του κράτους έγκαιρα, πριν εξαντληθεί ολοκληρωτικά η παραγωγική τάξη και μετά αδυνατεί να δημιουργήσει πλέον θέσεις εργασίας, όταν αναπόφευκτα μεγάλο μέρος των σημερινών δημοσίων υπαλλήλων βρεθεί στην ανεργία.
Καλύτερα ακόμη και να αποφασίσουμε να πληρώνουμε όσους απολυθούν για πολλά χρόνια τον καθαρό μισθό τους. Το κόστος θα είναι λιγότερο από το ένα τρίτο για την κοινωνία από όσο είναι σήμερα.
Πρέπει το κράτος να μικρύνει άμεσα και κατά πολύ. Με μπρίο και αλλεγκρία και τουλάχιστον κατά 300 χιλιάδες ανθρώπους, είτε μέσω αποκρατικοποιήσεων που τουλάχιστον διασώζουν την πλειοψηφία των θέσεων εργασίας, είτε μέσω απευθείας απολύσεις διοικητικού προσωπικού με την αλλαγή των διαδικασιών και της γραφειοκρατίας του κράτους (e-government) ώστε να μην χρειάζεται η παρουσία τους!
Πλέον σήμερα 100 και 150 χιλιάδες απολύσεις θα είναι ανεπαρκείς, δεδομένης της πολυετούς καθυστέρησης, και εφόσον αυτή η σμίκρυνση καθυστερήσει κι’ άλλο κινδυνεύουμε να φτάσουμε σε συνολικό πάγωμα της οικονομίας, όσους φόρους και να βεβαιώνει αυθαίρετα το κράτος, όσες δικαστικές αποφάσεις και παραβλέψει, όσες ψεύτικες υποσχέσεις και αν δώσουν επίδοξοι Τσε της Ελληνικής αστικής πάλης των καρεκλοκένταυρων με τους φοροδιαφεύγοντες πένητες.
Αυτό, αντί για προκλητικές προς τη νοημοσύνη των μελών της παραγωγικής τάξης, πολιτικές δηλώσεις στήριξης προς την ευγενή τάξη των δημοσίων υπαλλήλων, ότι δήθεν αυτή στηρίζει την οικονομία της κατανάλωσης της χώρας, που ακόμη και κατά τους Ωφελίμ και τους Νεφελίμ αποτελεί προσβολή κατά του ορθολογισμού.