Η μαύρη οπή ενός μαρτυρικού αργού κοινωνικού θανάτου άνοιξε για τους πολλούς 'Ελληνες... Όλους αυτούς που δεν συγκαταλέγονται στους μονίμως έχοντες και κατέχοντες. 'Ολους αυτούς που τις χρονιάρες μέρες που διατρέχουμε, μολονότι δεν θέλουν να κεφαλοποιήσουν την πίκρα και τους κοπετούς των διαψευσμένων ελπίδων τους, θέλουν ωστόσο να βρούν κάποια παρηγοριά ή ακόμα και μια δικαίωση, αιωρούμενοι πάνω από τις αβυσσαλέες περιοχές της ανέχειας και της αποδυσπέτισης...
του Στέλιου Συρμόγλου
Και προσκρούουν ενίοτε στο παραπέτασμα της απόλυτης αβεβαιότητας, της αδιαφορίας ή ακόμα και της κυνικής θρασύτητας ενός πολιτικοκοινωνικού συστήματος απαξίωσης του ανθρώπινου πόνου, όπως κι αν αυτός ο πόνος εκφράζεται. Κι όμως ο Έλληνας δεν ήταν έτσι, ανεξαρτήτως της κοινωνικής, οικονομικής και πνευματικής υποδομής του.
Αυτό που χαρακτήριζε παλιά τον Έλληνα ήταν μια εναργής διαφάνεια, που είχε παγιοποιήσει τους κραδασμούς του πάθους πέρα από τη διάτορη κραυγή. Τον διέκρινε μια φανατική ή σχεδόν πριγκηπική αξιοπρέπεια, που απαγόρευε στο ζωικό σφυγμό να γίνει πυρετός, που απαγόρευε τον εκχυδαισμό του πόνου σε χιλιοειπωμένες κοιτονοπίες, που απαγόρευε στην επιφάνεια να δείξει το βάθος που αυτή αποκρύπτει.
Γιατί πάνω από οτιδήποτε άλλο, ο Έλληνας ήταν ένας κάτοχος μιας ρωμαικής αρετής, που ξεκινώντας από την στωικότητα φτάνει να γίνει η πεμπτουσία της ίδιας της καταξιωμένης ζωής, μια Noblesse, που του εξασφάλιζε την ήρεμη ματιά που έπεται της τέλεσης μιας σωστής πράξης δημιουργίας. Μια κορμώδης ευγένεια, μια ορθόπλωρη αγωνία για τον άνθρωπο. Σπάνια, πολύ σπάνια χαρακτηριστικά για τον Έλληνα της εποχής μας. Σε μια εποχή αλλαλαγμού, πανηγυριώτικης βακχείας και μικροαστικής ξετσιπωσιάς, που ήδη συμπληρώνεται από τα εκφυλιστικά συμπτώματα της κοινωνικής ανέχειας.
Υπήρξαν Έλληνες στο παρελθόν σ' όλα τα επίπεδα της κοινωνικής, αλλά και της πολιτικής ζωής του τόπου. Έλληνες της πολιτικής και της διανόησης, οι οποίοι με ξεμέθυστα λόγια και σύνεση, χωρίς να ολιγοκαρδούν, με τη λαιμαργία της μοίρας στο λαιμό τους, δεν μπορούσαν να φτάσουν ποτέ ως τη συντέλεια της ντροπής. Με ανδροπρέπεια, καρτερία και ειλικρίνεια, που δεν ξεστράτιζε ποτέ στην αναξιοπρέπεια του επιφωνήματος, αλλά έμενε μέσα στα όρια μιας αυτοπειθαρχίας, μιας κοσμιότητας, μιας ευγένειας και μιας αντίληψης της κοινωνικής αδικίας.
Αυτοί οι Έλληνες δεν υπάρχουν. Πως καταντήσαμε Έλληνες χωρίς τους Έλληνες! Πως μας κατάντησαν Έλληνες! Κοροιδία, πολιτική απάτη, ψέματα παθογενούς προέλευσης, αυθαιρεσία, ετσιθελισμός, κοινωνικός πόνος και πορεία πρός το μηδέν!..Δεν φοβάμαι τόσο που χάθηκε και θα εξακολουθήσει να χάνεται το εισόδημα, ακόμα και για την αλματώδη αύξηση της ανεργίας. Μπορούμε να ξαναβρούμε τη διόδευση πρός την ανάκαμψη. Όχι βέβαια με τους τωρινούς αβέλτερους της πολιτικής. Με άλλους που θα αναδυθούν από τα σπλάχνα του πόνου του λαού...Φοβάμαι που απομειώνεται η τιμή και το φιλότιμο του Έλληνα. Αυτό το ψωροφιλότιμο, η μπέσα, η ευθιξία, ήταν η κληρονομιά μας και το κρυφό καμάρι μας. Το τελευταίο μας και η πρώτη μας επιλογή. Γίναμε ντροπή στα έθνη και αδιάντροποι μεταξύ μας.
Στο όνομα μιας αυθαίρετης και μπαμπέσικης δημοκρατίας, μιας στημένης παγίδας στους δημοκρατικούς δρόμους και θεσμούς, αποδιοργανωθήκαμε απόλυτα.
Που είναι το φιλότιμο του Έλληνα; Χωρίς αυτό είναι ξέφραγο αμπέλι. Και δεν είναι τυχαίο που τον τρυγάνε αδιαμαρτύρητα. Μεταβληθήκαμε σε θλιβερούς θεατές ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ των κομμάτων, ενώ το σπίτι μας καίγεται. Είναι σαν να βλέπεις επιδρομείς να μοιράζουν το βίος σου, σαν να μας ενδιέφερε ποιος θα πάρει το ρετιρέ μες, το ισόγειό μας και το υπόγειό μας κι όχι ότι μας τα παίρνουν... Και οι Καρχηδόνιοι έδωσαν τα μαλλιά τους και τα δόντια τους για να σώσουν τη χώρα τους από τους Pωμαίους. Κι εμείς τα δώσαμε κατά καιρούς, αλλά για να μας παίζουν ζάρια για την πλάκα τους.
Τι είμαστε Έλληνες; Γαλιά και ορνίθια, ώστε ο καθένας μας επικαλείται ως συρφετό, που θα μας στρέψει εναντίον του άλλου ή είμαστε τόσο όρνια, που δεν καταλαβαίνουμε τίποτε;
Βρες άκρη. Δηλαδή μας έχουν λογοκρίνει, αξιολογήσει, ψυχολογήσει και ξέρουν πως αν πατήσουν ένα κουμπί, λουφάξαμε. Ένα άλλο, ξεσηκωθήκαμε. Δηλαδή τι είμαστε; Οι μάου μάου ή οι Ινδιάνοι αφελών γουέστερν; Τελικά θέλουν να πουν ότι μας χρησιμοποιούν για να νέμονται την εξουσία και μας χρησιμοποιούν και πάλι, για να την ανακτήσουν αν τη χάσουν. Αυτό είναι κατάντια! Αυτή είναι συνείδηση δημοκρατικής ηγεσίας και δημοκράτη λαού; Από τη Δημοκρατία ζητάμε ασφαλώς περισσότερη ευθιξία και ευθύτητα. Ζητάμε "υπερηφάνεια". Κι εννοώ την υπερήφανη πράξη, το φιλότιμο του Έλληνα.
Έρχεται κάποια στιγμή, που στην κυβέρνηση δεν μπορείς να καταλογίσεις τίποτε πια. 'Οταν όλα περάσουν στο παρανοικό, φτάνουμε στο ακαταλόγιστο. Όταν όλα περάσουν στη μεθοδευμένη "δημοκρατική" εξουθένωση, η επίρριψη ευθυνών σε κάποιους καταντάει παρανοική πολυτέλεια. Είναι άλλο πράγμα η αδυναμία να γίνει κάτι καλύτερο κι άλλο η προλείανση του κατήφορου, ώστε να μην σταματάμε πουθενά. Άλλο η αλλαγή πολιτικής κι άλλο η καταστροφική νοθεία των πάντων και πασών, ώστε να χάνεται ο μπούσουλας! ..
Πως καταντήσαμε Έλληνες, χωρίς τους Έλληνες!
του Στέλιου Συρμόγλου
Και προσκρούουν ενίοτε στο παραπέτασμα της απόλυτης αβεβαιότητας, της αδιαφορίας ή ακόμα και της κυνικής θρασύτητας ενός πολιτικοκοινωνικού συστήματος απαξίωσης του ανθρώπινου πόνου, όπως κι αν αυτός ο πόνος εκφράζεται. Κι όμως ο Έλληνας δεν ήταν έτσι, ανεξαρτήτως της κοινωνικής, οικονομικής και πνευματικής υποδομής του.
Αυτό που χαρακτήριζε παλιά τον Έλληνα ήταν μια εναργής διαφάνεια, που είχε παγιοποιήσει τους κραδασμούς του πάθους πέρα από τη διάτορη κραυγή. Τον διέκρινε μια φανατική ή σχεδόν πριγκηπική αξιοπρέπεια, που απαγόρευε στο ζωικό σφυγμό να γίνει πυρετός, που απαγόρευε τον εκχυδαισμό του πόνου σε χιλιοειπωμένες κοιτονοπίες, που απαγόρευε στην επιφάνεια να δείξει το βάθος που αυτή αποκρύπτει.
Γιατί πάνω από οτιδήποτε άλλο, ο Έλληνας ήταν ένας κάτοχος μιας ρωμαικής αρετής, που ξεκινώντας από την στωικότητα φτάνει να γίνει η πεμπτουσία της ίδιας της καταξιωμένης ζωής, μια Noblesse, που του εξασφάλιζε την ήρεμη ματιά που έπεται της τέλεσης μιας σωστής πράξης δημιουργίας. Μια κορμώδης ευγένεια, μια ορθόπλωρη αγωνία για τον άνθρωπο. Σπάνια, πολύ σπάνια χαρακτηριστικά για τον Έλληνα της εποχής μας. Σε μια εποχή αλλαλαγμού, πανηγυριώτικης βακχείας και μικροαστικής ξετσιπωσιάς, που ήδη συμπληρώνεται από τα εκφυλιστικά συμπτώματα της κοινωνικής ανέχειας.
Υπήρξαν Έλληνες στο παρελθόν σ' όλα τα επίπεδα της κοινωνικής, αλλά και της πολιτικής ζωής του τόπου. Έλληνες της πολιτικής και της διανόησης, οι οποίοι με ξεμέθυστα λόγια και σύνεση, χωρίς να ολιγοκαρδούν, με τη λαιμαργία της μοίρας στο λαιμό τους, δεν μπορούσαν να φτάσουν ποτέ ως τη συντέλεια της ντροπής. Με ανδροπρέπεια, καρτερία και ειλικρίνεια, που δεν ξεστράτιζε ποτέ στην αναξιοπρέπεια του επιφωνήματος, αλλά έμενε μέσα στα όρια μιας αυτοπειθαρχίας, μιας κοσμιότητας, μιας ευγένειας και μιας αντίληψης της κοινωνικής αδικίας.
Αυτοί οι Έλληνες δεν υπάρχουν. Πως καταντήσαμε Έλληνες χωρίς τους Έλληνες! Πως μας κατάντησαν Έλληνες! Κοροιδία, πολιτική απάτη, ψέματα παθογενούς προέλευσης, αυθαιρεσία, ετσιθελισμός, κοινωνικός πόνος και πορεία πρός το μηδέν!..Δεν φοβάμαι τόσο που χάθηκε και θα εξακολουθήσει να χάνεται το εισόδημα, ακόμα και για την αλματώδη αύξηση της ανεργίας. Μπορούμε να ξαναβρούμε τη διόδευση πρός την ανάκαμψη. Όχι βέβαια με τους τωρινούς αβέλτερους της πολιτικής. Με άλλους που θα αναδυθούν από τα σπλάχνα του πόνου του λαού...Φοβάμαι που απομειώνεται η τιμή και το φιλότιμο του Έλληνα. Αυτό το ψωροφιλότιμο, η μπέσα, η ευθιξία, ήταν η κληρονομιά μας και το κρυφό καμάρι μας. Το τελευταίο μας και η πρώτη μας επιλογή. Γίναμε ντροπή στα έθνη και αδιάντροποι μεταξύ μας.
Στο όνομα μιας αυθαίρετης και μπαμπέσικης δημοκρατίας, μιας στημένης παγίδας στους δημοκρατικούς δρόμους και θεσμούς, αποδιοργανωθήκαμε απόλυτα.
Που είναι το φιλότιμο του Έλληνα; Χωρίς αυτό είναι ξέφραγο αμπέλι. Και δεν είναι τυχαίο που τον τρυγάνε αδιαμαρτύρητα. Μεταβληθήκαμε σε θλιβερούς θεατές ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ των κομμάτων, ενώ το σπίτι μας καίγεται. Είναι σαν να βλέπεις επιδρομείς να μοιράζουν το βίος σου, σαν να μας ενδιέφερε ποιος θα πάρει το ρετιρέ μες, το ισόγειό μας και το υπόγειό μας κι όχι ότι μας τα παίρνουν... Και οι Καρχηδόνιοι έδωσαν τα μαλλιά τους και τα δόντια τους για να σώσουν τη χώρα τους από τους Pωμαίους. Κι εμείς τα δώσαμε κατά καιρούς, αλλά για να μας παίζουν ζάρια για την πλάκα τους.
Τι είμαστε Έλληνες; Γαλιά και ορνίθια, ώστε ο καθένας μας επικαλείται ως συρφετό, που θα μας στρέψει εναντίον του άλλου ή είμαστε τόσο όρνια, που δεν καταλαβαίνουμε τίποτε;
Βρες άκρη. Δηλαδή μας έχουν λογοκρίνει, αξιολογήσει, ψυχολογήσει και ξέρουν πως αν πατήσουν ένα κουμπί, λουφάξαμε. Ένα άλλο, ξεσηκωθήκαμε. Δηλαδή τι είμαστε; Οι μάου μάου ή οι Ινδιάνοι αφελών γουέστερν; Τελικά θέλουν να πουν ότι μας χρησιμοποιούν για να νέμονται την εξουσία και μας χρησιμοποιούν και πάλι, για να την ανακτήσουν αν τη χάσουν. Αυτό είναι κατάντια! Αυτή είναι συνείδηση δημοκρατικής ηγεσίας και δημοκράτη λαού; Από τη Δημοκρατία ζητάμε ασφαλώς περισσότερη ευθιξία και ευθύτητα. Ζητάμε "υπερηφάνεια". Κι εννοώ την υπερήφανη πράξη, το φιλότιμο του Έλληνα.
Έρχεται κάποια στιγμή, που στην κυβέρνηση δεν μπορείς να καταλογίσεις τίποτε πια. 'Οταν όλα περάσουν στο παρανοικό, φτάνουμε στο ακαταλόγιστο. Όταν όλα περάσουν στη μεθοδευμένη "δημοκρατική" εξουθένωση, η επίρριψη ευθυνών σε κάποιους καταντάει παρανοική πολυτέλεια. Είναι άλλο πράγμα η αδυναμία να γίνει κάτι καλύτερο κι άλλο η προλείανση του κατήφορου, ώστε να μην σταματάμε πουθενά. Άλλο η αλλαγή πολιτικής κι άλλο η καταστροφική νοθεία των πάντων και πασών, ώστε να χάνεται ο μπούσουλας! ..
Πως καταντήσαμε Έλληνες, χωρίς τους Έλληνες!