Της Ηλέκτρας Αντωνοπούλου-Πανάγου. Διαβάζοντας ότι η χρονιά αυτή είναι αφιερωμένη στον Καβάφη καθώς συμπληρώνονται 150 χρόνια από την γέννησή του, αφιέρωσα λίγο χρόνο, ξαναδιαβάζοντας τα ποιήματά του. Ομολογώ, πως αυτή τη φορά, προσπάθησα να δώ, ποια σχέση μπορεί να έχει η ποιητική τού μεγάλου Αλεξανδρινού, με τα δικά μας δεινά τα τελευταία χρόνια.
Για μια ακόμη φορά, με ταξίδεψαν τα ποιήματα του κορυφαίου Έλληνα ποιητή, στην Ιστορία μας. Από την Αρχαία Ελλάδα, μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα. Και όπως κάθε φορά έτσι και τώρα, ζωντάνεψαν εικόνες και αρώματα, έντονα συναισθήματα, μορφές ηρωικές αλλά και μορφές απλές ανθρώπινες. Η ματιά του ποιητή, πού δίνει άλλη διάσταση στην ανθρώπινη δράση, στις επιθυμίες και τις αδυναμίες, στην δραματική αδυναμία του ανθρώπου μπροστά στην ιστορία, αλλά και την δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, να σταθεί με αξιοπρέπεια μπροστά στην μοίρα.
‘Αγε, ω βασιλεύ των Λακεδαιμονίων
Δεν καταδέχονταν η Κρατησίκλεια
ο κόσμος να την δει να κλαίει και να θρηνεί·
και μεγαλοπρεπής εβάδιζε και σιωπηλή.
Τίποτε δεν απόδειχνε η ατάραχη μορφή της
απ’ τον καϋμό και τα τυράννια της.
Μα όσο και νάναι μια στιγμή δεν βάσταξε·
και πριν στο άθλιο πλοίο μπει να πάει στην Aλεξάνδρεια,
πήρε τον υιό της στον ναό του Ποσειδώνος,
και μόνοι σαν βρεθήκαν τον αγκάλιασε
και τον ασπάζονταν, «διαλγούντα», λέγει
ο Πλούταρχος, «και συντεταραγμένον».
Όμως ο δυνατός της χαρακτήρ επάσχισε·
και συνελθούσα η θαυμασία γυναίκα
είπε στον Κλεομένη «Άγε, ω βασιλεύ
Λακεδαιμονίων, όπως, επάν έξω
γενώμεθα, μηδείς ίδη δακρύοντας
ημάς μηδέ ανάξιόν τι της Σπάρτης
ποιούντας. Τούτο γαρ εφ’ ημίν μόνον·
αι τύχαι δε, όπως αν ο δαίμων διδώ, πάρεισι.»Και μες στο πλοίο μπήκε, πηαίνοντας προς το «διδώ».
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)
Και θαύμασα πάλι την Κρατησίκλεια και την καβαφική πέννα πού παρέδωσε σε μας μέσα σε 21 απέριττους στίχους ένα μεγαλείο, πού θεμέλιωσε την ιστορία μας.
Λίγο πιο κάτω, στο ποίημα «Αλεξανδρινοί βασιλείς», να πού η ιστορία έχει αλλάξει και οι βασιλείς δεν είναι παρά μια σκιά της ιστορίας κι όλοι το ξέρουν.
«τι κούφια λόγια ήσανε αυτές η βασιλείες».
Α πόσο κούφια λόγια αυτές οι βασιλείες….
Μετά ο «Αππολώνιος ο Τυανεύς εν Ρόδω» ορίζει την εκπαίδευση και την αγωγή με τρόπο τόσο σαφή,
Ο Απολλώνιος ο Τυανεύς εν Ρόδω
Για την αρμόζουσα παίδευσι κι αγωγή
ο Aπολλώνιος ομιλούσε μ’ έναν
νέον που έκτιζε πολυτελή
οικίαν εν Pόδω. «Εγώ δε ες ιερόν»
είπεν ο Τυανεύς στο τέλος «παρελθών
πολλώ αν ήδιον εν αυτώ μικρώ
όντι άγαλμα ελέφαντός τε και χρυσού
ίδοιμι ή εν μεγάλω κεραμεούν τε και φαύλον.» —
Το «κεραμεούν» και «φαύλον»· το σιχαμερό
που κιόλας μερικούς (χωρίς προπόνησι αρκετή)
αγυρτικώς εξαπατά. Το κεραμεούν και φαύλον.
πού λές:
Δεν μπορεί να μην το είδαμε τόσα χρόνια γραμμένο! Δεν μπορεί να μην καταλάβαμε τι έλεγε!
Κι όμως προσκυνήσαμε το «κεραμεούν και φαύλον». Εξαπατηθήκαμε! Ηθελημένα; Αθέλητα; η Ιστορία θα πεί.
Τρόμαξα διαβάζοντας το ποίημα«Τελειωμένα»!
Τελειωμένα
Μέσα στον φόβο και στες υποψίες,
με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια,
λυώνουμε και σχεδιάζουμε το πώς να κάμουμε
για ν’ αποφύγουμε τον βέβαιο
τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί.
Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν’ αυτός στον δρόμο·
ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα
(ή δεν τ’ ακούσαμε, ή δεν τα νοιώσαμε καλά).
Άλλη καταστροφή, που δεν την φανταζόμεθαν,
εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας,
κι ανέτοιμους — πού πια καιρός — μας συνεπαίρνει.
Κι είπα: ποιά άλλη καταστροφή μας περιμένει;
Ας κάνω εδώ μια διακοπή.
Δεν διαβάζεται έτσι ο Καβάφης! Μου ‘χε πεί κάποτε ένας γνωστός, με ύφος περισπούδαστο (περισσεύουν οι ειδήμονες…).
Η ποίηση, συνέχισε, είναι πάνω από τις καθημερινότητές σου. Δεν ασχολείται, πώς να στο πω, με τα προβλήματα του κόσμου, τα τετριμμένα…
Παράξενο!
Τα θυμήθηκα αυτά τώρα, αν και θα ‘πρεπε να τα θυμηθώ, τρία χρόνια σχεδόν, νωρίτερα. Στις 23 Απρίλη του 2010 – κάποιος – πού αργότερα περηφανεύτηκε ότι έχει πιο καλά το αυτοκόλλητο του αμερικανικού πανεπιστημίου που φοίτησε, παρά το ότι έγινε πρωθυπουργός αυτής της χώρας – είπε, από το ακριτικό Καστελόριζο, (αυτός και η τότε κυβέρνησή του): «Ξέρουμε το δρόμο για την Ιθάκη».
Κι έτσι άρχισε μία Οδύσσεια, πού τρία χρόνια τώρα, βρίσκεται σε εξέλιξη, κι όπως φαίνεται θα ξεπεράσει σε διάρκεια και την Ομηρική.
Πέρασε περιπέτειες κι άλλες η ποίηση του Καβάφη. Στην Ελληνική Βουλή αυτή τη φορά, όχι στο ακριτικό Καστελόριζο.
Ο ένας έλεγε « Απολείπειν ο θεός Αντώνιον» κι ο άλλος απαντούσε «….αποχαιρέτα την την Αλεξάνδρεια πού χάνεις…»
Με τούτα και με κείνα, ξεστράτησε η κουβέντα.
Όμως συγχωρήστε με, γιατί είναι βαριές και δύσκολες οι μέρες που περνάμε, κι όλων οι σκέψεις γύρω από τα καθημερινά γυρίζουν.
Ύστερα όμως, να πάλι ο Ποιητής μπροστά μου, σπαραχτικά περιγράφει στους «Τρώες» ό,τι οι μέρες και τα χρόνια έφεραν
Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κ’ αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κ’ η Εκάβη κλαίνε.
Και λέω όχι και πάλι όχι, δεν είναι η πτώσις μας βεβαία. Δεν θα το επιτρέψουμε! Δεν έχουμε δικαίωμα να μείνουμε αδρανείς! Θα το παλέψουμε, κι ότι γίνει…
Άλλωστε κι ίδιος ο μεγάλος Αλεξανδρινός μας το χει αφήσει παρακαταθήκη:
Chefece…ilgranrifiuto
Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι
να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα
πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.
Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Aν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι — το σωστό — εις όλην την ζωή του.
Ποιήματα 1897-1933, Ικαρος 1984