Την Μ.Τετάρτη επιτελούμε ανάμνηση σ' ένα σημαντικό γεγονός. Τον Ιερό Νιπτήρα, δηλαδή το πλύσιμο των ποδιών των μαθητών από τον Χριστό. Η Ακολουθία του Νιπτήρος λοιπόν σήμερα. Και χιλιάδες είναι οι πιστοί ή και οι εξ' εθισμού πιστοί ή έστω οι κρατούντες την παράδοση, που θα βρεθούν μπροστά στις εικόνες των εκκλησιών ως προσκυνητές και κάποιοι ως λάτρεις της τέχνης.
του Στέλιου Συυρμόγλου
Επισκοπώντας, ωστόσο, μια βυζαντινή εικόνα κινδυνεύουμε να χάσουμε το μήνυμά της. Βρισκόμαστε συχνά στον πειρασμό να την απορρίψουμε ως απόκοσμη ή, στην καλύτερη περίπτωση, να τη εντάξουμε στα δημιουργήματα τέχνης μιας ξεπερασμένης εποχής με αξιοσημείωτη ιστορική αξία. Αυτή είναι ίσως η γνώμη αρκετών συλλεκτών. Η εικόνα όμως συνιστά ζωντανό ανάγνωσμα και γι' αυτό ακριβώς προυποθέτει γνώση και παιδεία.
Το θεάσθαι υπερκαλύπτει το λέγειν και το ακούειν, γιατί τα τελευταία ενέχονται στις ανόριες "διαστάσεις" του, αφού στο έσχατο νόημα του, το θεάσθαι είναι οφθαλμός επιστασίας. Κατά βάθος το αισθάνεσθαι κορυφώνεται στο οράν, στην όραση, στην άμεση και αμίλητη εποπτεία του κόσμου, σε ό,τι συναιρεί νοείν και αισθάνεσθαι στην αείρωτη ρίζα της μυστικής πρωταρχής. Το θεάσθαι φωτογραφίζει τον κόσμο, γονιμοποιεί το αρχέγονο νοείν, για να το καταστήσει διανοείσθαι. Καθιστά την εξωτερικότητα και τις δυνάμεις της ζώσης πραγματικότητας για την εσωτερικότητα. Το φως αποτελεί έτσι λαμπτήρα που φωτίζει το εξωτερικό, για να τρέφει αέναα τις δυνάμεις της ψυχής υπό τη συνεπικουρία και των άλλων αισθήσεων.
Οσα προηγούνται, εισάγουν άνετα στο βαθύτερο πνεύμα του εικονίζειν, στο πνεύμα της εικόνας, στον αιώνιο διάλογο αμεσότητας και εξωτερικότητας, ο οποίος θα ήταν αδύνατος χωρίς το θεάσθαι και τα θεώμενα. Η εικονολογική όμως αναγωγή προυποθέτει συγκλονιστικές εμπειρίες και πνευματική παιδεία, ωρίμανση στη βαθύτερη τέχνη του ζην. Κατανοούμε έτσι γιατί το σύμβολο προηγείται της εικόνας, αλλά και γιατί την αγγέλλει ταυτόχρονα. Η συμβολική φορά πολλών μεγάλων πολιτισμών είναι ενδεικτική.
Η φαραωνική σοφία και η οσιρική τάξη εμμένουν στο σύμβολο και στο συμβολισμό, για να πληροφορήσουν πως το σύμβολο παραπέμπει μ' ένα συγκεκριμένο στοιχείο σε μια άπειρη και απόλυτη πραγματικότητα, στην οποία δεν οδηγούμαστε αναγωγικά και αναλογικά, αλλά έμμεσα και απόλυτα. Το σύμβολο, επομένως,είναι κατά βάθος κρυπτικό, γιατί αποκρύβει και αποκαλύπτει ταυτόχρονα. Ο κόσμος μας είναι συμβολικό, γιατί εκφράζει το εγκόσμιο και το υπερβολικό. Το πρώτο είναι σαφές και φανερό, αλλά εκφράζει άμεσα και πάντα το υπερβατικό.
Η εικόνα εκφράζει το άφραστο θαύμα της αιώνιας Επίσκεψης σμιλευμένο με τα δώρα του ελέους, της ουσίας, της προσφοράς. Στη χριστιανική όμως θεολογία το δόγμα του ενσαρκωμένου λόγου φωτίζει, γιατί εκφράζει τη θεία πληρότητα, όπως αυτοεκφράζεται ως αποκαλύπτουσα δωρεά, ως μυστήριο της Ελευσης, της Εγρήγορσης, του Πληρώματος. Η βυζαντινή παράδοση εμμένει στην αγιότητα του εικονοιζόμενου, παραπέμπει όχι πια στο σύμβολο, αλλά στην επιφάνεια των κύριων οντολογικών κατηγοριών του χριστιανικού μηνύματος. Στη βυζαντινή εικόνα, το αυστηρό βλέμμα του εικονιζόμενου αγίου έχει ασκηθεί στη μετάνοια και έχει ανακτήσει το πνεύμα της αιώνιας παιδικότητας.
Η ρωσική ορθοδοξία θα προσφέρει τη σοφιολογική διάσταση της εικόνας, επιμένοντας όχι μόνο στην αγιότητα, αλλά και στην αρχετυπική αποκάλυψη. Η θεία Τριάς αιωνίζει τον κόσμο ως επιστατούσα Σοφία και σ' αυτό το μέτρο ο κόσμος, η κοινωνία των αγίων δηλαδή, την προσλαμβάνει χαρισματική.
Είναι έτσι φανερό: Το πνεύμα της εικόνας είναι η άφραστη και σιωπούσα Θεολογία, όπως σμιλεύεται από τη μαρτυρία των αγίων και των μυστικών, όπως εκφράζεται από τους ιεροφάντορες του σεσιγημένου μυστηρίου. Γι' αυτό η Θεία Τέχνη, χωρίς να αντιστρατεύεται την κοσμική, χωρίς να καταργεί το σύμβολο, φαίνει το μυστήριο, διαθλά τη Θεολογία στον κόσμο της τέχνης. Εκφράζει ιερά τον κόσμο των θεία γεωργημένων συνειδήσεων και προκαλεί με άρρητη ταπεινοφροσύνη όλες τις αγωνιούσες συνειδήσεις...