Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ελληνας θέλει με όλη του την ηθική δύναμη να επιβιώσει και να διατρέξει τις δύσκολες μέρες, που τελικά έγιναν δύσκολα χρόνια και δεν αποκλείεται να γίνουν "οδυνηρές" δεκαετίες. Θέλει να επιβιώσει, αλλά πρέπει πρώτιστα να αντιμετωπίσει τον εχθρό του, που δεν φαίνεται να τον έχει εντοπίσει ποτέ, από την αρχή. Τον τοποθετούσε πάντοτε έξω του, ποτέ μέσα του. Εκείνος ο εχθρός που βρίσκεται μέσα μας είναι η "μακαριότητα".
του Στέλιου Συρμόγλου
Θα συνειδητοποιούσαμε πιο άρτια τον κίνδυνο αν καταλαβαίναμε μιά για πάντα πως δεν είναι πουθενά γραμμένο με γραφή ανεξίτηλη πως οι Ελληνες θα σωθούν, πως προσμετράμε απλώς το χρόνο για να βγούμε από μια οικονομική κρίση που έχει εξαθλιώσει την κοινωνία. Μια αισιοδοξία μηχανική, τυφλή, υποβοηθούμενη από τους διαφόρους δημοκόπους της πολιτικής αθλιότητας, από τους εκφραστές των συγκροτημένων συμφερόντων και της εξαγορασμένων συνειδήσεων, μας δημιούργησε την πλάνη ότι "όλα θα πάνε καλά" και το μέλλον είναι εξασφαλισμένο...
Αν σ' αυτή την "μηχανική" αισοδοξία, που τόσο επίμονα μας διοχετεύουν το τελευταίο χρονικό διάστημα, προστέσουμε και τη δογματική μας αντίληψη ότι "Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει", ως απότοκο της "εθνικής παραίσθησης", σε μια πραγματικότητα που αλλάζει καθημερινά και καταγράφει χαμένες ευκαιρίες και κυρίως ζωές, σε συνδυασμό με την νεοελληνική, παχυλή ενίοτε αδιαφορία, που συμπυκνώνεται στην έκφραση "δεν βαριέσαι αδελφέ...", τότε είναι περιττό να ειπωθεί ότι τρεφόμαστε με μύθους.
Η ελληνική ιστορία το δείχνει, άλλωστε, με αρκετή πειστικότητα. Κι αν υπάρχει ένα μεγάλο θέμα σήμερα, αυτό είναι της αγωνίας για το μέλλον του Ελληνα. Κι ας μην αντιδρούν αβασάνιστα οι πομφολυγωδώς "αισιόδοξοι" μ' αυτή τη διαπίστωση, που αντιμετωπίζει την πραγματικότητα με κάποια προοπτική, παρρησία και ευθύτητα. Απομακρυσμένη μάλιστα από επιφανειακότητες ή προκαταλήψεις, αναδίνει ένα ήχο ταραχής υπολανθάνουσας.
Η αντίθεση ανάμεσα σε μια πολιτική ανικανότητα που μοιάζει να προχωρεί "θριαμβευτικά", με διασκελισμό "θανάσιμα" πλατύ, από βλακεία σε ψευδολογία και ολέθρια σφάλματα, και μια προοπτική δυσοίωνη, την οποία οι ολίγιστοι του χώρου της πολιτικής και ευρύτερα του κοινωνικού χώρου, άνθρωποι σκεπτόμενοι, οπλισμένοι με διορατικότητα, έχουν διαρκώς μπροστά στα μάτια τους σαν εφιάλτη, η αντίθεση αυτή λοιπόν, είναι το πιο χαρακτηριστικό φαινόμενο του καιρού μας. Και σίγουρα για τους πολλούς, τους έχοντες και κατέχοντες, τους ευκαιριακά "βολεμένους", τους "γοητευμένους" από τους "γητευτές" των ελπίδων και των επιθυμιών τους, να φαίνεται μονότονη η ανακίνηση του επίμαχου θέματος, και να τους προκαλεί ένα αίσθημα δυσφορίας ή και ενόχλησης, χαρακτηρίζοντας ως "γραφική" την επιμονή των συμπλεόμενων με την παραπάνω διαπίστωση.
Για μένα, δεν είναι σοβαρός λόγος για να το αντιπεράσω. Η επιφατική κοινωνική συμπεριφορά δεν με απασχολεί, ούτε με ενοχλεί ο χαρακτηρισμός του "γραφικού". Με αφορά το γεγονός ότι η πολιτική επίφαση οδηγεί στην αυτοκαταστροφή. Οτι έχει χαθεί από την κοινωνία το "ρυθμιστικό ένστικτο". Οτι το αδιανόητο κυριαρχεί. Οτι η "μακαριότητα" διαπλέκεται με την αδιαφορία και την αφέλεια. Οπως καλά γνωρίζω, κι αυτό μου έχει διδάξει η Ιστορία, ότι το χαρακτήρα της εποχής με ό,τι συνέπειες έχει για την κοινωνία, δεν τον συλλαμβάνει η νόηση της ανύποπτης πλειοψηφίας. Τον συλλαμβάνουν μεμονωμένα άτομα με ευαίσθητους αισθητήρες, που βλέπουν πίσω από τις επιφάνειες και απορρίπτουν τις "εικόνες" που "στήνουν" κακόγουστοι πολιτικοί σκηνογράφοι και επικοινωνιολόγοι...
Οι πολλοί αποδέχονται τη μοίρα τους είτε λόγω αντικειμενικών αναγκών, είτε λόγω μικρών ή μεγάλων συμφερόντων που επέλεξαν να υπηρετούν. Ετσι, διαμορφώθηκε προιόντος του χρόνου μια κοινωνία "μακάρια", θριαμβεύτρια και νευρωτική. Χωρίς να σημαίνει αυτό, ότι αυτή ακριβώς η κοινωνία, δεν θα χάσει την ...ψυχική της στερεότητα και ότι δεν θα στήσουν προοδευτικά...χορό οι ίσκιοι μιας ακαταμάχητης υποψίας και πάμπολλες βεβαιότητες θα βρεθούν να έχουν στην άκρη τους αδυσώπητα ερωτηματικά.
Ισορροπούμε ως αντικείμενα μιας μεγάλης πλάνης. Ο "μακάριος"Ελληνας επαίρεται για μια γνώση που δεν ανταποκρίνεται σε τίποτα. Δεν σέβεται ούτε τον εαυτό του κι ούτε εμπιστεύεται τον διπλανό του. Μόνο κανένα σκύλο χαιδεύει, αν βέβαια είναι εξοικειομένος με τα ζώα. Εμπιστεύεται ακόμα, ωστόσο, τους πολιτικούς, τουλάχιστον τόσο ώστε να τον οδηγούν στις παρυφές της οδυνής, όπως κι αν αυτή εκδηλώνεται για τον καθέναν χωριστά.
Η "εμπιστοσύνη" του βέβαια στους πολιτικούς συνδέεται με το "βόλεμα", έστω το "ψευτο-βόλεμα" και το ό,τι εξασφαλίσουμε με τη λογική του "Φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκωμεν". Τι μας νοιάζει η φτώχεια των άλλων; Οπότε, μπορεί η ανεργία να είναι εφιαλτική και εκατομμύρια συμπατριωτών να έχουν πει το "ψωμί-ψωμάκι" ευρισκόμενοι κάτω από τα όρια της φτώχειας, αλλά οι συνήθειες-συνήθειες για τους "μακάριους" Ρωμιούς. Η παχύδερμη λογική των "ωραίων" αστών δεν επιτρέπει συναισθηματισμούς. Το πολύ-πολύ κάποια συμμετοχή σε κάποια εκδήλωση, σε κάποιο γκαλά, για την ενίσχυση των δυσπαραγούντων....Ετσι, για να "λαγοκοιμάται" η συνείδηση και να μην αντιδρά...
Η "μακαριότητα" μετέτρεψε τις κοινωνικές ομάδες σε παθητικά πλάσματα, εγκλωβισμένα είτε στην ανασφάλεια και τη φοβία, που, ούτως ή αλλέως, καλλιεργείται από το κυβερνητικό σύστημα, είτε σ' ένα πλέγμα συμφερόντων και βολέματος. Αβουλοι, επίπλαστα αισιόδοξοι και αδιόρθωτοι σπερμολόγοι ή βεμπαλιστές. Αδύναμοι επί της ουσίας, οι οποίοι κτυπάνε τους τενεκέδες τους, για να χορέψουν τσιφτετέλι οι διαπλεκόμενοι πολιτικοί και επιχειρηματίες, οι επίδοξοι "σωτήρες" τους.
Και οι απλοί πολίτες, που δεν μπόρεσαν να βρούν πρόσβαση στο "βόλεμα" παρακολουθούν παθητικά από τον καναπέ τους και αποκτούν "πρότυπα" και μετατρέπονται κι αυτοί σε "μακαρίους" μεν ως προς τη μη αντίδραση, πεινώντες δε.
"Μακάριοι" λοιπόν όσοι εποίησαν την πολιτική και την ιδεολογία τρόπο παραοικονομίας, αθλίων συναλλαγών και έφαγαν το καταπέτασμα...
"Μακάριοι" όσοι ενεδύθησαν πορφύραν εξουσίας και τον λαό επλάνεψαν και τη "μακαριότητα" της κοινωνίας εγκαθίδρυσαν...
"Μακάριοι" οι ορώντες και μη βλέποντες την κοινωνική αθλιότητα και την εθνική μας κατάντια...
"Μακάριοι" οι αλλήθωροι, ότι τον άρτον ορώντες πέτρας ροκανίζουσι και χορταίνοντες κοιμούνται μακαρίως...
"Μακάριοι" οι γελοίοι, γιατί γλύτωσαν από τη σοβαρότητα...
Κακότυχοι όσοι Ηρακλείδες, γιατί η κοπριά του Αυγεία δύσκολα καθαρίζεται. Κακότυχοι όσοι αγαπάτε ουσιαστικά τον τόπο, γιατί υπερπλήθαιναν όσοι τον μισούν και ασελγούν σε βάρος του...