του Στρατή Μαζίδη
Βλέποντας, διαβάζοντας, συζητώντας, κατανοώ ότι η Ελλάδα είναι - κι αν δεν είναι, κοντεύει - ένα πουκάμισο αδειανό, ένα κενό κουφάρι που απλά το τρώει πια λίγο λίγο το κύμα.
Άνθρωποι μάζεψαν τα πράγματά τους κι έφυγαν ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω τους. Πολλοί τους είπαν φυγόπονους, από την άλλη ποιος να κατηγορήσει ένα νέο άνθρωπο που βλέπει ότι αν μείνει πίσω θα χάσει πολλά και σπουδαία από τη ζωή όπως το να κάνει οικογένεια; Ή άλλοι βλέπουν αυτή την οικογένεια να πεινάει.
Άλλοι πάλι τριγυρνούν σα φαντάσματα, σαν ζωντανοί νεκροί. Δεν αντιδρούν σε τίποτα. Δεν τους ενδιαφέρει το παραμικρό. Ενώ άλλοι είναι ήδη φαντάσματα από τη θεραπεία που δεν είχαν να πληρώσουν και πέθαναν ή από τα αόρατα μακριά χέρια των αρχόντων που τους όπλισε τα χέρια.
Άδοξο τέλος για μια ένδοξη πατρίδα να πεθαίνει από εχθρούς εκ των έσω, και όχι πάνω στη μάχη. Να ξεψυχάει γιατί ο λαός της αποφάσισε να καταθέσει τα όπλα και στωικά να υπομείνει τη μοίρα του.
Τουλάχιστον μας άξιζε ένας καλύτερος θάνατος...