Γράφει η Γωγώ Ατζολετάκη
ηθοποιός - συγγραφέας
Πάνε, λοιπόν, κι οι γιορτές. Όνειρο ήταν και χάθηκαν. Σαν μια νιφάδα χιονιού, που μόλις που πρόλαβε ν’ ακουμπήσει τα ακροδάχτυλά μας κι αμέσως έγινε νερό… νερό που κύλησε στο αχανές του χρόνου πίσω μας.
Όμως δεν είναι για να λυπόμαστε. Ούτε για να μελαγχολούμε. Γιατί μπήκαμε στον καινούργιο χρόνο. Σ’ αυτό το 2014, που κουβαλά έως τ’ ακροτελεύτια μόριά του έναν αέρα ανανέωσης.
Δεν το νοιώσατε;
...Δεν αισθανθήκατε κάτι το φρέσκο, το αναζωογονητικό, να πλανάται στην ατμόσφαιρα;
…Μια ευφρόσυνη αύρα, που απλώνεται γύρω απ’ το κορμί σου σαν φρεσκοσιδερωμένο, μυρωδάτο, λευκό πουκάμισο… ή σαν αφράτη γούνα, που κουρνιάζεις μέσα της για γλυκά και ασφαλή όνειρα; … Αυτή είναι η αίσθηση του καινούργιου. Του τσίλικου, του ρηξικέλευθου. Η αίσθηση της αλλαγής!
Κι αυτή την αίσθηση την απολαμβάνουν σήμερα – λίγες μέρες μετά την έλευση του Νέου Χρόνου – οι χιλιάδες των ευτυχισμένων νεοελλήνων, που παρέδωσαν πρόσφατα τις πινακίδες τους… πρώτον, διότι οι τσέπες τους είναι πλέον στεγνές και αδυνατούν να επιχορηγούν και ένα όχημα… και δεύτερον, διότι δεν είναι ανέντιμοι, για να κυκλοφορούν με ψευδείς πινακίδες (κατά το κέλευσμα του αγαπητού εξαδέλφου του εξαδέλφου…)
Πανέμορφη, αναζωογονητική, αίσθηση αλλαγής. Αλλαγής ζωής. Μπροστά τους (μετά από πολλά χρόνια καταπίεσης και άγχους) ανοίγεται πλέον διάπλατη η λεωφόρος μιας άνετης ζωής χωρίς αυτοκίνητο!
Παρόμοια αίσθηση αυτής της ανατάσεως που έφερε μαζί του ο καινούργιος χρόνος, βιώνουν κι άλλοι ευδαίμονες νεοέλληνες. Αυτοί που θα χάσουν λίαν συντόμως τα σπίτια τους.
Φοβερή αλλαγή αυτή. Αλλαγή κι απαλλαγή από σκοτούρες, έγνοιες, αγωνίες, φόρους, χαράτσια, εγκεφαλικά… Άστεγοι, με ταβάνι τ’ αστέρια και το μανιτάρι της αιθαλομίχλης, θα χαρούν επιτέλους την εμπειρία μιας γαλήνιας, απέριττης και μακάριας ζωής. Αυτό που πάντα ονειρευόντουσαν!
Κι αυτοί οι υπερτυχεροί – οι όλβιοι και τρισόλβιοι νεοέλληνες, που ο καινούργιος χρόνος τους έφερε (ή θα τους φέρει) μποναμά μια σύλληψη και μια ευλογημένη καταδίκη για χρέη προς το Δημόσιο –, αυτοί θα νοιώσουν το ultimo της ανανέωσης. Και την απελευθέρωση απ’ όλα τα δεινά της μέχρι τώρα πεζής και άθλιας ζωής τους.
Μέσα στη φυλακή θα απαλλαγούν επιτέλους απ’ όλα αυτά που τους καταδυνάστευαν και τους είχαν καταντήσει ψυχικά ράκη.
Θα τρώνε τζάμπα, θα κοιμούνται τζάμπα, θ’ απολαμβάνουν το ωραίο τους μπανάκι με άφθονο ζεστό νερό, θα ’χουν τη θέρμανσή τους, την περίθαλψή τους, τα φάρμακά τους…
Τι γενναιόδωρος που είναι, και θα είναι, για κάποιους τυχερούς ο καινούργιος χρόνος! Τι υπέροχα τα δώρα που έκρυβε στο δισάκι του ο Άι-Βασίλης για χιλιάδες υπηκόων αυτής της σημαδεμένης χώρας που την είπανε Ελλάδα…
Όλοι οι υπόλοιποι, οι άτυχοι, που εξακολουθούν να έχουν αυτοκίνητο, που έχουν ακόμα ένα κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι τους, και που δεν χρωστούν στο Δημόσιο… δυστυχώς, δεν θα νοιώσουν το αναζωογονητικό αυτό άγγιγμα της νέας χρονιάς. Αυτοί θα συνεχίσουν να μουχλιάζουν στη μιζέρια τους και στην κακομοιριά τους, με άρωμα παλαιού χρόνου. Ένα άρωμα ξεθυμασμένο, ξεφτισμένο, ξυνισμένο. Και με τα μάτια ορθάνοιχτα και τα τζαμάκια των γυαλιών τους διαυγή, για να δουν επιτέλους κι αυτοί το φως, το άγιο φως, στην άκρη του τούνελ.
Αυτό το φως που, προς το παρόν, το βλέπει να αχνοφαίνεται, μόνο ο κύριος Πρωθυπουργός μας. Άντε και οι συν αυτώ συγκυβερνώντες, συντρώγοντες και συμπίνοντες.
Όραση που σου την έχουνε όμως…
Σωστά γεράκια!
Καλή μας χρονιά, Πανέλληνες!
ηθοποιός - συγγραφέας
Πάνε, λοιπόν, κι οι γιορτές. Όνειρο ήταν και χάθηκαν. Σαν μια νιφάδα χιονιού, που μόλις που πρόλαβε ν’ ακουμπήσει τα ακροδάχτυλά μας κι αμέσως έγινε νερό… νερό που κύλησε στο αχανές του χρόνου πίσω μας.
Όμως δεν είναι για να λυπόμαστε. Ούτε για να μελαγχολούμε. Γιατί μπήκαμε στον καινούργιο χρόνο. Σ’ αυτό το 2014, που κουβαλά έως τ’ ακροτελεύτια μόριά του έναν αέρα ανανέωσης.
Δεν το νοιώσατε;
...Δεν αισθανθήκατε κάτι το φρέσκο, το αναζωογονητικό, να πλανάται στην ατμόσφαιρα;
…Μια ευφρόσυνη αύρα, που απλώνεται γύρω απ’ το κορμί σου σαν φρεσκοσιδερωμένο, μυρωδάτο, λευκό πουκάμισο… ή σαν αφράτη γούνα, που κουρνιάζεις μέσα της για γλυκά και ασφαλή όνειρα; … Αυτή είναι η αίσθηση του καινούργιου. Του τσίλικου, του ρηξικέλευθου. Η αίσθηση της αλλαγής!
Κι αυτή την αίσθηση την απολαμβάνουν σήμερα – λίγες μέρες μετά την έλευση του Νέου Χρόνου – οι χιλιάδες των ευτυχισμένων νεοελλήνων, που παρέδωσαν πρόσφατα τις πινακίδες τους… πρώτον, διότι οι τσέπες τους είναι πλέον στεγνές και αδυνατούν να επιχορηγούν και ένα όχημα… και δεύτερον, διότι δεν είναι ανέντιμοι, για να κυκλοφορούν με ψευδείς πινακίδες (κατά το κέλευσμα του αγαπητού εξαδέλφου του εξαδέλφου…)
Πανέμορφη, αναζωογονητική, αίσθηση αλλαγής. Αλλαγής ζωής. Μπροστά τους (μετά από πολλά χρόνια καταπίεσης και άγχους) ανοίγεται πλέον διάπλατη η λεωφόρος μιας άνετης ζωής χωρίς αυτοκίνητο!
Παρόμοια αίσθηση αυτής της ανατάσεως που έφερε μαζί του ο καινούργιος χρόνος, βιώνουν κι άλλοι ευδαίμονες νεοέλληνες. Αυτοί που θα χάσουν λίαν συντόμως τα σπίτια τους.
Φοβερή αλλαγή αυτή. Αλλαγή κι απαλλαγή από σκοτούρες, έγνοιες, αγωνίες, φόρους, χαράτσια, εγκεφαλικά… Άστεγοι, με ταβάνι τ’ αστέρια και το μανιτάρι της αιθαλομίχλης, θα χαρούν επιτέλους την εμπειρία μιας γαλήνιας, απέριττης και μακάριας ζωής. Αυτό που πάντα ονειρευόντουσαν!
Κι αυτοί οι υπερτυχεροί – οι όλβιοι και τρισόλβιοι νεοέλληνες, που ο καινούργιος χρόνος τους έφερε (ή θα τους φέρει) μποναμά μια σύλληψη και μια ευλογημένη καταδίκη για χρέη προς το Δημόσιο –, αυτοί θα νοιώσουν το ultimo της ανανέωσης. Και την απελευθέρωση απ’ όλα τα δεινά της μέχρι τώρα πεζής και άθλιας ζωής τους.
Μέσα στη φυλακή θα απαλλαγούν επιτέλους απ’ όλα αυτά που τους καταδυνάστευαν και τους είχαν καταντήσει ψυχικά ράκη.
Θα τρώνε τζάμπα, θα κοιμούνται τζάμπα, θ’ απολαμβάνουν το ωραίο τους μπανάκι με άφθονο ζεστό νερό, θα ’χουν τη θέρμανσή τους, την περίθαλψή τους, τα φάρμακά τους…
Τι γενναιόδωρος που είναι, και θα είναι, για κάποιους τυχερούς ο καινούργιος χρόνος! Τι υπέροχα τα δώρα που έκρυβε στο δισάκι του ο Άι-Βασίλης για χιλιάδες υπηκόων αυτής της σημαδεμένης χώρας που την είπανε Ελλάδα…
Όλοι οι υπόλοιποι, οι άτυχοι, που εξακολουθούν να έχουν αυτοκίνητο, που έχουν ακόμα ένα κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι τους, και που δεν χρωστούν στο Δημόσιο… δυστυχώς, δεν θα νοιώσουν το αναζωογονητικό αυτό άγγιγμα της νέας χρονιάς. Αυτοί θα συνεχίσουν να μουχλιάζουν στη μιζέρια τους και στην κακομοιριά τους, με άρωμα παλαιού χρόνου. Ένα άρωμα ξεθυμασμένο, ξεφτισμένο, ξυνισμένο. Και με τα μάτια ορθάνοιχτα και τα τζαμάκια των γυαλιών τους διαυγή, για να δουν επιτέλους κι αυτοί το φως, το άγιο φως, στην άκρη του τούνελ.
Αυτό το φως που, προς το παρόν, το βλέπει να αχνοφαίνεται, μόνο ο κύριος Πρωθυπουργός μας. Άντε και οι συν αυτώ συγκυβερνώντες, συντρώγοντες και συμπίνοντες.
Όραση που σου την έχουνε όμως…
Σωστά γεράκια!
Καλή μας χρονιά, Πανέλληνες!