Γράφει ο Γιώργος Τσακίρης
Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα το οποίο ίσως δεν έχει εξηγηθεί, ή γίνει απόλυτα αντιληπτό σε όλη του την έκταση, είναι η βασικές κατευθυντήριες γραμμές που ακολουθεί η παρούσα κυβέρνηση, κατ’ εντολή των δανειστών μας.
Κι αυτές δεν είναι άλλες από την ελαχιστοποίηση του κράτους ώστε η μοναδική του λειτουργία να περιορίζεται απλά στην θέσπιση νόμων που θα διέπουν τις σχέσεις των πολιτών μεταξύ τους, και την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς ώστε οι όποιες οικονομικές αποφάσεις να λαμβάνονται με βασικό τους κριτήριο το ατομικό συμφέρον.
Όταν ο M. Friedman το 1962 στο βιβλίο του «Capitalism and Freedom» έγραφε «είναι σημαντικό να ξεχωρίσουμε τις καθημερινές δραστηριότητες των ανθρώπων, από το γενικό εθιμικό και νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτές γίνονται», ουσιαστικά έβαζε τα θεμέλια για τους μετέπειτα ορισμούς «δυνάμεις τις αγοράς», όπως σήμερα τις γνωρίζουμε, και κυρίως για την πολιτική της «Συναίνεσης της Ουάσιγκτον», όπως αυτή ορίσθηκε και υιοθετήθηκε από τις πλούσιες χώρες του κόσμου. Και φυσικά για τα κερδοσκοπικά funds τα οποία ως… μανιτάρια, ξεπήδησαν σε κάθε γωνιά στο Βόρειο τμήμα της Αμερικανικής κυρίως ηπείρου.
Αυτό όμως το μοντέλο διακυβέρνησης, αποτελεί την περιγραφή αυτού ακριβώς που συνήθως ονομάζουμε «Αμερικανικό Οικονομικό Μοντέλο», βασικές αρχές του οποίου είναι*:
• Οι κανόνες ατομικού συμφέροντος – ο ατομικιστικός υλισμός, κυβερνά την οικονομική ζωή
• Ο φονταμενταλισμός της αγοράς – οι αγορές πρέπει να λειτουργούν ελεύθερα και οι όποιες προσπάθειες για ρύθμισή τους με κοινωνικά ή πολιτικά μέσα είναι σχεδόν πάντα ανεπιθύμητες
• Το ελάχιστο κράτος – ο οικονομικός ρόλος της κυβέρνησης δεν πρέπει να επεκτείνετε πέρα από την επιβολή νομοθεσίας για το σεβασμό των συμβολαίων και την προστασία της ιδιωτικής περιουσίας. Οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να προσφέρουν οι ίδιες αγαθά και υπηρεσίες, αλλά ούτε και είναι ιδιοκτήτες περιουσιακών στοιχείων
Στην χάραξη αυτού του γενικού «οδικού άξονα» πολιτικής, συνεισέφεραν (μέσω χρηματοδότησης), κατάφεραν (ή προσπαθούν) να επιβάλουν και σήμερα εκμεταλλεύονται, όλες εκείνες οι «δυνάμεις της αγοράς» που μοναδικό τους ενδιαφέρον και αιτία ύπαρξης, είναι… το κέρδος (επενδυτικά funds, τράπεζες κλπ).
Έχοντας αναγάγει σε δόγμα το «η απληστία είναι κάτι θεμιτό, τα καλά παιδιά τερματίζουν τελευταία*», είδαν τις προσπάθειές τους να ευοδώνονται όταν οι νόμοι που θεσπίσθηκαν από τα κράτη (με την παρότρυνση άραγε ποιων ; ), τους έδωσαν το ελεύθερο να παράγουν χρήμα από το μηδέν, να δημιουργούν πολύπλοκα προϊόντα χρηματοδοτήσεων ή… απόκρυψης χρεών, ενώ παράλληλα δημιούργησαν άλλα προϊόντα με τα οποία ασφάλιζαν τις επενδύσεις τους.
Και ξαφνικά, σε λίγα μόλις χρόνια, κάθε κράτος, κάθε κυβέρνηση, βρέθηκε να χρωστά όσα ποτέ δεν πρόκειται να ξεπληρώσει και, πιθανότατα, στους ίδιους επενδυτικούς οργανισμούς!
Είναι λοιπόν παράλογο, πώς ένα παγκόσμιο ΑΕΠ της τάξης των 74 περίπου τρις δολαρίων, μπορεί ποτέ να αποπληρώσει το συνολικό παγκόσμιο χρέος των 224 περίπου τρις δολαρίων (σύμφωνα με έκθεση των αναλυτών του ING Group τον Μάιο του 2013) το οποίο και συνεχώς διογκώνεται!
Πώς είναι δυνατό, πώς προέκυψε το εισόδημα που όλοι μαζί παράγουμε, να μην επαρκεί όχι απλά για να ζήσουμε, αλλά να χρειάζεται να παράξουμε … τρεις φορές τόσο, μόνο και μόνο για να… ισοφαρίσουμε το χρέος μας;
Πώς είναι δυνατό να μην βλέπουμε ότι η μόνη αλήθεια είναι ότι σήμερα μας κυβερνούν οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι επενδυτικοί οργανισμοί και οι τράπεζες;
Στον παραλογισμό λοιπόν αυτό, πρέπει να κατανοήσουμε και να αντιτάξουμε το μόνο επιχείρημα που έχουμε ως πολίτες. Τη συλλογική, μαζική μας συμμετοχή στη διαμόρφωση πολιτικών που θα απαιτήσουν τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους μας. Όχι την επιμήκυνση ή τη… μείωση επιτοκίων που ως μόνο τους αποτέλεσμα θα έχουν την αέναη σκλαβιά μας.
Η ώρα μιας νέας σεισάχθειας πρέπει να γίνει απαιτητή, και μόνο εάν αυτό γίνει άμεσα αντιληπτό από όλους, θα μπορέσουμε και πάλι ως κράτος να «σταθούμε στα πόδια μας» ατενίζοντας με ευοίωνες προοπτικές το μέλλον.
*από το βιβλίου του John Kay «Η Αλήθεια για τις αγορές», εκδόσεις «Κριτική».
Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα το οποίο ίσως δεν έχει εξηγηθεί, ή γίνει απόλυτα αντιληπτό σε όλη του την έκταση, είναι η βασικές κατευθυντήριες γραμμές που ακολουθεί η παρούσα κυβέρνηση, κατ’ εντολή των δανειστών μας.
Κι αυτές δεν είναι άλλες από την ελαχιστοποίηση του κράτους ώστε η μοναδική του λειτουργία να περιορίζεται απλά στην θέσπιση νόμων που θα διέπουν τις σχέσεις των πολιτών μεταξύ τους, και την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς ώστε οι όποιες οικονομικές αποφάσεις να λαμβάνονται με βασικό τους κριτήριο το ατομικό συμφέρον.
Όταν ο M. Friedman το 1962 στο βιβλίο του «Capitalism and Freedom» έγραφε «είναι σημαντικό να ξεχωρίσουμε τις καθημερινές δραστηριότητες των ανθρώπων, από το γενικό εθιμικό και νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτές γίνονται», ουσιαστικά έβαζε τα θεμέλια για τους μετέπειτα ορισμούς «δυνάμεις τις αγοράς», όπως σήμερα τις γνωρίζουμε, και κυρίως για την πολιτική της «Συναίνεσης της Ουάσιγκτον», όπως αυτή ορίσθηκε και υιοθετήθηκε από τις πλούσιες χώρες του κόσμου. Και φυσικά για τα κερδοσκοπικά funds τα οποία ως… μανιτάρια, ξεπήδησαν σε κάθε γωνιά στο Βόρειο τμήμα της Αμερικανικής κυρίως ηπείρου.
Αυτό όμως το μοντέλο διακυβέρνησης, αποτελεί την περιγραφή αυτού ακριβώς που συνήθως ονομάζουμε «Αμερικανικό Οικονομικό Μοντέλο», βασικές αρχές του οποίου είναι*:
• Οι κανόνες ατομικού συμφέροντος – ο ατομικιστικός υλισμός, κυβερνά την οικονομική ζωή
• Ο φονταμενταλισμός της αγοράς – οι αγορές πρέπει να λειτουργούν ελεύθερα και οι όποιες προσπάθειες για ρύθμισή τους με κοινωνικά ή πολιτικά μέσα είναι σχεδόν πάντα ανεπιθύμητες
• Το ελάχιστο κράτος – ο οικονομικός ρόλος της κυβέρνησης δεν πρέπει να επεκτείνετε πέρα από την επιβολή νομοθεσίας για το σεβασμό των συμβολαίων και την προστασία της ιδιωτικής περιουσίας. Οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να προσφέρουν οι ίδιες αγαθά και υπηρεσίες, αλλά ούτε και είναι ιδιοκτήτες περιουσιακών στοιχείων
Στην χάραξη αυτού του γενικού «οδικού άξονα» πολιτικής, συνεισέφεραν (μέσω χρηματοδότησης), κατάφεραν (ή προσπαθούν) να επιβάλουν και σήμερα εκμεταλλεύονται, όλες εκείνες οι «δυνάμεις της αγοράς» που μοναδικό τους ενδιαφέρον και αιτία ύπαρξης, είναι… το κέρδος (επενδυτικά funds, τράπεζες κλπ).
Έχοντας αναγάγει σε δόγμα το «η απληστία είναι κάτι θεμιτό, τα καλά παιδιά τερματίζουν τελευταία*», είδαν τις προσπάθειές τους να ευοδώνονται όταν οι νόμοι που θεσπίσθηκαν από τα κράτη (με την παρότρυνση άραγε ποιων ; ), τους έδωσαν το ελεύθερο να παράγουν χρήμα από το μηδέν, να δημιουργούν πολύπλοκα προϊόντα χρηματοδοτήσεων ή… απόκρυψης χρεών, ενώ παράλληλα δημιούργησαν άλλα προϊόντα με τα οποία ασφάλιζαν τις επενδύσεις τους.
Και ξαφνικά, σε λίγα μόλις χρόνια, κάθε κράτος, κάθε κυβέρνηση, βρέθηκε να χρωστά όσα ποτέ δεν πρόκειται να ξεπληρώσει και, πιθανότατα, στους ίδιους επενδυτικούς οργανισμούς!
Είναι λοιπόν παράλογο, πώς ένα παγκόσμιο ΑΕΠ της τάξης των 74 περίπου τρις δολαρίων, μπορεί ποτέ να αποπληρώσει το συνολικό παγκόσμιο χρέος των 224 περίπου τρις δολαρίων (σύμφωνα με έκθεση των αναλυτών του ING Group τον Μάιο του 2013) το οποίο και συνεχώς διογκώνεται!
Πώς είναι δυνατό, πώς προέκυψε το εισόδημα που όλοι μαζί παράγουμε, να μην επαρκεί όχι απλά για να ζήσουμε, αλλά να χρειάζεται να παράξουμε … τρεις φορές τόσο, μόνο και μόνο για να… ισοφαρίσουμε το χρέος μας;
Πώς είναι δυνατό να μην βλέπουμε ότι η μόνη αλήθεια είναι ότι σήμερα μας κυβερνούν οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι επενδυτικοί οργανισμοί και οι τράπεζες;
Στον παραλογισμό λοιπόν αυτό, πρέπει να κατανοήσουμε και να αντιτάξουμε το μόνο επιχείρημα που έχουμε ως πολίτες. Τη συλλογική, μαζική μας συμμετοχή στη διαμόρφωση πολιτικών που θα απαιτήσουν τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους μας. Όχι την επιμήκυνση ή τη… μείωση επιτοκίων που ως μόνο τους αποτέλεσμα θα έχουν την αέναη σκλαβιά μας.
Η ώρα μιας νέας σεισάχθειας πρέπει να γίνει απαιτητή, και μόνο εάν αυτό γίνει άμεσα αντιληπτό από όλους, θα μπορέσουμε και πάλι ως κράτος να «σταθούμε στα πόδια μας» ατενίζοντας με ευοίωνες προοπτικές το μέλλον.
*από το βιβλίου του John Kay «Η Αλήθεια για τις αγορές», εκδόσεις «Κριτική».