Του Στέλιου Συρμόγλου
Ράγισε ο ουρανός της Ελλάδας και απόδημο σκότος χοροστατεί πάνω στην ελληνική γη. Οι χάρτινες καμπάνες στα χέρια των αρχαίων αγαλμάτων χτυπάνε πένθιμα για να μας θυμίσουν την κατάντια της κοινωνίας μας. Κατάντια με δύο πρόσωπα: Το ένα "πρόσωπο" η ματαιότητα των πάντων. Η πολιτική αναλγησία.
Οι "θεομπαίχτες" της πολιτικής, συλλέκτες ονείρων και μεταπράτες ελπίδων, με το δόλο να κατοικεί στις κόρες των ματιών τους. Αυτοί οι μακάριοι επίδοξοι "σωτήρες" της χώρας, βυθισμένοι στο πνεύμα τουμηδενός, που συνάχτηκαν να κρίνουν τη ζωή μας και συναθροισθέντες απεργάζονται τον ευτελισμό της κοινωνίας.
Και η επίδειξη πλούτου των ολίγων, των φιλήδονων εραστών της ισοπέδωσης κάθε ενοχής και ο γλυκασμός της ηδονής τους με κάθε τρόπο προκλητικό. Η κατασπατάληση του "εύκολου" χρήματος, που εξαργυρώνεται με πανέρια λουλουδιών στις πίστες των λαικών ασμάτων και σωρεύονται μπροστά στα πόδια κακόηχων αοιδών.
Το άλλο "πρόσωπο" η δυστυχία των πολλών, όχι απλώς όσων ακόμα διατηρούν συνήθειες του πρόσφατου παρελθόντος και "διασκεδάζουν" τη μιζέρια των καιρών, αλλά όλων αυτών που αγωνιούν για το...μεροκάματο που δεν μπορούν να εξασφαλίσουν. Ολων αυτών που κοιμούνται και βλέπουν μονάχα τα όνειρά τους. Τα μικρά δεν έχουν μέγεθος και τα μεγάλα είναι φορτωμένα με λύπη και κάνουν τον ύπνο τους εφιαλτικό. Και η ψυχή τους είναι μια θλίψη που γυρίζειμέσα στον άσωτο χρόνο. Και "αγκαλιάζοντας" την πλανόδια θλίψη τους βλέπουν την αξιοπρέπειά τους να κατεβαίνει στης γης τα έγκατα. Η καρδιοφάγος οδύνη διατρέχει τη ζωή τους είτε "στριμώχνονται" στις ουρές των συσσιτίων, είτε στις άλλες της απέλπιδας προσπάθειάς τους να ρυθμίσουν χρέη σε τράπεζες, εφορίες και οργανισμούς.
Οσοι βέβαια διαβάζουν αυτές τις γραμμές και εξακολουθούν να διατηρούν ένα επίπεδο ζωής, έστω και με μειωμένο το εισόδημά τους, ίσως να εκλαμβάνουν ως υπερβολική την σκιαγράφηση της κοινωνικής πραγματικότητας απ' αυτή τη γραφίδα, αντιδρώντας μάλιστα για τη...θλίψη που στάζει το μελάνι της. Είναι ίδιον του νεοέλληνα να αποστρέφεται τη θλιβερή διάσταση της αλήθειάς του. Αυτή όμως είναι η Ελλάδα του σήμερα, όσο κι αν θέλουμε να στρουθοκαμηλίζουμε ή να παγιδευόμαστε σε ψευδαισθήσεις και οι έχοντες την "πολυτέλεια" να ονειροβατούν.
Είναι η Ελλάδα των εκατομμυρίων κάτω από τα όρια της φτώχειας. Ολων αυτών που ουδόλως ενδιαφέρονται για τις πολιτικές αλχημείες και τους κυβερνητικούς ακροβατισμούς. Ολων αυτών που δεν συμμετέχουν στις 'στημένες" ως επί το πλείστον δημοσκοπήσεις. Ολων αυτών που καταπροσωπούν τα έργα της μοίρας τους και χλευάζουν τα σπασμένα δάκτυλα, που λιώσανε κτυπώντας τον αμετακίνητο μεσότοιχο της ελπίδας, συλλαμβάνοντας τον εαυτό τους να μονομαχεί με χίμαιρες.
Και ενώ οι δικτάτορες των αριθμών και της παραγωγής πολιτικής απάτης πανηγυρίζουν στις αίθουσες των τρόπαιων την αναπηρία τους, ο αυλός των σκεπτόμενων αυτού του τόπου ορφανός αναπαύεται σε πικραμένα χείλη, μελωδώντας την υπσοτολή της ουτοπίας. Το μέγα έτος γι αυτούς είναι το παρόν με τον ατελεύτητο πανικό του. Μέσα σ' αυτό είναι αυτό που ήταν. Το παρόν περιλαμβάνει τα πάντα.
Η "καρδιά" της Ελλάδας ωστόσο κτυπάει ανάμεσα σ' αυτούς τους ανθρώπους. Τους κτύπους της καρδιάς της Ελλάδας δεν την ακούνε οι αργυρώνητοι της πολιτικής, ούτε οι χρυσοκάνθαροι επιδειξιομανείς συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Ούτε καν οι "βολεμένοι", έστω και φυλλορροούντες, μεσοαστοί της ταβέρνας του Σαββατοκύριακου. Την "καρδιά" της Ελλάδας την ακούνε οι δεινοπαθούντες. Οσων η εσωτερική ακοή, με αρπακτική αίσθηση, ηχογραφεί τη διαμαρτυρία του σκεπτισκισμού που απελπίζει το μέλλον. Και οι πραγματιστές-πολέμιοι μιας προιούσας διάβρωσης των αξιών μας και της άμβλυνσης της κοινωνικής συνείδησης.
Για όσους επέβαλαν κάθε ένδυμα υποκρισίας ή αυτοπαραμυθίας και "άνευ οργάνων ορώσι", δεν διατηρούν καμία αμφιβολία ότι αυτή είναι η Ελλάδα των μνημονίων και των αυτόκλητων "σωτήρων" της. Δεν διατηρούν καμία αμφιβολία ότι ο κοινωνικός θάνατος αποδεικνύεται πιο μακρύς από τη ζωή. Και δεν πρόκειται για εκτροχιασμό στον λαικισμό, στον οποίο τόσο συχνά αναφέρονται οι Ούννοι της πολιτικής και οι Σκύθες της αποπληροφόρησης, για να αιτιολογήσουν τη βλακεία τους που αναπαράγεται σε ευρήματα για να δικαιολογήσουν την ανυπαρξία επιτευγμάτων. Πρόκειται για τη "θηριωδία" που υφίσταται η ελληνική κοινωνία, με ωμό μάλιστα ρεαλισμό και αδίστακτη καταλυτική ειρωνεία, από τους "βάνδαλους" κάθε έννοιας της κοινωνικής ζωής...
Ράγισε ο ουρανός της Ελλάδας και απόδημο σκότος χοροστατεί πάνω στην ελληνική γη. Οι χάρτινες καμπάνες στα χέρια των αρχαίων αγαλμάτων χτυπάνε πένθιμα για να μας θυμίσουν την κατάντια της κοινωνίας μας. Κατάντια με δύο πρόσωπα: Το ένα "πρόσωπο" η ματαιότητα των πάντων. Η πολιτική αναλγησία.
Οι "θεομπαίχτες" της πολιτικής, συλλέκτες ονείρων και μεταπράτες ελπίδων, με το δόλο να κατοικεί στις κόρες των ματιών τους. Αυτοί οι μακάριοι επίδοξοι "σωτήρες" της χώρας, βυθισμένοι στο πνεύμα τουμηδενός, που συνάχτηκαν να κρίνουν τη ζωή μας και συναθροισθέντες απεργάζονται τον ευτελισμό της κοινωνίας.
Και η επίδειξη πλούτου των ολίγων, των φιλήδονων εραστών της ισοπέδωσης κάθε ενοχής και ο γλυκασμός της ηδονής τους με κάθε τρόπο προκλητικό. Η κατασπατάληση του "εύκολου" χρήματος, που εξαργυρώνεται με πανέρια λουλουδιών στις πίστες των λαικών ασμάτων και σωρεύονται μπροστά στα πόδια κακόηχων αοιδών.
Το άλλο "πρόσωπο" η δυστυχία των πολλών, όχι απλώς όσων ακόμα διατηρούν συνήθειες του πρόσφατου παρελθόντος και "διασκεδάζουν" τη μιζέρια των καιρών, αλλά όλων αυτών που αγωνιούν για το...μεροκάματο που δεν μπορούν να εξασφαλίσουν. Ολων αυτών που κοιμούνται και βλέπουν μονάχα τα όνειρά τους. Τα μικρά δεν έχουν μέγεθος και τα μεγάλα είναι φορτωμένα με λύπη και κάνουν τον ύπνο τους εφιαλτικό. Και η ψυχή τους είναι μια θλίψη που γυρίζειμέσα στον άσωτο χρόνο. Και "αγκαλιάζοντας" την πλανόδια θλίψη τους βλέπουν την αξιοπρέπειά τους να κατεβαίνει στης γης τα έγκατα. Η καρδιοφάγος οδύνη διατρέχει τη ζωή τους είτε "στριμώχνονται" στις ουρές των συσσιτίων, είτε στις άλλες της απέλπιδας προσπάθειάς τους να ρυθμίσουν χρέη σε τράπεζες, εφορίες και οργανισμούς.
Οσοι βέβαια διαβάζουν αυτές τις γραμμές και εξακολουθούν να διατηρούν ένα επίπεδο ζωής, έστω και με μειωμένο το εισόδημά τους, ίσως να εκλαμβάνουν ως υπερβολική την σκιαγράφηση της κοινωνικής πραγματικότητας απ' αυτή τη γραφίδα, αντιδρώντας μάλιστα για τη...θλίψη που στάζει το μελάνι της. Είναι ίδιον του νεοέλληνα να αποστρέφεται τη θλιβερή διάσταση της αλήθειάς του. Αυτή όμως είναι η Ελλάδα του σήμερα, όσο κι αν θέλουμε να στρουθοκαμηλίζουμε ή να παγιδευόμαστε σε ψευδαισθήσεις και οι έχοντες την "πολυτέλεια" να ονειροβατούν.
Είναι η Ελλάδα των εκατομμυρίων κάτω από τα όρια της φτώχειας. Ολων αυτών που ουδόλως ενδιαφέρονται για τις πολιτικές αλχημείες και τους κυβερνητικούς ακροβατισμούς. Ολων αυτών που δεν συμμετέχουν στις 'στημένες" ως επί το πλείστον δημοσκοπήσεις. Ολων αυτών που καταπροσωπούν τα έργα της μοίρας τους και χλευάζουν τα σπασμένα δάκτυλα, που λιώσανε κτυπώντας τον αμετακίνητο μεσότοιχο της ελπίδας, συλλαμβάνοντας τον εαυτό τους να μονομαχεί με χίμαιρες.
Και ενώ οι δικτάτορες των αριθμών και της παραγωγής πολιτικής απάτης πανηγυρίζουν στις αίθουσες των τρόπαιων την αναπηρία τους, ο αυλός των σκεπτόμενων αυτού του τόπου ορφανός αναπαύεται σε πικραμένα χείλη, μελωδώντας την υπσοτολή της ουτοπίας. Το μέγα έτος γι αυτούς είναι το παρόν με τον ατελεύτητο πανικό του. Μέσα σ' αυτό είναι αυτό που ήταν. Το παρόν περιλαμβάνει τα πάντα.
Η "καρδιά" της Ελλάδας ωστόσο κτυπάει ανάμεσα σ' αυτούς τους ανθρώπους. Τους κτύπους της καρδιάς της Ελλάδας δεν την ακούνε οι αργυρώνητοι της πολιτικής, ούτε οι χρυσοκάνθαροι επιδειξιομανείς συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Ούτε καν οι "βολεμένοι", έστω και φυλλορροούντες, μεσοαστοί της ταβέρνας του Σαββατοκύριακου. Την "καρδιά" της Ελλάδας την ακούνε οι δεινοπαθούντες. Οσων η εσωτερική ακοή, με αρπακτική αίσθηση, ηχογραφεί τη διαμαρτυρία του σκεπτισκισμού που απελπίζει το μέλλον. Και οι πραγματιστές-πολέμιοι μιας προιούσας διάβρωσης των αξιών μας και της άμβλυνσης της κοινωνικής συνείδησης.
Για όσους επέβαλαν κάθε ένδυμα υποκρισίας ή αυτοπαραμυθίας και "άνευ οργάνων ορώσι", δεν διατηρούν καμία αμφιβολία ότι αυτή είναι η Ελλάδα των μνημονίων και των αυτόκλητων "σωτήρων" της. Δεν διατηρούν καμία αμφιβολία ότι ο κοινωνικός θάνατος αποδεικνύεται πιο μακρύς από τη ζωή. Και δεν πρόκειται για εκτροχιασμό στον λαικισμό, στον οποίο τόσο συχνά αναφέρονται οι Ούννοι της πολιτικής και οι Σκύθες της αποπληροφόρησης, για να αιτιολογήσουν τη βλακεία τους που αναπαράγεται σε ευρήματα για να δικαιολογήσουν την ανυπαρξία επιτευγμάτων. Πρόκειται για τη "θηριωδία" που υφίσταται η ελληνική κοινωνία, με ωμό μάλιστα ρεαλισμό και αδίστακτη καταλυτική ειρωνεία, από τους "βάνδαλους" κάθε έννοιας της κοινωνικής ζωής...