Του Θανάση Νικολαΐδη
ΔΕΝ αλλάζουμε ριζικά. Ωστόσο κάτι γεννιέται απ’ την ανάγκη. Αν υπήρχε «εθνικό» φιλότιμο, δεν θα βουλιάζαμε. Αν είμασταν στην πράξη πατριώτες και δημοκράτες, θα’ χαμε…καρυδώσει τους άρπαγες.
Με καταγγελίες που δεν είναι κάρφωμα, όταν είσαι με το δίκαιο και τον νόμο. Θα ακρωτηριάζαμε μακρυχέρηδες, θα κόβαμε το πάρτι σε σινάφια, θα διαλύαμε κυκλώματα.
ΔΕΝ το κάναμε ατομικά και εθνικά και μας πλάκωσαν προβλήματα, πριν πλακώσουν τρόικες για ελέγχους, μνημόνια που μας δίχασαν και αγριεμένοι δανειοδότες μας για τα λεφτά τους. Και τώρα; Μας επέβαλε η ανάγκη τους δικούς της όρους, οι δυνάμεις «κατοχής» επιμένουν και «αι ημέτεραι…αντιστασιακαί δυνάμεις ανθίστανται». Το «Σύστημα» τρίζει, αλλά δεν κατεδαφίζεται.
ΑΣ υποθέσουμε, λοιπόν, πως δεν μας επισκέπτονταν τρόικες για ελέγχους και ταπεινώσεις. Οι δανειοδότες μας έστεκαν μακριά, χωρίς να επεμβαίνουν (έμμεσα) στα «ήθη» και στις «παραδόσεις» μας. Χωρίς μνημόνια, λοιπόν, και αγωνίες, χωρίς αγώνα για την επιβίωση. Και πως να χωρίσεις τη δημόσια ζωή, με αθώους και θύματα, να σκιαγραφήσεις την Ελλάδα της κομπίνας και της ρεμούλας;
ΞΕΚΙΝΑΜΕ απ’ το πιο ανώδυνο και γελοίο, μιας και η προμνημονιακή Ελλάδα ήταν κωμωδία, πριν γίνει τραγωδία. Θα συνεχίζαμε ανέμελοι τις γύρες του ζεϊμπέκικου στα…σκυλάδικα!
ΘΑ επιμέναμε σε ένα δημόσιο υδροκέφαλο, χωρίς μηχανοργάνωση. Για κυκλώματα και κυκλωματάκια ανενόχλητα, στο σκοτάδι. Με τον ελεγχόμενο και ελεγκτή! Οι ΜΚΟ θα αυγάτιζαν μετρώντας τις «εισπράξεις» και οι κομπιναδόροι θα μας έραιναν με αφορολόγητο πετρέλαιο.
ΧΩΡΙΣ τα (επαχθή) μνημόνια, δεν θα’ χες υπουργό στη φυλακή, δεν θα ψηλάφιζες κλεμμένα, κι ούτε κάποιους «κάποιους» στη στενή, με την ελπίδα να «μιλήσουν».
ΟΙ εθνοπατέρες μας θα συνεδρίαζαν «νύκτωρ» για την επέκταση των προνομίων τους. Θα μοίραζαν χαμόγελα σε δημόσιες εμφανίσεις κι ο ψηφοφόρος θα έσπευδε για χειραψία.
ΜΙΑΣ και μπήκαμε στο χορό (με τρόικες και μνημόνια), να εντείνουν τους ρυθμούς, να κάνουν τις υπερωρίες του. Ποιοι; Οι νομοθέτες μας; Μην το περιμένεις. Η Δικαιοσύνη. Με τη μηχανοργάνωση που σκόπιμα της στερήσαμε. Με τους/τις δικαστές που δεν διευκολύναμε, δεν προστατεύσαμε.
ΔΕΝ αλλάζουμε ριζικά. Ωστόσο κάτι γεννιέται απ’ την ανάγκη. Αν υπήρχε «εθνικό» φιλότιμο, δεν θα βουλιάζαμε. Αν είμασταν στην πράξη πατριώτες και δημοκράτες, θα’ χαμε…καρυδώσει τους άρπαγες.
Με καταγγελίες που δεν είναι κάρφωμα, όταν είσαι με το δίκαιο και τον νόμο. Θα ακρωτηριάζαμε μακρυχέρηδες, θα κόβαμε το πάρτι σε σινάφια, θα διαλύαμε κυκλώματα.
ΔΕΝ το κάναμε ατομικά και εθνικά και μας πλάκωσαν προβλήματα, πριν πλακώσουν τρόικες για ελέγχους, μνημόνια που μας δίχασαν και αγριεμένοι δανειοδότες μας για τα λεφτά τους. Και τώρα; Μας επέβαλε η ανάγκη τους δικούς της όρους, οι δυνάμεις «κατοχής» επιμένουν και «αι ημέτεραι…αντιστασιακαί δυνάμεις ανθίστανται». Το «Σύστημα» τρίζει, αλλά δεν κατεδαφίζεται.
ΑΣ υποθέσουμε, λοιπόν, πως δεν μας επισκέπτονταν τρόικες για ελέγχους και ταπεινώσεις. Οι δανειοδότες μας έστεκαν μακριά, χωρίς να επεμβαίνουν (έμμεσα) στα «ήθη» και στις «παραδόσεις» μας. Χωρίς μνημόνια, λοιπόν, και αγωνίες, χωρίς αγώνα για την επιβίωση. Και πως να χωρίσεις τη δημόσια ζωή, με αθώους και θύματα, να σκιαγραφήσεις την Ελλάδα της κομπίνας και της ρεμούλας;
ΞΕΚΙΝΑΜΕ απ’ το πιο ανώδυνο και γελοίο, μιας και η προμνημονιακή Ελλάδα ήταν κωμωδία, πριν γίνει τραγωδία. Θα συνεχίζαμε ανέμελοι τις γύρες του ζεϊμπέκικου στα…σκυλάδικα!
ΘΑ επιμέναμε σε ένα δημόσιο υδροκέφαλο, χωρίς μηχανοργάνωση. Για κυκλώματα και κυκλωματάκια ανενόχλητα, στο σκοτάδι. Με τον ελεγχόμενο και ελεγκτή! Οι ΜΚΟ θα αυγάτιζαν μετρώντας τις «εισπράξεις» και οι κομπιναδόροι θα μας έραιναν με αφορολόγητο πετρέλαιο.
ΧΩΡΙΣ τα (επαχθή) μνημόνια, δεν θα’ χες υπουργό στη φυλακή, δεν θα ψηλάφιζες κλεμμένα, κι ούτε κάποιους «κάποιους» στη στενή, με την ελπίδα να «μιλήσουν».
ΟΙ εθνοπατέρες μας θα συνεδρίαζαν «νύκτωρ» για την επέκταση των προνομίων τους. Θα μοίραζαν χαμόγελα σε δημόσιες εμφανίσεις κι ο ψηφοφόρος θα έσπευδε για χειραψία.
ΜΙΑΣ και μπήκαμε στο χορό (με τρόικες και μνημόνια), να εντείνουν τους ρυθμούς, να κάνουν τις υπερωρίες του. Ποιοι; Οι νομοθέτες μας; Μην το περιμένεις. Η Δικαιοσύνη. Με τη μηχανοργάνωση που σκόπιμα της στερήσαμε. Με τους/τις δικαστές που δεν διευκολύναμε, δεν προστατεύσαμε.