Διπλωματικός πυρετός επικρατεί στη Χάγη, όπου πραγματοποιείται σύνοδος κορυφής με θέμα την εξεύρεση μεθόδων ακόμη μεγαλύτερης ασφάλειας στη χρήση πυρηνικών υλικών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας, για ιατρικούς και ερευνητικούς σκοπούς.
Στο περιθώριο της συνόδου αλλεπάλληλες είναι οι συναντήσεις με αποτέλεσμα η συνάντηση για τα πυρηνικά υλικά να μετατρέπεται κατά κύριο λόγο σε πεδίο έκφρασης των διπλωματικών εκστρατειών της Μόσχας από την μία και της Δύσης από την άλλη, κυρίως των ΗΠΑ, με στόχο την προσέλκυση όσο το δυνατόν περισσότερων υποστηρικτών στις θέσεις τους σχετικά με τις εξελίξεις στην Ουκρανία και την ένωση της Κριμαίας με τη Ρωσία.
Ο Μπαράκ Ομπάμα συζήτησε το θέμα της Ουκρανίας με τον Κινέζο ομόλογό του, Ξι Ζιπίνγκ, χωρίς, όμως, να γίνουν δηλώσεις. Επίσης, θέλοντας προφανώς να ασκήσει και περαιτέρω πιέσεις προς την ΕΕ, προκατέβαλλε ως ένα βαθμό το πλαίσιο των όποιων επαφών δηλώνοντας ότι ΗΠΑ και ΕΕ «είναι ενωμένες ως προς την στήριξη της Ουκρανίας απέναντι στη Ρωσία αλλά και ως προς την αντίληψη ότι θα πρέπει να επιβληθούν κυρώσεις με σοβαρό κόστος στην Μόσχα». Με την άποψη της πρόκλησης «σοβαρού κόστους» στην Μόσχα συμφώνησε, εκ νέου, με δηλώσεις του και ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε, επισημαίνοντας, βέβαια, ότι τα όποια βήματα θα πρέπει να εξεταστούν πολύ προσεκτικά καθώς αν επιλεχθεί πχ η επιβολή κυρώσεων σε ολόκληρους τομείς της ρωσικής οικονομίας, όπως είναι ο ενεργειακός, υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης αλυσιδωτών αντιδράσεων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Την άποψη ότι η Μόσχα έχει πολύ περισσότερα να χάσει από ό,τι η ΕΕ είχε εκφράσει, την Κυριακή, και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικός, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο επιβολής νέων κυρώσεων αν κλιμακωθεί περαιτέρω η κατάσταση στην ανατολική Ουκρανία. Υπενθυμίζεται ότι η Γερμανία, την περασμένη εβδομάδα, ανέστειλε όλες τις εξαγωγές εξοπλισμών προς τη Ρωσία, προκαλώντας αντιδράσεις στο ρωσικό υπουργείο Άμυνας που προειδοποίησε για σοβαρές επιπτώσεις στις διμερείς σχέσεις. Την έντονη ανησυχία τους για τις σχέσεις αυτές εξέφρασαν και αρκετοί εκπρόσωποι του γερμανικού επιχειρηματικού κόσμου εκτιμώντας ότι η επιβολή σκληρών κυρώσεων θα αποτελούσε «αληθινή καταστροφή» για χιλιάδες γερμανικές εταιρείες.
Με αυτά τα δεδομένα, η ιδιαίτερα μεγάλη επιφυλακτικότητα που φέρεται να διατηρεί η Γερμανίδα Καγκελάριος ως προς το εύρος και τον τρόπο επιβολής κυρώσεων κατά της Μόσχας μοιάζει απολύτως δικαιολογημένη. Αν και εξέφρασε για άλλη μια φορά την κάθετη διαφωνία της με τις ρωσικές ενέργειες στην Κριμαία, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας, την Κυριακή, με τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν αρκέστηκαν να εκφράσουν, και οι δύο, ικανοποίηση για το ότι επήλθε συμφωνία στο ζήτημα της ανάπτυξης αποστολής παρατηρητών του ΟΑΣΕ στην Ουκρανία για έξι μήνες.
Επιφυλακτικό, παρά τις κορώνες περί κυρώσεων, εμφανίζεται και το Λονδίνο. Η βρετανική κυβέρνηση καλεί σε επείγουσα έκτακτη σύσκεψη την επόμενη εβδομάδα τη Συνομοσπονδία Βρετανικών Βιομηχανιών και την Ένωση Βρετανικών Τραπεζών καθώς και άλλες επιχειρηματικές ενώσεις, προκειμένου να εξετάσουν από κοινού τι μέλλει γενέσθαι όσον αφορά στο ζήτημα των κυρώσεων προς τη Ρωσία με δεδομένες τις ολοένα στενότερες, τα τελευταία χρόνια, σχέσεις των δύο πλευρών και τις επενδύσεις πολλών εκατομμυρίων δολαρίων εκατέρωθεν. Ενδεικτικά απλώς είναι τα παραδείγματα των επενδύσεων του Ρώσου ολιγάρχη Ρόμαν Αμπράμοβιτς στη Βρετανία ή αντίστροφα η αγορά του 20% της ρωσικής εταιρείας Rosneft από τον βρετανικό ενεργειακό κολοσσό ΒΡ.
Προειδοποιήσεις «διπλωματικού ύφους» από την Μόσχα και πινγκ-πονγκ μέτρων
Μια «γεύση» για το αν πήγε καλά η συνάντηση Ομπάμα – Ζιπίνγκ, για το θέμα της Ουκρανίας, έδωσε ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, όταν, από τη Χάγη, ευχαρίστησε δημόσια τις χώρες μέλη των Brics για την «κατανόηση», όπως είπε, που επέδειξαν στο θέμα της Κριμαίας, δίνοντας έτσι ένα σήμα για το προς ποιο «στρατόπεδο τείνουν» οι Brics (Βραζιλία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική και Ρωσία). Των ευχαριστηρίων του Λαβρόφ προηγήθηκαν δηλώσεις του εκπροσώπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, σύμφωνα με τις οποίες η επιβολή κυρώσεων από ΗΠΑ και ΕΕ προς τη Ρωσία είναι μια «ευκαιρία» η Μόσχα να ενισχύσει περαιτέρω τη συνεργασία της με τις Brics, οι οποίες, όπως σημειώνουν προφανώς όχι τυχαία τα ρωσικά ΜΜΕ, εκπροσωπούν το 42% του παγκόσμιου πληθυσμού και το ¼ της παγκόσμιας οικονομίας.
Ο Λαβρόφ, στη Χάγη, συνάντησε τον Αμερικανό ομόλογό του Τζον Κέρι, για τον οποίο δήλωσε αργότερα ότι συμφωνεί ότι θα πρέπει να βρεθούν τρόποι εφαρμογής της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί την 21η Φεβρουαρίου (πριν την εκδίωξη Γιανουκόβιτς). Συνάντησε, επίσης, όπως επιβεβαιώθηκε και από ρωσικά ΜΜΕ, για πρώτη φορά και τον Ουκρανό υπηρεσιακό ομόλογό του, Αντρέι Ντεσττστέγια, μια κίνηση που προφανώς αποτελεί υποχώρηση εκ μέρους της Μόσχας, αφού μπορεί να αξιοποιηθεί ως «βήμα» στην κατεύθυνση της αναγνώρισης της νέας υπηρεσιακής ηγεσίας του Κιέβου. Εντούτοις, αναλυτές εκτιμούσαν ότι δεν είναι τυχαίο ότι ο Λαβρόφ επέλεξε να συναντήσει τον συγκεκριμένο, ο οποίος δεν προέρχεται από την ηγεσία των διαδηλωτών της πλατείας Μαϊντάν και δεν σχετίζεται, άμεσα τουλάχιστον, με τις πολιτικές δυνάμεις που ήταν κυρίαρχες εκεί.
Μετά το πέρας των συναντήσεων, ο Λαβρόφ δήλωσε ότι η ηγεσία στο Κίεβο θα έπρεπε να περιμένει να αποκτήσει νομιμότητα πριν προχωρήσει σε υπογραφή συμφωνίας στενότερης συνεργασίας με την ΕΕ, την περασμένη εβδομάδα. Απέφυγε, πάντως, επισταμένα να επαναλάβει σχόλια από υφισταμένους του ότι η συμφωνία φέρνει το ΝΑΤΟ πιο κοντά στη Ρωσία και αρκέστηκε να υποστηρίξει ότι πρόκειται για «εσωτερικό θέμα της Ουκρανίας». Επέμεινε ότι η κατάσταση στην Ουκρανία θα διευθετηθεί μόνο δια μέσου συνταγματικής μεταρρύθμισης και επανέλαβε ότι η Ρωσία δεν προτίθεται να εισβάλλει στη χώρα. Σχολιάζοντας, επίσης, τις δηλώσεις αξιωματούχων από τις χώρες της G7 περί «αποβολής» της Ρωσίας από την ομάδα των πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών, σημείωσε ότι «δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός αποβολής κανενός, πόσο μάλλον της Ρωσίας» αν και εμφανίστηκε ιδιαίτερα «χαλαρός» ως προς την πιθανότητα μη πραγματοποίησης της επόμενης συνόδου των G8 στο Σότσι.
Παράλληλα με τις συναντήσεις, το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε τα πρώτα αντίμετρά του απέναντι στον Καναδά μετά την επιβολή και από την Οττάβα κυρώσεων (πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και ταξιδιωτικές απαγορεύσεις) σε βάρος Ρώσων αξιωματούχων, μεταξύ των οποίων ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Ντμίτρι Ρογκόζιν, ο σύμβουλος του Πούτιν Βλαντισλάβ Σουρκόφ, η πρόεδρος της άνω ρωσικής βουλής, Βαλεντίνα Ματβιένκο, και σειρά αξιωματούχων της Κριμαίας. Η Μόσχα επέβαλλε κυρώσεις (αντίστοιχου περιεχομένου) σε 13 πολιτικές προσωπικότητες του Καναδά, κυβερνητικούς αξιωματούχους και βουλευτές. Ο εκπρόσωπος, πάντως, του υπουργείου Εξωτερικών διευκρίνισε ότι η «Ρωσία παραμένει ανοιχτή στην δημιουργική και έντιμη συνεργασία με τον Καναδά, ο οποίος είναι γνωστός για τον πραγματισμό του» υπογραμμίζοντας την ευρεία γκάμα κοινών συμφερόντων των δύο χωρών και σε περιοχές της Αρκτικής.
Ως «απάντηση» στην προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, η ΕΕ, μετά τη συμφωνία στενότερης συνεργασίας με την Ουκρανία, ανακοίνωσε, διά του Χερμαν βαν Ρομπάι, την υπογραφή ανάλογης συμφωνίας με τη Γεωργία τον Ιούνιο. Ο Γεωργιανός πρωθυπουργός, που επίσης βρίσκεται στη Χάγη, δεν παρέλειψε να συναντήσει και τον Αμερικανό πρόεδρο. Είχε προηγηθεί η αναγνώριση της Κριμαίας ως τμήμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας από τη Λευκορωσία, εντείνοντας την αίσθηση ενός ιδιότυπου διπλωματικού «πινγκ – πονγκ».
antinews.gr/
Στο περιθώριο της συνόδου αλλεπάλληλες είναι οι συναντήσεις με αποτέλεσμα η συνάντηση για τα πυρηνικά υλικά να μετατρέπεται κατά κύριο λόγο σε πεδίο έκφρασης των διπλωματικών εκστρατειών της Μόσχας από την μία και της Δύσης από την άλλη, κυρίως των ΗΠΑ, με στόχο την προσέλκυση όσο το δυνατόν περισσότερων υποστηρικτών στις θέσεις τους σχετικά με τις εξελίξεις στην Ουκρανία και την ένωση της Κριμαίας με τη Ρωσία.
Ο Μπαράκ Ομπάμα συζήτησε το θέμα της Ουκρανίας με τον Κινέζο ομόλογό του, Ξι Ζιπίνγκ, χωρίς, όμως, να γίνουν δηλώσεις. Επίσης, θέλοντας προφανώς να ασκήσει και περαιτέρω πιέσεις προς την ΕΕ, προκατέβαλλε ως ένα βαθμό το πλαίσιο των όποιων επαφών δηλώνοντας ότι ΗΠΑ και ΕΕ «είναι ενωμένες ως προς την στήριξη της Ουκρανίας απέναντι στη Ρωσία αλλά και ως προς την αντίληψη ότι θα πρέπει να επιβληθούν κυρώσεις με σοβαρό κόστος στην Μόσχα». Με την άποψη της πρόκλησης «σοβαρού κόστους» στην Μόσχα συμφώνησε, εκ νέου, με δηλώσεις του και ο Ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε, επισημαίνοντας, βέβαια, ότι τα όποια βήματα θα πρέπει να εξεταστούν πολύ προσεκτικά καθώς αν επιλεχθεί πχ η επιβολή κυρώσεων σε ολόκληρους τομείς της ρωσικής οικονομίας, όπως είναι ο ενεργειακός, υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης αλυσιδωτών αντιδράσεων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Την άποψη ότι η Μόσχα έχει πολύ περισσότερα να χάσει από ό,τι η ΕΕ είχε εκφράσει, την Κυριακή, και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικός, αναφερόμενος στο ενδεχόμενο επιβολής νέων κυρώσεων αν κλιμακωθεί περαιτέρω η κατάσταση στην ανατολική Ουκρανία. Υπενθυμίζεται ότι η Γερμανία, την περασμένη εβδομάδα, ανέστειλε όλες τις εξαγωγές εξοπλισμών προς τη Ρωσία, προκαλώντας αντιδράσεις στο ρωσικό υπουργείο Άμυνας που προειδοποίησε για σοβαρές επιπτώσεις στις διμερείς σχέσεις. Την έντονη ανησυχία τους για τις σχέσεις αυτές εξέφρασαν και αρκετοί εκπρόσωποι του γερμανικού επιχειρηματικού κόσμου εκτιμώντας ότι η επιβολή σκληρών κυρώσεων θα αποτελούσε «αληθινή καταστροφή» για χιλιάδες γερμανικές εταιρείες.
Με αυτά τα δεδομένα, η ιδιαίτερα μεγάλη επιφυλακτικότητα που φέρεται να διατηρεί η Γερμανίδα Καγκελάριος ως προς το εύρος και τον τρόπο επιβολής κυρώσεων κατά της Μόσχας μοιάζει απολύτως δικαιολογημένη. Αν και εξέφρασε για άλλη μια φορά την κάθετη διαφωνία της με τις ρωσικές ενέργειες στην Κριμαία, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας, την Κυριακή, με τον Ρώσο πρόεδρο Πούτιν αρκέστηκαν να εκφράσουν, και οι δύο, ικανοποίηση για το ότι επήλθε συμφωνία στο ζήτημα της ανάπτυξης αποστολής παρατηρητών του ΟΑΣΕ στην Ουκρανία για έξι μήνες.
Επιφυλακτικό, παρά τις κορώνες περί κυρώσεων, εμφανίζεται και το Λονδίνο. Η βρετανική κυβέρνηση καλεί σε επείγουσα έκτακτη σύσκεψη την επόμενη εβδομάδα τη Συνομοσπονδία Βρετανικών Βιομηχανιών και την Ένωση Βρετανικών Τραπεζών καθώς και άλλες επιχειρηματικές ενώσεις, προκειμένου να εξετάσουν από κοινού τι μέλλει γενέσθαι όσον αφορά στο ζήτημα των κυρώσεων προς τη Ρωσία με δεδομένες τις ολοένα στενότερες, τα τελευταία χρόνια, σχέσεις των δύο πλευρών και τις επενδύσεις πολλών εκατομμυρίων δολαρίων εκατέρωθεν. Ενδεικτικά απλώς είναι τα παραδείγματα των επενδύσεων του Ρώσου ολιγάρχη Ρόμαν Αμπράμοβιτς στη Βρετανία ή αντίστροφα η αγορά του 20% της ρωσικής εταιρείας Rosneft από τον βρετανικό ενεργειακό κολοσσό ΒΡ.
Προειδοποιήσεις «διπλωματικού ύφους» από την Μόσχα και πινγκ-πονγκ μέτρων
Μια «γεύση» για το αν πήγε καλά η συνάντηση Ομπάμα – Ζιπίνγκ, για το θέμα της Ουκρανίας, έδωσε ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, όταν, από τη Χάγη, ευχαρίστησε δημόσια τις χώρες μέλη των Brics για την «κατανόηση», όπως είπε, που επέδειξαν στο θέμα της Κριμαίας, δίνοντας έτσι ένα σήμα για το προς ποιο «στρατόπεδο τείνουν» οι Brics (Βραζιλία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική και Ρωσία). Των ευχαριστηρίων του Λαβρόφ προηγήθηκαν δηλώσεις του εκπροσώπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, σύμφωνα με τις οποίες η επιβολή κυρώσεων από ΗΠΑ και ΕΕ προς τη Ρωσία είναι μια «ευκαιρία» η Μόσχα να ενισχύσει περαιτέρω τη συνεργασία της με τις Brics, οι οποίες, όπως σημειώνουν προφανώς όχι τυχαία τα ρωσικά ΜΜΕ, εκπροσωπούν το 42% του παγκόσμιου πληθυσμού και το ¼ της παγκόσμιας οικονομίας.
Ο Λαβρόφ, στη Χάγη, συνάντησε τον Αμερικανό ομόλογό του Τζον Κέρι, για τον οποίο δήλωσε αργότερα ότι συμφωνεί ότι θα πρέπει να βρεθούν τρόποι εφαρμογής της συμφωνίας που είχε επιτευχθεί την 21η Φεβρουαρίου (πριν την εκδίωξη Γιανουκόβιτς). Συνάντησε, επίσης, όπως επιβεβαιώθηκε και από ρωσικά ΜΜΕ, για πρώτη φορά και τον Ουκρανό υπηρεσιακό ομόλογό του, Αντρέι Ντεσττστέγια, μια κίνηση που προφανώς αποτελεί υποχώρηση εκ μέρους της Μόσχας, αφού μπορεί να αξιοποιηθεί ως «βήμα» στην κατεύθυνση της αναγνώρισης της νέας υπηρεσιακής ηγεσίας του Κιέβου. Εντούτοις, αναλυτές εκτιμούσαν ότι δεν είναι τυχαίο ότι ο Λαβρόφ επέλεξε να συναντήσει τον συγκεκριμένο, ο οποίος δεν προέρχεται από την ηγεσία των διαδηλωτών της πλατείας Μαϊντάν και δεν σχετίζεται, άμεσα τουλάχιστον, με τις πολιτικές δυνάμεις που ήταν κυρίαρχες εκεί.
Μετά το πέρας των συναντήσεων, ο Λαβρόφ δήλωσε ότι η ηγεσία στο Κίεβο θα έπρεπε να περιμένει να αποκτήσει νομιμότητα πριν προχωρήσει σε υπογραφή συμφωνίας στενότερης συνεργασίας με την ΕΕ, την περασμένη εβδομάδα. Απέφυγε, πάντως, επισταμένα να επαναλάβει σχόλια από υφισταμένους του ότι η συμφωνία φέρνει το ΝΑΤΟ πιο κοντά στη Ρωσία και αρκέστηκε να υποστηρίξει ότι πρόκειται για «εσωτερικό θέμα της Ουκρανίας». Επέμεινε ότι η κατάσταση στην Ουκρανία θα διευθετηθεί μόνο δια μέσου συνταγματικής μεταρρύθμισης και επανέλαβε ότι η Ρωσία δεν προτίθεται να εισβάλλει στη χώρα. Σχολιάζοντας, επίσης, τις δηλώσεις αξιωματούχων από τις χώρες της G7 περί «αποβολής» της Ρωσίας από την ομάδα των πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών, σημείωσε ότι «δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός αποβολής κανενός, πόσο μάλλον της Ρωσίας» αν και εμφανίστηκε ιδιαίτερα «χαλαρός» ως προς την πιθανότητα μη πραγματοποίησης της επόμενης συνόδου των G8 στο Σότσι.
Παράλληλα με τις συναντήσεις, το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε τα πρώτα αντίμετρά του απέναντι στον Καναδά μετά την επιβολή και από την Οττάβα κυρώσεων (πάγωμα περιουσιακών στοιχείων και ταξιδιωτικές απαγορεύσεις) σε βάρος Ρώσων αξιωματούχων, μεταξύ των οποίων ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Ντμίτρι Ρογκόζιν, ο σύμβουλος του Πούτιν Βλαντισλάβ Σουρκόφ, η πρόεδρος της άνω ρωσικής βουλής, Βαλεντίνα Ματβιένκο, και σειρά αξιωματούχων της Κριμαίας. Η Μόσχα επέβαλλε κυρώσεις (αντίστοιχου περιεχομένου) σε 13 πολιτικές προσωπικότητες του Καναδά, κυβερνητικούς αξιωματούχους και βουλευτές. Ο εκπρόσωπος, πάντως, του υπουργείου Εξωτερικών διευκρίνισε ότι η «Ρωσία παραμένει ανοιχτή στην δημιουργική και έντιμη συνεργασία με τον Καναδά, ο οποίος είναι γνωστός για τον πραγματισμό του» υπογραμμίζοντας την ευρεία γκάμα κοινών συμφερόντων των δύο χωρών και σε περιοχές της Αρκτικής.
Ως «απάντηση» στην προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, η ΕΕ, μετά τη συμφωνία στενότερης συνεργασίας με την Ουκρανία, ανακοίνωσε, διά του Χερμαν βαν Ρομπάι, την υπογραφή ανάλογης συμφωνίας με τη Γεωργία τον Ιούνιο. Ο Γεωργιανός πρωθυπουργός, που επίσης βρίσκεται στη Χάγη, δεν παρέλειψε να συναντήσει και τον Αμερικανό πρόεδρο. Είχε προηγηθεί η αναγνώριση της Κριμαίας ως τμήμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας από τη Λευκορωσία, εντείνοντας την αίσθηση ενός ιδιότυπου διπλωματικού «πινγκ – πονγκ».
antinews.gr/