Του Στέλιου Συρμόγλου
Ποια δόξα έμεινε αμετάθετη, ποια ματζουράνα δεν εξάνθισε στη γλάστρα και ποια ωραιότητα δεν έγινε σκωλήκων βρώμα;
Ποια τρυφή του βίου παραμένει αμέτοχη λύπης, ποιος δεν οδύρεται όταν εννοήσει το φοβηρό μυστήριο του θανάτου; Και ποιος δεν συγκλονίζεται βλέποντας τη ζωή στον τάφο και δίπλα της τα οστά τα γεγυμνωμένα, την τέφρα, τη σκόνη, την άμορφη μάζα του πτώματος και την εικόνα του Θεού άδοξη, διαλυμένη, άθυμη και μη έχουσαν είδος;
Ποιος θνητός δεν συναισθάνεται τη σμικρότητά του, όταν βλέπει πως το πνεύμα "εκ του σώματος βιαίως χωρίζεται" και το κενό κουφάρι άφωνο και ξυλιασμένο γίνεται χώμα και σποδός; Ποιος σκέπτεται την "ουράνια στέψη", όταν η "ψυχή του περίλυπη μέχρι θανάτου", κατοικίζεται από το γνόφο και όταν τα γεφύρια της προσωποληψίας γκρεμιστούν και δεν μπορεί πια ούτε να συμπορευτεί, ούτε να συλλαλήσει με τους πεφιλημένους νεκρούς;
Τρομερό του θανάτου το κράτος. Ούτε εταίρες φαραωνικές με τελετουργίες κρυπτικές στα Αγια των Σεραπίων μπορούν να κατανικήσουν το θάνατο, ούτε αθεόφοβοι λιποτάχτες μυστηριακών τελεστηρίων είναι σε θέση να εμφυσήσουν πνοή ζωής στη νεκρή ύλη. Τα όρια του ατελεύτητου έτους της αβήσσου δεν αίρονται με κανενός είδους μαγική κυβεία. Γι' αυτό και κανένας δεν μπορεί να ταξιδέψει μέχρι τις πηγές των υδάτων της ζωής ή μέχρι εκεί που ανατέλλει ο ήλιος...
Για οποιοδήποτε στοχαστή που "φιλεί την σοφίαν" ένα και μοναδικό είναι το πρόβλημα στο οποίο επικεντρώνει το ενδιαφέρον του, ανεξάρτητα από τον τρόπο και τη μέθοδο που διανοείται, σκέπτεται και διαστρωματώνει τους στοχασμούς του. Και το πρόβλημα αυτό είναι το μυστήριο του θανάτου και δευτερευόντως η ματαιδοξία. Η υπέρβαση του, ο θάνατος του θανάτου δηλαδή, είναι το κορυφαίο γεγονός στο οποίο αναφέρεται κάθε θεολογικό και φιλοσοφικό σύστημα.
Η θεώρηση του κόσμου από τους στοχαστές εστιάστηκε, από την πρώτη στιγμή που ο στοχασμός τους ενσαρκώθηκε σε γραπτό λόγο, στη φυσική και μεταφυσική παρουσία του θανάτου και στις προεκτάσεις του σ' όλες τις μορφές του υπαρξιακού γίγνεσθαι. Ο υπαρξιακός ανθρωποκεντρισμός της σκέψης των στοχαστών και ο "πνευματικός τους έρωτας", για το ανθρώπινο πρόσωπο και τη μοίρα του, την τύχη του μετά τα μεταφυσικά και την ενθαδική του θαυμαστή παρουσία του, έχει κατατάξει κάποιους στοχαστές μεταξύ των "μεγάλων εραστών" του ανθρώπου.
Το "FINIS BONORUM", δηλαδή το υπέρτατο αγαθό, για τους στοχαστές και γενικότερα για τους σκεπτόμενους ανθρώπους, είναι η ανθρώπινη ύπαρξη. Αυτό το "θεοειδές ομοίωμα" που ομορφαίνει τον κόσμο και δίνει νόημα στον περιβάλλοντα και υπερέκεινα κόσμο.
Το "FINIS BONORUM", για τους πολιτικούς μας υπό το καταθλιπτικό βάρος της δουλείας της σκέψης τους και των δεσμών του λόγου τους, δεν υφίσταται. Οι πολιτικοί της αλαζονείας, της πλεονεξίας και της παχυλής αδιαφορίας για τον κοινωνικό πόνο, το μόνο "υπέρτατο αγαθό" τους, η ύπαρξη του γίγνεσθαι και ο χρονικός τους χαρακτήρας, είναι η άρνηση αυτής της αμετακίνητης πραγματικότητας που σχετίζεται με το πεπερασμένο και την εκφυλισμένη διάσταση της ματαιοδοξίας και της ματαιοσπουδίας.
Ετσι αποκόπτεται η επαφή με το λαό και διευκολύνεται η μονοπώληση της ελευθερίας υπέρ ενός ατόμου ή ομάδας ατόμων, που ενεργούν εν ονόματι του εθνικού συνόλου, υπηρετώντας συμφέροντα εγωιστικά ή αποκλειστικά των επιδιώξεων που εκπροσωπούν. Γι' αυτό τούτο ο τόπος συμπιεζόμενος μεταξύ πολιτικής παχυδερμίας και ψευδαισθήσεων, έχει χάσει ψωμί, αίμα και όνειρα, ενώ οι εξουσίες ως βρυκόλακες αποζούν από την αφαίμαξή του.
Αν δεν καταλάβει μόνος του ο λαός τον εξ' όλων των -ισμών, πολιτικών ρευμάτων και ποταμών εμπαιγμό, δεν θα δει άσπρη μέρα είτε χιονίζει σοσιαλισμό με τις παραφυάδες του και κεντροαριστερές κινήσεις, είτε χιονίζει ομιχλώδη φιλελευθερισμό με καπισταλιστικές προφύσεις...
Ποια δόξα έμεινε αμετάθετη, ποια ματζουράνα δεν εξάνθισε στη γλάστρα και ποια ωραιότητα δεν έγινε σκωλήκων βρώμα;
Ποια τρυφή του βίου παραμένει αμέτοχη λύπης, ποιος δεν οδύρεται όταν εννοήσει το φοβηρό μυστήριο του θανάτου; Και ποιος δεν συγκλονίζεται βλέποντας τη ζωή στον τάφο και δίπλα της τα οστά τα γεγυμνωμένα, την τέφρα, τη σκόνη, την άμορφη μάζα του πτώματος και την εικόνα του Θεού άδοξη, διαλυμένη, άθυμη και μη έχουσαν είδος;
Ποιος θνητός δεν συναισθάνεται τη σμικρότητά του, όταν βλέπει πως το πνεύμα "εκ του σώματος βιαίως χωρίζεται" και το κενό κουφάρι άφωνο και ξυλιασμένο γίνεται χώμα και σποδός; Ποιος σκέπτεται την "ουράνια στέψη", όταν η "ψυχή του περίλυπη μέχρι θανάτου", κατοικίζεται από το γνόφο και όταν τα γεφύρια της προσωποληψίας γκρεμιστούν και δεν μπορεί πια ούτε να συμπορευτεί, ούτε να συλλαλήσει με τους πεφιλημένους νεκρούς;
Τρομερό του θανάτου το κράτος. Ούτε εταίρες φαραωνικές με τελετουργίες κρυπτικές στα Αγια των Σεραπίων μπορούν να κατανικήσουν το θάνατο, ούτε αθεόφοβοι λιποτάχτες μυστηριακών τελεστηρίων είναι σε θέση να εμφυσήσουν πνοή ζωής στη νεκρή ύλη. Τα όρια του ατελεύτητου έτους της αβήσσου δεν αίρονται με κανενός είδους μαγική κυβεία. Γι' αυτό και κανένας δεν μπορεί να ταξιδέψει μέχρι τις πηγές των υδάτων της ζωής ή μέχρι εκεί που ανατέλλει ο ήλιος...
Για οποιοδήποτε στοχαστή που "φιλεί την σοφίαν" ένα και μοναδικό είναι το πρόβλημα στο οποίο επικεντρώνει το ενδιαφέρον του, ανεξάρτητα από τον τρόπο και τη μέθοδο που διανοείται, σκέπτεται και διαστρωματώνει τους στοχασμούς του. Και το πρόβλημα αυτό είναι το μυστήριο του θανάτου και δευτερευόντως η ματαιδοξία. Η υπέρβαση του, ο θάνατος του θανάτου δηλαδή, είναι το κορυφαίο γεγονός στο οποίο αναφέρεται κάθε θεολογικό και φιλοσοφικό σύστημα.
Η θεώρηση του κόσμου από τους στοχαστές εστιάστηκε, από την πρώτη στιγμή που ο στοχασμός τους ενσαρκώθηκε σε γραπτό λόγο, στη φυσική και μεταφυσική παρουσία του θανάτου και στις προεκτάσεις του σ' όλες τις μορφές του υπαρξιακού γίγνεσθαι. Ο υπαρξιακός ανθρωποκεντρισμός της σκέψης των στοχαστών και ο "πνευματικός τους έρωτας", για το ανθρώπινο πρόσωπο και τη μοίρα του, την τύχη του μετά τα μεταφυσικά και την ενθαδική του θαυμαστή παρουσία του, έχει κατατάξει κάποιους στοχαστές μεταξύ των "μεγάλων εραστών" του ανθρώπου.
Το "FINIS BONORUM", δηλαδή το υπέρτατο αγαθό, για τους στοχαστές και γενικότερα για τους σκεπτόμενους ανθρώπους, είναι η ανθρώπινη ύπαρξη. Αυτό το "θεοειδές ομοίωμα" που ομορφαίνει τον κόσμο και δίνει νόημα στον περιβάλλοντα και υπερέκεινα κόσμο.
Το "FINIS BONORUM", για τους πολιτικούς μας υπό το καταθλιπτικό βάρος της δουλείας της σκέψης τους και των δεσμών του λόγου τους, δεν υφίσταται. Οι πολιτικοί της αλαζονείας, της πλεονεξίας και της παχυλής αδιαφορίας για τον κοινωνικό πόνο, το μόνο "υπέρτατο αγαθό" τους, η ύπαρξη του γίγνεσθαι και ο χρονικός τους χαρακτήρας, είναι η άρνηση αυτής της αμετακίνητης πραγματικότητας που σχετίζεται με το πεπερασμένο και την εκφυλισμένη διάσταση της ματαιοδοξίας και της ματαιοσπουδίας.
Ετσι αποκόπτεται η επαφή με το λαό και διευκολύνεται η μονοπώληση της ελευθερίας υπέρ ενός ατόμου ή ομάδας ατόμων, που ενεργούν εν ονόματι του εθνικού συνόλου, υπηρετώντας συμφέροντα εγωιστικά ή αποκλειστικά των επιδιώξεων που εκπροσωπούν. Γι' αυτό τούτο ο τόπος συμπιεζόμενος μεταξύ πολιτικής παχυδερμίας και ψευδαισθήσεων, έχει χάσει ψωμί, αίμα και όνειρα, ενώ οι εξουσίες ως βρυκόλακες αποζούν από την αφαίμαξή του.
Αν δεν καταλάβει μόνος του ο λαός τον εξ' όλων των -ισμών, πολιτικών ρευμάτων και ποταμών εμπαιγμό, δεν θα δει άσπρη μέρα είτε χιονίζει σοσιαλισμό με τις παραφυάδες του και κεντροαριστερές κινήσεις, είτε χιονίζει ομιχλώδη φιλελευθερισμό με καπισταλιστικές προφύσεις...