Του Στέλιου Συρμόγλου
Δεν θα αποτελούσε καμία παραποίηση του κυρίαρχου ψυχικού κλίματος, αν ελέγετο ότι ο Ελληνας τα τελευταία ιδίως χρόνια, τα χρόνια των μνημονίων και της ανατροπής της ζωής του, βρίσκεται σε μια βαθύτατη κρίση της ατομικής ευθύνης.
Και συνάμα δεν θα ήταν εσφαλμένη οποιαδήποτε διατύπωση της πρόδηλης αυτής διαπίστωσης: Το ότι ο Ελληνας πολίτης, ανεξαρτήτως του οικονομικού ή κοινωνικού του status, αιωρείται ανάμεσα στις έννοιες της κοινής και της ατομικής ευθύνης, άλλοτε προσχωρώντας στη μια για να αποκλείσει την άλλη κι άλλοτε αρνούμενος και τη μια και την άλλη.
Καταντώντας έτσι ένα παράδοξο "μαλάκιο" που δεν εχει ούτε ιδεολογική ραχοκοκκαλιά,ούτε σίγουρο ψυχικό σχήμα, ζώντας σ' ένα κυκεώνα σκέψεων, ιδεών, πολιτικών ψεμάτων, ευκαιριακών εθνικών ψευδαιθήσεων που μπορούν να περιορίζονται ακόμα και στο ποδόσφαιρο, που όλα μαζί συνιστούν την πλάνη του και την αυταπάτη του. Κι αυτός ο "πλανημένος" ποικιλοτρόπως Ελληνας, ο φοβισμένος, με το συναίσθημα της αστάθειας της ευθύνης του, με τη συνείδηση της έλλειψης σταθερού προσανατολισμού στις ενέργειές του, με τα διλήμματά του μπροστά στα προβλήματα και τις μορφές της ελευθερίας που του προσφέρεται τεμαχισμένη αναλόγως των πολιτικών συμφερόντων της συγκυρίας, πως μπορεί να απαντήσει στο αδυσώπητο ερώτημα των παιδιών του; Σε εκείνο το ακαταμάχητο ερώτημα: Τι φταίμε εμείς;
Γιατί, όσο κι αν συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, χωρίς να λησμονούμε και το δράμα των χιλιάδων οικογενειών των βυθισμένων στη φτώχεια και των άλλων που βρίσκονται ήδη στη διαδικασία της πτώχευσης, μπορούν να προσφέρουν στα παιδιά τους ένα καλό επίπεδο ζωής, δεν σημαίνει ότι έχουν εξασφαλίσει και το μέλλον τους, το οποίο έχει υποθηκευτεί για τις επόμενες δεκαετίες από ανερμάτιστες και ενίοτε "προδοτικές" πολιτικές.
Η νατουραλισττική απεικόνιση της ελληνικής κοινωνίας πάνω σ' ένα τεντωμένο σκοινί, με το βάθος το απροσμέτρητο από κάτω, να προσπαθεί να εξιρροπήσει φόβο, αγωνία, ανασφάλεια και προσδοκία, με τα γκρεμίσματα γύρω της, καταδείχνει την αδιέξοδη πραγματικότητα. Κανείς δεν είναι αμέτοχος κάποιας ευθύνης και ενοχής, που ωστόσο έχασαν τον προσωπικό τους χαρακτήρα και απέκτησαν την κοινωνική τους διάσταση. Με την πολιτική να μη στέκεται στο ανθρώπινο. Με τα πρόσωπα και τις καταστάσεις να παίρνουν θέσεις στην όπερα του πόνου της κοινωνίας, για να υμνολογήσουν το "θάνατο του κύκνου", που συμβολίζει την καθαρότητα των ιδεών και των απόψεων.
Μια κοινωνία μετατράπηκε σε όπερα.Με το δραματικό στοιχείο των "αποδεκατισμένων" θεσμών, με υποτείνουσα τη "σταύρωση" του κοινωνικού δικααίου και το "θάνατο" της κοινωνικής και της εθνικής αξιοπρέπειας. Με το σαρκασμό ή και αυτοσαρκασμό των σκεπτόμενων πολιτών, τη σαδιστική ειρωνεία των εξουσιαστών και τη σάπια καρδιά των παντός είδους ιερουργών της πολιτικής της απληστίας και της πλεονεξίας.
Με τα σύμβολα να έχουν χάσει το νόημά τους. Με το πολιτικό στοιχείο σε έξαρση στο πλαίσιο των ευκαιριακών γεγονότων, αλλά και στο γενικότερο κλίμα της κοινωνικής ζωής, που ανακυκλώνει τα γεγονότα. Με την επικράτηση του μύθου στην ελληνική κοινωνία. Και μολονότι ο Ελληνας δεν θέλει να είναι απομυθοποιημένος, τον απομυθοποίησαν τα έργα του. Η δε αισθητική που αναδύεται μέσα από τη σύζευξη κοινωνικής αγωνίας και φοβίας, πολιτικής ανικανότητας, μωρίας και αναλγησίας, του ρεαλισμού του παρόντος και της πεισιθάνατης προοπτικής, είναι τελικά η αισθητική του μηδενισμού!..
Είναι η ασθητική που δένει βαθειά με τη θεώρηση της κοινωνικής πραγματικότητας, με την οδύνη της κοινωνίας. Και η σωρεία των λέξεων που την περιγράφουν, δεν μπορούν να έχουν την κομψή ευαισθησία του απαλού συναισθήματος. Εχουν συχνά την "αγριάδα" που αναλογεί στα γεγονότα και στη διάσταση της ανατρεπτικής ιδέας. Τα δε πρόσωπα αφομοιώνονται μέσα στα γεγονότα που πλαταίνουν και δημιουργούν τις καταστάσεις - πλαίσια. Και μας κρατούν το πέρασμα στη καθολική στάση της ζωής μέσα στις βιωμένες πραγματικότητες.
Κι αυτές οι βιωμένες πραγματικότητες,με τη πολλότητα του νοήματός τους, όπως προβάλλει από διαπλασμένες καταστάσεις, δεν μας απαλλάσσουν ως κοινωνία από τη δουλικότητα της προσαρμογής σε συγκεκριμένη θεώρηση. Και είναι "πραγματικότητες" ασυγκόλλητες, γεμάτες ρωγμές που στάζουν αγανάκτηση και πουτανιά, ψέμμα και δόλο, πολιτική καβαλλίνα και ραγισμένες ελπίδες μπλεγμένες σε πεθαμένες ιδέες.
Είναι το ραγιάδικο και ντερβίσικο συνάμα στοιχείο σε ασφυκτικό εναγκαλισμό. Είναι οι απογυμνωμένες αβρότητες, οι χρεωκοπημένες ηθικές, η "λαμπαδηφορία" των αναξίων και των βλακών, η λατρεία της υποκρισίας, η αθωότητα των αδικαίωτων και η "ωραιότητα" των τάφων, όπου βρίσκονται καταπλακωμένες οι μεγάλες ιδέες του έθνους. Και είναι η αναπόδραστη ιστορική ανάγκη, η κοινωνική πλάνη που θυμίζει "ντροπιασμένες εποχές" στον Τροπικό του Τίποτα, από όπου προβάλλει το μηδέν με τη μελωδία των εραστών των μεγάλων λόγων και σχημάτων.
Τελικά, όσα βιώνουμε ως κοινωνία πολιτών, όσα κουδουνίζουν στα καλοταισμένα με ψέματα αυτιά μας, τείνουν να περάσουν από τη σάρκα στη μνήμη και στο πνέυμα, καθώς η ισοπέδωση, η κατεδάφιση συνοδεύεται και με ίση αδιαφορία. Το τελευταίο κράτημα στο εθνικό κατρακύλισμα παραμένει ο φόβος και ο πετροκαταλύτης χρόνος. Το ζωώδες ίσως ξυπνήσει το αδιάφορο πνεύμα και τη ξεφτισμένη οργή!..
Δεν θα αποτελούσε καμία παραποίηση του κυρίαρχου ψυχικού κλίματος, αν ελέγετο ότι ο Ελληνας τα τελευταία ιδίως χρόνια, τα χρόνια των μνημονίων και της ανατροπής της ζωής του, βρίσκεται σε μια βαθύτατη κρίση της ατομικής ευθύνης.
Και συνάμα δεν θα ήταν εσφαλμένη οποιαδήποτε διατύπωση της πρόδηλης αυτής διαπίστωσης: Το ότι ο Ελληνας πολίτης, ανεξαρτήτως του οικονομικού ή κοινωνικού του status, αιωρείται ανάμεσα στις έννοιες της κοινής και της ατομικής ευθύνης, άλλοτε προσχωρώντας στη μια για να αποκλείσει την άλλη κι άλλοτε αρνούμενος και τη μια και την άλλη.
Καταντώντας έτσι ένα παράδοξο "μαλάκιο" που δεν εχει ούτε ιδεολογική ραχοκοκκαλιά,ούτε σίγουρο ψυχικό σχήμα, ζώντας σ' ένα κυκεώνα σκέψεων, ιδεών, πολιτικών ψεμάτων, ευκαιριακών εθνικών ψευδαιθήσεων που μπορούν να περιορίζονται ακόμα και στο ποδόσφαιρο, που όλα μαζί συνιστούν την πλάνη του και την αυταπάτη του. Κι αυτός ο "πλανημένος" ποικιλοτρόπως Ελληνας, ο φοβισμένος, με το συναίσθημα της αστάθειας της ευθύνης του, με τη συνείδηση της έλλειψης σταθερού προσανατολισμού στις ενέργειές του, με τα διλήμματά του μπροστά στα προβλήματα και τις μορφές της ελευθερίας που του προσφέρεται τεμαχισμένη αναλόγως των πολιτικών συμφερόντων της συγκυρίας, πως μπορεί να απαντήσει στο αδυσώπητο ερώτημα των παιδιών του; Σε εκείνο το ακαταμάχητο ερώτημα: Τι φταίμε εμείς;
Γιατί, όσο κι αν συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, χωρίς να λησμονούμε και το δράμα των χιλιάδων οικογενειών των βυθισμένων στη φτώχεια και των άλλων που βρίσκονται ήδη στη διαδικασία της πτώχευσης, μπορούν να προσφέρουν στα παιδιά τους ένα καλό επίπεδο ζωής, δεν σημαίνει ότι έχουν εξασφαλίσει και το μέλλον τους, το οποίο έχει υποθηκευτεί για τις επόμενες δεκαετίες από ανερμάτιστες και ενίοτε "προδοτικές" πολιτικές.
Η νατουραλισττική απεικόνιση της ελληνικής κοινωνίας πάνω σ' ένα τεντωμένο σκοινί, με το βάθος το απροσμέτρητο από κάτω, να προσπαθεί να εξιρροπήσει φόβο, αγωνία, ανασφάλεια και προσδοκία, με τα γκρεμίσματα γύρω της, καταδείχνει την αδιέξοδη πραγματικότητα. Κανείς δεν είναι αμέτοχος κάποιας ευθύνης και ενοχής, που ωστόσο έχασαν τον προσωπικό τους χαρακτήρα και απέκτησαν την κοινωνική τους διάσταση. Με την πολιτική να μη στέκεται στο ανθρώπινο. Με τα πρόσωπα και τις καταστάσεις να παίρνουν θέσεις στην όπερα του πόνου της κοινωνίας, για να υμνολογήσουν το "θάνατο του κύκνου", που συμβολίζει την καθαρότητα των ιδεών και των απόψεων.
Μια κοινωνία μετατράπηκε σε όπερα.Με το δραματικό στοιχείο των "αποδεκατισμένων" θεσμών, με υποτείνουσα τη "σταύρωση" του κοινωνικού δικααίου και το "θάνατο" της κοινωνικής και της εθνικής αξιοπρέπειας. Με το σαρκασμό ή και αυτοσαρκασμό των σκεπτόμενων πολιτών, τη σαδιστική ειρωνεία των εξουσιαστών και τη σάπια καρδιά των παντός είδους ιερουργών της πολιτικής της απληστίας και της πλεονεξίας.
Με τα σύμβολα να έχουν χάσει το νόημά τους. Με το πολιτικό στοιχείο σε έξαρση στο πλαίσιο των ευκαιριακών γεγονότων, αλλά και στο γενικότερο κλίμα της κοινωνικής ζωής, που ανακυκλώνει τα γεγονότα. Με την επικράτηση του μύθου στην ελληνική κοινωνία. Και μολονότι ο Ελληνας δεν θέλει να είναι απομυθοποιημένος, τον απομυθοποίησαν τα έργα του. Η δε αισθητική που αναδύεται μέσα από τη σύζευξη κοινωνικής αγωνίας και φοβίας, πολιτικής ανικανότητας, μωρίας και αναλγησίας, του ρεαλισμού του παρόντος και της πεισιθάνατης προοπτικής, είναι τελικά η αισθητική του μηδενισμού!..
Είναι η ασθητική που δένει βαθειά με τη θεώρηση της κοινωνικής πραγματικότητας, με την οδύνη της κοινωνίας. Και η σωρεία των λέξεων που την περιγράφουν, δεν μπορούν να έχουν την κομψή ευαισθησία του απαλού συναισθήματος. Εχουν συχνά την "αγριάδα" που αναλογεί στα γεγονότα και στη διάσταση της ανατρεπτικής ιδέας. Τα δε πρόσωπα αφομοιώνονται μέσα στα γεγονότα που πλαταίνουν και δημιουργούν τις καταστάσεις - πλαίσια. Και μας κρατούν το πέρασμα στη καθολική στάση της ζωής μέσα στις βιωμένες πραγματικότητες.
Κι αυτές οι βιωμένες πραγματικότητες,με τη πολλότητα του νοήματός τους, όπως προβάλλει από διαπλασμένες καταστάσεις, δεν μας απαλλάσσουν ως κοινωνία από τη δουλικότητα της προσαρμογής σε συγκεκριμένη θεώρηση. Και είναι "πραγματικότητες" ασυγκόλλητες, γεμάτες ρωγμές που στάζουν αγανάκτηση και πουτανιά, ψέμμα και δόλο, πολιτική καβαλλίνα και ραγισμένες ελπίδες μπλεγμένες σε πεθαμένες ιδέες.
Είναι το ραγιάδικο και ντερβίσικο συνάμα στοιχείο σε ασφυκτικό εναγκαλισμό. Είναι οι απογυμνωμένες αβρότητες, οι χρεωκοπημένες ηθικές, η "λαμπαδηφορία" των αναξίων και των βλακών, η λατρεία της υποκρισίας, η αθωότητα των αδικαίωτων και η "ωραιότητα" των τάφων, όπου βρίσκονται καταπλακωμένες οι μεγάλες ιδέες του έθνους. Και είναι η αναπόδραστη ιστορική ανάγκη, η κοινωνική πλάνη που θυμίζει "ντροπιασμένες εποχές" στον Τροπικό του Τίποτα, από όπου προβάλλει το μηδέν με τη μελωδία των εραστών των μεγάλων λόγων και σχημάτων.
Τελικά, όσα βιώνουμε ως κοινωνία πολιτών, όσα κουδουνίζουν στα καλοταισμένα με ψέματα αυτιά μας, τείνουν να περάσουν από τη σάρκα στη μνήμη και στο πνέυμα, καθώς η ισοπέδωση, η κατεδάφιση συνοδεύεται και με ίση αδιαφορία. Το τελευταίο κράτημα στο εθνικό κατρακύλισμα παραμένει ο φόβος και ο πετροκαταλύτης χρόνος. Το ζωώδες ίσως ξυπνήσει το αδιάφορο πνεύμα και τη ξεφτισμένη οργή!..