Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Για την εξαγωγή πολλών και χρήσιμων συμπερασμάτων προσφέρεται η πρόσφατη κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας νοτίως της Κύπρου, εκεί που η ιταλική ΕΝΙ πραγματοποιεί έρευνες για ανεύρεση υδρογονανθράκων κατόπιν συμφωνίας με τη νόμιμη κυβέρνηση του νησιού.
Η Άγκυρα εξέδωσε οδηγία προς ναυτιλλόμενους δεσμεύοντας προς έρευνα για υδρογονάνθρακες μια περιοχή, όπου δεν πέφτει κανένας λόγος στην τουρκική πλευρά, ακόμη και με την πιο τραβηγμένη υπέρ της εκδοχή.
Η κλιμάκωση εξυπηρετεί την έμπρακτη υπενθύμιση των τουρκικών αξιώσεων επί του συνόλου της Κύπρου και των θαλασσών της.
Δεν αποκλείεται όμως καθόλου να πραγματοποιείται σε παρασκηνιακή συνεννόηση ή τουλάχιστον με την ανοχή Ουάσιγκτον και Λονδίνου.
Παρά την εκλογή Αναστασιάδη, οι Κύπριοι παραμένουν εχθρικοί στην επαναφορά σχεδίου Ανάν, που παραμένει η κυρίαρχη πολιτική ΗΠΑ-Βρετανίας στο κυπριακό. Για να μπορέσει να επιβληθεί το σχέδιο θα πρέπει να κινητοποιηθούν σοβαρά νέα επιχειρήματα.
Το ένα θα μπορούσε να είναι ο φόβος τουρκικής στρατιωτικής ενέργειας.
Το δεύτερο θα μπορούσε να είναι η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης για την οποία προβάλλεται ως λύση η εκμετάλλευση των πετρελαίων και αερίων (κάτι τελείως συζητήσιμο κατά τα άλλα λόγω μη βιωσιμότητας του χρέους και καθεστώτος αποικίας χρέους, αλλά αυτό δεν γίνεται επαρκώς κατανοητό).
Το επιχείρημα που σχεδιάζεται είναι ότι πρέπει να λυθεί το κυπριακό για να γίνει δυνατή αυτή η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων.
Ο ρόλος των ΗΠΑ
Η συνέχεια θα δείξει ποια από τις δύο εκδοχές είναι η σωστή.
Οι δηλώσεις πάντως ΗΠΑ και Βρετανίας οδηγούν προς τη δεύτερη. Η Ουάσιγκτον φρόντισε να υπενθυμίσει, με την ευκαιρία της τουρκικής πρόκλησης, ότι πρέπει τα κυπριακά κοιτάσματα να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης προς όφελος αμφοτέρων των κοινοτήτων, αμφισβητώντας, εμμέσως πλην σαφώς, ότι αυτό εξασφαλίζεται από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Γελοιοποίησε έτσι και την πρόσφατη αναγόρευσή της σε «στρατηγικό εταίρο» από τους «καραγκιόζηδες της Λευκωσίας», αναγόρευση που λησμόνησε τόσο τον πρωταγωνιστικό ρόλο των ΗΠΑ στο πραξικόπημα και την εισβολή του 1974, όσο και τις τερατώδεις πιέσεις του 2004.
Από την αρχή της οικονομικής κρίσης, της επίθεσης δη λαδή κατά των τραπεζών και της κυπριακής οικονομίας, ο «στρατηγικός εταίρος» μοιάζει να τη σιγοντάρει.
Η επίθεση του Μαρτίου 2013 κατά της Κύπρου, στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε το ΔΝΤ από κοινού με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, θα ήταν απλώς αδύνατη χωρίς το «πράσινο φως», την ανοχή τουλάχιστο των ΗΠΑ (και βεβαίως του πανίσχυρου ισραηλινού λόμπυ σε ΗΠΑ και Βρυξέλλες, με το οποίο ασφαλώς θα ήταν πολύ χρήσιμη μια συμμαχία, εφόσον όμως υπήρχε, όχι ως μονομερής σχέση υποτέλειας).
Η νεοσυντηρητική αμερικανίδα Υφυπουργός Εξωτερικών Νούλαντ (αρμόδια για κυπριακό και ουκρανικό) υποστήριξε από τότε ότι οι Κύπριοι πρέπει να «λύσουν το κυπριακό» για να αντιμετωπίσουν και τα οικονομικά τους προβλήματα.
«Λύση του κυπριακού» για τις ΗΠΑ σημαίνει επαναφορά σχεδίου Ανάν. Τον χειμώνα άλλωστε και την άνοιξη του 2013 διαβάσαμε στα όργανα του Σίτυ, Εκόνομιστ και Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, την άποψη ότι το οικονομικό πρόβλημα δημιουργεί ευκαιρία λύσης.
Η Ρωσία και τα παιχνίδια Αναστασιάδη
Με την Τουρκία να εξευτελίζει τη συμφιλιωτική πολιτική Αναστασιάδη, τον «στρατηγικό εταίρο» να δίνει μια ακόμα σφαλιάρα στην Κύπρο και τον άλλο μεγάλο «σύμμαχο», το Ισραήλ να σφυρίζει αδιάφορα σιωπών αιδημόνως, ο κ. Αναστασιάδης δεν είχε άλλη λύση από το να αναστείλει τις συνομιλίες με τους Τουρκοκύπριους και να στείλει έναν απεσταλμένο στη Μόσχα, να δείξει ότι κάνει κάτι.
Και λέμε να δείξει, γιατί βέβαια δεν είναι πολύ σοβαρό ο Κύπριος Πρόεδρος να κάνει διαρκώς και συστηματικά ότι περνάει από το χέρι του για να καταστρέψει τις κυπρο-ρωσικές σχέσεις και μετά να θέλει να πείσει ότι στρέφεται στη Μόσχα.
Υπογραμμίσαμε επανειλημμένως τη στρατηγική σημασία των σχέσεων της Κύπρου (και της Ελλάδας) με τη Ρωσία, σχέσεων που έχουν ζωτική σημασία για την επιβίωση των τελευταίων υπολειμμάτων εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας στα δύο ελληνικά κράτη.
Τα τελευταία χρόνια, παράλληλα με τη μνημονιακή καταστροφή, οι σχέσεις αυτές έχουν σχεδόν πλήρως καταστραφεί.
Στον ενεργειακό τομέα γίναμε παράρτημα του φιλοτουρκικού Αζερμπαϊτζάν και εναποθέσαμε στην Τουρκία το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού ενεργειακού εφοδιασμού.
Καταστρέψαμε τη σημαντική ρωσική οικονομική παρουσία στην Κύπρο, είδος χρηματοπιστωτικής «νέας Φινλανδίας» μετά τον ψυχρό πόλεμο, παρουσία που υπήρξε βάση για την ευημερία και ανεξαρτησία της.
Πήγαμε και ψηφίσαμε κυρώσεις που στρέφονται κατά των εξαγωγών μας στη Ρωσία, απαγορεύουν στους πλέον φιλέλληνες Ρώσους να επισκεφθούν την Κύπρο και την Ελλάδα και επίσης να υπογράψουμε νέα συμβόλαια αγοράς οπλικών συστημάτων.
Η Ρωσία είναι η μόνη χώρα που δέχεται να προμηθεύσει στην Κύπρο σύγχρονο οπλισμό και δυνητικό στρατιωτικο-στρατηγικό αντιστάθμισμα της Τουρκίας για την Ελλάδα. Γι’ αυτό ας μας επιτραπεί, μέχρις αποδείξεως του εναντίον, να μην έχουμε ούτε γραμμάριο εμπιστοσύνης στις δήθεν «ανεξαρτησιακές» εξάψεις του Προέδρου Αναστασιάδη που απεδείχθη αποδεδειγμένα «μανούλα» στο να εξαπατά και να καταστρέφει τους συμπολίτες του (από τον σχέδιο Ανάν το 2004 έως το κούρεμα το 2013).
Λυπούμεθα που πολλοί Κύπριοι φίλοι δεν μπορούν/θέλουν να το παραδεχθούν, αλλά, όπως έλεγε κι ο Λένιν, τα γεγονότα είναι πεισματάρικα. Πιο αθόρυβα από τις μεγάλες γεωπολιτικές ρυθμίσεις, πραγματοποιείται επίσης στροφή στον οικονομικό τομέα από ρωσικά σε ισραηλινά συμφέροντα τα τελευταία χρόνια, υπογραμμίζουν έγκυροι οικονομικοί αναλυτές που προσθέτουν ότι τόσο η Τράπεζα Κύπρου όσο, σε ένα βαθμό, η Ελληνική είδαν τα ρωσικά συμφέροντα να εκτοπίζονται προς όφελος δυνάμεων που πρόσκεινται στους Ρότσιλντ.
«Λαϊκό» και «εθνικό», οικονομία και γεωπολιτική o ελληνισμός είναι σφηνωμένος κυριολεκτικά ανάμεσα στον σλαβικό, τον μεσανατολικό, κυρίως ισλαμικό και τον κόσμο του δυτικοευργωπαϊκού καπιταλισμού.
Χρειάζεται ανεξαρτησία και ελιγμούς ανάμεσα στους τρεις πόλους για να επιβιώσει. ‘Όταν ταυτίστηκε, όπως πάει να γίνει τώρα, με έναν από τους πόλους και μάλιστα με όρους απόλυτης υποτέλειας, τότε γνώρισε φοβερές καταστροφές, κάτι που χωρίς αμφιβολία επιβεβαιώνει η ιστορία των δύο τελευταίων αιώνων.
Τα πράγματα γίνονται τώρα πολύ πιο δύσκολα λόγω της οικονομικής κατάστασης και της αποικιοποίησης με οικονομικές μεθόδους Ελλάδας και Κύπρου.
Όσο για τους υδρογονάνθρακες δεν είναι δυστυχώς η λύση, εφόσον το χρέος παραμένει μη βιώσιμο. Η εκμετάλλευσή τους υπό παρόμοιες συνθήκες σημαίνει λεηλασία, όχι έξοδο από τον οικονομικό εφιάλτη.
Γι’ αυτό χρειάζεται μια ολοκληρωμένη στρατηγική επανάκτησης της στοιχειώδους εθνικής ανεξαρτησίας Ελλάδας και Κύπρου, οικονομική, πολιτική, γεωπολιτική. Είμαστε ακόμα μακριά από την επεξεργασία επαρκών, ολοκληρωμένων «αντιμνημονιακών» στρατηγικών σε Κύπρο και Ελλάδα. Αν κάτι εξάλλου υπενθυμίζει ξανά η Τουρκία είναι ότι δεν μπορείς να φιλοδοξείς να διακόψεις το ελληνικό μνημόνιο, χωρίς αίσθηση του εξωτερικού και διεθνούς περιβάλλοντος. Δεν μπορείς να το κάνεις χωρίς να επεξεργάζεσαι ταυτόχρονα αμυντική-γεωπολιτική στρατηγική για την Ελλάδα, «λησμονώντας» την ύπαρξη της Τουρκίας και των προβλημάτων και απειλών που εγείρει. Για να μη μιλήσουμε για τις «ιδέες» τύπου Αναστασιάδη ή Ρεπούση, που παραμένουν δυστυχώς δημοφιλείς όχι μόνο σε δυνάμεις του κατεστημένου.
Λαϊκό και εθνικό συμπίπτουν, για να μεταχειριστούμε τη φόρμουλα του Γληνού κατά την πρώτη γερμανική κατοχή.
Konstantakopoulos.blogspot.com
Δημοσιεύτηκε στα «Επίκαιρα», 14.10.2014
Για την εξαγωγή πολλών και χρήσιμων συμπερασμάτων προσφέρεται η πρόσφατη κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας νοτίως της Κύπρου, εκεί που η ιταλική ΕΝΙ πραγματοποιεί έρευνες για ανεύρεση υδρογονανθράκων κατόπιν συμφωνίας με τη νόμιμη κυβέρνηση του νησιού.
Η Άγκυρα εξέδωσε οδηγία προς ναυτιλλόμενους δεσμεύοντας προς έρευνα για υδρογονάνθρακες μια περιοχή, όπου δεν πέφτει κανένας λόγος στην τουρκική πλευρά, ακόμη και με την πιο τραβηγμένη υπέρ της εκδοχή.
Η κλιμάκωση εξυπηρετεί την έμπρακτη υπενθύμιση των τουρκικών αξιώσεων επί του συνόλου της Κύπρου και των θαλασσών της.
Δεν αποκλείεται όμως καθόλου να πραγματοποιείται σε παρασκηνιακή συνεννόηση ή τουλάχιστον με την ανοχή Ουάσιγκτον και Λονδίνου.
Παρά την εκλογή Αναστασιάδη, οι Κύπριοι παραμένουν εχθρικοί στην επαναφορά σχεδίου Ανάν, που παραμένει η κυρίαρχη πολιτική ΗΠΑ-Βρετανίας στο κυπριακό. Για να μπορέσει να επιβληθεί το σχέδιο θα πρέπει να κινητοποιηθούν σοβαρά νέα επιχειρήματα.
Το ένα θα μπορούσε να είναι ο φόβος τουρκικής στρατιωτικής ενέργειας.
Το δεύτερο θα μπορούσε να είναι η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης για την οποία προβάλλεται ως λύση η εκμετάλλευση των πετρελαίων και αερίων (κάτι τελείως συζητήσιμο κατά τα άλλα λόγω μη βιωσιμότητας του χρέους και καθεστώτος αποικίας χρέους, αλλά αυτό δεν γίνεται επαρκώς κατανοητό).
Το επιχείρημα που σχεδιάζεται είναι ότι πρέπει να λυθεί το κυπριακό για να γίνει δυνατή αυτή η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων.
Ο ρόλος των ΗΠΑ
Η συνέχεια θα δείξει ποια από τις δύο εκδοχές είναι η σωστή.
Οι δηλώσεις πάντως ΗΠΑ και Βρετανίας οδηγούν προς τη δεύτερη. Η Ουάσιγκτον φρόντισε να υπενθυμίσει, με την ευκαιρία της τουρκικής πρόκλησης, ότι πρέπει τα κυπριακά κοιτάσματα να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης προς όφελος αμφοτέρων των κοινοτήτων, αμφισβητώντας, εμμέσως πλην σαφώς, ότι αυτό εξασφαλίζεται από την Κυπριακή Δημοκρατία.
Γελοιοποίησε έτσι και την πρόσφατη αναγόρευσή της σε «στρατηγικό εταίρο» από τους «καραγκιόζηδες της Λευκωσίας», αναγόρευση που λησμόνησε τόσο τον πρωταγωνιστικό ρόλο των ΗΠΑ στο πραξικόπημα και την εισβολή του 1974, όσο και τις τερατώδεις πιέσεις του 2004.
Από την αρχή της οικονομικής κρίσης, της επίθεσης δη λαδή κατά των τραπεζών και της κυπριακής οικονομίας, ο «στρατηγικός εταίρος» μοιάζει να τη σιγοντάρει.
Η επίθεση του Μαρτίου 2013 κατά της Κύπρου, στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε το ΔΝΤ από κοινού με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, θα ήταν απλώς αδύνατη χωρίς το «πράσινο φως», την ανοχή τουλάχιστο των ΗΠΑ (και βεβαίως του πανίσχυρου ισραηλινού λόμπυ σε ΗΠΑ και Βρυξέλλες, με το οποίο ασφαλώς θα ήταν πολύ χρήσιμη μια συμμαχία, εφόσον όμως υπήρχε, όχι ως μονομερής σχέση υποτέλειας).
Η νεοσυντηρητική αμερικανίδα Υφυπουργός Εξωτερικών Νούλαντ (αρμόδια για κυπριακό και ουκρανικό) υποστήριξε από τότε ότι οι Κύπριοι πρέπει να «λύσουν το κυπριακό» για να αντιμετωπίσουν και τα οικονομικά τους προβλήματα.
«Λύση του κυπριακού» για τις ΗΠΑ σημαίνει επαναφορά σχεδίου Ανάν. Τον χειμώνα άλλωστε και την άνοιξη του 2013 διαβάσαμε στα όργανα του Σίτυ, Εκόνομιστ και Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, την άποψη ότι το οικονομικό πρόβλημα δημιουργεί ευκαιρία λύσης.
Η Ρωσία και τα παιχνίδια Αναστασιάδη
Με την Τουρκία να εξευτελίζει τη συμφιλιωτική πολιτική Αναστασιάδη, τον «στρατηγικό εταίρο» να δίνει μια ακόμα σφαλιάρα στην Κύπρο και τον άλλο μεγάλο «σύμμαχο», το Ισραήλ να σφυρίζει αδιάφορα σιωπών αιδημόνως, ο κ. Αναστασιάδης δεν είχε άλλη λύση από το να αναστείλει τις συνομιλίες με τους Τουρκοκύπριους και να στείλει έναν απεσταλμένο στη Μόσχα, να δείξει ότι κάνει κάτι.
Και λέμε να δείξει, γιατί βέβαια δεν είναι πολύ σοβαρό ο Κύπριος Πρόεδρος να κάνει διαρκώς και συστηματικά ότι περνάει από το χέρι του για να καταστρέψει τις κυπρο-ρωσικές σχέσεις και μετά να θέλει να πείσει ότι στρέφεται στη Μόσχα.
Υπογραμμίσαμε επανειλημμένως τη στρατηγική σημασία των σχέσεων της Κύπρου (και της Ελλάδας) με τη Ρωσία, σχέσεων που έχουν ζωτική σημασία για την επιβίωση των τελευταίων υπολειμμάτων εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας στα δύο ελληνικά κράτη.
Τα τελευταία χρόνια, παράλληλα με τη μνημονιακή καταστροφή, οι σχέσεις αυτές έχουν σχεδόν πλήρως καταστραφεί.
Στον ενεργειακό τομέα γίναμε παράρτημα του φιλοτουρκικού Αζερμπαϊτζάν και εναποθέσαμε στην Τουρκία το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού ενεργειακού εφοδιασμού.
Καταστρέψαμε τη σημαντική ρωσική οικονομική παρουσία στην Κύπρο, είδος χρηματοπιστωτικής «νέας Φινλανδίας» μετά τον ψυχρό πόλεμο, παρουσία που υπήρξε βάση για την ευημερία και ανεξαρτησία της.
Πήγαμε και ψηφίσαμε κυρώσεις που στρέφονται κατά των εξαγωγών μας στη Ρωσία, απαγορεύουν στους πλέον φιλέλληνες Ρώσους να επισκεφθούν την Κύπρο και την Ελλάδα και επίσης να υπογράψουμε νέα συμβόλαια αγοράς οπλικών συστημάτων.
Η Ρωσία είναι η μόνη χώρα που δέχεται να προμηθεύσει στην Κύπρο σύγχρονο οπλισμό και δυνητικό στρατιωτικο-στρατηγικό αντιστάθμισμα της Τουρκίας για την Ελλάδα. Γι’ αυτό ας μας επιτραπεί, μέχρις αποδείξεως του εναντίον, να μην έχουμε ούτε γραμμάριο εμπιστοσύνης στις δήθεν «ανεξαρτησιακές» εξάψεις του Προέδρου Αναστασιάδη που απεδείχθη αποδεδειγμένα «μανούλα» στο να εξαπατά και να καταστρέφει τους συμπολίτες του (από τον σχέδιο Ανάν το 2004 έως το κούρεμα το 2013).
Λυπούμεθα που πολλοί Κύπριοι φίλοι δεν μπορούν/θέλουν να το παραδεχθούν, αλλά, όπως έλεγε κι ο Λένιν, τα γεγονότα είναι πεισματάρικα. Πιο αθόρυβα από τις μεγάλες γεωπολιτικές ρυθμίσεις, πραγματοποιείται επίσης στροφή στον οικονομικό τομέα από ρωσικά σε ισραηλινά συμφέροντα τα τελευταία χρόνια, υπογραμμίζουν έγκυροι οικονομικοί αναλυτές που προσθέτουν ότι τόσο η Τράπεζα Κύπρου όσο, σε ένα βαθμό, η Ελληνική είδαν τα ρωσικά συμφέροντα να εκτοπίζονται προς όφελος δυνάμεων που πρόσκεινται στους Ρότσιλντ.
«Λαϊκό» και «εθνικό», οικονομία και γεωπολιτική o ελληνισμός είναι σφηνωμένος κυριολεκτικά ανάμεσα στον σλαβικό, τον μεσανατολικό, κυρίως ισλαμικό και τον κόσμο του δυτικοευργωπαϊκού καπιταλισμού.
Χρειάζεται ανεξαρτησία και ελιγμούς ανάμεσα στους τρεις πόλους για να επιβιώσει. ‘Όταν ταυτίστηκε, όπως πάει να γίνει τώρα, με έναν από τους πόλους και μάλιστα με όρους απόλυτης υποτέλειας, τότε γνώρισε φοβερές καταστροφές, κάτι που χωρίς αμφιβολία επιβεβαιώνει η ιστορία των δύο τελευταίων αιώνων.
Τα πράγματα γίνονται τώρα πολύ πιο δύσκολα λόγω της οικονομικής κατάστασης και της αποικιοποίησης με οικονομικές μεθόδους Ελλάδας και Κύπρου.
Όσο για τους υδρογονάνθρακες δεν είναι δυστυχώς η λύση, εφόσον το χρέος παραμένει μη βιώσιμο. Η εκμετάλλευσή τους υπό παρόμοιες συνθήκες σημαίνει λεηλασία, όχι έξοδο από τον οικονομικό εφιάλτη.
Γι’ αυτό χρειάζεται μια ολοκληρωμένη στρατηγική επανάκτησης της στοιχειώδους εθνικής ανεξαρτησίας Ελλάδας και Κύπρου, οικονομική, πολιτική, γεωπολιτική. Είμαστε ακόμα μακριά από την επεξεργασία επαρκών, ολοκληρωμένων «αντιμνημονιακών» στρατηγικών σε Κύπρο και Ελλάδα. Αν κάτι εξάλλου υπενθυμίζει ξανά η Τουρκία είναι ότι δεν μπορείς να φιλοδοξείς να διακόψεις το ελληνικό μνημόνιο, χωρίς αίσθηση του εξωτερικού και διεθνούς περιβάλλοντος. Δεν μπορείς να το κάνεις χωρίς να επεξεργάζεσαι ταυτόχρονα αμυντική-γεωπολιτική στρατηγική για την Ελλάδα, «λησμονώντας» την ύπαρξη της Τουρκίας και των προβλημάτων και απειλών που εγείρει. Για να μη μιλήσουμε για τις «ιδέες» τύπου Αναστασιάδη ή Ρεπούση, που παραμένουν δυστυχώς δημοφιλείς όχι μόνο σε δυνάμεις του κατεστημένου.
Λαϊκό και εθνικό συμπίπτουν, για να μεταχειριστούμε τη φόρμουλα του Γληνού κατά την πρώτη γερμανική κατοχή.
Konstantakopoulos.blogspot.com
Δημοσιεύτηκε στα «Επίκαιρα», 14.10.2014