Του Χρήστου Βαγενά
Αν περιμένετε σωτηρία από την αριστερά, καληνύχτα κι έφεξε.
Δεν υπάρχει περίπτωση για έξοδο από οικονομική κρίση με αριστερές λύσεις, όποιος κι αν τις εφαρμόζει. Δεν είναι τυχαίο που η προηγούμενη κυβέρνηση (κακώς αναφερόμενη σαν δεξιά) απέτυχε.
Το διογκωμένο δημόσιο και οι δυσλειτουργίες του μας καταποντίσανε. Η προηγούμενη κυβέρνηση απέτυχε, πρωταρχικά διότι αρνήθηκε να το πειράξει. Αντί αυτού κατακρεούργησε την ιδιωτική οικονομία.
Με εφαρμογή αριστεράς ιδεολογίας, όλοι γινόμαστε δημόσιοι υπάλληλοι. Το ιδιωτικό κέρδος καταγράφεται σαν βρώμικη λέξη, και η έντιμη προσπάθεια για μια καλύτερη, πιο άνετη προσωπική ζωή σαν ταξική προδοσία.
Η μόνη δικαιολογία κάποιου σήμερα (στην Ελλάδα τουλάχιστον), που επιμένει ακόμα ότι η εφαρμογή αριστερής ιδεολογίας είναι η λύση για μια κοινωνία της προκοπής, είναι ότι η οικογένειά του βρέθηκε στην πλευρά των αριστερών ηττημένων μεταπολεμικά, της αρνήθηκε πρόσβαση σε θέσεις του Δημόσιου τομέα από τους πολιτικούς αντίπαλους, και μέλη της πήγαν εξορία στην Μακρόνησο επί χούντας.
Τέτοιες άδικες καταδιώξεις και καταπιέσεις είναι φωτιές, που συνεχίζουν να καίνε για πολλά χρόνια, και δημιουργούν ηθικές υποχρεώσεις μίσους και απέχθειας εναντίον της αντίπαλης παράταξης. Είναι φωτιές, που δεν αφήνουν τους κληρονόμους ενός τέτοιου παρελθόντος παθών, να τις σβήσουν.
Είναι μια θλιβερή κατάσταση. Και παρά το γεγονός ότι τα τελευταία τριάντα χρόνια, στην Ελλάδα, με τον «ηρωικό» Ανδρέα Παπανδρέου να ηγείται του αριστερού θριάμβου, και πολλούς αριστερούς να κατακλύζουν τον δημόσιο τομέα και να πλουτίζουν με προνόμια, τρελούς μισθούς και ανοχές του κράτους, η αγανάκτηση για την αδικία που υπέφεραν οι αριστεροί μεταπολεμικά δεν δείχνει να έχει ικανοποιηθεί, ούτε να μπορεί να καταλαγιάσει.
Και είναι εύλογο ερώτημα: Αν η αριστερά είχε κερδίσει μεταπολεμικά, θα ανεχόταν μετέπειτα την ιδεολογία της αντίθετης παράταξης, δημοκρατικά και δίκαια, χωρίς να καταδιώκει, να εξορίζει, να παραγκωνίζει οικονομικά κτλ.;
Μπορεί να πει κανείς ότι θέλει, αλλά η απάντηση είναι ένα ηχηρό «Όχι».
Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά: Δείτε μόνο πόσο ανέχτηκαν οι Ρώσοι την οποιαδήποτε διαφοροποίηση από την κομματική κομμουνιστική γραμμή στις δορυφορικές χώρες που δυνάστευαν. Στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση, όχι μόνον η διαφοροποίηση, αλλά η υποψία σκέψης για διαφοροποίηση τιμωρούταν αλύπητα.
Η τιμωρία δεν ήταν απλά εξορία σε κάποιο νησί, αλλά καταναγκαστικά έργα στα Γκουλάγκ, με ποινές από πενταετίες και δεκαετίες να πέφτουνε βροχή. Και για σοβαρούς ιδεολογικούς ανταγωνιστές πάντα ήταν διαθέσιμη η παλιά καλή λύση του ξεπαστρέματος (Τρότσκυ, ας πούμε).
Με λίγα λόγια, αν είχαν κερδίσει οι αριστεροί τον Ελληνικό εμφύλιο, θα έκαναν μετέπειτα στους αντιπάλους τους, τουλάχιστον τα ίδια. Και αν κρίνουμε από το τι συνέβη στις άλλες χώρες του Σοβιετικού ζυγού (γιατί ζυγός ήταν, να μην κοροϊδευόμαστε άλλο), οι πολιτικοί αντίπαλοι θα υπέφεραν μάλλον χειρότερα.
Αλλά, ας αφήσουμε εκείνη την πονεμένη εποχή κι ας πάμε σε πιο σύγχρονη ιστορία.
Παρόλο που μεταπολεμικά η αριστερά έχει ξαναπακεταριστεί επανειλημμένως, με τα ακραία της κομμουνιστικής ιδεολογίας μαλακωμένα, και έχει μάλιστα σημειώσει και σημαντικές εκλογικές επιτυχίες, ποτέ μια αριστερή κυβέρνηση με αριστερή ιδεολογία δεν διόρθωσε μια κακή οικονομία.
Αυτό, διότι από τη φύση της η αριστερή ιδεολογία είναι εχθρική απέναντι στην ιδιωτική πρωτοβουλία, στην δημιουργική ευφυΐα και στην καλύτερη αμοιβή για καλύτερα αποτελέσματα στον παραγωγικό χώρο.
Η αριστερά απεχθάνεται το ιδιωτικό κέρδος, και κυνηγάει αλύπητα όσους το επιδιώκουν.
Αλλά, για να δημιουργείται πλούτος που θα χρηματοδοτεί το πολυπόθητο και πολυσυζητημένο αριστερό κοινωνικό κράτος, πρέπει να μην μπλοκάρονται αυτά ακριβώς που αναφέραμε παραπάνω. Αλλιώς δεν γίνεται.
Οι κρατικοποιημένες επιχειρήσεις σε μια πραγματική αριστερή κυβέρνηση δεν μπορούν να δημιουργήσουν πλούτο. Γεμίζουν σε χρόνο ρεκόρ με χαραμοφάηδες, και όχι μόνον παύουν να αποδίδουν κέρδη, αλλά πάνε στο κόκκινο και σε χρόνο ρεκόρ.
Η επένδυση μηδενίζεται στο άψε-σβήσε, και μένουν μόνο τα έξοδα, δηλαδή οι τεράστιοι μισθοί, τα εφάπαξ, τα σκασιαρχεία, τα δώρα, τα μπλοκαρίσματα πελατών, τα ξεμπλοκαρίσματα έναντι λαθραίας αμοιβής κτλ. Τα γνωστά δηλαδή που μας έχουν καταποντίσει.
Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις «επιτυχημένης» αριστεράς, όπως η περίπτωση της αριστεράς του Ανδρέα Παπανδρέου. Η συνταγή είναι πλέον γνωστή σε όλους: Αν έχεις την τύχη να αναλάβεις την εξουσία όταν βρέχει λεφτά (δανεικά, κονδύλια, πακέτα κτλ.), μοίραζέ τα χωρίς δεύτερη σκέψη στους συνεργάτες σου κι ότι περισσέψει στον υπόλοιπο λαό, μείνε έτσι στην εξουσία και κάνε το νταή, αλλά φρόντισε να πεθάνεις πριν έρθει η ώρα της αποπληρωμής.
Σήμερα όμως, εν μέσω κρίσης και λιτότητας, χωρίς λεφτά στον ορίζοντα, δεν μπορούμε να επαναλάβουμε τα θαυμαστά του Ανδρέα Παπανδρέου. Και, όπως πολλοί πλέον αντιλαμβάνονται, ούτε ο Ανδρέας θα τα κατάφερνε να τα βγάλει πέρα σήμερα.
Να μην παραξενευόμαστε λοιπόν που η φρέσκια αριστερή κυβέρνηση, αφού έκανε το σαματά της και χόρεψε τον χορό του θριάμβου, τρέχει τώρα να δει πως θα κρατήσει την αριστερή της ετικέτα και ταυτόχρονα πως θα κρύψει το την αναδυόμενη καπιταλιστική της συμπεριφορά.
Και ο λόγος δεν είναι μόνο για να μην δώσει την ευκαιρία στη Νέα Δημοκρατία να αρχίσει (δικαιολογημένα) κραξίματα. Είναι επίσης, διότι πρέπει πάση θυσία να κρατήσει το μεγάλο ατού που κρατάει την αριστερά ακμαία, παρά τις ιστορικές παταγώδεις αποτυχίες της.
Τι είναι αυτό;
Είναι «το μονοπώλιο της συναισθηματικής πόρτας πρόσβασης στον ψηφοφόρο».
Αυτό είναι το μεγαλύτερο και κραταιότερο όπλο της αριστεράς. Με αυτό έχει επιστρατεύσει στην παράταξή της λογοτέχνες και διανοούμενους (συμπεριλαμβανόμενων ακαδημαϊκών, οικονομολόγων κτλ.), που λειτουργούν σε ιδεαλιστικά περιβάλλοντα υψηλού πνευματικού επιπέδου, κουλτούρας, λογοτεχνίας, μουσικής κτλ., και δεν έχουν ιδέα από διοίκηση επιχειρήσεων, το στρίμωγμα πετυχημένης αξιοποίησης ανεπαρκών πόρων και ανθρώπινου δυναμικού, και τη σπαζοκεφαλιά της δημιουργίας επικερδούς παραγωγής μέσα σε μια ελεύθερη, ανταγωνιστική αγορά.
Η ρητορική της αριστεράς είναι πάντα συναισθηματική. Δεν λέει τίποτα άλλο από την ανάγκη να ληστευτεί ο έχων για να ταχτοποιηθεί ο μη έχων. Δεδομένης της ανθρώπινης φύσης, οι πολύ επιτυχημένοι οικονομικά, όπως οι υπέρμετρα ευπαρουσίαστοι ή οι ασυνήθιστα προικισμένοι διανοητικά, η τα μεγάλα ταλέντα στους διάφορους τομείς είναι πάντα λίγοι. Αυτό το αναγνωρίζει η αριστερά, αλλά σταματάει στο «οικονομικό». Εκεί επιμένει ότι οι οικονομικές διαφορές σε μια ώριμη ελεύθερη κοινωνία δεν είναι φυσιολογικές, και πρέπει να εξαφανιστούν με κρατική παρέμβαση.
Όπου η αριστερά κυριάρχησε και επεδίωξε να κάνει αυτή τη διόρθωση, κατέληξε σε τραγικές καταστάσεις, κατεστραμμένη οικονομία και κοινωνικό μαρασμό.
Η φημισμένη ρητορική περί ανακατανομής πλούτου είναι μια μπαρούφα. Αν γίνει, θα γίνει μια και μόνο φορά. Μετά, η οικονομία θα πάει σε μόνιμο φρένο. Γιατί να μοχθήσει στο εφεξής ο οποιοσδήποτε να πετύχει οικονομικό πλεόνασμα στην παραγωγική δραστηριότητά του, αφού ο κράτος καραδοκεί να το αρπάξει και να το μοιράσει σε άλλους;
Και που είναι η δικαιοσύνη, όταν αρπάζεις την περιουσία του έχοντος, χωρίς να διαχωρίζεις ποιός έχει διότι έχει κλέψει, και ποιός έχει χωρίς να έχει κλέψει; Και ακόμα: Που είναι η δικαιοσύνη, όταν αυτά που αρπάζεις από τους έχοντες, τα δίνεις στους μη-έχοντες, και δεν κάνεις διακρίσεις μεταξύ αυτών που αρνούνται να δουλέψουν, και εκείνων που βρέθηκαν στη φτώχια από κακή τύχη;
Η λύση δεν είναι να εξαναγκάσεις τους τεμπέληδες να μπουν στη δουλειά με το ζόρι. Ούτε να στέλνεις σε καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία όσους άργησαν πέντε λεπτά το πρωί να δώσουν το παρόν στη δουλειά, όπως έκανε ο Στάλιν.
Η λύση είναι να αποδεχτείς ότι σε μια ελεύθερη κοινωνία, κάποιοι θα τα πάνε καλύτερα οικονομικά από τους υπόλοιπους, και να αφήσεις τον κόσμο ήσυχο να κάνει τη δουλειά του. Αν είναι να κάνεις κάτι σαν κράτος, αυτό είναι να έχεις τα μάτια σου δεκατέσσερα, ούτως ώστε οι έχοντες να μην χρηματοδοτούν και σκαρώνουν νόμους, που θα κλείνουν τον δρόμο στους πιθανούς ανταγωνιστές τους.
Και να η καρδιά του προβλήματος του σήμερα:
Τα καπιταλιστικά συστήματα έχουν το εξής καρκίνωμα στο κέντρο της λειτουργίας τους (όχι, δεν το επεσήμανε ο Μαρξ): Το Τραπεζικό σύστημα είναι σε ιδιωτικά χέρια, και με νόμο οι Τραπεζίτες μπορούν να δημιουργούν χρήμα από το τίποτα, χωρίς να δίνουν λογαριασμό στις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις. Σε μια τέτοια κατάσταση, φυσιολογικό είναι οι Τραπεζίτες να χρηματοδοτούν το στενό τους δίκτυο με τσάμπα λεφτά και να δημιουργούνται απίστευτες καταστάσεις οικονομικών ανισοτήτων. Και όταν το παρακάνουν, αναπόφευκτα δημιουργούνται τραγικές καταστάσεις.
Αυτό είναι που πρέπει να σταματήσει.
Διότι, λόγω αυτού του καρκινώματος καταλήγουμε στα έκτροπα που χρεώνουμε στην λειτουργία της ελεύθερη αγοράς και στην άκαρδη καπιταλιστική ιδεολογία. Και βλακωδώς μετά πάμε στην αριστερά για λύση και ανακούφιση. Η αριστερά πάντα κάνει την κατάσταση χειρότερη, διότι δεν έχει στην ιδεολογία της εργαλεία για λύσεις οικονομικής ευημερίας. Και αν η αριστερά δεν μας κολλήσει στο σβέρκο με το κόλπο του ολοκληρωτισμού, μετά από κάμποσο καιρό πάμε πάλι στον καπιταλισμό, χωρίς να έχει διορθωθεί το παραπάνω Τραπεζικό καρκίνωμα. Αυτή η ηλίθια κατάσταση αυτού του μπρος και πίσω υφίσταται τα τελευταία 150 χρόνια, και κανένας σε θέση εξουσίας δεν φαίνεται διατεθειμένος, ούτε να την εξηγήσει, ούτε να την σταματήσει.
Και για να μπερδεύονται ακόμα περισσότερο τα πράγματα, κάθε φορά που ένα αριστερό κράτος πολεμάει ένα άλλο αριστερό, ο νικητής πάντα λέει τον ηττημένο φασίστα. Και ο φασισμός έχει καταλήξει να θεωρείται «η αντίπαλη δεξιά».
Πολλοί δεν ξέρουν ότι ο Μπεν Αλί της Τυνησίας, ο Μουμπάρακ της Αιγύπτου, ο Καντάφι της Λιβύης και οι περιβόητοι Χίτλερ και Μουσολίνι ήταν δημιουργήματα σοσιαλιστικής ιδεολογίας.
Το μπέρδεμα είναι δημιούργημα του Στάλιν.
Όσο ο Στάλιν ήταν σύμμαχος με τον Χίτλερ δεν είχε πρόβλημα με τους Ναζί (όπως δεν είχαν πρόβλημα με τους Ναζί τότε τα διάφορα κομμουνιστικά κόμματα σε άλλες χώρες, που έπαιρναν τις εντολές τους από την Μόσχα). Μάλιστα, σαν συνεταιράκια που ήταν, ο Στάλιν και ο Χίτλερ πήραν την Πολωνία τότε και την μοίρασαν μεταξύ τους. Μόνο μετά την εισβολή των Ναζί στη Ρωσία, οι Ναζί έγιναν «οι φασίστες».
Τα παραπάνω είναι ιστορικές αλήθειες. Όπως ξέρουν όλοι όσοι ασχολούνται με την ιστορία, το παραμέρισμα της ιστορικής αλήθειας οδηγεί σε καταστάσεις επιζήμιες, μέχρι και θανατηφόρες.
Είναι καιρός να συζητηθούν ανοιχτά οι παταγώδεις αποτυχίες της αριστεράς σαν ιδεολογία να δημιουργήσει μια κοινωνία με σεβασμό στον άνθρωπο, με δικαιοσύνη και οικονομική ευημερία. Η εναλλακτική λύση δεν είναι ο φασισμός, που εξ άλλου δεν είναι παρά μια παραλλαγή της αριστεράς ιδεολογίας, αλλά μια κοινωνία ελεύθερης αγοράς χωρίς το Τραπεζικό καρκίνωμα να δηλητηριάζει τα πάντα.
Είναι απαράδεκτο στον 21ο αιώνα, ακόμα και για έναν πατροπαράδοτο αριστερό, από οικογένεια που υπέφερε λόγω της αριστερής της ιδεολογίας, να μελετάει ιστορία, και τα παραπάνω να κάνει πως δεν τα βλέπει.
Αν περιμένετε σωτηρία από την αριστερά, καληνύχτα κι έφεξε.
Δεν υπάρχει περίπτωση για έξοδο από οικονομική κρίση με αριστερές λύσεις, όποιος κι αν τις εφαρμόζει. Δεν είναι τυχαίο που η προηγούμενη κυβέρνηση (κακώς αναφερόμενη σαν δεξιά) απέτυχε.
Το διογκωμένο δημόσιο και οι δυσλειτουργίες του μας καταποντίσανε. Η προηγούμενη κυβέρνηση απέτυχε, πρωταρχικά διότι αρνήθηκε να το πειράξει. Αντί αυτού κατακρεούργησε την ιδιωτική οικονομία.
Με εφαρμογή αριστεράς ιδεολογίας, όλοι γινόμαστε δημόσιοι υπάλληλοι. Το ιδιωτικό κέρδος καταγράφεται σαν βρώμικη λέξη, και η έντιμη προσπάθεια για μια καλύτερη, πιο άνετη προσωπική ζωή σαν ταξική προδοσία.
Η μόνη δικαιολογία κάποιου σήμερα (στην Ελλάδα τουλάχιστον), που επιμένει ακόμα ότι η εφαρμογή αριστερής ιδεολογίας είναι η λύση για μια κοινωνία της προκοπής, είναι ότι η οικογένειά του βρέθηκε στην πλευρά των αριστερών ηττημένων μεταπολεμικά, της αρνήθηκε πρόσβαση σε θέσεις του Δημόσιου τομέα από τους πολιτικούς αντίπαλους, και μέλη της πήγαν εξορία στην Μακρόνησο επί χούντας.
Τέτοιες άδικες καταδιώξεις και καταπιέσεις είναι φωτιές, που συνεχίζουν να καίνε για πολλά χρόνια, και δημιουργούν ηθικές υποχρεώσεις μίσους και απέχθειας εναντίον της αντίπαλης παράταξης. Είναι φωτιές, που δεν αφήνουν τους κληρονόμους ενός τέτοιου παρελθόντος παθών, να τις σβήσουν.
Είναι μια θλιβερή κατάσταση. Και παρά το γεγονός ότι τα τελευταία τριάντα χρόνια, στην Ελλάδα, με τον «ηρωικό» Ανδρέα Παπανδρέου να ηγείται του αριστερού θριάμβου, και πολλούς αριστερούς να κατακλύζουν τον δημόσιο τομέα και να πλουτίζουν με προνόμια, τρελούς μισθούς και ανοχές του κράτους, η αγανάκτηση για την αδικία που υπέφεραν οι αριστεροί μεταπολεμικά δεν δείχνει να έχει ικανοποιηθεί, ούτε να μπορεί να καταλαγιάσει.
Και είναι εύλογο ερώτημα: Αν η αριστερά είχε κερδίσει μεταπολεμικά, θα ανεχόταν μετέπειτα την ιδεολογία της αντίθετης παράταξης, δημοκρατικά και δίκαια, χωρίς να καταδιώκει, να εξορίζει, να παραγκωνίζει οικονομικά κτλ.;
Μπορεί να πει κανείς ότι θέλει, αλλά η απάντηση είναι ένα ηχηρό «Όχι».
Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά: Δείτε μόνο πόσο ανέχτηκαν οι Ρώσοι την οποιαδήποτε διαφοροποίηση από την κομματική κομμουνιστική γραμμή στις δορυφορικές χώρες που δυνάστευαν. Στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση, όχι μόνον η διαφοροποίηση, αλλά η υποψία σκέψης για διαφοροποίηση τιμωρούταν αλύπητα.
Η τιμωρία δεν ήταν απλά εξορία σε κάποιο νησί, αλλά καταναγκαστικά έργα στα Γκουλάγκ, με ποινές από πενταετίες και δεκαετίες να πέφτουνε βροχή. Και για σοβαρούς ιδεολογικούς ανταγωνιστές πάντα ήταν διαθέσιμη η παλιά καλή λύση του ξεπαστρέματος (Τρότσκυ, ας πούμε).
Με λίγα λόγια, αν είχαν κερδίσει οι αριστεροί τον Ελληνικό εμφύλιο, θα έκαναν μετέπειτα στους αντιπάλους τους, τουλάχιστον τα ίδια. Και αν κρίνουμε από το τι συνέβη στις άλλες χώρες του Σοβιετικού ζυγού (γιατί ζυγός ήταν, να μην κοροϊδευόμαστε άλλο), οι πολιτικοί αντίπαλοι θα υπέφεραν μάλλον χειρότερα.
Αλλά, ας αφήσουμε εκείνη την πονεμένη εποχή κι ας πάμε σε πιο σύγχρονη ιστορία.
Παρόλο που μεταπολεμικά η αριστερά έχει ξαναπακεταριστεί επανειλημμένως, με τα ακραία της κομμουνιστικής ιδεολογίας μαλακωμένα, και έχει μάλιστα σημειώσει και σημαντικές εκλογικές επιτυχίες, ποτέ μια αριστερή κυβέρνηση με αριστερή ιδεολογία δεν διόρθωσε μια κακή οικονομία.
Αυτό, διότι από τη φύση της η αριστερή ιδεολογία είναι εχθρική απέναντι στην ιδιωτική πρωτοβουλία, στην δημιουργική ευφυΐα και στην καλύτερη αμοιβή για καλύτερα αποτελέσματα στον παραγωγικό χώρο.
Η αριστερά απεχθάνεται το ιδιωτικό κέρδος, και κυνηγάει αλύπητα όσους το επιδιώκουν.
Αλλά, για να δημιουργείται πλούτος που θα χρηματοδοτεί το πολυπόθητο και πολυσυζητημένο αριστερό κοινωνικό κράτος, πρέπει να μην μπλοκάρονται αυτά ακριβώς που αναφέραμε παραπάνω. Αλλιώς δεν γίνεται.
Οι κρατικοποιημένες επιχειρήσεις σε μια πραγματική αριστερή κυβέρνηση δεν μπορούν να δημιουργήσουν πλούτο. Γεμίζουν σε χρόνο ρεκόρ με χαραμοφάηδες, και όχι μόνον παύουν να αποδίδουν κέρδη, αλλά πάνε στο κόκκινο και σε χρόνο ρεκόρ.
Η επένδυση μηδενίζεται στο άψε-σβήσε, και μένουν μόνο τα έξοδα, δηλαδή οι τεράστιοι μισθοί, τα εφάπαξ, τα σκασιαρχεία, τα δώρα, τα μπλοκαρίσματα πελατών, τα ξεμπλοκαρίσματα έναντι λαθραίας αμοιβής κτλ. Τα γνωστά δηλαδή που μας έχουν καταποντίσει.
Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις «επιτυχημένης» αριστεράς, όπως η περίπτωση της αριστεράς του Ανδρέα Παπανδρέου. Η συνταγή είναι πλέον γνωστή σε όλους: Αν έχεις την τύχη να αναλάβεις την εξουσία όταν βρέχει λεφτά (δανεικά, κονδύλια, πακέτα κτλ.), μοίραζέ τα χωρίς δεύτερη σκέψη στους συνεργάτες σου κι ότι περισσέψει στον υπόλοιπο λαό, μείνε έτσι στην εξουσία και κάνε το νταή, αλλά φρόντισε να πεθάνεις πριν έρθει η ώρα της αποπληρωμής.
Σήμερα όμως, εν μέσω κρίσης και λιτότητας, χωρίς λεφτά στον ορίζοντα, δεν μπορούμε να επαναλάβουμε τα θαυμαστά του Ανδρέα Παπανδρέου. Και, όπως πολλοί πλέον αντιλαμβάνονται, ούτε ο Ανδρέας θα τα κατάφερνε να τα βγάλει πέρα σήμερα.
Να μην παραξενευόμαστε λοιπόν που η φρέσκια αριστερή κυβέρνηση, αφού έκανε το σαματά της και χόρεψε τον χορό του θριάμβου, τρέχει τώρα να δει πως θα κρατήσει την αριστερή της ετικέτα και ταυτόχρονα πως θα κρύψει το την αναδυόμενη καπιταλιστική της συμπεριφορά.
Και ο λόγος δεν είναι μόνο για να μην δώσει την ευκαιρία στη Νέα Δημοκρατία να αρχίσει (δικαιολογημένα) κραξίματα. Είναι επίσης, διότι πρέπει πάση θυσία να κρατήσει το μεγάλο ατού που κρατάει την αριστερά ακμαία, παρά τις ιστορικές παταγώδεις αποτυχίες της.
Τι είναι αυτό;
Είναι «το μονοπώλιο της συναισθηματικής πόρτας πρόσβασης στον ψηφοφόρο».
Αυτό είναι το μεγαλύτερο και κραταιότερο όπλο της αριστεράς. Με αυτό έχει επιστρατεύσει στην παράταξή της λογοτέχνες και διανοούμενους (συμπεριλαμβανόμενων ακαδημαϊκών, οικονομολόγων κτλ.), που λειτουργούν σε ιδεαλιστικά περιβάλλοντα υψηλού πνευματικού επιπέδου, κουλτούρας, λογοτεχνίας, μουσικής κτλ., και δεν έχουν ιδέα από διοίκηση επιχειρήσεων, το στρίμωγμα πετυχημένης αξιοποίησης ανεπαρκών πόρων και ανθρώπινου δυναμικού, και τη σπαζοκεφαλιά της δημιουργίας επικερδούς παραγωγής μέσα σε μια ελεύθερη, ανταγωνιστική αγορά.
Η ρητορική της αριστεράς είναι πάντα συναισθηματική. Δεν λέει τίποτα άλλο από την ανάγκη να ληστευτεί ο έχων για να ταχτοποιηθεί ο μη έχων. Δεδομένης της ανθρώπινης φύσης, οι πολύ επιτυχημένοι οικονομικά, όπως οι υπέρμετρα ευπαρουσίαστοι ή οι ασυνήθιστα προικισμένοι διανοητικά, η τα μεγάλα ταλέντα στους διάφορους τομείς είναι πάντα λίγοι. Αυτό το αναγνωρίζει η αριστερά, αλλά σταματάει στο «οικονομικό». Εκεί επιμένει ότι οι οικονομικές διαφορές σε μια ώριμη ελεύθερη κοινωνία δεν είναι φυσιολογικές, και πρέπει να εξαφανιστούν με κρατική παρέμβαση.
Όπου η αριστερά κυριάρχησε και επεδίωξε να κάνει αυτή τη διόρθωση, κατέληξε σε τραγικές καταστάσεις, κατεστραμμένη οικονομία και κοινωνικό μαρασμό.
Η φημισμένη ρητορική περί ανακατανομής πλούτου είναι μια μπαρούφα. Αν γίνει, θα γίνει μια και μόνο φορά. Μετά, η οικονομία θα πάει σε μόνιμο φρένο. Γιατί να μοχθήσει στο εφεξής ο οποιοσδήποτε να πετύχει οικονομικό πλεόνασμα στην παραγωγική δραστηριότητά του, αφού ο κράτος καραδοκεί να το αρπάξει και να το μοιράσει σε άλλους;
Και που είναι η δικαιοσύνη, όταν αρπάζεις την περιουσία του έχοντος, χωρίς να διαχωρίζεις ποιός έχει διότι έχει κλέψει, και ποιός έχει χωρίς να έχει κλέψει; Και ακόμα: Που είναι η δικαιοσύνη, όταν αυτά που αρπάζεις από τους έχοντες, τα δίνεις στους μη-έχοντες, και δεν κάνεις διακρίσεις μεταξύ αυτών που αρνούνται να δουλέψουν, και εκείνων που βρέθηκαν στη φτώχια από κακή τύχη;
Η λύση δεν είναι να εξαναγκάσεις τους τεμπέληδες να μπουν στη δουλειά με το ζόρι. Ούτε να στέλνεις σε καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία όσους άργησαν πέντε λεπτά το πρωί να δώσουν το παρόν στη δουλειά, όπως έκανε ο Στάλιν.
Η λύση είναι να αποδεχτείς ότι σε μια ελεύθερη κοινωνία, κάποιοι θα τα πάνε καλύτερα οικονομικά από τους υπόλοιπους, και να αφήσεις τον κόσμο ήσυχο να κάνει τη δουλειά του. Αν είναι να κάνεις κάτι σαν κράτος, αυτό είναι να έχεις τα μάτια σου δεκατέσσερα, ούτως ώστε οι έχοντες να μην χρηματοδοτούν και σκαρώνουν νόμους, που θα κλείνουν τον δρόμο στους πιθανούς ανταγωνιστές τους.
Και να η καρδιά του προβλήματος του σήμερα:
Τα καπιταλιστικά συστήματα έχουν το εξής καρκίνωμα στο κέντρο της λειτουργίας τους (όχι, δεν το επεσήμανε ο Μαρξ): Το Τραπεζικό σύστημα είναι σε ιδιωτικά χέρια, και με νόμο οι Τραπεζίτες μπορούν να δημιουργούν χρήμα από το τίποτα, χωρίς να δίνουν λογαριασμό στις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις. Σε μια τέτοια κατάσταση, φυσιολογικό είναι οι Τραπεζίτες να χρηματοδοτούν το στενό τους δίκτυο με τσάμπα λεφτά και να δημιουργούνται απίστευτες καταστάσεις οικονομικών ανισοτήτων. Και όταν το παρακάνουν, αναπόφευκτα δημιουργούνται τραγικές καταστάσεις.
Αυτό είναι που πρέπει να σταματήσει.
Διότι, λόγω αυτού του καρκινώματος καταλήγουμε στα έκτροπα που χρεώνουμε στην λειτουργία της ελεύθερη αγοράς και στην άκαρδη καπιταλιστική ιδεολογία. Και βλακωδώς μετά πάμε στην αριστερά για λύση και ανακούφιση. Η αριστερά πάντα κάνει την κατάσταση χειρότερη, διότι δεν έχει στην ιδεολογία της εργαλεία για λύσεις οικονομικής ευημερίας. Και αν η αριστερά δεν μας κολλήσει στο σβέρκο με το κόλπο του ολοκληρωτισμού, μετά από κάμποσο καιρό πάμε πάλι στον καπιταλισμό, χωρίς να έχει διορθωθεί το παραπάνω Τραπεζικό καρκίνωμα. Αυτή η ηλίθια κατάσταση αυτού του μπρος και πίσω υφίσταται τα τελευταία 150 χρόνια, και κανένας σε θέση εξουσίας δεν φαίνεται διατεθειμένος, ούτε να την εξηγήσει, ούτε να την σταματήσει.
Και για να μπερδεύονται ακόμα περισσότερο τα πράγματα, κάθε φορά που ένα αριστερό κράτος πολεμάει ένα άλλο αριστερό, ο νικητής πάντα λέει τον ηττημένο φασίστα. Και ο φασισμός έχει καταλήξει να θεωρείται «η αντίπαλη δεξιά».
Πολλοί δεν ξέρουν ότι ο Μπεν Αλί της Τυνησίας, ο Μουμπάρακ της Αιγύπτου, ο Καντάφι της Λιβύης και οι περιβόητοι Χίτλερ και Μουσολίνι ήταν δημιουργήματα σοσιαλιστικής ιδεολογίας.
Το μπέρδεμα είναι δημιούργημα του Στάλιν.
Όσο ο Στάλιν ήταν σύμμαχος με τον Χίτλερ δεν είχε πρόβλημα με τους Ναζί (όπως δεν είχαν πρόβλημα με τους Ναζί τότε τα διάφορα κομμουνιστικά κόμματα σε άλλες χώρες, που έπαιρναν τις εντολές τους από την Μόσχα). Μάλιστα, σαν συνεταιράκια που ήταν, ο Στάλιν και ο Χίτλερ πήραν την Πολωνία τότε και την μοίρασαν μεταξύ τους. Μόνο μετά την εισβολή των Ναζί στη Ρωσία, οι Ναζί έγιναν «οι φασίστες».
Τα παραπάνω είναι ιστορικές αλήθειες. Όπως ξέρουν όλοι όσοι ασχολούνται με την ιστορία, το παραμέρισμα της ιστορικής αλήθειας οδηγεί σε καταστάσεις επιζήμιες, μέχρι και θανατηφόρες.
Είναι καιρός να συζητηθούν ανοιχτά οι παταγώδεις αποτυχίες της αριστεράς σαν ιδεολογία να δημιουργήσει μια κοινωνία με σεβασμό στον άνθρωπο, με δικαιοσύνη και οικονομική ευημερία. Η εναλλακτική λύση δεν είναι ο φασισμός, που εξ άλλου δεν είναι παρά μια παραλλαγή της αριστεράς ιδεολογίας, αλλά μια κοινωνία ελεύθερης αγοράς χωρίς το Τραπεζικό καρκίνωμα να δηλητηριάζει τα πάντα.
Είναι απαράδεκτο στον 21ο αιώνα, ακόμα και για έναν πατροπαράδοτο αριστερό, από οικογένεια που υπέφερε λόγω της αριστερής της ιδεολογίας, να μελετάει ιστορία, και τα παραπάνω να κάνει πως δεν τα βλέπει.