Του Χρήστου Βαγενά
Ζούμε σε μια οικονομικά ενωμένη Ευρώπη. Αυτό σημαίνει ότι το χρήμα, και τα διάφορα προϊόντα που παράγονται, μπορούν να κινηθούν και να χρησιμοποιηθούν ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΡΟΠΟ από τη μια χώρα στην άλλη, χωρίς κανένα πρόβλημα.
Εκεί που «φρακάρει» η ενωμένη Ευρώπη είναι στο ότι οι άνθρωποι, σαν εργασιακές μονάδες, ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΤΟ ΙΔΙΟ.
Αυτή η ζωτική «λεπτομέρεια» στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι μια απλή συστημική διαστρέβλωση, αλλά μια καταστροφική ανωμαλία, που εξ ορισμού διαταράσσει την οικονομική ισορροπία, ιδιαίτερα μέσα στην Ευρωζώνη, και παρεμποδίζει την οικονομική σταθεροποίηση.
Το πρόβλημα επιδεινώνεται με τους διάφορους κανονισμούς μέσα στην Ευρώπη, που αποβλέπουν στην κατανομή της ζωτικής παραγωγής στα διάφορα κράτη-μέλη της Ένωσης, με σκοπό την περισσότερο αποτελεσματική γενική παραγωγή.
Δηλαδή, για παράδειγμα, αν σε μια χώρα παράγονται ευκολότερα φασόλια, λόγω εδάφους, κλίματος και γεωγραφικής θέσης, τότε εκεί προωθείται η παραγωγή φασολιών, και ταυτόχρονα περιορίζεται με νόμο, συμφωνημένες αναλογίες κτλ. η παραγωγή φασολιών αλλού.
Αυτό, καλό μπορεί να ακούγεται, αδελφικό και ομαδικό, αλλά, εξ ορισμού κουτσουρεύει τις κρατικές οικονομίες και διαμορφώνει καταστάσεις αλληλεξάρτησης, που δεν αντιστρέφονται ούτε εύκολα, ούτε γρήγορα, ούτε σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης.
Με λίγα λόγια, άλλος έχει το κοντρόλ της βαλβίδας του αέρα που αναπνέεις.
Αν δεν βρίσκεις δουλειά στην Ελλάδα, δεν μπορείς να πας να πιάσεις δουλειά στην Γερμανία σαν μαθηματικός καθηγητής, βασικά διότι δε ξέρεις τη γλώσσα. Ούτε σαν πολιτικός μηχανικός, ούτε σαν δικηγόρος, ούτε σαν αρχιτέκτονας, ούτε σαν άλλος διπλωματούχος επαγγελματίας. Η γλώσσα είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο.
Και αυτό, με τίποτα δεν γίνεται να διορθωθεί, από τη μια μέρα στην άλλη. Υπάρχουν φυσικά και άλλα στοιχεία που κάνουν την ατομική εργασιακή μετακίνηση δύσκολη ανάμεσα στα διάφορα κράτη-μέλη, όπως οι διαφορές κουλτούρας, ιστορίας, αντιλήψεων, ψυχολογικού προγραμματισμού, ηθών, εθίμων, παραδόσεων κτλ. Η γλώσσα όμως είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο.
Για δουλειά ανειδίκευτου εργάτη βέβαια δεν υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Αλλά, σαν ανειδίκευτος εργάτης, ποτέ δεν βγάζεις αρκετά λεφτά, ούτε στη χώρα σου. Τα ακίνητα υπάρχοντα επίσης δεν μετακινούνται. Και αν δεν υπήρχε το γλωσσικό πρόβλημα, αν δηλαδή μπορούσαν να μετακινηθούν εργασιακά οι άνθρωποι με την ίδια απόλυτη ευελιξία που μετακινούνται τα προϊόντα και το χρήμα, το πρόβλημα οικονομικής κατάπτωσης που αντιμετωπίζουμε θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί κουτσά-στραβά, ακόμα και μέσα στον ασφυκτικό ζουρλομανδύα που επιβάλλει το κοινό νόμισμα.
Αλλά, όπως είναι τώρα η κατάσταση, σωτηρία για ανάκαμψη σε μια Ελλάδα, που θα λειτουργεί πρωταρχικά για τους Έλληνες, δεν υπάρχει, και καλά είναι να μην κοροϊδευόμαστε άλλο.
Αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας, βασικά έχει να κάνει με την ποσότητα χρήματος που κινείται μέσα στην Ελληνική επικράτεια. Εκεί είναι ο σημαντικότερος δείκτης εμπορικής ευρωστίας που σηματοδοτεί την οικονομική υγεία μιας συγκεκριμένης επικράτειας, χώρας, κράτους.
Όταν είναι δυνατόν να εξαφανίζονται τεράστιες ποσότητες χρήματος, κυριολεκτικά αυθημερόν από μια χώρα, είτε επειδή το κράτος φορολογεί και πληρώνει δάνεια εκτός επικράτειας, είτε επειδή υπάρχει πολιτική αστάθεια και ο κόσμος στέλνει τα λεφτά του στο εξωτερικό, είναι σαν να καταφέρεις αλλεπάλληλα θανατηφόρα μαχαιρώματα σε κάποιον πληγωμένο μονομάχο, που του έχει αφαιρεθεί κάθε τρόπος άμυνας.
Κι ενώ εμείς στην Ελλάδα είμαστε ξετρελαμένοι από το οικονομικό ξύλο που τρώμε τα τελευταία 5-6 χρόνια, και δεν μπορούμε να σκεφτούμε λογικά, οι Γερμανοί, με τη νηφαλιότητα του σώου και αβλαβή εμπόλεμου στο πεδίο της μάχης, τα παραπάνω τα καταλαβαίνουν πολύ καλά.
Και έχουν βάλει πλώρη για πλήρη ηγεμονία στην Ενωμένη Ευρώπη.
Στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον, η Γερμανική γλώσσα θα καθοριστεί, και με νόμο μάλιστα, σαν η επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αδύνατον; Πρόσφατα οι Γερμανοί άρχισαν να πιέζουν να γίνουν τα Γερμανικά η τρίτη «επίσημη» γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με τα ήδη καθιερωμένα Αγγλικά και Γαλλικά. Ποιός θα στοιχηματίσει ότι δεν θα καταφέρουν να το επιβάλλουν;
Οδεύουμε ολοταχώς σε εκγερμανισμό, και μάλιστα, σχετικά δεν θα μας πέφτει και λόγος.
Τι ακριβώς θα σημαίνει αυτός ο εκγερμανισμός; Μα ότι αποφασίσει η Γερμανία. Δεν είναι μακριά το μέλλον, όπου όλοι θα μαθαίνουμε Γερμανικά αναγκαστικά. Δεν θα πάρει και πολύ μετά, να γίνεται η διδασκαλία στο σχολείο στα Γερμανικά, και όχι στα Ελληνικά, και τα Ελληνικά, στην καλύτερη περίπτωση, να καταλήξουν να διδάσκονται στο σπίτι και στο κατηχητικό.
Πόσο λέτε θα πάρει μετά, μέχρι να επιβληθεί θητεία στο Γερμανικό στρατό για όλους; Η λίστα με το εθνικό ξεβράκωμα δεν θα έχει τέλος. Και όποιος σηκώσει κεφάλι, αλίμονο του.
«Υπερβολές!» Θα πει κάποιος. «Σιγά μην γίνουν τέτοια! Το Ευρωπαϊκό δίκαιο δεν θα το επιτρέψει», κτλ. κτλ.
Και φυσικά, υπάρχουν κι εκείνοι, που ενθαρρύνονται από την κατά τα φαινόμενα αρμονική και αμοιβαία ωφέλιμη συνύπαρξη των Ελβετικών καντονιών και την ειδική περίπτωση του Βελγίου.
Όμως, αν λάβουμε υπ’ όψιν τη Γερμανική ψυχοσύνθεση και συμπεριφορά, με τη Γερμανία στην ηγεσία να αποφασίζει και να επιβάλλει, ουσιαστικά ερήμην των άλλων κρατών-μελών, αμφιβάλλω αν εμείς εδώ του Νότου, θα καταλήξουμε καντονικοί και ισότιμοι.
Να μην ξεχνάμε: Ότι θέλεις μπορεί να σου συμβεί. Ρίξτε μια ματιά μόνο στο τι τραβάνε οι Θιβετιανοί από τους Κινέζους για δεκαετίες τώρα. Ή, εδώ στη γειτονιά μας, στο τι τραβάνε οι Παλαιστίνιοι και οι Βεδουίνοι στο Ισραήλ, από το 1948 μέχρι σήμερα.
Και δείτε πόση ανταπόκριση βρίσκουν οι απελπισμένες κραυγές τους για βοήθεια και δικαιοσύνη στην επίσημη διεθνή κοινότητα.
Με λίγα λόγια, είναι να μην σε πάρει από κάτω.
Το να ξανασκάσεις μύτη στην επιφάνεια και να ανασάνεις πάλι, μπορεί να πάρει αιώνες. Μπορεί και να μην το καταφέρεις ποτέ.
Αδύνατον να γίνει κάτι τέτοιο;
Οι ΗΠΑ ξεπάστρεψαν 300 φυλές Ινδιάνων. Ή ύπαρξη αυτών των φυλών σήμερα, υφίσταται μόνο στα αρχεία.
Ανάλογα έπραξαν οι Ισπανοί με του Αζτέκους.
Όταν ακούμε να λέγονται διάφορα, όπως, «Η Ελλάδα είναι ο πολιτισμός μας, είναι το φως μας, η Δυτική μας κληρονομιά. Όλοι είμαστε Έλληνες» κτλ., καλό είναι να είμαστε καχύποπτοι. Πριν αγκαλιάσουμε συγκινημένοι τον ομιλητή, ας σκεφτούμε:
Οι πιο επικίνδυνες καταστάσεις δημιουργούνται, όταν δεν έχουμε πάρουμε χαμπάρι πως η μεταφορική γλώσσα έχει αρχίσει να εκλαμβάνεται κυριολεκτικά.
Με άλλα λόγια, αν Έλληνες μπορούν να είναι όλοι ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΟΛΕΞΙΑ, τελικά, εμείς σαν Έλληνες δεν έχουμε λόγο ξεχωριστής ύπαρξης, ούτε σαν λαός, ούτε σαν κράτος.
Αυτό δεν σημαίνει εχθρότητα προς τους αλλοδαπούς, ρατσισμό ή εθνικισμό. Εξ άλλου, μια κοινωνία είναι απόλυτα δικαιολογημένη, όταν αποδέχεται την ελεγχόμενη ένταξη στους κόλπους της και πολιτογράφηση αλλοδαπών, προσφέροντας ίσα δικαιώματα, ευκαιρίες και προστασία, να επιμένει στην αποδοχή των νόμων της, στο σεβασμό στα ήθη και έθιμά της, στη γλώσσα της και στην κουλτούρα της.
Και παντού, σε κάθε οργανωμένη κοινωνία, υπάρχουν όρια.
Η συνεισφορά του αλλοδαπού στον κουλτουρικό εμπλουτισμό είναι αναπόφευκτη και κατανοητή, αλλά μόνο όταν είναι χωρίς απερίσκεπτες προσβολές στους βασικούς θεσμούς της χώρας.
Βάλτε λίγο μαγικό ραβδάκι τώρα, και κάντε τα παραπάνω, «Όλοι είμαστε Γερμανοί». Όχι με ίσους όρους φυσικά.
Θα το θέλαμε; Δεν νομίζω.
Αυτά είναι βέβαια ψιλά γράμματα για πολλούς από τους πολιτικούς μας αστέρες. Αλλά χρέος είναι όλων μας να φωνάζουμε για τα παραπάνω, διότι, ουσιαστικά πρόκειται για τη ζωή μας, την ύπαρξή μας, τις περιουσίες μας, το μέλλον των παιδιών μας, την υπόστασή μας σαν λαός με ιδιάζουσα κουλτούρα, ήθη και έθιμα, και σαν κράτος. Μπας και καταφέρουμε δηλαδή, και αποφύγουμε το μεγαλύτερο κακό, κάθε φορά που οι πολιτικοί μας αστέρες ετοιμάζονται να βάλουν τις δεσμευτικές για όλους μας τζίφρες τους σε ακόμα μια κοντόφθαλμη και ηλίθια συμφωνία.
Ζούμε σε μια οικονομικά ενωμένη Ευρώπη. Αυτό σημαίνει ότι το χρήμα, και τα διάφορα προϊόντα που παράγονται, μπορούν να κινηθούν και να χρησιμοποιηθούν ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΡΟΠΟ από τη μια χώρα στην άλλη, χωρίς κανένα πρόβλημα.
Εκεί που «φρακάρει» η ενωμένη Ευρώπη είναι στο ότι οι άνθρωποι, σαν εργασιακές μονάδες, ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΚΑΝΟΥΝ ΤΟ ΙΔΙΟ.
Αυτή η ζωτική «λεπτομέρεια» στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι μια απλή συστημική διαστρέβλωση, αλλά μια καταστροφική ανωμαλία, που εξ ορισμού διαταράσσει την οικονομική ισορροπία, ιδιαίτερα μέσα στην Ευρωζώνη, και παρεμποδίζει την οικονομική σταθεροποίηση.
Το πρόβλημα επιδεινώνεται με τους διάφορους κανονισμούς μέσα στην Ευρώπη, που αποβλέπουν στην κατανομή της ζωτικής παραγωγής στα διάφορα κράτη-μέλη της Ένωσης, με σκοπό την περισσότερο αποτελεσματική γενική παραγωγή.
Δηλαδή, για παράδειγμα, αν σε μια χώρα παράγονται ευκολότερα φασόλια, λόγω εδάφους, κλίματος και γεωγραφικής θέσης, τότε εκεί προωθείται η παραγωγή φασολιών, και ταυτόχρονα περιορίζεται με νόμο, συμφωνημένες αναλογίες κτλ. η παραγωγή φασολιών αλλού.
Αυτό, καλό μπορεί να ακούγεται, αδελφικό και ομαδικό, αλλά, εξ ορισμού κουτσουρεύει τις κρατικές οικονομίες και διαμορφώνει καταστάσεις αλληλεξάρτησης, που δεν αντιστρέφονται ούτε εύκολα, ούτε γρήγορα, ούτε σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης.
Με λίγα λόγια, άλλος έχει το κοντρόλ της βαλβίδας του αέρα που αναπνέεις.
Αν δεν βρίσκεις δουλειά στην Ελλάδα, δεν μπορείς να πας να πιάσεις δουλειά στην Γερμανία σαν μαθηματικός καθηγητής, βασικά διότι δε ξέρεις τη γλώσσα. Ούτε σαν πολιτικός μηχανικός, ούτε σαν δικηγόρος, ούτε σαν αρχιτέκτονας, ούτε σαν άλλος διπλωματούχος επαγγελματίας. Η γλώσσα είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο.
Και αυτό, με τίποτα δεν γίνεται να διορθωθεί, από τη μια μέρα στην άλλη. Υπάρχουν φυσικά και άλλα στοιχεία που κάνουν την ατομική εργασιακή μετακίνηση δύσκολη ανάμεσα στα διάφορα κράτη-μέλη, όπως οι διαφορές κουλτούρας, ιστορίας, αντιλήψεων, ψυχολογικού προγραμματισμού, ηθών, εθίμων, παραδόσεων κτλ. Η γλώσσα όμως είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο.
Για δουλειά ανειδίκευτου εργάτη βέβαια δεν υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Αλλά, σαν ανειδίκευτος εργάτης, ποτέ δεν βγάζεις αρκετά λεφτά, ούτε στη χώρα σου. Τα ακίνητα υπάρχοντα επίσης δεν μετακινούνται. Και αν δεν υπήρχε το γλωσσικό πρόβλημα, αν δηλαδή μπορούσαν να μετακινηθούν εργασιακά οι άνθρωποι με την ίδια απόλυτη ευελιξία που μετακινούνται τα προϊόντα και το χρήμα, το πρόβλημα οικονομικής κατάπτωσης που αντιμετωπίζουμε θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί κουτσά-στραβά, ακόμα και μέσα στον ασφυκτικό ζουρλομανδύα που επιβάλλει το κοινό νόμισμα.
Αλλά, όπως είναι τώρα η κατάσταση, σωτηρία για ανάκαμψη σε μια Ελλάδα, που θα λειτουργεί πρωταρχικά για τους Έλληνες, δεν υπάρχει, και καλά είναι να μην κοροϊδευόμαστε άλλο.
Αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας, βασικά έχει να κάνει με την ποσότητα χρήματος που κινείται μέσα στην Ελληνική επικράτεια. Εκεί είναι ο σημαντικότερος δείκτης εμπορικής ευρωστίας που σηματοδοτεί την οικονομική υγεία μιας συγκεκριμένης επικράτειας, χώρας, κράτους.
Όταν είναι δυνατόν να εξαφανίζονται τεράστιες ποσότητες χρήματος, κυριολεκτικά αυθημερόν από μια χώρα, είτε επειδή το κράτος φορολογεί και πληρώνει δάνεια εκτός επικράτειας, είτε επειδή υπάρχει πολιτική αστάθεια και ο κόσμος στέλνει τα λεφτά του στο εξωτερικό, είναι σαν να καταφέρεις αλλεπάλληλα θανατηφόρα μαχαιρώματα σε κάποιον πληγωμένο μονομάχο, που του έχει αφαιρεθεί κάθε τρόπος άμυνας.
Κι ενώ εμείς στην Ελλάδα είμαστε ξετρελαμένοι από το οικονομικό ξύλο που τρώμε τα τελευταία 5-6 χρόνια, και δεν μπορούμε να σκεφτούμε λογικά, οι Γερμανοί, με τη νηφαλιότητα του σώου και αβλαβή εμπόλεμου στο πεδίο της μάχης, τα παραπάνω τα καταλαβαίνουν πολύ καλά.
Και έχουν βάλει πλώρη για πλήρη ηγεμονία στην Ενωμένη Ευρώπη.
Στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον, η Γερμανική γλώσσα θα καθοριστεί, και με νόμο μάλιστα, σαν η επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αδύνατον; Πρόσφατα οι Γερμανοί άρχισαν να πιέζουν να γίνουν τα Γερμανικά η τρίτη «επίσημη» γλώσσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με τα ήδη καθιερωμένα Αγγλικά και Γαλλικά. Ποιός θα στοιχηματίσει ότι δεν θα καταφέρουν να το επιβάλλουν;
Οδεύουμε ολοταχώς σε εκγερμανισμό, και μάλιστα, σχετικά δεν θα μας πέφτει και λόγος.
Τι ακριβώς θα σημαίνει αυτός ο εκγερμανισμός; Μα ότι αποφασίσει η Γερμανία. Δεν είναι μακριά το μέλλον, όπου όλοι θα μαθαίνουμε Γερμανικά αναγκαστικά. Δεν θα πάρει και πολύ μετά, να γίνεται η διδασκαλία στο σχολείο στα Γερμανικά, και όχι στα Ελληνικά, και τα Ελληνικά, στην καλύτερη περίπτωση, να καταλήξουν να διδάσκονται στο σπίτι και στο κατηχητικό.
Πόσο λέτε θα πάρει μετά, μέχρι να επιβληθεί θητεία στο Γερμανικό στρατό για όλους; Η λίστα με το εθνικό ξεβράκωμα δεν θα έχει τέλος. Και όποιος σηκώσει κεφάλι, αλίμονο του.
«Υπερβολές!» Θα πει κάποιος. «Σιγά μην γίνουν τέτοια! Το Ευρωπαϊκό δίκαιο δεν θα το επιτρέψει», κτλ. κτλ.
Και φυσικά, υπάρχουν κι εκείνοι, που ενθαρρύνονται από την κατά τα φαινόμενα αρμονική και αμοιβαία ωφέλιμη συνύπαρξη των Ελβετικών καντονιών και την ειδική περίπτωση του Βελγίου.
Όμως, αν λάβουμε υπ’ όψιν τη Γερμανική ψυχοσύνθεση και συμπεριφορά, με τη Γερμανία στην ηγεσία να αποφασίζει και να επιβάλλει, ουσιαστικά ερήμην των άλλων κρατών-μελών, αμφιβάλλω αν εμείς εδώ του Νότου, θα καταλήξουμε καντονικοί και ισότιμοι.
Να μην ξεχνάμε: Ότι θέλεις μπορεί να σου συμβεί. Ρίξτε μια ματιά μόνο στο τι τραβάνε οι Θιβετιανοί από τους Κινέζους για δεκαετίες τώρα. Ή, εδώ στη γειτονιά μας, στο τι τραβάνε οι Παλαιστίνιοι και οι Βεδουίνοι στο Ισραήλ, από το 1948 μέχρι σήμερα.
Και δείτε πόση ανταπόκριση βρίσκουν οι απελπισμένες κραυγές τους για βοήθεια και δικαιοσύνη στην επίσημη διεθνή κοινότητα.
Με λίγα λόγια, είναι να μην σε πάρει από κάτω.
Το να ξανασκάσεις μύτη στην επιφάνεια και να ανασάνεις πάλι, μπορεί να πάρει αιώνες. Μπορεί και να μην το καταφέρεις ποτέ.
Αδύνατον να γίνει κάτι τέτοιο;
Οι ΗΠΑ ξεπάστρεψαν 300 φυλές Ινδιάνων. Ή ύπαρξη αυτών των φυλών σήμερα, υφίσταται μόνο στα αρχεία.
Ανάλογα έπραξαν οι Ισπανοί με του Αζτέκους.
Όταν ακούμε να λέγονται διάφορα, όπως, «Η Ελλάδα είναι ο πολιτισμός μας, είναι το φως μας, η Δυτική μας κληρονομιά. Όλοι είμαστε Έλληνες» κτλ., καλό είναι να είμαστε καχύποπτοι. Πριν αγκαλιάσουμε συγκινημένοι τον ομιλητή, ας σκεφτούμε:
Οι πιο επικίνδυνες καταστάσεις δημιουργούνται, όταν δεν έχουμε πάρουμε χαμπάρι πως η μεταφορική γλώσσα έχει αρχίσει να εκλαμβάνεται κυριολεκτικά.
Με άλλα λόγια, αν Έλληνες μπορούν να είναι όλοι ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΟΛΕΞΙΑ, τελικά, εμείς σαν Έλληνες δεν έχουμε λόγο ξεχωριστής ύπαρξης, ούτε σαν λαός, ούτε σαν κράτος.
Αυτό δεν σημαίνει εχθρότητα προς τους αλλοδαπούς, ρατσισμό ή εθνικισμό. Εξ άλλου, μια κοινωνία είναι απόλυτα δικαιολογημένη, όταν αποδέχεται την ελεγχόμενη ένταξη στους κόλπους της και πολιτογράφηση αλλοδαπών, προσφέροντας ίσα δικαιώματα, ευκαιρίες και προστασία, να επιμένει στην αποδοχή των νόμων της, στο σεβασμό στα ήθη και έθιμά της, στη γλώσσα της και στην κουλτούρα της.
Και παντού, σε κάθε οργανωμένη κοινωνία, υπάρχουν όρια.
Η συνεισφορά του αλλοδαπού στον κουλτουρικό εμπλουτισμό είναι αναπόφευκτη και κατανοητή, αλλά μόνο όταν είναι χωρίς απερίσκεπτες προσβολές στους βασικούς θεσμούς της χώρας.
Βάλτε λίγο μαγικό ραβδάκι τώρα, και κάντε τα παραπάνω, «Όλοι είμαστε Γερμανοί». Όχι με ίσους όρους φυσικά.
Θα το θέλαμε; Δεν νομίζω.
Αυτά είναι βέβαια ψιλά γράμματα για πολλούς από τους πολιτικούς μας αστέρες. Αλλά χρέος είναι όλων μας να φωνάζουμε για τα παραπάνω, διότι, ουσιαστικά πρόκειται για τη ζωή μας, την ύπαρξή μας, τις περιουσίες μας, το μέλλον των παιδιών μας, την υπόστασή μας σαν λαός με ιδιάζουσα κουλτούρα, ήθη και έθιμα, και σαν κράτος. Μπας και καταφέρουμε δηλαδή, και αποφύγουμε το μεγαλύτερο κακό, κάθε φορά που οι πολιτικοί μας αστέρες ετοιμάζονται να βάλουν τις δεσμευτικές για όλους μας τζίφρες τους σε ακόμα μια κοντόφθαλμη και ηλίθια συμφωνία.