Τoυ Στέλιου Συρμόγλου
Αντιγράφω τη συγκλονιστική ομολογία του Μίκη Θεοδωράκη, πριν από αρκετά χρόνια. Είναι από τους "δρόμους του Αρχάγγελου". Είχε πει ο Θεοδωράκης: " Η γενιά μου πιάστηκε κορόιδο, περισσότερο απ' όλους η αφεντιά μου. Τώρα αισθάνομαι δυνατός και ελεύθερος. Χρειάστηκαν 10 ολόκληρα χρόνια για να το πάρ απόφαση...".
Αισθάνθηκε δυνατός και ελεύθερος...Ασφαλώς, επειδή τα παράτησε όλα. Λύθηκε από σχοινιά δεκαετιών. Δρασκέλισε τα πτώματα των κομμάτων, των ιδεολογιών, των όποιων ονείρων του λαού χωρίς επαύριο και γύρισε στην τέχνη του.
Τολμηρό και όμορφο να δημιουργεί κανείς πέρα από την αυταπάτη!..
Πόσοι όμως έχουν την παρηγοριά της δημιουργίας, αυτή την πρώτη και τελευταία ελευθερία; Οι πολλοί βυθισμένοι στο σαδομαζοχισμό του "Τίποτα" ή της προσδοκίας, που συνήθως την περιμένουν να εμφανιστεί από το "Πουθενά", κρατάνε ουρά στις καφετέριες, στα μεζεδοπωλεία και στις ταβέρνες. Οσων βέβαια ακόμη η "τσέπη" τους το επιτρέπει.
Ο συγχωρεμένος Ντέμης Ρούσσος, σε κάποια τηλεοπτική του συνέντευξη, είχε πει: Δεν με νοιάζει παρά η μπριζόλα...". Πόσοι άραγε Ελληνες νοιάζονται για κάτι παραπάνω και διαφορετικό; Για πολλά χρόνια, πριν καταλήξουμε επαίτες στην Ευρώπη, όλος ο καβγάς γινόταν για τη μερίδα και μόνο. Δεν πήγαινε το όνειρο πέρα από τα σφαγεία.
Αν κλείσουν σφαγεία και ταβέρνες, ακόμη και σήμερα, περίοδος των ισχνών αγγελάδων, εγκυμονεί ο κίνδυνος να φαγωθούμε μεταξύ μας. Αλλωστε, κανένας δεν ονειρεύεται τίποτα. Η προσδοκία βέβαια υπάρχει, γιατί καλλιεργείται από την εκάστοτε συντεταγμένη εξουσία. Εχει μάλιστα τη "τσίκνα" της μπριζόλας...
Και βοηθάει τα μέγιστα να ξοδεύουμε τις μέρες μας, συχνά χωρίς σκοπό. Και ο ένας να αρπάζεται από την προσδοκία του διπλανού. Ο ένας κοινωνικά νεκρός πάνω στον άλλο νεκρό. Θεσμοί, ιδέες, πατρίδα, αξίες και ιδανικά,η γλώσσα φυσικά, έγιναν κουρέλια στον άνεμο. Και επειδή ανεμίζουν, τα λέμε και σύμβολα. Αυτή είναι η μεγάλη αιχμαλωσία!..
Εκείνη δε η φοβερή εφεύρεση του δεύτερου συνθετικού -ποιηση με την ανάλογη προσθήκη ενός πρώτου συνθετικού, απαλλάσσει τον πολίτη από κάθε έννοια προβληματισμού, βυθίζοντάς τον ταυτόχρονα στην ασάφεια, που είναι ισχυρότερη της αμάθειας.
Για χρόνια τώρα του λένε: Πολιτικοποίηση, κοινωνικοποίηση, για παράδειγμα. Και δυστυχώς αυτή η Οργουελική πολυσημία έχει περάσει παντού. Δεν πολιτικοποιείται, ούτε κοινωνικοποιείται ο άνθρωπος, γιατί είναι από τη φύση του πολιτικό και κοινωνικό ον. Το αντικείμενο πολιτικοποιείται και κοινωνικοποιείται.
Από τη φύση του ο άνθρωπος είναι συναρπαστικό πλάσμα. Εχει την πολιτική συνείδηση. Γι' αυτό οργανώθηκε σε κοινωνίες. Η πολιτική όμως δεν ασχολείται επί της ουσίας με τον πολίτη, αλλά με με το συγκυριακό συμφέρον. Κι αυτό, οδήγησε κατά περιόδους στον άκρατο κομματισμό, στην ξεθωριασμενη ιδεολογία και σε τελευταία ανάλυση στην πολιτική μωρία, με κατακλείδα την εθνική δυσπραγία και αναξιοπιστία.
Ετσι είχαμε φτάσει στα στημένα πολιτικά διλήμματα των τελευταίων μνημονιακών χρόνων. Και πολύ φοβούμαι πως θα συνεχιστούν, όσο ο χρόνος διαρρέει και εκμαυλισμένες πολιτικές συνειδήσεις περιφέρουν την παχύρευστη λογική τους στους διαδρόμους της Βουλής, ανεξάρτητα των προθέσεων της νέας κυβέρνησης, η οποία ωστόσο πρέπει να αντιμετωπίσει τόσες σαρκοβόρες Σειρήνες...
Και ο ήχος των Σειρήνων μπορεί να είναι εκκωφαντικός, αλλά είναι και γλυκύς, όταν οι "Σειρήνες" έχουν μάθει να φλερτάρουν με την εξουσία...
Αντιγράφω τη συγκλονιστική ομολογία του Μίκη Θεοδωράκη, πριν από αρκετά χρόνια. Είναι από τους "δρόμους του Αρχάγγελου". Είχε πει ο Θεοδωράκης: " Η γενιά μου πιάστηκε κορόιδο, περισσότερο απ' όλους η αφεντιά μου. Τώρα αισθάνομαι δυνατός και ελεύθερος. Χρειάστηκαν 10 ολόκληρα χρόνια για να το πάρ απόφαση...".
Αισθάνθηκε δυνατός και ελεύθερος...Ασφαλώς, επειδή τα παράτησε όλα. Λύθηκε από σχοινιά δεκαετιών. Δρασκέλισε τα πτώματα των κομμάτων, των ιδεολογιών, των όποιων ονείρων του λαού χωρίς επαύριο και γύρισε στην τέχνη του.
Τολμηρό και όμορφο να δημιουργεί κανείς πέρα από την αυταπάτη!..
Πόσοι όμως έχουν την παρηγοριά της δημιουργίας, αυτή την πρώτη και τελευταία ελευθερία; Οι πολλοί βυθισμένοι στο σαδομαζοχισμό του "Τίποτα" ή της προσδοκίας, που συνήθως την περιμένουν να εμφανιστεί από το "Πουθενά", κρατάνε ουρά στις καφετέριες, στα μεζεδοπωλεία και στις ταβέρνες. Οσων βέβαια ακόμη η "τσέπη" τους το επιτρέπει.
Ο συγχωρεμένος Ντέμης Ρούσσος, σε κάποια τηλεοπτική του συνέντευξη, είχε πει: Δεν με νοιάζει παρά η μπριζόλα...". Πόσοι άραγε Ελληνες νοιάζονται για κάτι παραπάνω και διαφορετικό; Για πολλά χρόνια, πριν καταλήξουμε επαίτες στην Ευρώπη, όλος ο καβγάς γινόταν για τη μερίδα και μόνο. Δεν πήγαινε το όνειρο πέρα από τα σφαγεία.
Αν κλείσουν σφαγεία και ταβέρνες, ακόμη και σήμερα, περίοδος των ισχνών αγγελάδων, εγκυμονεί ο κίνδυνος να φαγωθούμε μεταξύ μας. Αλλωστε, κανένας δεν ονειρεύεται τίποτα. Η προσδοκία βέβαια υπάρχει, γιατί καλλιεργείται από την εκάστοτε συντεταγμένη εξουσία. Εχει μάλιστα τη "τσίκνα" της μπριζόλας...
Και βοηθάει τα μέγιστα να ξοδεύουμε τις μέρες μας, συχνά χωρίς σκοπό. Και ο ένας να αρπάζεται από την προσδοκία του διπλανού. Ο ένας κοινωνικά νεκρός πάνω στον άλλο νεκρό. Θεσμοί, ιδέες, πατρίδα, αξίες και ιδανικά,η γλώσσα φυσικά, έγιναν κουρέλια στον άνεμο. Και επειδή ανεμίζουν, τα λέμε και σύμβολα. Αυτή είναι η μεγάλη αιχμαλωσία!..
Εκείνη δε η φοβερή εφεύρεση του δεύτερου συνθετικού -ποιηση με την ανάλογη προσθήκη ενός πρώτου συνθετικού, απαλλάσσει τον πολίτη από κάθε έννοια προβληματισμού, βυθίζοντάς τον ταυτόχρονα στην ασάφεια, που είναι ισχυρότερη της αμάθειας.
Για χρόνια τώρα του λένε: Πολιτικοποίηση, κοινωνικοποίηση, για παράδειγμα. Και δυστυχώς αυτή η Οργουελική πολυσημία έχει περάσει παντού. Δεν πολιτικοποιείται, ούτε κοινωνικοποιείται ο άνθρωπος, γιατί είναι από τη φύση του πολιτικό και κοινωνικό ον. Το αντικείμενο πολιτικοποιείται και κοινωνικοποιείται.
Από τη φύση του ο άνθρωπος είναι συναρπαστικό πλάσμα. Εχει την πολιτική συνείδηση. Γι' αυτό οργανώθηκε σε κοινωνίες. Η πολιτική όμως δεν ασχολείται επί της ουσίας με τον πολίτη, αλλά με με το συγκυριακό συμφέρον. Κι αυτό, οδήγησε κατά περιόδους στον άκρατο κομματισμό, στην ξεθωριασμενη ιδεολογία και σε τελευταία ανάλυση στην πολιτική μωρία, με κατακλείδα την εθνική δυσπραγία και αναξιοπιστία.
Ετσι είχαμε φτάσει στα στημένα πολιτικά διλήμματα των τελευταίων μνημονιακών χρόνων. Και πολύ φοβούμαι πως θα συνεχιστούν, όσο ο χρόνος διαρρέει και εκμαυλισμένες πολιτικές συνειδήσεις περιφέρουν την παχύρευστη λογική τους στους διαδρόμους της Βουλής, ανεξάρτητα των προθέσεων της νέας κυβέρνησης, η οποία ωστόσο πρέπει να αντιμετωπίσει τόσες σαρκοβόρες Σειρήνες...
Και ο ήχος των Σειρήνων μπορεί να είναι εκκωφαντικός, αλλά είναι και γλυκύς, όταν οι "Σειρήνες" έχουν μάθει να φλερτάρουν με την εξουσία...