Του Χρήστου Βαγενά
Έβλεπα πρόσφατα το Βενιζέλο στο ΣΚΑΙ να θρυμματίζει κάθε προσπάθεια της δημοσιογράφου να τον στριμώξει έστω και στο ελάχιστο. Η παράσταση του συγκεκριμένου πολιτικού ήταν πραγματικά αξιοθαύμαστη.
Χωρίς να κομπιάζει ποτέ, χωρίς να κωλώνει, χωρίς να δυσκολεύεται καθόλου να βρει την κατάλληλη λέξη ή μια ηχηρή και καμπανάτη έκφραση για να διατυπώσει το συλλογισμό του, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ροκάνισε το χρόνο της συνέντευξης λεκτικά, και όπως συνήθως εντυπωσίασε.
Στα σίγουρα έπεισε όσους πρόσφατα επισκέφτηκαν τη γη από τον Άρη και δεν είχαν ακούσει τίποτα για αυτό το προικισμένο όν που κοσμεί την Ελληνική πολιτική σκηνή, το Βενιζέλο δηλαδή. Η συνέντευξη στα σίγουρα έπεισε τους Αριανούς ότι ο Βενιζέλος είναι ο μόνος που έχει τις δυνατότητες να κάνει κουμάντο, όχι μόνο στο ΠΑΣΟΚ ή στην Ελλάδα, αλλά σε όλον τον πλανήτη, και να προστατεύει την οικουμένη αποτελεσματικά από κάθε κακό.
Το πρόβλημα είναι φυσικά ότι εκτός από τους εξωγήινους επισκέπτες υπάρχουν και οι γήινοι μόνιμοι κάτοικοι. Ιδιαίτερα εκείνοι που ζουν στην Ελλάδα και εκείνοι που ασχολούνται στενά με τα προβλήματα της Ελλάδας, όντα δηλαδή που γνωρίζουν τη δράση του Βενιζέλου στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας. Αυτοί ξέρουν ότι ο Βενιζέλος, στη συμπεριφορά του και στα έργα του, στο εκάστοτε μέρισμα της εξουσίας που κατείχε, ήταν καταστροφικός, ιδιοτελής μέχρι τα μπούνια, παραπλανητικός, υποκριτής και ψεύτης σε τέτοιο βαθμό που καμία έντεχνη χρήση λόγου δεν μπορεί να τον καλύψει, πόσο μάλλον να τον εξιλεώσει.
Να μερικά πρόσφατα παραδείγματα:
Όλοι ξέρουν ότι ο Βενιζέλος είχε τη λίστα Λαγκάρντ στο συρτάρι του και έκανε πως δεν άκουγε την κατακραυγή και το κλεφτοκρυφτούλι για την έυρεση της λίστας που παιζόταν παντού σε όλη την Ελλάδα. Την παρουσίασε μόνο όταν το θέμα είχε ανάψει υπέρμετρα, και κινδύνευε να πυρπολήσει τα πάντα.
Επίσης, όλοι θυμούνται τα διάφορα επίσημα ντοκουμέντα από το Υπουργείο Εθνικής άμυνας, που είχε καταχωνιάσει στο σπίτι του.
Και κανείς δεν ξεχνάει τον μεγαλύτερο και πιο ύπουλο συνταγματικό λάκκο που σκάφτηκε ποτέ για την ηγεσία της χώρας, τον Βενιζελικό νόμο περί ευθύνης (μη-ευθύνης δηλαδή) Υπουργών, που άνοιξε απλόχερα το δρόμο στην εκάστοτε ηγεσία της χώρας να παρανομεί και να ληστεύει ατιμωρητί το Δημόσιο, σαν ποταπή σπείρα ληστών και παρανόμων.
Και πάντα στην ιστορία της ντροπής θα ανήκει φημισμένο PSI, το λεγόμενο κούρεμα ομολόγων που δεν ήταν παρά στυγνή κλοπή εκατομμυρίων με θύματα τους Έλληνες ομολογιούχους, αλλά όχι τους ξένους.
Παρ’ όλες αυτές τις κραυγαλέες ζημιές κατά του λαού και της χώρας, ο άνθρωπος αυτός καταφέρνει να μην βλέπει την παραμικρή ουσιώδη σκιά στην πολιτική του καριέρα. Όχι μόνον αυτό, αλλά παρουσιάζεται και δημόσια, χωρίς να δείχνει ποτέ ίχνος ντροπής, ή έστω μεταμέλειας. Και δεν σταματάει να μιλάει με σιγουριά, άνεση και αυτοπεποίθηση, επιμένοντας ότι το κόμμα του και αυτός ιδιαίτερα ήταν οι σωτήρες που μας κουβαλούσαν στην πλάτη τους όλα τα χρόνια της πολιτικής του σταδιοδρομίας, υποφέροντας βάσανα, διασυρμούς και ταλαιπωρίες για να προστατεύσουν το λαό και τη χώρα.
Βλέποντας τον στο ΣΚΑΙ να ξετυλίγει τη λεκτική του δεινότητα ακόμα μια φορά, αναρωτιόμουν αν βλέπω μια σπάνια περίπτωση ψυχοπάθειας, όπως αυτή που συναντάνε οι διάφοροι εγκληματολόγοι όταν ανακρίνουν στις φυλακές για την επιστημονική τους έρευνα διάφορους ανεξήγητα αμετανόητους μεγαλοκακοποιούς.
Ο Βενιζέλος λέει συχνά, «Ναι, κάναμε λάθη» ή «έγιναν λάθη», αλλά πάντα, αμέσως τα προσδιορίζει σαν ασήμαντα και μηδαμινά, με ελάχιστη βαρύτητα, όπως, ας πούμε, «ξέχασα να κλείσω την πόρτα από το γραφείο μου, φεύγοντας». Ο Βενιζέλος στα μάτια του Βενιζέλου δεν έχει κάνει ποτέ λάθος.
Αυτή η συμπεριφορά βέβαια είναι σε κάποιο σοβαρό βαθμό πάγια συμπεριφορά του κάθε πολιτικού. Αλλά, στην περίπτωση του Βενιζέλου, ο άνθρωπος φαίνεται ότι δεν υποκρίνεται. Ότι, ενώ τα καταστροφικά «κατορθώματά» του είναι γνωστά και καταδικασμένα από όλους όσους έχουν σώας τα φρένας, ό ίδιος πιστεύει ακράδαντα ότι δεν έχει κάνει καμία ζημιά, ότι έχει απόλυτο δίκιο να καμαρώνει και να παινεύεται για τα «τεράστια επιτεύγματα» της κυβερνητικής του δράσης.
Ξέρουμε ότι ο δικηγόρος που καλείται να υπερασπιστεί τον χειρότερο εγκληματία έχει χρέος να κάνει τα πάντα για να αποφύγει ο πελάτης του την καταδίκη. Αλλά κι αυτό έχει όρια. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, ο δικηγόρος της υπερασπίσεως να επιμένει ότι ο πελάτης του δεν εγκλημάτησε, αν ο πελάτης έχει ομολογήσει το έγκλημα στον δικηγόρο του. Μπορεί ο δικηγόρος να κάνει μάχη για ελαφρύτερη ποινή ή και για αθώωση, χρησιμοποιώντας έντεχνα διάφορα ελαφρυντικά, αλλά δεν μπορεί να βασίσει την υπεράσπιση του πελάτη του στο ότι ο πελάτης δεν διέπραξε το έγκλημα.
Και στην περίπτωση ακόμα που το παραπάνω παραβιάζεται κι ο δικηγόρος πάει για αθώωση ψευδόμενος ο ίδιος, δηλαδή ενώ ξέρει ότι ο πελάτης του είναι ο αυτουργός, επιμένει ότι κάποιος άλλος διέπραξε το έγκλημα και όχι ο πελάτης του, αυτή η προσποίηση δεν μπορεί να κρατήσει παραπάνω από τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας. Ακόμα και οι πιο πωρωμένοι, χοντρόπετσοι και κυνικοί δικηγόροι δεν μπορούν να ψεύδονται ασύστολα με ατράνταχτη πειθώ για μεγάλα χρονικά διαστήματα, ιδιαίτερα όταν όλες οι αποδείξεις είναι εναντίον του πελάτη τους.
Παρατεταμένη έκθεση σε τέτοιου είδους συμπεριφορά οδηγεί πολύ συχνά σε σχιζοφρενικές καταστάσεις, διχασμό προσωπικότητας και άλλα τέτοια «ενδιαφέροντα».
Το μόνο συμπέρασμα δηλαδή που μένει σαν εξήγηση για κάποιον που συνεχίζει να λειτουργεί ψευδόμενος γιγαντιαία, χωρίς να ενοχλείται στο ελάχιστον, είναι ότι κάποια σοβαρή ψυχολογική διαστρέβλωση ή ψυχοπάθεια του έχει συμβεί. Κάτι που τον έχει καταστήσει ικανό, για δεκαετίες ολόκληρες, να δρα επιζήμια και ταυτόχρονα να πιστεύει ακράδαντα ότι κάνει καλό.
Όπως και να έχει το πράγμα, η κατάσταση για τον Βενιζέλο, είτε το έχει αντιληφθεί είτε όχι, είναι σε μόνιμη κατρακύλα. Και όσο καλύτερα και λεκτικά επιτυχημένα εκφράζεται, όσο περισσότερο «πείθει» ότι έχει δίκιο κι ότι έχει κάνει καλό, τόσο κραυγαλέα φαντάζει η αντιπαράθεση με την πραγματικότητα στο μυαλό όσων ξέρουν πόσο η κυβερνητική του δράση ήταν καταστροφική για τη χώρα. Και αυτοί που ξέρουν, τώρα είναι πολλοί.
Με λίγα λόγια, η Βενιζελική ρητορική μέσα στο πλαίσιο του «Εγώ είμαι αλάνθαστος» είναι τοξική όχι μόνο για τον ίδιο, αλλά και για το ΠΑΣΟΚ. Όσο πιο επιτυχημένα ο Βενιζέλος εκθειάζει λεκτικά τα «κατορθώματα» του εαυτού του και του ΠΑΣΟΚ, τόσο αυτός και το ΠΑΣΟΚ βυθίζονται.
Αναρωτιέμαι αν αυτό το καταλαβαίνουν στο ΠΑΣΟΚ.
Στην αρχαιότητα έλεγαν, πως όταν οι θεοί θέλουν να καταστρέψουν κάποιον, πρώτα τον τρελαίνουν. Λίγο τραβηγμένο και υπερβολικό, για παραλληλισμό με τα παραπάνω. Από την άλλη μεριά όμως, με τόση τρέλα που έχει πέσει στον τόπο μας, όλα είναι πιθανά.
Έβλεπα πρόσφατα το Βενιζέλο στο ΣΚΑΙ να θρυμματίζει κάθε προσπάθεια της δημοσιογράφου να τον στριμώξει έστω και στο ελάχιστο. Η παράσταση του συγκεκριμένου πολιτικού ήταν πραγματικά αξιοθαύμαστη.
Χωρίς να κομπιάζει ποτέ, χωρίς να κωλώνει, χωρίς να δυσκολεύεται καθόλου να βρει την κατάλληλη λέξη ή μια ηχηρή και καμπανάτη έκφραση για να διατυπώσει το συλλογισμό του, ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ροκάνισε το χρόνο της συνέντευξης λεκτικά, και όπως συνήθως εντυπωσίασε.
Στα σίγουρα έπεισε όσους πρόσφατα επισκέφτηκαν τη γη από τον Άρη και δεν είχαν ακούσει τίποτα για αυτό το προικισμένο όν που κοσμεί την Ελληνική πολιτική σκηνή, το Βενιζέλο δηλαδή. Η συνέντευξη στα σίγουρα έπεισε τους Αριανούς ότι ο Βενιζέλος είναι ο μόνος που έχει τις δυνατότητες να κάνει κουμάντο, όχι μόνο στο ΠΑΣΟΚ ή στην Ελλάδα, αλλά σε όλον τον πλανήτη, και να προστατεύει την οικουμένη αποτελεσματικά από κάθε κακό.
Το πρόβλημα είναι φυσικά ότι εκτός από τους εξωγήινους επισκέπτες υπάρχουν και οι γήινοι μόνιμοι κάτοικοι. Ιδιαίτερα εκείνοι που ζουν στην Ελλάδα και εκείνοι που ασχολούνται στενά με τα προβλήματα της Ελλάδας, όντα δηλαδή που γνωρίζουν τη δράση του Βενιζέλου στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας. Αυτοί ξέρουν ότι ο Βενιζέλος, στη συμπεριφορά του και στα έργα του, στο εκάστοτε μέρισμα της εξουσίας που κατείχε, ήταν καταστροφικός, ιδιοτελής μέχρι τα μπούνια, παραπλανητικός, υποκριτής και ψεύτης σε τέτοιο βαθμό που καμία έντεχνη χρήση λόγου δεν μπορεί να τον καλύψει, πόσο μάλλον να τον εξιλεώσει.
Να μερικά πρόσφατα παραδείγματα:
Όλοι ξέρουν ότι ο Βενιζέλος είχε τη λίστα Λαγκάρντ στο συρτάρι του και έκανε πως δεν άκουγε την κατακραυγή και το κλεφτοκρυφτούλι για την έυρεση της λίστας που παιζόταν παντού σε όλη την Ελλάδα. Την παρουσίασε μόνο όταν το θέμα είχε ανάψει υπέρμετρα, και κινδύνευε να πυρπολήσει τα πάντα.
Επίσης, όλοι θυμούνται τα διάφορα επίσημα ντοκουμέντα από το Υπουργείο Εθνικής άμυνας, που είχε καταχωνιάσει στο σπίτι του.
Και κανείς δεν ξεχνάει τον μεγαλύτερο και πιο ύπουλο συνταγματικό λάκκο που σκάφτηκε ποτέ για την ηγεσία της χώρας, τον Βενιζελικό νόμο περί ευθύνης (μη-ευθύνης δηλαδή) Υπουργών, που άνοιξε απλόχερα το δρόμο στην εκάστοτε ηγεσία της χώρας να παρανομεί και να ληστεύει ατιμωρητί το Δημόσιο, σαν ποταπή σπείρα ληστών και παρανόμων.
Και πάντα στην ιστορία της ντροπής θα ανήκει φημισμένο PSI, το λεγόμενο κούρεμα ομολόγων που δεν ήταν παρά στυγνή κλοπή εκατομμυρίων με θύματα τους Έλληνες ομολογιούχους, αλλά όχι τους ξένους.
Παρ’ όλες αυτές τις κραυγαλέες ζημιές κατά του λαού και της χώρας, ο άνθρωπος αυτός καταφέρνει να μην βλέπει την παραμικρή ουσιώδη σκιά στην πολιτική του καριέρα. Όχι μόνον αυτό, αλλά παρουσιάζεται και δημόσια, χωρίς να δείχνει ποτέ ίχνος ντροπής, ή έστω μεταμέλειας. Και δεν σταματάει να μιλάει με σιγουριά, άνεση και αυτοπεποίθηση, επιμένοντας ότι το κόμμα του και αυτός ιδιαίτερα ήταν οι σωτήρες που μας κουβαλούσαν στην πλάτη τους όλα τα χρόνια της πολιτικής του σταδιοδρομίας, υποφέροντας βάσανα, διασυρμούς και ταλαιπωρίες για να προστατεύσουν το λαό και τη χώρα.
Βλέποντας τον στο ΣΚΑΙ να ξετυλίγει τη λεκτική του δεινότητα ακόμα μια φορά, αναρωτιόμουν αν βλέπω μια σπάνια περίπτωση ψυχοπάθειας, όπως αυτή που συναντάνε οι διάφοροι εγκληματολόγοι όταν ανακρίνουν στις φυλακές για την επιστημονική τους έρευνα διάφορους ανεξήγητα αμετανόητους μεγαλοκακοποιούς.
Ο Βενιζέλος λέει συχνά, «Ναι, κάναμε λάθη» ή «έγιναν λάθη», αλλά πάντα, αμέσως τα προσδιορίζει σαν ασήμαντα και μηδαμινά, με ελάχιστη βαρύτητα, όπως, ας πούμε, «ξέχασα να κλείσω την πόρτα από το γραφείο μου, φεύγοντας». Ο Βενιζέλος στα μάτια του Βενιζέλου δεν έχει κάνει ποτέ λάθος.
Αυτή η συμπεριφορά βέβαια είναι σε κάποιο σοβαρό βαθμό πάγια συμπεριφορά του κάθε πολιτικού. Αλλά, στην περίπτωση του Βενιζέλου, ο άνθρωπος φαίνεται ότι δεν υποκρίνεται. Ότι, ενώ τα καταστροφικά «κατορθώματά» του είναι γνωστά και καταδικασμένα από όλους όσους έχουν σώας τα φρένας, ό ίδιος πιστεύει ακράδαντα ότι δεν έχει κάνει καμία ζημιά, ότι έχει απόλυτο δίκιο να καμαρώνει και να παινεύεται για τα «τεράστια επιτεύγματα» της κυβερνητικής του δράσης.
Ξέρουμε ότι ο δικηγόρος που καλείται να υπερασπιστεί τον χειρότερο εγκληματία έχει χρέος να κάνει τα πάντα για να αποφύγει ο πελάτης του την καταδίκη. Αλλά κι αυτό έχει όρια. Δεν μπορεί, για παράδειγμα, ο δικηγόρος της υπερασπίσεως να επιμένει ότι ο πελάτης του δεν εγκλημάτησε, αν ο πελάτης έχει ομολογήσει το έγκλημα στον δικηγόρο του. Μπορεί ο δικηγόρος να κάνει μάχη για ελαφρύτερη ποινή ή και για αθώωση, χρησιμοποιώντας έντεχνα διάφορα ελαφρυντικά, αλλά δεν μπορεί να βασίσει την υπεράσπιση του πελάτη του στο ότι ο πελάτης δεν διέπραξε το έγκλημα.
Και στην περίπτωση ακόμα που το παραπάνω παραβιάζεται κι ο δικηγόρος πάει για αθώωση ψευδόμενος ο ίδιος, δηλαδή ενώ ξέρει ότι ο πελάτης του είναι ο αυτουργός, επιμένει ότι κάποιος άλλος διέπραξε το έγκλημα και όχι ο πελάτης του, αυτή η προσποίηση δεν μπορεί να κρατήσει παραπάνω από τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας. Ακόμα και οι πιο πωρωμένοι, χοντρόπετσοι και κυνικοί δικηγόροι δεν μπορούν να ψεύδονται ασύστολα με ατράνταχτη πειθώ για μεγάλα χρονικά διαστήματα, ιδιαίτερα όταν όλες οι αποδείξεις είναι εναντίον του πελάτη τους.
Παρατεταμένη έκθεση σε τέτοιου είδους συμπεριφορά οδηγεί πολύ συχνά σε σχιζοφρενικές καταστάσεις, διχασμό προσωπικότητας και άλλα τέτοια «ενδιαφέροντα».
Το μόνο συμπέρασμα δηλαδή που μένει σαν εξήγηση για κάποιον που συνεχίζει να λειτουργεί ψευδόμενος γιγαντιαία, χωρίς να ενοχλείται στο ελάχιστον, είναι ότι κάποια σοβαρή ψυχολογική διαστρέβλωση ή ψυχοπάθεια του έχει συμβεί. Κάτι που τον έχει καταστήσει ικανό, για δεκαετίες ολόκληρες, να δρα επιζήμια και ταυτόχρονα να πιστεύει ακράδαντα ότι κάνει καλό.
Όπως και να έχει το πράγμα, η κατάσταση για τον Βενιζέλο, είτε το έχει αντιληφθεί είτε όχι, είναι σε μόνιμη κατρακύλα. Και όσο καλύτερα και λεκτικά επιτυχημένα εκφράζεται, όσο περισσότερο «πείθει» ότι έχει δίκιο κι ότι έχει κάνει καλό, τόσο κραυγαλέα φαντάζει η αντιπαράθεση με την πραγματικότητα στο μυαλό όσων ξέρουν πόσο η κυβερνητική του δράση ήταν καταστροφική για τη χώρα. Και αυτοί που ξέρουν, τώρα είναι πολλοί.
Με λίγα λόγια, η Βενιζελική ρητορική μέσα στο πλαίσιο του «Εγώ είμαι αλάνθαστος» είναι τοξική όχι μόνο για τον ίδιο, αλλά και για το ΠΑΣΟΚ. Όσο πιο επιτυχημένα ο Βενιζέλος εκθειάζει λεκτικά τα «κατορθώματα» του εαυτού του και του ΠΑΣΟΚ, τόσο αυτός και το ΠΑΣΟΚ βυθίζονται.
Αναρωτιέμαι αν αυτό το καταλαβαίνουν στο ΠΑΣΟΚ.
Στην αρχαιότητα έλεγαν, πως όταν οι θεοί θέλουν να καταστρέψουν κάποιον, πρώτα τον τρελαίνουν. Λίγο τραβηγμένο και υπερβολικό, για παραλληλισμό με τα παραπάνω. Από την άλλη μεριά όμως, με τόση τρέλα που έχει πέσει στον τόπο μας, όλα είναι πιθανά.