Του Στέλιου Συρμόγλου
Παρακολουθώντας ένας ξένος παρατηρητής τις πολιτικές συμπεριφορές και πρακτικές, γενικότερα τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, θα κατέληγε στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η κύρια νόσος της ελληνικής κοινωνίας και της δημοκρατίας είναι η "πολεμολογία" του αυτονόητου, για να κινούνται όλα ή σχεδόν όλα στην περιοχή του ακατανόητου.
Και στις λεγόμενες "σταθερές δημοκρατίες", η τήρηση του αυτονόητου είναι κανόνας. Η...επιδίωξη του ακατανόητου εκ μέρους του πολιτικού προσωπικού συνιστά νόσο της δημοκρατίας. Νόσος είναι και ο εθισμός της κοινωνίας στο...ακατανόητο σε συνδυασμό με την απάθεια του πλήθους. Νόσος συγχρόνως και θρυαλλίς.
Παρακολουθώντας από τη δική μου οπτική γωνιά πολιτικές συμπεριφορές που εκδιπλώνονται ενίοτε με θράσος "χιλίων πιθήκων εν χορώ", με την πολιτική αναίδεια να εκμηδενίζει το "αυτονόητο", όπως για παράδειγμα ο διορισμός των μελών του ΔΣ της ΕΡΤ, χωρίς να τηρηθεί καμία διαδικασία νομιμότητας, οι σκέψεις μου ωθούνται προς τον Ηράκλειτο.
Δεν είναι βέβαια οι "αριστοκρατικαί ιδέαι" του φυσικού φιλοσόφου, ως αντίδραση κατά της παρακμής του ελεύθερου πολιτεύματος στην εποχή μας. Ούτε συνδέεται η προτίμησή μου προς τον σκοτεινό Εφέσιο με το θαυμασμό που είχαν γι' αυτόν ο Νίτσε και ο Λασσάλ.
Δύο τόσο αντίθετοι μεταξύ τους μεγάλοι στοχαστές δημιούργησαν ένα εκπληκτικό φωτοστέφανο για το αντικείμενο του κοινού θαυμασμού τους, τον Ηράκλειτο. Προς τον οποίο στράφηκαν για πολλά χρόνια κι όσοι εκ των οπαδών του διαλεκτικού υλισμού, δεν θέλησαν να περιφράξουν εαυτούς στους αφορισμούς του Μάρξ ή στα αδιέξοδα των αντιθέσεων του Εγελου.
Σε ό,τι με αφορά είναι η σημασία που έχει προσλάβει στη συνείδηση της κοινωνίας ο...πόλεμος κατά του αυτονόητου από την πολιτική νομενκλατούρα του τόπου τούτου. Ενας "πόλεμος" που δεν μας εγκατέλειψε ποτέ, με τις "πολεμικές επιχειρήσεις" κατά του αυτονόητου να γίνονται στο...κατώφλι της εστίας μας. Γι' αυτό ο πόλεμος αυτός κατέστη κυρίαρχος αρμός των σκέψεων μας. Και για την ελληνική κοινωνία η "πολεμολογία" του αυτονόητου, θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχει γίνει ένα μεγάλο τμήμα της σύγχρονης Κοινωνιολογίας.
Οχι πλέον ως έρευνα της φυσικής κατάστασης, αλλά ως ανικανότητα να ξεπεραστεί αυτή η φυσική κατάσταση, να περισταλεί ή και να καταπολεμηθεί, αφού αποδεδειγμένα σφραγίζει αρνητικά τη μέχρι σήμερα εξέλιξη της κοινωνίας και το μέλλον της. Τελικά, η "πολεμολογία" του αυτονόητου έχει γίνει για την ελληνική πραγματικότητα και συντελεστής της ιστορικής εξέλιξης, διότι δημιουργεί καταστάσεις βάσει των οποίων θεμελιώνονται αρνητικές προοπτικές στη ζωή των πολιτών.
Αλλά και ακόμη διότι ενδυναμώνει πολιτικές συμπεριφορές στις παρυφές της γελοιότητας και ενισχύει κομματικο-ιδεολογικά συμπλέγματα, που αποκτούν βαθμηδόν τέτοια δύναμη, ώστε να γράφουν με εντελώς άλλο τρόπο την κοινωνική ιστορία.
Τι κι αν έπεσαν αρκετά ξόανα των βωμών της πολιτικής απάτης. Τι κι αν λιγόστεψαν δραματικά οι ιδεόληπτοι Ελληνες μιας άλλης εποχής. Τι κι αν οι διψασμένοι ουρανίσκοι της μεοαστικής τάξης έχασαν τους υπεσχεμένους παραδείσους από τους θεούς της αποκάλυψης, δηλαδή από τους πολιτικούς ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Η "πολεμολογία" του...αυτονόητου από τους "ιθαγενείς" εξουσιολάγνους καλά κρατεί και μεσούσης της κρίσης. Με την Αριστερά στα κυβερνητικά έδρανα, με πασοκική πάντα απόχρωση, αλλά και με "ολίγον" από θολοφιλευθερισμό, να προσδίδει στο "ακατανόητο" την πλέον αποκρουστική μορφή του. Φροντίζοντας ταυτόχρονα με λόγια επιχρυσωμένα και με απουσία πράξεων να αποπροσανατολίζει τις κοινωνικές ομάδες με δούρεια σχήματα, για να αλώσει τις Τροίες της...
Παρακολουθώντας ένας ξένος παρατηρητής τις πολιτικές συμπεριφορές και πρακτικές, γενικότερα τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, θα κατέληγε στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η κύρια νόσος της ελληνικής κοινωνίας και της δημοκρατίας είναι η "πολεμολογία" του αυτονόητου, για να κινούνται όλα ή σχεδόν όλα στην περιοχή του ακατανόητου.
Και στις λεγόμενες "σταθερές δημοκρατίες", η τήρηση του αυτονόητου είναι κανόνας. Η...επιδίωξη του ακατανόητου εκ μέρους του πολιτικού προσωπικού συνιστά νόσο της δημοκρατίας. Νόσος είναι και ο εθισμός της κοινωνίας στο...ακατανόητο σε συνδυασμό με την απάθεια του πλήθους. Νόσος συγχρόνως και θρυαλλίς.
Παρακολουθώντας από τη δική μου οπτική γωνιά πολιτικές συμπεριφορές που εκδιπλώνονται ενίοτε με θράσος "χιλίων πιθήκων εν χορώ", με την πολιτική αναίδεια να εκμηδενίζει το "αυτονόητο", όπως για παράδειγμα ο διορισμός των μελών του ΔΣ της ΕΡΤ, χωρίς να τηρηθεί καμία διαδικασία νομιμότητας, οι σκέψεις μου ωθούνται προς τον Ηράκλειτο.
Δεν είναι βέβαια οι "αριστοκρατικαί ιδέαι" του φυσικού φιλοσόφου, ως αντίδραση κατά της παρακμής του ελεύθερου πολιτεύματος στην εποχή μας. Ούτε συνδέεται η προτίμησή μου προς τον σκοτεινό Εφέσιο με το θαυμασμό που είχαν γι' αυτόν ο Νίτσε και ο Λασσάλ.
Δύο τόσο αντίθετοι μεταξύ τους μεγάλοι στοχαστές δημιούργησαν ένα εκπληκτικό φωτοστέφανο για το αντικείμενο του κοινού θαυμασμού τους, τον Ηράκλειτο. Προς τον οποίο στράφηκαν για πολλά χρόνια κι όσοι εκ των οπαδών του διαλεκτικού υλισμού, δεν θέλησαν να περιφράξουν εαυτούς στους αφορισμούς του Μάρξ ή στα αδιέξοδα των αντιθέσεων του Εγελου.
Σε ό,τι με αφορά είναι η σημασία που έχει προσλάβει στη συνείδηση της κοινωνίας ο...πόλεμος κατά του αυτονόητου από την πολιτική νομενκλατούρα του τόπου τούτου. Ενας "πόλεμος" που δεν μας εγκατέλειψε ποτέ, με τις "πολεμικές επιχειρήσεις" κατά του αυτονόητου να γίνονται στο...κατώφλι της εστίας μας. Γι' αυτό ο πόλεμος αυτός κατέστη κυρίαρχος αρμός των σκέψεων μας. Και για την ελληνική κοινωνία η "πολεμολογία" του αυτονόητου, θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχει γίνει ένα μεγάλο τμήμα της σύγχρονης Κοινωνιολογίας.
Οχι πλέον ως έρευνα της φυσικής κατάστασης, αλλά ως ανικανότητα να ξεπεραστεί αυτή η φυσική κατάσταση, να περισταλεί ή και να καταπολεμηθεί, αφού αποδεδειγμένα σφραγίζει αρνητικά τη μέχρι σήμερα εξέλιξη της κοινωνίας και το μέλλον της. Τελικά, η "πολεμολογία" του αυτονόητου έχει γίνει για την ελληνική πραγματικότητα και συντελεστής της ιστορικής εξέλιξης, διότι δημιουργεί καταστάσεις βάσει των οποίων θεμελιώνονται αρνητικές προοπτικές στη ζωή των πολιτών.
Αλλά και ακόμη διότι ενδυναμώνει πολιτικές συμπεριφορές στις παρυφές της γελοιότητας και ενισχύει κομματικο-ιδεολογικά συμπλέγματα, που αποκτούν βαθμηδόν τέτοια δύναμη, ώστε να γράφουν με εντελώς άλλο τρόπο την κοινωνική ιστορία.
Τι κι αν έπεσαν αρκετά ξόανα των βωμών της πολιτικής απάτης. Τι κι αν λιγόστεψαν δραματικά οι ιδεόληπτοι Ελληνες μιας άλλης εποχής. Τι κι αν οι διψασμένοι ουρανίσκοι της μεοαστικής τάξης έχασαν τους υπεσχεμένους παραδείσους από τους θεούς της αποκάλυψης, δηλαδή από τους πολιτικούς ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
Η "πολεμολογία" του...αυτονόητου από τους "ιθαγενείς" εξουσιολάγνους καλά κρατεί και μεσούσης της κρίσης. Με την Αριστερά στα κυβερνητικά έδρανα, με πασοκική πάντα απόχρωση, αλλά και με "ολίγον" από θολοφιλευθερισμό, να προσδίδει στο "ακατανόητο" την πλέον αποκρουστική μορφή του. Φροντίζοντας ταυτόχρονα με λόγια επιχρυσωμένα και με απουσία πράξεων να αποπροσανατολίζει τις κοινωνικές ομάδες με δούρεια σχήματα, για να αλώσει τις Τροίες της...