Οδυσσέας Τσαγκαράκης,
Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης
Ο μυθικός βασιλιάς της Εφύρας καταδικάστηκε να κυλάει πελώριο βράχο σε βουνοπλαγιά. Κάθε φορά που έφτανε στην κορυφή ο «αναιδής» βράχος (Οδύσσεια λ 598, «λάας αναιδής») κατρακυλούσε και ο Σίσυφος άρχιζε πάλι την προσπάθεια από την αρχή. Αυτό κάνουμε και εμείς σήμερα με το χρέος και η «καταδίκη» μας δεν φαίνεται να έχει τέλος.
Οι όροι που συνοδεύουν τη χορήγηση δανείων γίνονται όλο και σκληρότεροι, με δική μας υπαιτιότητα. Υπογράφουμε συμφωνίες που δεν τηρούμε ή δεν τηρήσαμε τα τελευταία 5 χρόνια (π.χ. απελευθέρωση όλων των κλειστών επαγγελμάτων). Δεν εννοούμε να δρομολογήσουμε επιτέλους τις δύσκολες αλλά αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, που άλλοι λαοί της ΕΕ εφαρμόζουν εκσυγχρονίζοντας π.χ. το ασφαλιστικό τους. «Κυλούν» και εκείνοι «βράχους» αλλά οι κυβερνήσεις τους δεν εξυπηρετούν το δημόσιο χρέος αρμέγοντας εξαντλητικά τους φορολογούμενους. Έχουν έσοδα και από άλλες πηγές (βιομηχανία, βιοτεχνία, κτηνοτροφία, γεωργία, εμπόριο). Στη χώρα όμως της «φαιδράς πορτοκαλέας» εξακολουθεί, δυστυχώς, να ανθεί το πελατειακό κράτος με τις οθωμανικές του καταβολές.
Όσο δεν παράγουμε εγχώριο πλούτο, που θα μας επιτρέψει να σταθούμε γερά στα πόδια μας, θα κυλάμε το βράχο με βογκητά και θα βρίζουμε ή θα κατηγορούμε τους δανειστές. Χρειάζεται να θυμηθούμε πώς έφτασε ο «επονείδιστος» βράχος στα χέρια μας; Γίναμε αχόρταγοι καταναλωτές (με ξένα λεφτά), πέρα από το ότι παραφορτώσαμε το δημόσιο με αχρείαστους υπαλλήλους. Με τα δάνεια αγοράζαμε τα ακριβά και ενίοτε πανάκριβα προϊόντα τους (για να δουλεύουν οι βιομηχανίες τους με τις δικές μας να βρίσκονται σε απραξία ή αχρηστία) και παίρναμε άλλα δάνεια για να τα αποπληρώνουμε. Έτσι πέσαμε στο φαύλο κύκλο του δανεισμού από τον οποίο πρέπει να βγούμε όσο επώδυνο και αν είναι αυτό. Μάθαμε τον εύκολο δρόμο που τελικά μας οδήγησε στη σημερινή εξαθλίωση και δεν είδαμε φαίνεται ακόμη τίποτα («στο μνημόνιο υπάρχει ρητή παραίτηση δικαιωμάτων εθνικής κυριαρχίας» - δήλωση τού συνταγματολόγου Γ. Κασιμάτη, 3/6/15).
Την Κατοχή, και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ανασκουμπώσαμε τα μανίκια και πιάσαμε την τσάπα και το φτυάρι όταν το τρακτέρ ήταν πολυτέλεια ή δεν υπήρχαν λεφτά για πετρέλαιο. Δουλεύαμε σκληρά και παραγωγικά (στις καλλιέργειες, στο νταμάρι, στην ταπεινή βιοτεχνία). Δεν λέγαμε «πέσε πίτα να σε φάω» ή δώστε μας και άλλη «πίτα». Μάθαμε να τη ζυμώνουμε με τα χέρια μας και μάλιστα με ντόπια υλικά.
Ζούμε βέβαια σε άλλες εποχές αλλά οι βασικές ανάγκες του ανθρώπου παραμένουν διαχρονικά ίδιες και απαράλλακτες. Αν μάθουμε να φτιάχνουμε την πίτα της οικονομίας θα βρίσκουμε τρόπο και να τη μοιραζόμαστε ανάλογα με το μέγεθος των εσόδων από μια ανταγωνιστική παραγωγή. Είναι ο μόνος τρόπος για να γίνουμε αφεντικά στο σπίτι μας και να μάς σέβονται οι άλλοι. Το χρέος πρέπει να αποπληρώνεται από τα κέρδη του κράτους και όχι από την ανελέητη και εξοντωτική φορολόγηση των πολιτών που επιβάλλουν οι δανειστές για να εισπράξουν πρωτίστως τα λεφτά τους. Θέλουν βέβαια οι Ευρωπαίοι και το καλό μας που εμείς ωστόσο αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά από εκείνους και αυτό είναι ένα πρόβλημα (αν δεν είναι το πρόβλημα, αφού παραμένουμε ανατολίτες και βαλκάνιοι).
Παραπλανά η κυβέρνηση όταν μας διαβεβαιώνει ότι δεν θα υπάρξουν περαιτέρω περικοπές σε μισθούς και συντάξεις και υπόσχεται αυξήσεις και επαναπροσλήψεις απολυμένων. Με τι λεφτά, τη στιγμή μάλιστα που αδυνατεί να εισπράξει οφειλές δισεκατομμυρίων ευρώ; Μήπως με τα λεφτά που θα έρθουν από επενδύσεις και από μια μελλοντική οικονομική ανάπτυξη; Πώς; Χωρίς μεταρρυθμίσεις και με ανατολίτικη νοοτροπία; Ας μην τρέφουμε αυταπάτες.
Αν πιστεύουμε ότι μας αξίζει καλύτερη τύχη πρέπει να τη δημιουργήσουμε. Είναι ο δρόμος του Έλληνα από την εποχή του Ησιόδου (700 π. Χ.). Διαφορετικά θα παρακαλούμε τους άλλους να μας «σώζουν» και εμείς θα κυλάμε το βράχο που στο τέλος θα μας λιώσει.
Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης
Ο μυθικός βασιλιάς της Εφύρας καταδικάστηκε να κυλάει πελώριο βράχο σε βουνοπλαγιά. Κάθε φορά που έφτανε στην κορυφή ο «αναιδής» βράχος (Οδύσσεια λ 598, «λάας αναιδής») κατρακυλούσε και ο Σίσυφος άρχιζε πάλι την προσπάθεια από την αρχή. Αυτό κάνουμε και εμείς σήμερα με το χρέος και η «καταδίκη» μας δεν φαίνεται να έχει τέλος.
Οι όροι που συνοδεύουν τη χορήγηση δανείων γίνονται όλο και σκληρότεροι, με δική μας υπαιτιότητα. Υπογράφουμε συμφωνίες που δεν τηρούμε ή δεν τηρήσαμε τα τελευταία 5 χρόνια (π.χ. απελευθέρωση όλων των κλειστών επαγγελμάτων). Δεν εννοούμε να δρομολογήσουμε επιτέλους τις δύσκολες αλλά αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, που άλλοι λαοί της ΕΕ εφαρμόζουν εκσυγχρονίζοντας π.χ. το ασφαλιστικό τους. «Κυλούν» και εκείνοι «βράχους» αλλά οι κυβερνήσεις τους δεν εξυπηρετούν το δημόσιο χρέος αρμέγοντας εξαντλητικά τους φορολογούμενους. Έχουν έσοδα και από άλλες πηγές (βιομηχανία, βιοτεχνία, κτηνοτροφία, γεωργία, εμπόριο). Στη χώρα όμως της «φαιδράς πορτοκαλέας» εξακολουθεί, δυστυχώς, να ανθεί το πελατειακό κράτος με τις οθωμανικές του καταβολές.
Όσο δεν παράγουμε εγχώριο πλούτο, που θα μας επιτρέψει να σταθούμε γερά στα πόδια μας, θα κυλάμε το βράχο με βογκητά και θα βρίζουμε ή θα κατηγορούμε τους δανειστές. Χρειάζεται να θυμηθούμε πώς έφτασε ο «επονείδιστος» βράχος στα χέρια μας; Γίναμε αχόρταγοι καταναλωτές (με ξένα λεφτά), πέρα από το ότι παραφορτώσαμε το δημόσιο με αχρείαστους υπαλλήλους. Με τα δάνεια αγοράζαμε τα ακριβά και ενίοτε πανάκριβα προϊόντα τους (για να δουλεύουν οι βιομηχανίες τους με τις δικές μας να βρίσκονται σε απραξία ή αχρηστία) και παίρναμε άλλα δάνεια για να τα αποπληρώνουμε. Έτσι πέσαμε στο φαύλο κύκλο του δανεισμού από τον οποίο πρέπει να βγούμε όσο επώδυνο και αν είναι αυτό. Μάθαμε τον εύκολο δρόμο που τελικά μας οδήγησε στη σημερινή εξαθλίωση και δεν είδαμε φαίνεται ακόμη τίποτα («στο μνημόνιο υπάρχει ρητή παραίτηση δικαιωμάτων εθνικής κυριαρχίας» - δήλωση τού συνταγματολόγου Γ. Κασιμάτη, 3/6/15).
Την Κατοχή, και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ανασκουμπώσαμε τα μανίκια και πιάσαμε την τσάπα και το φτυάρι όταν το τρακτέρ ήταν πολυτέλεια ή δεν υπήρχαν λεφτά για πετρέλαιο. Δουλεύαμε σκληρά και παραγωγικά (στις καλλιέργειες, στο νταμάρι, στην ταπεινή βιοτεχνία). Δεν λέγαμε «πέσε πίτα να σε φάω» ή δώστε μας και άλλη «πίτα». Μάθαμε να τη ζυμώνουμε με τα χέρια μας και μάλιστα με ντόπια υλικά.
Ζούμε βέβαια σε άλλες εποχές αλλά οι βασικές ανάγκες του ανθρώπου παραμένουν διαχρονικά ίδιες και απαράλλακτες. Αν μάθουμε να φτιάχνουμε την πίτα της οικονομίας θα βρίσκουμε τρόπο και να τη μοιραζόμαστε ανάλογα με το μέγεθος των εσόδων από μια ανταγωνιστική παραγωγή. Είναι ο μόνος τρόπος για να γίνουμε αφεντικά στο σπίτι μας και να μάς σέβονται οι άλλοι. Το χρέος πρέπει να αποπληρώνεται από τα κέρδη του κράτους και όχι από την ανελέητη και εξοντωτική φορολόγηση των πολιτών που επιβάλλουν οι δανειστές για να εισπράξουν πρωτίστως τα λεφτά τους. Θέλουν βέβαια οι Ευρωπαίοι και το καλό μας που εμείς ωστόσο αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά από εκείνους και αυτό είναι ένα πρόβλημα (αν δεν είναι το πρόβλημα, αφού παραμένουμε ανατολίτες και βαλκάνιοι).
Παραπλανά η κυβέρνηση όταν μας διαβεβαιώνει ότι δεν θα υπάρξουν περαιτέρω περικοπές σε μισθούς και συντάξεις και υπόσχεται αυξήσεις και επαναπροσλήψεις απολυμένων. Με τι λεφτά, τη στιγμή μάλιστα που αδυνατεί να εισπράξει οφειλές δισεκατομμυρίων ευρώ; Μήπως με τα λεφτά που θα έρθουν από επενδύσεις και από μια μελλοντική οικονομική ανάπτυξη; Πώς; Χωρίς μεταρρυθμίσεις και με ανατολίτικη νοοτροπία; Ας μην τρέφουμε αυταπάτες.
Αν πιστεύουμε ότι μας αξίζει καλύτερη τύχη πρέπει να τη δημιουργήσουμε. Είναι ο δρόμος του Έλληνα από την εποχή του Ησιόδου (700 π. Χ.). Διαφορετικά θα παρακαλούμε τους άλλους να μας «σώζουν» και εμείς θα κυλάμε το βράχο που στο τέλος θα μας λιώσει.