Του Στρατή Μαζίδη
Κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης οι μόνες κυβερνήσεις που μακροημέρευσαν στη χώρα ήταν δύο, του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Σημίτη. Η μεν πρώτη μοίραζε χρήματα χρεώνοντας το κράτος, η δεύτερη ήταν αυτή που ξεκίνησε να χρεώνει και απευθείας (εκτός των δημοσίων ταμείων) τον εθελοτυφλούντα λαό.
Ωστόσο στις αρχές της δεκαετίας του 2000 είχε διαφανεί στην πατρίδα μας πως κάτι δεν πάει καλά. Ότι έχουμε παθογένειες. Πώς συντηρούμε ένα τεράστιο κράτος που καταναλώνει περισσότερα από όσα παράγει αλλά και προκλητικά προνόμια στο ασφαλιστικό τα οποία μπορούν να υπάρξουν μόνο σε μια ανθίζουσα οικονομία και με διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό.
Έκτοτε ξεκίνησαν τα προβλήματα και οι κυβερνήσεις, μολονότι ορισμένες με ευρεία λαϊκή πλειοψηφία, ανατρέπονταν πολύ πριν την ώρα τους. Κυβέρνηση Καραμανλή, Παπανδρέου, Σαμαρά και τώρα Τσίπρα. Στο ενδιάμεσο πέρασαν και δύο κυβερνήσεις των Παπαδήμου - Πικραμένου.
Ο Κώστας Καραμανλής εξελέγη να αλλάξει τα πάντα. Δυστυχώς όχι μόνο δεν έκανε το παραμικρό αλλά κουραζόταν τόσο πολύ από το τίποτε που έκανε ώστε τα μεσημέρια εγκατέλειπε το γραφείο. Κατήγαγε δύο μεγάλες εκλογικές σε ποσοστό νίκες δίχως να πράξει το παραμικρό. Ήδη από τότε θυμάμαι το σημερινό ευρωβουλευτή της ΝΔ και εκδότη της Free Press Γιώργο Κύρτσο διαβάζοντάς τον κάθε πρωί στο μετρό να θίγει όλα όσα μας έφτασαν ως εδώ και προτρέποντας τον τότε πρωθυπουργό πράγματι να επανιδρύσει το κράτος και να μειωθεί το χάσμα με την ΕΕ διαβλέποντας πριν ξεσπάσει την επερχόμενη κρίση. Ο Καραμανλής κυβέρνησε 3 1/2 χρόνια με 170 βουλευτές δίχως να κάνει κάτι και με τις οσμές των σκανδάλων σιγά σιγά να αναδύονται. Πάρα ταύτα πέτυχε μεγάλη νίκη το 2007 που όμως λόγω του εκλογικού νόμου κατέστη όμηρος των 152-153 εδρών του, του Γιάννη Μανώλη (που όλο τα βροντούσε) και του Πέτρου Τατούλη. Τελικά, ανετράπη από το Γιώργο Παπανδρέου, με μεγάλη του χαρά βέβαια, καθώς ο τελευταίος είχε διαμηνύσει πως δε θα ψήφιζε τον Κάρολο Παπούλια κατά την προεδρική εκλογή το Φεβρουάριο του 2010. Κι αυτός, ως ένας μη τυπικός εργαζόμενος, την έκανε μερικούς μήνες νωρίτερα αντί να παλέψει.
Ο Γιώργος Παπανδρέου παρέλαβε μια εκτροχιασμένη οικονομία, φορτωμένη με ελλείμματα και χρέη αλλά έταζε χρήματα και στην αρχή μοίραζε επιδόματα αλληλεγγύης ακόμη και σε εφοπλιστές (αληθεύει). Θα μας έκανε Δανία αλλά τελικά καταλήξαμε στο ΔΝΤ και τα μνημόνια. Η κοινοβουλευτική του δύναμη άρχισε να μετρά απώλειες και δύο χρόνια αργότερα έπεσε. Το δε ΠΑΣΟΚ από το 44% έφτασε στο 12% και σήμερα στο 4%. Προσπάθεια να θυμίσουμε τη Δανία δεν έγινε. Πέσαμε όμως χαμηλότερα πλέον από τη Βουλγαρία που κάποιοι κορόιδευαν.
Ο Αντώνης Σαμαράς όντως κληρονόμησε το μνημόνιο. Προσπάθησε περισσότερο να διαχειριστεί τα νούμερα. Δεν προχώρησε στην επιβολή νέων φόρων, διατήρησε όμως τους παλαιούς. Μέχρι ενός σημείου και με τη δημιουργική λογιστική που ακούει στο όνομα πρωτογενές πλεόνασμα, τα κατάφερε. Μάλιστα μοίρασε και χρήματα. Όμως όχι σε όσους πραγματικά τα χρειάζονταν, όπως οι άνεργοι αλλά σε συγκεκριμένες ομάδες - εν δυνάμει ψηφοφόρους. Άτσαλος, περιχαρακωμένος από σκληρούς δεξιούς και στο τέλος παντελώς αποσυντονισμένος με τον Τσίπρα να έχει αποφασίσει να τον ανατρέψει, έχασε τον έλεγχο. Στο κράτος έπραξε κι αυτός από μηδενικά έως ελάχιστα.
Ο Αλέξης Τσίπρας βρήκε το βασανισμένο επί 6 χρόνια και του έταξε. Πλην όμως η πράξη τον διέψευσε. Οι δικαιολογίες που ακόμη και σήμερα αραδιάζει, είναι απλά γελοίες και απαράδεκτες για πρωθυπουργό. Αν τις εννοεί, πρέπει να τον δει ειδικός, αν μας κοροϊδεύει, πρέπει να τον καλέσει εισαγγελέας. Η μεταστροφή του και η υποταγή του σε συνδυασμό με την ασέβεια απέναντι στην έκφραση του ελληνικού λαού στις αρχές Ιουλίου, τον οδήγησαν στην πτώση. Η πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση που απώλεσε δυνάμεις τόσο γρήγορα και ανετράπη. Το κόμμα του οποίου ηγείται, απλά μετακόμισε σε άλλα γραφεία και άλλαξε όνομα.
Όλοι αυτοί φυσικά για την ανατροπή τους επικαλούνται τα συνηθισμένα. Προδότες, εφιάλτες, τα γνωστά κέντρα, διάφοροι κύκλοι κ.ο.κ.
Η αλήθεια είναι μία όμως. Ανετράπησαν διότι δεν έκαναν τίποτε εκεί όπου έπρεπε να δράσουν. Ωρίμασαν και σάπισαν. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, πριν συντελεστεί η πολιτική ανατροπή είχε ήδη διαδραματιστεί η απώλεια της στήριξης της κοινωνίας. Απλά οι εκάστοτε πολιτικοί παράγοντες επιτάχυναν λόγω συμφέροντος τις εξελίξεις.
Όλες αυτές οι κυβερνήσεις δεν υπηρέτησαν τη χώρα αλλά τον εαυτό τους υπό το σκοπό πως θα παραμείνουμε στην εξουσία. Κι εδώ υπάρχουν δύο δρόμοι. Ο πρώτος είναι ο δημιουργικός και της τοποθέτησης των βάσεων. Ο δεύτερος είναι της συντήρησης του πλαδαρού κράτους, των διορισμένων, των μη παραγωγικών, των έξι υπαλλήλων στο πρωτόκολλο αλλά καμίας νοσοκόμας στο ακριτικό νησί, της 40αρας και του 40αρη συνταξιούχου με τα μόλις 15-16 έτη εργασίας. Τη συντήρηση ή καλύτερα τον παρασιτικό βίο τον πλήρωναν και πληρώνουν τα συνήθη υποζύγια στα οποία θα επιβάλλουν και περιουσιακό φόρο για να διατηρηθεί το μόρφωμα.
Το οξύμωρο είναι πως οι κυβερνήσεις αυτές μολονότι δεν έθιξαν τις παχιές αγελάδες φοβούμενες το πολιτικό κόστος (και παραβλέποντας το αντίστοιχο και μεγαλύτερο κέρδος, ακόμη και πολιτικό, από τις ανάσες που θα έπαιρνε η χώρα και τον κόσμο που θα το αναγνώριζε) εν τέλει κατέληγαν να χάνουν το λαϊκό έρισμα, μέχρι και των ομάδων για χάρη των οποίων μαστιγώνουν όλους τους υπόλοιπους, πληρώνοντας τελικά το κόστος που ήθελαν να αποφύγουν.
Τα ιερά τοτέμ τους εξελίσσονταν και αυτοί σε δήμιους τους.
Κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης οι μόνες κυβερνήσεις που μακροημέρευσαν στη χώρα ήταν δύο, του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Σημίτη. Η μεν πρώτη μοίραζε χρήματα χρεώνοντας το κράτος, η δεύτερη ήταν αυτή που ξεκίνησε να χρεώνει και απευθείας (εκτός των δημοσίων ταμείων) τον εθελοτυφλούντα λαό.
Ωστόσο στις αρχές της δεκαετίας του 2000 είχε διαφανεί στην πατρίδα μας πως κάτι δεν πάει καλά. Ότι έχουμε παθογένειες. Πώς συντηρούμε ένα τεράστιο κράτος που καταναλώνει περισσότερα από όσα παράγει αλλά και προκλητικά προνόμια στο ασφαλιστικό τα οποία μπορούν να υπάρξουν μόνο σε μια ανθίζουσα οικονομία και με διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό.
Έκτοτε ξεκίνησαν τα προβλήματα και οι κυβερνήσεις, μολονότι ορισμένες με ευρεία λαϊκή πλειοψηφία, ανατρέπονταν πολύ πριν την ώρα τους. Κυβέρνηση Καραμανλή, Παπανδρέου, Σαμαρά και τώρα Τσίπρα. Στο ενδιάμεσο πέρασαν και δύο κυβερνήσεις των Παπαδήμου - Πικραμένου.
Ο Κώστας Καραμανλής εξελέγη να αλλάξει τα πάντα. Δυστυχώς όχι μόνο δεν έκανε το παραμικρό αλλά κουραζόταν τόσο πολύ από το τίποτε που έκανε ώστε τα μεσημέρια εγκατέλειπε το γραφείο. Κατήγαγε δύο μεγάλες εκλογικές σε ποσοστό νίκες δίχως να πράξει το παραμικρό. Ήδη από τότε θυμάμαι το σημερινό ευρωβουλευτή της ΝΔ και εκδότη της Free Press Γιώργο Κύρτσο διαβάζοντάς τον κάθε πρωί στο μετρό να θίγει όλα όσα μας έφτασαν ως εδώ και προτρέποντας τον τότε πρωθυπουργό πράγματι να επανιδρύσει το κράτος και να μειωθεί το χάσμα με την ΕΕ διαβλέποντας πριν ξεσπάσει την επερχόμενη κρίση. Ο Καραμανλής κυβέρνησε 3 1/2 χρόνια με 170 βουλευτές δίχως να κάνει κάτι και με τις οσμές των σκανδάλων σιγά σιγά να αναδύονται. Πάρα ταύτα πέτυχε μεγάλη νίκη το 2007 που όμως λόγω του εκλογικού νόμου κατέστη όμηρος των 152-153 εδρών του, του Γιάννη Μανώλη (που όλο τα βροντούσε) και του Πέτρου Τατούλη. Τελικά, ανετράπη από το Γιώργο Παπανδρέου, με μεγάλη του χαρά βέβαια, καθώς ο τελευταίος είχε διαμηνύσει πως δε θα ψήφιζε τον Κάρολο Παπούλια κατά την προεδρική εκλογή το Φεβρουάριο του 2010. Κι αυτός, ως ένας μη τυπικός εργαζόμενος, την έκανε μερικούς μήνες νωρίτερα αντί να παλέψει.
Ο Γιώργος Παπανδρέου παρέλαβε μια εκτροχιασμένη οικονομία, φορτωμένη με ελλείμματα και χρέη αλλά έταζε χρήματα και στην αρχή μοίραζε επιδόματα αλληλεγγύης ακόμη και σε εφοπλιστές (αληθεύει). Θα μας έκανε Δανία αλλά τελικά καταλήξαμε στο ΔΝΤ και τα μνημόνια. Η κοινοβουλευτική του δύναμη άρχισε να μετρά απώλειες και δύο χρόνια αργότερα έπεσε. Το δε ΠΑΣΟΚ από το 44% έφτασε στο 12% και σήμερα στο 4%. Προσπάθεια να θυμίσουμε τη Δανία δεν έγινε. Πέσαμε όμως χαμηλότερα πλέον από τη Βουλγαρία που κάποιοι κορόιδευαν.
Ο Αντώνης Σαμαράς όντως κληρονόμησε το μνημόνιο. Προσπάθησε περισσότερο να διαχειριστεί τα νούμερα. Δεν προχώρησε στην επιβολή νέων φόρων, διατήρησε όμως τους παλαιούς. Μέχρι ενός σημείου και με τη δημιουργική λογιστική που ακούει στο όνομα πρωτογενές πλεόνασμα, τα κατάφερε. Μάλιστα μοίρασε και χρήματα. Όμως όχι σε όσους πραγματικά τα χρειάζονταν, όπως οι άνεργοι αλλά σε συγκεκριμένες ομάδες - εν δυνάμει ψηφοφόρους. Άτσαλος, περιχαρακωμένος από σκληρούς δεξιούς και στο τέλος παντελώς αποσυντονισμένος με τον Τσίπρα να έχει αποφασίσει να τον ανατρέψει, έχασε τον έλεγχο. Στο κράτος έπραξε κι αυτός από μηδενικά έως ελάχιστα.
Ο Αλέξης Τσίπρας βρήκε το βασανισμένο επί 6 χρόνια και του έταξε. Πλην όμως η πράξη τον διέψευσε. Οι δικαιολογίες που ακόμη και σήμερα αραδιάζει, είναι απλά γελοίες και απαράδεκτες για πρωθυπουργό. Αν τις εννοεί, πρέπει να τον δει ειδικός, αν μας κοροϊδεύει, πρέπει να τον καλέσει εισαγγελέας. Η μεταστροφή του και η υποταγή του σε συνδυασμό με την ασέβεια απέναντι στην έκφραση του ελληνικού λαού στις αρχές Ιουλίου, τον οδήγησαν στην πτώση. Η πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση που απώλεσε δυνάμεις τόσο γρήγορα και ανετράπη. Το κόμμα του οποίου ηγείται, απλά μετακόμισε σε άλλα γραφεία και άλλαξε όνομα.
Όλοι αυτοί φυσικά για την ανατροπή τους επικαλούνται τα συνηθισμένα. Προδότες, εφιάλτες, τα γνωστά κέντρα, διάφοροι κύκλοι κ.ο.κ.
Η αλήθεια είναι μία όμως. Ανετράπησαν διότι δεν έκαναν τίποτε εκεί όπου έπρεπε να δράσουν. Ωρίμασαν και σάπισαν. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, πριν συντελεστεί η πολιτική ανατροπή είχε ήδη διαδραματιστεί η απώλεια της στήριξης της κοινωνίας. Απλά οι εκάστοτε πολιτικοί παράγοντες επιτάχυναν λόγω συμφέροντος τις εξελίξεις.
Όλες αυτές οι κυβερνήσεις δεν υπηρέτησαν τη χώρα αλλά τον εαυτό τους υπό το σκοπό πως θα παραμείνουμε στην εξουσία. Κι εδώ υπάρχουν δύο δρόμοι. Ο πρώτος είναι ο δημιουργικός και της τοποθέτησης των βάσεων. Ο δεύτερος είναι της συντήρησης του πλαδαρού κράτους, των διορισμένων, των μη παραγωγικών, των έξι υπαλλήλων στο πρωτόκολλο αλλά καμίας νοσοκόμας στο ακριτικό νησί, της 40αρας και του 40αρη συνταξιούχου με τα μόλις 15-16 έτη εργασίας. Τη συντήρηση ή καλύτερα τον παρασιτικό βίο τον πλήρωναν και πληρώνουν τα συνήθη υποζύγια στα οποία θα επιβάλλουν και περιουσιακό φόρο για να διατηρηθεί το μόρφωμα.
Το οξύμωρο είναι πως οι κυβερνήσεις αυτές μολονότι δεν έθιξαν τις παχιές αγελάδες φοβούμενες το πολιτικό κόστος (και παραβλέποντας το αντίστοιχο και μεγαλύτερο κέρδος, ακόμη και πολιτικό, από τις ανάσες που θα έπαιρνε η χώρα και τον κόσμο που θα το αναγνώριζε) εν τέλει κατέληγαν να χάνουν το λαϊκό έρισμα, μέχρι και των ομάδων για χάρη των οποίων μαστιγώνουν όλους τους υπόλοιπους, πληρώνοντας τελικά το κόστος που ήθελαν να αποφύγουν.
Τα ιερά τοτέμ τους εξελίσσονταν και αυτοί σε δήμιους τους.