Του Μπόρις Καγκαρλίτσκι
Μετάφραση: Στάθης Χαμπίμπης
(Σχόλιο μεταφραστή: Η επιτυχία του Τζέρεμη Κόρμπυν αποτελεί ελπίδα για όλους τους λαούς της Ευρώπης και όπως αποδεικνύεται και στο παρόν κείμενο όσο ακλόνητη κι αν φαίνεται η άρχουσα τάξη ο αστάθμητος παράγοντας, το αναπάντεχο, μα και η θέληση των ανθρώπων για ελευθερία και δικαιοσύνη παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανθρώπινη ιστορία)
Το προηγούμενο καλοκαίρι, ήλπιζα να συναντήσω τον Τζέρεμη Κόρμπυν σε ένα συνέδριο για την καταπολέμηση της κρίσης στην Ούφα, της Ρωσίας. Ζήτησε να σκεφτεί για μερικές μέρες την πρόσκληση αν είναι να παρακολουθήσει το συνέδριο και τελικά μου υποσχέθηκε να έρθει εκτός αν του συνέβαινε κάτι αναπάντεχο και σημαντικό. Και του συνέβη. Τελικά ήταν υποψήφιος για την ηγεσία του Βρετανικού Εργατικού κόμματος.
«Το φαινόμενο Κόρμπυν» εμφανίστηκε ξαφνικά, όχι μόνο γι’ αυτόν και για όλους όσους τον γνώριζαν, αλλά και για πολλούς δημοσιογράφους και αναλυτές, συμπεριλαμβανομένων και αυτών στη Μεγάλη Βρετανία. Κι όμως αυτό το σεμνό μέλος του κόμματος και βουλευτής ουδέποτε είχε τραβήξει τόσο μεγάλη προσοχή. Περισσότερο ήταν γνωστός ως ένας από τους ελάχιστους Βρετανούς πολιτικούς, ο ποίος δεν ενδιαφερόταν για λεφτά και καριέρα και γι’ αυτό παρέμενε πάντοτε στο παρασκήνιο από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, όποτε και πρωτοεκλέχτηκε βουλευτής. Από όλους τους βουλευτές στο Westminster, ήταν ο πιο ωφέλιμος για τους Βρετανούς φορολογούμενους, μιας και ξόδευε τα δημόσια χρήματα φειδωλά και ποτέ δεν καταχράστηκε τα προνόμια του. Συνεχώς ανανέωνε την εκλογική του εντολή απλά και μόνο διότι οι πολίτες της περιοχής, που αντιπροσώπευε, ήξεραν ότι ο κος Κόρμπυν θα ανταποκρινόταν στις προσδοκίες τους και θα έλυνε τα μικρά τους προβλήματα χρησιμοποιώντας το κύρος του και την επιρροή του.
Εξαιτίας της ισχυρής του θέσης στη χώρα, ο Τζέρεμη Κόρμπυν ήταν ανεξάρτητος τόσο από το κομματικό όσο και από το μιντιακό κατεστημένο. Αυτό του επέτρεψε να κερδίζει στις εκλογές χωρίς να ξοδεύει πολλά λεφτά. Αυτή του η ανεξαρτησία από τις αρχές ήταν αυτό που σταδιακά τον μεταμόρφωσε σε έναν διάσημο πολιτικό, εάν όχι σε έναν διαφωνών του δικού του κόμματος. Παρόλα αυτά δεν κήρυσσε αιρετικές απόψεις. Απλά παρέμενε πιστός στις αρχές της σοσιαλδημοκρατίας όταν άλλοι υψηλόβαθμοι πολιτικοί πρόδιδαν τις κομματικές τους αρχές και μεταμορφώνονταν σε νέο – φιλελεύθερους.
Είναι αστείο να διαβάζω σήμερα στο Ρωσικό τύπο (και στο Δυτικό τύπο) για τον Κόρμπυν ως τον αντιπρόσωπο της «άκρας αριστεράς». Τόσο το πρόγραμμα όσο και η δραστηριότητά του δεν ξεπερνούν αυτό που χαρακτηριζόταν ως μια κανονική σοσιαλδημοκρατική ατζέντα κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Βεβαίως στην αριστερή της και όχι στη δεξιά της εκδοχή. Όμως τίποτα περισσότερο από αυτό.
Η κατηγορία εναντίον του κε. Κόρμπυν για ακραίο ριζοσπαστισμό μαρτυράει περισσότερο τη στροφή των Ευρωπαίων και Βρετανών πολιτικών προς ένα δεξιό «άξονα» παρά τη στροφή των απόψεων του βουλευτή Κόρμπυν και των υποστηρικτών του. Αλλά μερικές φορές η προσκόλληση στις αρχές μπορεί να είναι καλή διαφήμιση. Ειδικά όταν οι άλλοι προδίδουν και ξεπουλούν, είναι αρκετά πιθανό να δοξαστείς μόνο και μόνο γιατί συμπεριφέρθηκες ευπρεπώς.
Ο κος Κόρμπυν μίλησε σε αντιπολεμικά συλλαλητήρια όταν το Εργατικό Κόμμα σιωπούσε ή όταν υποστήριζε τον πόλεμο στο Ιράκ. Δε θαύμαζε τα κατορθώματα των ειδικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν. Μίλησε στο ακροατήριό του για τον εμπρησμό της Βουλής των Συνδικάτων στην Οντέσσα της Ουκρανίας στις 2 Μαΐου του 2014, ενώ τα Βρετανικά μίντια ηλιθιωδώς επαναλάμβαναν την εκδοχή των προπαγανδιστών του Κιέβου για «τα καπιτονέ μπουφάν» («οι χαμένοι» υποστηρικτές της Ρωσίας) , οι οποίοι έβαλαν στους εαυτούς τους φωτιά ή υποκρινόντουσαν ότι δεν συνέβη τίποτα απολύτως. Μίλησε για το βομβαρδισμό του Ντονμπάς όταν ήταν αναμενόμενο οι ηγέτες να νοιάζονται μόνο για τους δημοσιογράφους του Charlie-Hebdo. Όλα αυτά τα γεγονότα επέτρεψαν στα μίντια να προβάλλουν την εικόνα πολιτικού υποστηρικτή της Ρωσίας, αν και σε μεγάλο βαθμό, ο κος Κόρμπυν δεν ενδιαφέρεται για τη Ρωσία. Περισσότερο τον ενδιαφέρει η ευθύνη που φέρει η Δύση για το ολοένα και αυξανόμενο χάος που αναπτύσσεται σε ολόκληρο τον κόσμο. Δεν είναι ένας υποστηρικτής της σημερινής Ρωσικής κυβέρνησης, απλώς καταλαβαίνει ότι οι Ρώσοι, όπως και όλοι οι άλλοι, έχουν έννομα συμφέροντα, τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.
Όσον αφορά τις συζητήσεις στο εσωτερικό της Βρετανίας ο κος Κόρμπυν συνήθως είχε δίκιο παρά τις γνώμες των επίσημων ηγετών. Όταν μιλούσε για την κρίση του χρηματιστικού καπιταλισμού, η οποία δε μπορεί να ξεπεραστεί με μέτρα λιτότητας, όπως επίσης όταν προέβλεπε ότι η ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων θα τους καθιστούσα λιγότερο λειτουργικούς και πιο ακριβούς, ενώ σοβαροί ειδικοί απέρριπταν τα επιχειρήματά του με τον αέρα της βαρύτητας. Παρόλα αυτά όλα εξελίχθηκαν ακριβώς όπως τα είπε.
Χρόνο με το χρόνο όλα αυτά διατηρήθηκαν στο νου των ανθρώπων. Ο Κος Κόρμπυν έχτισε τη φήμη ως ενός καλού συνομιλητή με τον οποίο δεν ήταν αποδεκτό να συμφωνείς αλλά τον οποίο ήταν απαραίτητο να ακούσεις. Αυτή η φήμη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αναπάντεχη εξέλιξη της πολιτικής του καριέρας, η οποία με τη σειρά της μπορεί να γίνει το εφαλτήριο ενός οριακού σημείου στην πολιτική διαδικασία για ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο και ενδεχομένως για ολόκληρη την Ευρώπη.
Μετά την ταπεινωτική ήττα του Εργατικού Κόμματος το 2014 από τους Συντηρητικούς υπό την ηγεσία του David Cameron – ο οποίος στην πραγματικότητα ήταν από πολλούς καταδικασμένος να αποτύχει, όπως αποδεικνύεται από τις δημοσκοπήσεις – κατέστη ξεκάθαρο ότι οι αλλαγές στο Εργατικό κόμμα ήταν αναπόφευκτες. Ο ηγέτης των Εργατικών Ed Miliband παραιτήθηκε και ανακοινώθηκε η εκλογή νέας ηγεσίας. Αυτή είναι μια από τις ελάχιστες καλές Αγγλικές παραδόσεις – ο πολιτικός ο οποίος θα αποτύχεις στις εκλογές πρέπει να εγκαταλείψει τη θέση του και όχι να την κρατήσει ως τον θάνατό του. Παρόλα αυτά η ευθύνη για άλλη μια αποτυχία δεν αποδόθηκε στον Ed Miliband (παρεμπιπτόντως είναι ο γιός του διάσημου Μαρξιστή ιστορικού, Ralph Miliband), αλλά σε ολόκληρη την ηγεσία του κόμματος, η οποία δεν σχεδίασε να εγκαταλείψει ή να αλλάξει οτιδήποτε.
Οι συνηθισμένοι εκπρόσωποι της ελίτ του Εργατικού κόμματος έτρεξαν να υποβάλουν την υποψηφιότητά τους για την ηγεσία του κόμματος. Άνθρωποι απρόσωποι και δίχως αρχές, οι οποίοι διέφεραν λίγο όχι μόνο ο ένας από τον άλλο αλλά και από τους συντηρητικούς αντιπάλους τους. Η εκλογική διαδικασία θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί σε ένα θαμπό και ειλικρινά άσκοπο θέαμα. Αλλά τότε ένας από τους βουλευτές πρότεινε ως υποψήφιο τον κύριο Κόρμπυν, μόνο και μόνο για να κάνει τα πράγματα λίγο πιο ενδιαφέροντα. Τουλάχιστον ήταν ένας καλός ομιλητής και συζητητής, ο οποίος μπορούσε να πει κάτι εποικοδομητικό ανάμεσα στις συνηθισμένες και μπανάλ ομιλίες.
Το γεγονός ότι ο κος. Κόρμπυν μπορούσε να αλλάξει όχι μόνο αυτή τη βαρετή διαδικασία των εκλογών του κόμματος αλλά να γίνει και ο ηγέτης του κόμματος ήταν για όλους αναπάντεχο, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του υποψηφίου. Δεν είχε υποστηρικτές με επιρροή και χρήμα, ούτε καν συμπαθούντες δημοσιογράφους ικανούς να δημιουργήσουν το «ίματζ» του. Αλλά όταν μπήκε στη λίστα των υποψηφίων, έπιασε δουλειά με τη συνήθη επιμέλειά του. Ξεκίνησε να επισκέπτεται τις πόλεις του Ηνωμένου Βασιλείου, να βγάζει λόγους και να συζητάει την κατάσταση της χώρας με το λαό. Αυτές οι συναντήσεις συγκέντρωσαν χιλιάδες κόσμου. Και τότε χιλιάδες λαού άρχισαν να γίνονται μελή του Εργατικού Κόμματος για να λάβουν μέρος στην εκλογική διαδικασία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η διαδικασία για την εκλογή ηγέτη πρόσφατα είχε εκδημοκρατιστεί κατά πολύ. Κάποτε ο ηγέτης του Εργατικού κόμματος εκλεγόταν από τους βουλευτές του Westminster οι οποίοι συμβουλευόντουσαν τους ηγέτες των μεγαλύτερων συνδικάτων. Παραδόξως αυτή η κατάσταση άλλαξε από τους ηγέτες της δεξιάς πτέρυγας. Με την πρόθεση να μειώσουν την επιρροή των συνδικάτων και των απλών βουλευτών, άρχισαν να βασίζονται στα συνηθισμένα μέλη, διαβρώνοντας το υπάρχων σύστημα. Έτσι κατέληξαν οι αποφάσεις να λαμβάνονται από τα κομματικά όργανα, οι οποίες αντλούσαν νομιμοποίηση από τη θέληση μιας χούφτας μελών, που υπήρχαν μόνο στα χαρτιά. Αρχικά οι οργανώσεις κατέρρευσαν και οι πολίτες έγιναν η επίσημη υποστήριξη της διοίκησης, της οποίας η πολιτική δραστηριότητα ήταν να μεταφέρει περιοδικά ένα προκαθορισμένο ποσό χρημάτων στο κόμμα. Εν τω μεταξύ οι ακτιβιστές του εργατικού κινήματος και μεταξύ αυτών και η αριστερή πτέρυγα των νέων εγκατέλειψαν το κόμμα, βλέποντας πως η ενασχόλησή τους μ’ αυτό δεν είχε κανένα νόημα. Επιπρόσθετα ο αριθμός των εργατών, οι οποίοι κάποτε υποστήριζαν τη σοσιαλδημοκρατία μειωνόταν σταθερά. Τις θέσεις τους στο κόμμα έπαιρναν αντιπρόσωποι των μετριοπαθών φιλελεύθερων μεσαίων τάξεων, οι οποίοι ενδιαφερόντουσαν για την πολιτική, αλλά όχι αρκετά για να συμμετέχουν ενεργά.
Το πρόβλημα είναι πως αυτός ο μηχανισμός είναι πολύ βολικός για πολιτική χειραγώγηση, αλλά εντελώς απροστάτευτος από εξωτερική διείσδυση. Επιπλέον κανένας δεν σκέφτηκε πως κάποιος θα προσπαθούσε, για άλλη μια φορά, να αναβιώσει τις βάσεις του κόμματος και να παλέψει για τα δικαιώματα των εργατών. Τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 παρόμοιες προσπάθειες αναβίωσης ήταν συνεχείς και το κατεστημένο πάλευε εναντίον τους με αυστηρότητα (η ειλικρινά αντιδημοκρατική διαδικασία εκλογής της ηγεσίας τέθηκε ρητώς σε εφαρμογή για να αποτρέψει οποιαδήποτε επιρροή στην πολιτική της διοίκησης του κόμματος). Αλλά από τις μέρες του Tony Blair αυτά τα ακραία γεγονότα λησμονήθηκαν και τα προληπτικά μέτρα είχαν απενεργοποιηθεί.
Μέχρι και τα μέσα του Αυγούστου του 2015 ο κος Κόρμπυν σταθερά οδηγούσε την κούρσα και τα μέλη του κόμματος αυξάνονταν αλματωδώς. Βετεράνοι, απογοητευμένοι από τα πολλά χρόνια των προδοτικών πολιτικών των ηγετών της δεξιάς πτέρυγας επέστρεφαν, νέοι έγιναν μέλη όπως και άνθρωποι που μέχρι προσφάτως είχαν σκεφτεί την κοινοβουλευτική πολιτική ως ανέλπιδη. Παραδόξως η οικονομική κατάσταση του Εργατικού Κόμματος βελτιώθηκε δραματικά, αλλά για κάποιο λόγο αυτό δεν άρεσε στη διοίκηση του κόμματος.
Η κομματική ελίτ άρχισε να παίρνει αντίμετρα χρησιμοποιώντας τα μίντια. Ο Βρετανικός τύπος ξεκίνησε καμπάνια εναντίον του κε Κόρμπυν η οποία συμπτωματικά ξεκίνησε και από το Ρωσικό φιλελεύθερο τύπο. Η επίθεση είχε τρία μέτωπα. Αρχικά ο Τζέρεμη Κόρμπυν δεν είχε κανένα σοβαρό πρόγραμμα καθώς πρότεινε λαϊκιστικά μέτρα όπως την εθνικοποίηση των σιδηροδρόμων και τη βελτίωση της λειτουργίας των κοινωνικών «έκτακτης ανάγκης», αν και κάθε λογικός άνθρωπος θα έπρεπε να καταλαβαίνει ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί. Δευτερεύοντος το Εργατικό Κόμμα δεν μπορούσε να κερδίσει τις εκλογές με ένα τέτοιο πρόγραμμα και με έναν τέτοιο ηγέτη, διότι κανένας δεν θα ψηφίσει υποψηφίους, που ζητούν να πραγματοποιηθούν οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές για τα συμφέροντα της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Και τρίτο ο κος Κόρμπυν εξέφρασε την οργή του για τον Ουκρανικό στρατό που βομβάρδισε νοσοκομεία και σχολεία στο Ντονιέτσκ, το οποίο αποδεικνύει ότι είναι πράκτορας του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν.
Προς μεγάλη έκπληξη των δημοσιογράφων και των πολιτικών η καμπάνια τους απέτυχε. Όσα περισσότερα τέτοιου είδους άρθρα εμφανίζονταν τόσο γρηγορότερα μεγάλωνε η απήχηση του υποψηφίου.
Για κακή τους τύχη μερικές δεκάδες πολύ γνωστοί οικονομολόγοι, μεταξύ των οποίων και ο νικητής του Βραβείου Νόμπελ Paul Krugman εξέδωσαν κοινή επιστολή με την οποία εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους στο πρόγραμμα του κυρίου Κόρμπυν. Επιτέλους κάποιος υποστηρίζει ρεαλιστικά μέτρα για την καταπολέμηση της κρίσης, αντί να επαναλαμβάνει ηλιθιωδώς το μάντρα ότι η ελεύθερη αγορά θα αυτοθεραπευθεί.
Οι διαμαρτυρίες των διανοούμενων και των πολιτικών εναντίον των θέσεων του κυρίου Κόρμπυν υπέρ της Ρωσίας δεν καρποφόρησαν για άλλη μια φορά, καθώς η πλειονότητα των Βρετανών δεν πιστεύουν αυτά που ο τύπος γράφει για τη Ρωσία. Όχι γιατί είναι φιλικά προσκείμενοι προς τη Ρωσία, αλλά επειδή δεν πιστεύουν τους δημοσιογράφους.
Τελικά οι πιο προβεβλημένοι Βουλευτές των Εργατικών είπαν πως δεν θα συνεργαστούν με τον κε. Κόρμπυν και ότι θα παραιτηθούν αν εκλεγεί. Αυτές οι απόψεις οδήγησαν σε ένα νέο κύμα ενθουσιασμού καθώς εμφανίστηκε μια μεγάλη ευκαιρία για να ξεφορτωθεί ο λαός όλους αυτούς τους αυτό - ικανοποιημένους χαμένους που οδηγούσαν το κόμμα από ήττα σε ήττα! Αυτή η ικανοποίηση των απλών μελών ήταν τόσο ισχυρή, που προκάλεσε πανικό ανάμεσα στα σκιώδη μέλη του υπουργικού συμβουλίου. Άρχισαν να παραδίδονται ο ένας μετά τον άλλο και να υποστηρίζουν ότι άλλαξαν γνώμη και ότι τώρα υπολογίζουν την πιθανότητα σε μια εποικοδομητική συνεργασία με τον κύριο Κόρμπυν. Βεβαίως με την προϋπόθεση ότι ο νέος ηγέτης του Εργατικού Κόμματος θα μεταμορφωθεί σε έναν σοβαρό πολιτικό, ο οποίος θα διορθώσει τις απόψεις του.
Γι’ αυτό η επιτυχία του Κόρμπυν αποκάλυψε την ηθική αποτυχία της «πολιτικής τάξης» και του προσωπικού της, των διανοούμενων που κυριαρχούσαν στη σφαίρα της κοινής γνώμης της Δύσης για πάνω από δύο δεκαετίες. Αν αυτοί οι άνθρωποι έχαιραν την εμπιστοσύνη και το σεβασμό της κοινωνίας «το φαινόμενο Κόρμπυν» απλά θα ήταν αδύνατο.
Η 12η Σεπτεμβρίου του 2015 είναι μια ιστορική μέρα για τη Βρετανική πολιτική. Ο Τζέρεμη Κόρμπυν κέρδισε το 59.5% των ψήφων και βρέθηκε κατά πολύ μπροστά από τον κοντινότερό του αντίπαλο.
Αναπάντεχα, η κυρίαρχη τάξη ανακάλυψε ότι η πολιτική της «λιτότητας» και το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα της διάλυσης του κοινωνικού κράτους φτάνει στα όριά του, όχι μόνο υποκειμενικά αλλά και στο επίπεδο της μαζικής συνείδησης. Υπάρχει μια πολιτισμική και ψυχολογική αλλαγή η οποία δημιουργεί μια νέα πλειοψηφία, η οποία δεν επιθυμεί να ανεχτεί τέτοιες πολιτικές άλλο πια.
Σήμερα ο κος Κόρμπυν έχει γίνει όχι μόνο ο Βρετανός αλλά ο ηγέτης ολόκληρης της Ευρώπης για αυτή τη νέα πλειοψηφία. Κι αυτοί που πιστεύουν ότι όλα θα καταλήξουν σε έναν «άσφαιρο πυροβολισμό» όπως στην Ελλάδα κάνουν λάθος. Δεν είναι το ότι ο Τζέρεμη Κόρμπυν είναι ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος από τον Αλέξη Τσίπρα. Δεν είναι ένας νεαρός καριερίστας με αριστερές απόψεις, που τις χρησιμοποιεί για να προωθήσει τα δικά του συμφέροντα. Είναι ένας άνθρωπος που έχει ζήσει μέσα στα κινήματα και έχει πληρώσει την προσκόλλησή του στις αρχές του, μέσω της απόρριψης ευκαιριών για καριέρα την εποχή των επιτυχημένων ηγετών του Εργατικού Κόμματος.
Δεν είναι μόνο οι εθνικές διαφορές στην παράδοση και στους χαρακτήρες – οι Βρετανοί είναι πεισματάρηδες, επίμονοι και όχι επιρρεπής να ενδίδουν στο συναίσθημα. Η κύρια διαφορά στην καρδιά «του φαινομένου Κόρμπυν» δεν βασίζεται στο χάρισμα ή στη μοντέρνα εικόνα και ούτε στην απογοήτευση του κόσμου για τις πολιτικές «του παλιού στυλ» . Η καμπάνια του Κόρμπυν βασίζεται σε μαζικά κινήματα τα οποία τις προηγούμενες δύο δεκαετίες έχουν αναπτυχθεί και ενδυναμωθεί, αλλά δεν είχαν πρόσβαση στην ατζέντα των «σοβαρών» πολιτικών. Σήμερα παρατηρούμε την αυτό – οργάνωση του λαού στην κοινωνική βάση, για παράδειγμα όλοι αυτοί που τα προηγούμενα χρόνια ήταν αποκλεισμένοι από τη διαδικασία λήψεις αποφάσεων από τις «προηγμένες φιλελεύθερες μειοψηφίες». Όλοι αυτοί οι οποίοι είχαν ωθηθεί στο παρασκήνιο και τους αγνοούσε όχι μόνο το κυρίαρχο κατεστημένο, αλλά και οι διάσημοι «αριστεροί’ διανοούμενοι, μέσω των τειχών των «νέων ηθών» και των ηρώων των μέσω μαζικής ενημέρωσης.
Η δύναμη του υποψηφίου είναι η υποστήριξή του από τις μάζες, και ενώ δεν είναι ένας τόσο χαρισματικός ηγέτης, είναι το μέσο μέσα από το οποίο αυτή η μάζα, που μέχρι πρότινος δεν είχε το λόγο, τώρα μπορεί να μιλήσει. «Θα γιορτάσουμε τη νίκη του Κόρμπυν στα ίδια μέρη, οπού πολεμήσαμε για αυτή, στους δρόμους» γράφει ο John Rees, οποίος είναι ένας από του οργανωτές και ιδεολογικούς της εκλογικής καμπάνιας. Ο νέος ηγέτης δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα για να οργανώσει μια ομάδα. Χιλιάδες ειδικοί και επαγγελματίες, οι οποίοι είναι δυσαρεστημένοι από τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες έχουν καταστρέψει τη βιομηχανία και την κοινωνική σφαίρα, είναι έτοιμοι να δουλέψουν γι’ αυτόν. Στην πραγματικότητα ήδη έχουν πιάσει δουλειά.
Η νίκη του κου. Κόρμπυν αποτελεί ένα σημάδι το οποίο ερμηνεύεται πολύ καλά και σε άλλες χώρες. Στην Ελλάδα η πλειοψηφία που ψήφισε ΌΧΙ στο δημοψήφισμα είναι ακόμη εκεί. Στην Ισπανία το νέο κόμμα το Podemos με μεγάλη ταχύτητα γίνεται δημοφιλές. Επίσης και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες μπορεί να δούμε τέτοιες ξαφνικές μεταστροφές στους ψηφοφόρους. Πριν από έξι μήνες φαινόταν ότι η θέση της άρχουσας τάξης στη Βρετανία ήταν ακλόνητη. Όσο η κρίση θα κλιμακώνεται όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα καταλαβαίνουν ότι μόνο ριζοσπαστικές λύσεις μπορούν να είναι αποτελεσματικές. Μόνοι εκείνοι οι πολιτικοί που απαιτούν ριζοσπαστικές αλλαγές θα έχουν την ευκαιρία να αποκτήσουν τη δημόσια υποστήριξη.
Ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες αναπάντεχα, ο Bernie Sanders, ένας πολιτικός από το Βερμόντ, ο οποίος επισήμως δεν είναι ούτε μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος, σημειώνει μεγάλη επιτυχία στην προκριματική εκλογή των δημοκρατικών. Ο κος Σάντερς είναι το μόνο μέλος του Κογκρέσου, που αυτοαποκαλείται σοσιαλιστής.
Αν και οι απόψεις του κου Σάντερς είναι κατά πολύ αντιφατικές (για τις οποίες δέχεται συνεχή κριτική από την Αμερικανική Αριστερά) γεγονός είναι ότι παραμένει δημοφιλής.
Δεν είναι απαραίτητο να πιστεύουμε ότι η επιτυχία του κου Κόρμπυν σηματοδοτεί μια ριζική αλλαγή για τη Βρετανική και την Ευρωπαϊκή πολιτική. Σε τελική ανάλυση η ιστορία του είναι αυτή του αγώνα για την εξουσία του κόμματος της αντιπολίτευσης. Οι πολιτικές ελίτ θα παραμείνουν στις θέσεις τους. Όσο η κοινωνία θα απορρίπτει την πορεία τους, τόσο πιο επιθετικά και επίμονα θα την υπερασπίζονται. Τα πιο σημαντικά και τα πιο δύσκολα έρχονται.
Αλλά σήμερα όταν εγώ γράφω αυτές τις γραμμές οι άνθρωποι στους δρόμους του Λονδίνου αγκαλιάζονται και αλληλοσυγχαίροντα για τη νίκη. Υπάρχει μια παλιά φωτογραφία από τον πόλεμο του Βιετνάμ που κάνει το γύρω του διαδικτύου, που δείχνει του Αμερικανούς να πετούν με το ελικόπτερο από την ταράτσα της πρεσβείας των ΗΠΑ στη Σαϊγκόν αλλά με μια καινούρια λεζάντα: Οι υποστηρικτές του Τόνυ Μπλερ εγκαταλείποντας την έδρα του Εργατικού Κόμματος. Αυτό είναι ένα καινούριο στάδιο της ιστορίας.
*Ο Μπόρις Καγκαρλίτσκι είναι κοινωνιολόγος, ιστορικός, Διευθυντής του Ινστιτούτου Παγκοσμιοποίησης και Κοινωνικών Κινημάτων (IGSM), αρχισυντάκτης του περιοδικού Rabkor.ru (Ο Εργάτης) και συγγραφέας δεκάδων βιβλίων ιστορίας και πολιτικής.