Μεγάλες ανατροπές έρχονται για τις εισφορές ελεύθερων επαγγελματιών, ανεξάρτητα απασχολουμένων που χρησιμοποιούν «μπλοκάκι» για τις αμοιβές τους αλλά και αγροτών, καθώς εισφορές από 158 έως… 1.582 ευρώ τον μήνα θα πληρώνουν –ανάλογα με το καθαρό εισόδημα που θα δηλώνουν στην εφορία περισσότεροι από ένα εκατομμύριο ασφαλισμένοι στον σημερινό ΟΑΕΕ αλλά και το ΕΤΑΑ.
Από 1/1/2017, ο επαγγελματίας θα σταματήσει να πληρώνει τα συγκεκριμένα ποσά που όριζε το πρώην ΤΕΒΕ –από 210,7 έως 709,01 ευρώ για τους νέους ασφαλισμένους- και θα πληρώνει ένα ποσοστό του εισοδήματός του. Πώς θα προκύπτουν οι εισφορές;
Θα υπολογίζονται με συντελεστή 20% επί του καθαρού εισοδήματος για τον κλάδο της σύνταξης και 6,95% για τον κλάδο υγείας. Το νομοσχέδιο προβλέπει και εισφορά 7,5% για την επικούριση για όσους επαγγελματίες έχουν επικουρικό ταμείο. Για να προστατέψει τα έσοδα του Ταμείου, το νομοσχέδιο θέτει κατώτατο όριο καθαρών εισοδημάτων στα 158,2 ευρώ. Δηλαδή ακόμη και οι πιο χαμηλά αμειβόμενοι επαγγελματίες, το όφελος που θα έχουν δεν θα ξεπερνά τα 50 ευρώ τον μήνα και αυτό θα προκύψει μόνο υπό την προϋπόθεση ότι το εισόδημά τους είναι μικρότερο από 800 ευρώ τον μήνα.
Δηλαδή, η αλλαγή ευνοεί, -έστω γι’ αυτά τα 50 ευρώ- μόνο τους επαγγελματίες με καθαρά κέρδη (πραγματικά ή προϊόν φοροδιαφυγής) κάτω από 9.600 ευρώ ετησίως. Από την άλλη, για τους ελεύθερους επαγγελματίες με υψηλά εισοδήματα, η αλλαγή ισοδυναμεί ακόμη και με διπλασιασμό των ασφαλιστικών εισφορών. Ο μόνος «κόφτης» που μπαίνει έχει να κάνει με το 10πλάσιο του βασικού μισθού που εισπράττει ένας 25χρονος δηλαδή στα 586 ευρώ. Δηλαδή, ο επαγγελματίας μπορεί να πληρώσει εισφορές ακόμη και για καθαρά κέρδη 70.320 ευρώ τον χρόνο πληρώνοντας στο ασφαλιστικό ταμείο έως και 18.984 ευρώ στη στιγμή που με το ισχύον καθεστώς, οι εισφορές δεν ξεπερνούν τα 8.508 ευρώ.
Έτσι όπως είναι διατυπωμένη η νομοθετική διάταξη, αφήνει πολλά ερωτήματα αναπάντητα ενώ για τις λύσεις παραπέμπει σε υπουργικές αποφάσεις. Δεν αποσαφηνίζεται δηλαδή τι ακριβώς θα γίνει με τις Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες, με τις μονοπρόσωπες ΕΠΕ, με τα μέλη διοικητικού συμβουλίου εταιρειών, με τους ασφαλισμένους που έχουν διπλή ιδιότητα (π.χ και μισθωτοί και ελεύθεροι επαγγελματίες κλπ). Μέχρι αυτές να εκδοθούν, εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες θα ζουν στην αβεβαιότητα σχετικά με το τις τους περιμένει από την 1/1/2017 αλλά και το ποιες θα είναι οι καθαρές αποδοχές που τους απομένουν για μια αξιοπρεπή επιβίωση. Κι αυτό συμβαίνει γιατί από το υπουργείο Εργασίας φαίνεται πως δεν έχει μελετηθεί ότι αυτές οι εισφορές έρχονται να προστεθούν στις φορολογικές κρατήσεις με αποτέλεσμα η τελική εικόνα να διαμορφώνεται ως εξής:
1. Ασφαλιστικές εισφορές: 26,95% επί του καθαρού αποτελέσματος
2. Φόρος εισοδήματος: 26% επί του καθαρού αποτελέσματος (για κέρδη έως 50.000 ευρώ ή 33% για κέρδη από 50.000 ευρώ και πάνω
3. Τέλος επιτηδεύματος: 650-1000 ευρώ ανεξαρτήτως αποτελέσματος
4. Εισφορά αλληλεγγύης: 0,7-6% για καθαρό αποτέλεσμα άνω των 12.000 ευρώ.
Με τις κρατήσεις να ξεπερνούν πλέον και το 50%, το κίνητρο της φοροδιαφυγής γίνεται ακόμη μεγαλύτερο και έρχεται να προστεθεί σε μια ήδη πολύ καλή εικόνα που παρουσιάζουν οι δηλώσεις των επαγγελματιών. Οι περίπου 293.000 ελεύθεροι επαγγελματίες που υποβάλλουν φορολογικές δηλώσεις, εμφανίζουν μέσο καθαρό αποτέλεσμα μόλις 2,6 δις. ευρώ δηλαδή περίπου 8.500 ευρώ ο καθένας. Με τόσο εκτεταμένη φοροδιαφυγή, το ταμείο κινδυνεύει τελικώς να χάσει έσοδα καθώς σε κάθε ασφαλισμένο αντιστοιχεί να πληρώσει 191 ευρώ, λιγότερα από ότι σήμερα. Αν μάλιστα η αύξηση των εισφορών λειτουργήσει ως κίνητρο περαιτέρω αύξησης της φοροδιαφυγής τότε θα χαθούν και έσοδα από τον φόρο εισοδήματος αλλά και από τον ΦΠΑ.
Ίδια εικόνα και για τους αγρότες αλλά και για τους ιδιοκτήτες μικρομεσαίων επιχειρήσεων οι οποίοι υπάγονταν μέχρι τώρα στον ΟΓΑ λόγω πληθυσμιακών κριτηρίων. Η μόνη διαφορά με τους επαγγελματίες είναι ότι το ποσοστό του 20% που είναι η εισφορά για τη σύνταξη επιτυγχάνεται με σταδιακή αύξηση έως και το 2019.
Η διάταξη αναφέρει:
«Από 1.1.2017 και εφεξής οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσό της ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος. Το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα ορίζεται ως το ποσό που αναλογεί στο 80% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (περίπου 469 ευρώ που βγάζει εισφορές 126 ευρώ τον μήνα). Το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το ποσό της παραγράφου 2 του άρθρου 52 (είναι τα 5.860 ευρώ που βγάζουν εισφορές 1.582 ευρώ τον μήνα). Κατά το έτος 2017 το ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος διαμορφώνεται σε 14%, από 1.1.2018 αυξάνεται σε 17% και από 1.1.2019 διαμορφώνεται στο τελικό 20%.