ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ
Η ομιλία του Ομπάμα για την «κατάσταση του έθνους» κατέδειξε τις στρατηγικές προτεραιότητες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Στην κορυφή όλων βρίσκεται πάντοτε η ρωσική απειλή. Και δικαίως. Διότι, παρά τις θεωρίες που βλέπουν προσέγγιση ή και συνεργασία ΗΠΑ-Ρωσίας, λόγω της μάχης κατά της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, οι διαφορές μεταξύ τους είναι βαθιές και ουσιαστικές. Όπως το περιγράφει και η ανανεωμένη ρωσική «Στρατηγική για την Εθνική Ασφάλεια» –με ισχύ μέχρι το 2020- η αντιπαράθεση αυτή θα καθορίσει την πορεία της «παγκοσμιοποίησης».
Υπό το πρίσμα αυτό εξηγείται και η προσπάθεια της Ουάσιγκτον να αφαιρέσει από τη ζώνη επιρροής της Μόσχας την Ουκρανία και τη Συρία. Με όποιο τρόπο και με όποια μέσα. Με «ακροδεξιούς», που φόρεσαν την προβιά του δημοκράτη, στην Ουκρανία, με ακραίους ισλαμιστές, που σήκωσαν το λάβαρο της «αραβικής άνοιξης», στην Μέση Ανατολή. Το «έργο», ωστόσο, κάπου χάλασε. Αυτό συνέβη σαφώς πολύ λιγότερο στην Ουκρανία, όπου ο Πούτιν πιάστηκε κυριολεκτικά στον ύπνο, εμπιστευόμενος την στήριξη του Βερολίνου. Η αντίδρασή του με την προσάρτηση της Κριμαίας και την ενίσχυση των αυτονομιστών του Ντονμπάς έπληξε την αξιοπιστία του νέου καθεστώτος στο Κίεβο, αλλά ζημίωσε ελάχιστα την Ουάσιγκτον. Το «ουκρανικό» συνεχίζει να συνιστά την κύρια πλατφόρμα προώθησης του αμερικανικού στόχου για τη ολοκληρωτική διάρρηξη των σχέσεων Ρωσίας-Δυτικής Ευρώπης. Τον Δεκέμβριο που μας πέρασε, οι κυρώσεις της Ε.Ε. εναντίον της Μόσχας ανανεώθηκαν, με τη συμμετοχή και της «υπερήφανης» ελληνικής κυβέρνησης – τέτοιο πολιτικό «χαμαιλεοντισμό» και τόση διάσταση λόγων και έργων μόνον η άρρωστη μεταπολιτευτική μας περίοδος μπορούσε να ξεβράσει! Ούτε η απειλή του ισλαμικού εξτρεμισμού για την Ευρώπη, ούτε οι τεράστιες μεταναστευτικές ροές, ούτε η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, δεν είναι ικανά να ωθήσουν τις ευρωπαϊκές ελίτ, κυρίως σε Γερμανία και Γαλλία, να αλλάξουν ρότα. Η απόπειρα του Ολάντ να δημιουργήσει μια υποτυπώδη συμμαχία με τους Ρώσους, μετά τα τρομοκρατικά κτυπήματα του Παρισιού, κατέληξε σε άτακτη υποχώρηση εκ μέρους του «δυστυχή» Γάλλου προέδρου. Από την άλλη πλευρά, η τυφλή υπακοή της κας Μέρκελ στα κελεύσματα του ατλαντικού της εταίρου, ενάντια στα συμφέροντα της ίδιας της Γερμανίας, προκάλεσε τους δικαιολογημένους διθυράμβους του κ. Σόρος για το πρόσωπό της –αν και μετά τα γεγονότα της Κολωνίας είναι αμφίβολο αν την βοηθούν στην πολιτική κατηφόρα που την περιμένει.
Σε κάθε περίπτωση, κι επειδή οι ειδήσεις από το μέτωπο της ανατολικής Ουκρανίας έρχονται με το σταγονόμετρο, να γνωρίζουμε ότι τα κανόνια δεν έχουν σιγήσει από την, θεμελιωμένη από Έλληνες της Κριμαίας, Μαριούπολη έως και έξω από το Λουγκάνσκ. Οποιαδήποτε στιγμή η φωτιά μπορεί να ανάψει και πάλι. Όχι συμπτωματικά, σε μια έκθεση 65 σελίδων, για το μέλλον των αμερικανο-ρωσικών σχέσεων, όπου εξετάζονται τρία «αν» με διαφορετική οπτική, ο διευθυντής του «Wilson Center Kennan Institute» Matthew Rojansky, προβλέπει τη συνέχιση της ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης, όπου η σύγκρουση του Ντονμπάς αποτελεί την «τελευταία και μεγαλύτερη ‘‘ψυχρή’’ αντιπαράθεση στον μετασοβιετικό χώρο». Σύντομα, πάντως, θα παρακολουθήσουμε την αναζωπύρωση κι άλλων εστιών αντιπαλότητας στον βαλκανικό χώρο, καθώς μπαίνουμε στην τελική ευθεία της προσπάθειας εισόδου του Μαυροβουνίου και των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ –με την πρόθυμη συνδρομή της ελληνικής κυβέρνησης πάντοτε -, όπως και στην Κύπρο, που οσονούπω θα εμφανιστεί το περιβόητο σχέδιο «επίλυσης».
Τα πολεμικά μέτωπα στη Συρία
Στη Συρία εντούτοις, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Σ’ αυτήν την περίπτωση, όταν ο αμερικανός πρόεδρος διαβεβαίωσε το έθνος του ότι η χώρα αυτή απομακρύνεται από τη ρωσική επιρροή, δεν έλεγε αλήθεια. Στην πραγματικότητα δεν ανταποκρίνονται και διάφορες αναλύσεις που είδαν προσφάτως το φως της δημοσιότητας, σαν αυτή του «The Atlantic Magazine», που κάνουν λόγο για αποτυχία της ρωσικής επέμβασης ή και για επικείμενη ήττα των Ρώσων στην Μέση Ανατολή.
Η αμερικανική επιχειρηματολογία στηρίζεται κυρίως στην πολύ αργή πρόοδο στα διάφορα μέτωπα στη Συρία, στο υπερβολικό κόστος του πολέμου για την Μόσχα, που μεταφράζεται σε 2,4 με 4 εκ. δολ. ημερησίως, στην όξυνση των σχέσεων με την Τουρκία και στην αντιπαράθεση με τον σουνιτικό συνασπισμό υπό τη Σαουδική Αραβία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το κόστος του πολέμου είναι υψηλό, και με τις τιμές του πετρελαίου να έχουν πάει στα τάρταρα, δεν είναι ό,τι καλύτερο για την ευρισκόμενη σε ύφεση ρωσική οικονομία– διατηρείται κάπου στην 6η θέση παγκοσμίως.
Όσον αφορά, όμως, στα νέα από τον πόλεμο, αυτά είναι πολύ ενθαρρυντικά για την Μόσχα. Οι ρωσικοί βομβαρδισμοί έχουν αλλάξει καταλυτικά τον χάρτη των πολεμικών συγκρούσεων. Η για μήνες στασιμότητα της πλευράς Άσαντ οφείλετο στην κόπωση του στρατού του και την αντιμετώπιση πολλών ανοιχτών μέτωπων. Ο πόλεμος στην πραγματικότητα γινόταν παντού. Όχι μόνον κατά μήκος της εξωτερικής γραμμής της ζώνης που είχε αναδιπλωθεί το καθεστώς –το ένα έκτο της έκτασης της χώρας αλλά με το 80% του πληθυσμού- αλλά και εντός της ζώνης αυτής όπου υπάρχουν πολλοί και ισχυροί θύλακες αντικαθεστωτικών. Σταδιακά, η κατάσταση βελτιώθηκε, και πολλές εσωτερικές εστίες αντίστασης περιορίστηκαν ή και εξαλείφθηκαν. Συνολικά αυτό το διάστημα καταλήφθηκαν 80 πόλεις και χωριά και έκταση 500 τ.χλμ.
Πλέον τις τελευταίες εβδομάδες οι προσπάθειες του στρατού επικεντρώθηκαν σε δύο μέτωπα: βορείως της Λαττάκειας και βορειοανατολικά του Χαλεπιού. Στόχος και των δύο επιθέσεων είναι η πρόσβαση και η κατάληψη της συνοριακής γραμμής με τη Τουρκία. Η επίτευξη του στόχου σημαίνει το σφράγισμα των διόδων εισροής βοήθειας από το τουρκικό έδαφος, που συνιστά και την κύρια αιτία αντοχής των αντικαθεστωτικών κάθε απόχρωσης. Την ίδια στρατηγική ακολουθούν και οι Κούρδοι: τόσο οι κουρδικές δυνάμεις που προελαύνουν από την ανατολή, και πρόσφατα πέρασαν τον Ευφράτη –κι εκεί έχουν και την αμερικανική υποστήριξη- όσο κι αυτές από το καντόνι Αφρίν στο διάδρομο Αζάζ.
Σ’ όλα αυτά τα μέτωπα, η συμμαχία συριακού στρατού, Κούρδων και Ρωσίας έχει σημαντικές επιτυχίες. Δυτικά καταλήφθηκε στις 12.1 η πόλη Σάλμα, οχυρό των αντικαθεστωτικών από το 2012 και ο στρατός συνεχίζει νικηφόρα προς τη συνοριακή γραμμή –εκεί που καταρρίφθηκε και το ρωσικό βομβαρδιστικό.
Στο ανατολικό Χαλέπι η προώθηση είναι ορμητική και το «Ισλαμικό Κράτος» υποχωρεί άτακτα. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι ειδικές δυνάμεις «Τίγρης», του συριακού στρατού, είναι έξω από την πόλη Αλ-Μπαμπ, μετά την οποία είναι ανοιχτός ο δρόμος για τα συρο-τουρκικά σύνορα. Ραγδαία είναι και η προέλαση των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, που περιλαμβάνουν τις κουρδικές YPG και YPJ, που βρίσκονται 10 χλμ. από την πόλη Manbij, μετά την οποία επίσης ανοίγεται ο δρόμος για τα τουρκικά σύνορα.
Το σκηνικό αυτό, μόνον απογοητευτικό δεν μπορεί να περιγραφεί για τη Ρωσία, αντιθέτως:
· «Κλειδώνει» την παρουσία της στη Συρία και το ρόλο της ως βασικού παίκτη σε όλη την Μέση Ανατολή.
· Ακυρώνει τα σχέδια της Τουρκίας για δημιουργία «ουδέτερης ζώνης» στη βόρεια Συρία.
· Οδηγεί σε οριστικό ναυάγιο τα σχέδια των χωρών του Κόλπου, της Άγκυρας και διαφόρων δυτικών κέντρων, για την κατασκευή αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσω της Συρίας προς την Τουρκία.
· Προκαλεί αστάθεια στη Σαουδική Αραβία, όπου ο βασιλικός οίκος βρίσκεται σε κατάσταση παροξυσμού, καθώς νοιώθει ότι απειλείται σοβαρά, τόσο από την ενίσχυση των σιιτών και του Ιράν όσο και από τους τζιχαντιστές που εξέθρεψε και τώρα τείνουν να στραφούν κατά του χορηγού τους.
· Κερδίζει με το μέρος της τους Κούρδους σε Συρία και Τουρκία. Η επίσκεψη του Ντεμιρτάς στην Μόσχα και τα όσα ειπώθηκαν εκεί δεν αφήνουν καμία αμφιβολία περί τούτου.
Το ναυάγιο του νεο-οθωμανισμού
Ως εκ τούτου, και το επιχείρημα ότι η Ρωσία βρίσκεται σε δυσχερή θέση διότι δεν έχει πιά τη Τουρκία ως σύμμαχο δεν στέκει. Αυτός που έχει χάσει κυριολεκτικά «τ’ αυγά και τα πασχάλια» είναι ο Ερντογάν. Όχι μόνον έχει απωλέσει τη Συρία, που νόμιζε ότι ήταν του χεριού του, αλλά αντιλαμβάνεται ότι αύριο θα βρεθεί με μια κουρδική οντότητα στα σύνορά του, και με μόνιμη παρουσία της ρωσικής αεροπορίας και του ναυτικού στο υπογάστριο της Τουρκίας. Και τα μαύρα σύννεφα για τον ίδιο δεν σταματούν εκεί, διότι το πιθανότερο είναι να δει και την έκρηξη ενός αιματηρού πολέμου με τους Κούρδους στο εσωτερικό του κράτους του.
Γι΄ αυτό λοιπόν ο «νεο-σουλτάνος»:
· Ξέχασε τα νταηλίκια με το Ισραήλ και προσέτρεξε σ’ αυτό για βοήθεια, ώστε να προλάβει το κακό. Γνωρίζει άλλωστε ότι το Τελ Αβίβ ούτε είναι ευχαριστημένο από την τροπή που παίρνει ο πόλεμος στη Συρία, ούτε από το γεγονός ότι τα ρωσικά οπλικά συστήματα στην αυλή του «σκανάρουν» κάθε δραστηριότητα στην επικράτειά του.
· Ενισχύει ομάδες ανταρτών που «πολεμούν» στα σύνορα το ΙΚ ώστε να κερδίσουν από αυτό εδάφη –αυτό συνέβη τις τελευταίες ημέρες με τα χωριά Baghidin και Khalfatli πάνω στη συνοριακή γραμμή- με την ελπίδα ότι εκεί θα μπορέσει είτε να επέμβει ο ίδιος είτε να δημιουργήσει μια ελεγχόμενη κατάσταση.
· Για «προληπτικούς» λόγους λιανίζει τους Κούρδους στο βόρειο Κουρδιστάν, έχοντας την σιωπηρή συγκατάθεση της Ουάσιγκτον. Άλλωστε είναι το μόνο που οι ΗΠΑ μπορούν να προσφέρουν αυτή τη στιγμή στον πρώην «άτακτο» σύμμαχό της. Κι αυτό γιατί γνωρίζουν πως αν παρατήσουν τους Κούρδους της Συρίας, την μόνη αξιόπιστη δύναμη που κτυπά στο έδαφος το ΙΚ, και με την οποία συνεργάζονται, οι τελευταίοι θα περάσουν ολοκληρωτικά στην επιρροή της Μόσχας.
Σ’ αυτή τη συγκυρία ήλθε και το τρομοκρατικό κτύπημα στην Πόλη, όπου τα θύματα ήσαν όλα Γερμανοί και οι εγκέφαλοι της επίθεσης από τη Ρωσία. Καταπληκτική σύμπτωση! Ό,τι και να συμβαίνει πάντως, ο πανικόβλητος Ερντογάν θα προσπαθήσει να το χρησιμοποιήσει για να ανατρέψει τα αρνητικά γι’ αυτόν δεδομένα. Οι πιθανότητες να το καταφέρει επί συριακού εδάφους είναι ωστόσο απειροελάχιστες, δεδομένης της αποφασιστικότητας του Πούτιν. Δυστυχώς, όμως, το ίδιο δεν μπορούμε να πούμε για τις διεκδικήσεις της Άγκυρας προς δυσμάς και προς την Κύπρο. Όταν μάλιστα παρακολουθούμε την κατανόηση των Ευρωπαίων και εν γένει των δυτικών στα «δεινά» του Τούρκου προέδρου δικαιολογούμαστε να μας «ζώνουν τα φίδια» για όσα μας περιμένουν…
sotiriosdemopoulos.blogspot.gr
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ρήξη φ. 119
Η ομιλία του Ομπάμα για την «κατάσταση του έθνους» κατέδειξε τις στρατηγικές προτεραιότητες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Στην κορυφή όλων βρίσκεται πάντοτε η ρωσική απειλή. Και δικαίως. Διότι, παρά τις θεωρίες που βλέπουν προσέγγιση ή και συνεργασία ΗΠΑ-Ρωσίας, λόγω της μάχης κατά της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, οι διαφορές μεταξύ τους είναι βαθιές και ουσιαστικές. Όπως το περιγράφει και η ανανεωμένη ρωσική «Στρατηγική για την Εθνική Ασφάλεια» –με ισχύ μέχρι το 2020- η αντιπαράθεση αυτή θα καθορίσει την πορεία της «παγκοσμιοποίησης».
Υπό το πρίσμα αυτό εξηγείται και η προσπάθεια της Ουάσιγκτον να αφαιρέσει από τη ζώνη επιρροής της Μόσχας την Ουκρανία και τη Συρία. Με όποιο τρόπο και με όποια μέσα. Με «ακροδεξιούς», που φόρεσαν την προβιά του δημοκράτη, στην Ουκρανία, με ακραίους ισλαμιστές, που σήκωσαν το λάβαρο της «αραβικής άνοιξης», στην Μέση Ανατολή. Το «έργο», ωστόσο, κάπου χάλασε. Αυτό συνέβη σαφώς πολύ λιγότερο στην Ουκρανία, όπου ο Πούτιν πιάστηκε κυριολεκτικά στον ύπνο, εμπιστευόμενος την στήριξη του Βερολίνου. Η αντίδρασή του με την προσάρτηση της Κριμαίας και την ενίσχυση των αυτονομιστών του Ντονμπάς έπληξε την αξιοπιστία του νέου καθεστώτος στο Κίεβο, αλλά ζημίωσε ελάχιστα την Ουάσιγκτον. Το «ουκρανικό» συνεχίζει να συνιστά την κύρια πλατφόρμα προώθησης του αμερικανικού στόχου για τη ολοκληρωτική διάρρηξη των σχέσεων Ρωσίας-Δυτικής Ευρώπης. Τον Δεκέμβριο που μας πέρασε, οι κυρώσεις της Ε.Ε. εναντίον της Μόσχας ανανεώθηκαν, με τη συμμετοχή και της «υπερήφανης» ελληνικής κυβέρνησης – τέτοιο πολιτικό «χαμαιλεοντισμό» και τόση διάσταση λόγων και έργων μόνον η άρρωστη μεταπολιτευτική μας περίοδος μπορούσε να ξεβράσει! Ούτε η απειλή του ισλαμικού εξτρεμισμού για την Ευρώπη, ούτε οι τεράστιες μεταναστευτικές ροές, ούτε η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση, δεν είναι ικανά να ωθήσουν τις ευρωπαϊκές ελίτ, κυρίως σε Γερμανία και Γαλλία, να αλλάξουν ρότα. Η απόπειρα του Ολάντ να δημιουργήσει μια υποτυπώδη συμμαχία με τους Ρώσους, μετά τα τρομοκρατικά κτυπήματα του Παρισιού, κατέληξε σε άτακτη υποχώρηση εκ μέρους του «δυστυχή» Γάλλου προέδρου. Από την άλλη πλευρά, η τυφλή υπακοή της κας Μέρκελ στα κελεύσματα του ατλαντικού της εταίρου, ενάντια στα συμφέροντα της ίδιας της Γερμανίας, προκάλεσε τους δικαιολογημένους διθυράμβους του κ. Σόρος για το πρόσωπό της –αν και μετά τα γεγονότα της Κολωνίας είναι αμφίβολο αν την βοηθούν στην πολιτική κατηφόρα που την περιμένει.
Σε κάθε περίπτωση, κι επειδή οι ειδήσεις από το μέτωπο της ανατολικής Ουκρανίας έρχονται με το σταγονόμετρο, να γνωρίζουμε ότι τα κανόνια δεν έχουν σιγήσει από την, θεμελιωμένη από Έλληνες της Κριμαίας, Μαριούπολη έως και έξω από το Λουγκάνσκ. Οποιαδήποτε στιγμή η φωτιά μπορεί να ανάψει και πάλι. Όχι συμπτωματικά, σε μια έκθεση 65 σελίδων, για το μέλλον των αμερικανο-ρωσικών σχέσεων, όπου εξετάζονται τρία «αν» με διαφορετική οπτική, ο διευθυντής του «Wilson Center Kennan Institute» Matthew Rojansky, προβλέπει τη συνέχιση της ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης, όπου η σύγκρουση του Ντονμπάς αποτελεί την «τελευταία και μεγαλύτερη ‘‘ψυχρή’’ αντιπαράθεση στον μετασοβιετικό χώρο». Σύντομα, πάντως, θα παρακολουθήσουμε την αναζωπύρωση κι άλλων εστιών αντιπαλότητας στον βαλκανικό χώρο, καθώς μπαίνουμε στην τελική ευθεία της προσπάθειας εισόδου του Μαυροβουνίου και των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ –με την πρόθυμη συνδρομή της ελληνικής κυβέρνησης πάντοτε -, όπως και στην Κύπρο, που οσονούπω θα εμφανιστεί το περιβόητο σχέδιο «επίλυσης».
Τα πολεμικά μέτωπα στη Συρία
Στη Συρία εντούτοις, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Σ’ αυτήν την περίπτωση, όταν ο αμερικανός πρόεδρος διαβεβαίωσε το έθνος του ότι η χώρα αυτή απομακρύνεται από τη ρωσική επιρροή, δεν έλεγε αλήθεια. Στην πραγματικότητα δεν ανταποκρίνονται και διάφορες αναλύσεις που είδαν προσφάτως το φως της δημοσιότητας, σαν αυτή του «The Atlantic Magazine», που κάνουν λόγο για αποτυχία της ρωσικής επέμβασης ή και για επικείμενη ήττα των Ρώσων στην Μέση Ανατολή.
Η αμερικανική επιχειρηματολογία στηρίζεται κυρίως στην πολύ αργή πρόοδο στα διάφορα μέτωπα στη Συρία, στο υπερβολικό κόστος του πολέμου για την Μόσχα, που μεταφράζεται σε 2,4 με 4 εκ. δολ. ημερησίως, στην όξυνση των σχέσεων με την Τουρκία και στην αντιπαράθεση με τον σουνιτικό συνασπισμό υπό τη Σαουδική Αραβία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το κόστος του πολέμου είναι υψηλό, και με τις τιμές του πετρελαίου να έχουν πάει στα τάρταρα, δεν είναι ό,τι καλύτερο για την ευρισκόμενη σε ύφεση ρωσική οικονομία– διατηρείται κάπου στην 6η θέση παγκοσμίως.
Όσον αφορά, όμως, στα νέα από τον πόλεμο, αυτά είναι πολύ ενθαρρυντικά για την Μόσχα. Οι ρωσικοί βομβαρδισμοί έχουν αλλάξει καταλυτικά τον χάρτη των πολεμικών συγκρούσεων. Η για μήνες στασιμότητα της πλευράς Άσαντ οφείλετο στην κόπωση του στρατού του και την αντιμετώπιση πολλών ανοιχτών μέτωπων. Ο πόλεμος στην πραγματικότητα γινόταν παντού. Όχι μόνον κατά μήκος της εξωτερικής γραμμής της ζώνης που είχε αναδιπλωθεί το καθεστώς –το ένα έκτο της έκτασης της χώρας αλλά με το 80% του πληθυσμού- αλλά και εντός της ζώνης αυτής όπου υπάρχουν πολλοί και ισχυροί θύλακες αντικαθεστωτικών. Σταδιακά, η κατάσταση βελτιώθηκε, και πολλές εσωτερικές εστίες αντίστασης περιορίστηκαν ή και εξαλείφθηκαν. Συνολικά αυτό το διάστημα καταλήφθηκαν 80 πόλεις και χωριά και έκταση 500 τ.χλμ.
Πλέον τις τελευταίες εβδομάδες οι προσπάθειες του στρατού επικεντρώθηκαν σε δύο μέτωπα: βορείως της Λαττάκειας και βορειοανατολικά του Χαλεπιού. Στόχος και των δύο επιθέσεων είναι η πρόσβαση και η κατάληψη της συνοριακής γραμμής με τη Τουρκία. Η επίτευξη του στόχου σημαίνει το σφράγισμα των διόδων εισροής βοήθειας από το τουρκικό έδαφος, που συνιστά και την κύρια αιτία αντοχής των αντικαθεστωτικών κάθε απόχρωσης. Την ίδια στρατηγική ακολουθούν και οι Κούρδοι: τόσο οι κουρδικές δυνάμεις που προελαύνουν από την ανατολή, και πρόσφατα πέρασαν τον Ευφράτη –κι εκεί έχουν και την αμερικανική υποστήριξη- όσο κι αυτές από το καντόνι Αφρίν στο διάδρομο Αζάζ.
Σ’ όλα αυτά τα μέτωπα, η συμμαχία συριακού στρατού, Κούρδων και Ρωσίας έχει σημαντικές επιτυχίες. Δυτικά καταλήφθηκε στις 12.1 η πόλη Σάλμα, οχυρό των αντικαθεστωτικών από το 2012 και ο στρατός συνεχίζει νικηφόρα προς τη συνοριακή γραμμή –εκεί που καταρρίφθηκε και το ρωσικό βομβαρδιστικό.
Στο ανατολικό Χαλέπι η προώθηση είναι ορμητική και το «Ισλαμικό Κράτος» υποχωρεί άτακτα. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι ειδικές δυνάμεις «Τίγρης», του συριακού στρατού, είναι έξω από την πόλη Αλ-Μπαμπ, μετά την οποία είναι ανοιχτός ο δρόμος για τα συρο-τουρκικά σύνορα. Ραγδαία είναι και η προέλαση των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, που περιλαμβάνουν τις κουρδικές YPG και YPJ, που βρίσκονται 10 χλμ. από την πόλη Manbij, μετά την οποία επίσης ανοίγεται ο δρόμος για τα τουρκικά σύνορα.
Το σκηνικό αυτό, μόνον απογοητευτικό δεν μπορεί να περιγραφεί για τη Ρωσία, αντιθέτως:
· «Κλειδώνει» την παρουσία της στη Συρία και το ρόλο της ως βασικού παίκτη σε όλη την Μέση Ανατολή.
· Ακυρώνει τα σχέδια της Τουρκίας για δημιουργία «ουδέτερης ζώνης» στη βόρεια Συρία.
· Οδηγεί σε οριστικό ναυάγιο τα σχέδια των χωρών του Κόλπου, της Άγκυρας και διαφόρων δυτικών κέντρων, για την κατασκευή αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσω της Συρίας προς την Τουρκία.
· Προκαλεί αστάθεια στη Σαουδική Αραβία, όπου ο βασιλικός οίκος βρίσκεται σε κατάσταση παροξυσμού, καθώς νοιώθει ότι απειλείται σοβαρά, τόσο από την ενίσχυση των σιιτών και του Ιράν όσο και από τους τζιχαντιστές που εξέθρεψε και τώρα τείνουν να στραφούν κατά του χορηγού τους.
· Κερδίζει με το μέρος της τους Κούρδους σε Συρία και Τουρκία. Η επίσκεψη του Ντεμιρτάς στην Μόσχα και τα όσα ειπώθηκαν εκεί δεν αφήνουν καμία αμφιβολία περί τούτου.
Το ναυάγιο του νεο-οθωμανισμού
Ως εκ τούτου, και το επιχείρημα ότι η Ρωσία βρίσκεται σε δυσχερή θέση διότι δεν έχει πιά τη Τουρκία ως σύμμαχο δεν στέκει. Αυτός που έχει χάσει κυριολεκτικά «τ’ αυγά και τα πασχάλια» είναι ο Ερντογάν. Όχι μόνον έχει απωλέσει τη Συρία, που νόμιζε ότι ήταν του χεριού του, αλλά αντιλαμβάνεται ότι αύριο θα βρεθεί με μια κουρδική οντότητα στα σύνορά του, και με μόνιμη παρουσία της ρωσικής αεροπορίας και του ναυτικού στο υπογάστριο της Τουρκίας. Και τα μαύρα σύννεφα για τον ίδιο δεν σταματούν εκεί, διότι το πιθανότερο είναι να δει και την έκρηξη ενός αιματηρού πολέμου με τους Κούρδους στο εσωτερικό του κράτους του.
Γι΄ αυτό λοιπόν ο «νεο-σουλτάνος»:
· Ξέχασε τα νταηλίκια με το Ισραήλ και προσέτρεξε σ’ αυτό για βοήθεια, ώστε να προλάβει το κακό. Γνωρίζει άλλωστε ότι το Τελ Αβίβ ούτε είναι ευχαριστημένο από την τροπή που παίρνει ο πόλεμος στη Συρία, ούτε από το γεγονός ότι τα ρωσικά οπλικά συστήματα στην αυλή του «σκανάρουν» κάθε δραστηριότητα στην επικράτειά του.
· Ενισχύει ομάδες ανταρτών που «πολεμούν» στα σύνορα το ΙΚ ώστε να κερδίσουν από αυτό εδάφη –αυτό συνέβη τις τελευταίες ημέρες με τα χωριά Baghidin και Khalfatli πάνω στη συνοριακή γραμμή- με την ελπίδα ότι εκεί θα μπορέσει είτε να επέμβει ο ίδιος είτε να δημιουργήσει μια ελεγχόμενη κατάσταση.
· Για «προληπτικούς» λόγους λιανίζει τους Κούρδους στο βόρειο Κουρδιστάν, έχοντας την σιωπηρή συγκατάθεση της Ουάσιγκτον. Άλλωστε είναι το μόνο που οι ΗΠΑ μπορούν να προσφέρουν αυτή τη στιγμή στον πρώην «άτακτο» σύμμαχό της. Κι αυτό γιατί γνωρίζουν πως αν παρατήσουν τους Κούρδους της Συρίας, την μόνη αξιόπιστη δύναμη που κτυπά στο έδαφος το ΙΚ, και με την οποία συνεργάζονται, οι τελευταίοι θα περάσουν ολοκληρωτικά στην επιρροή της Μόσχας.
Σ’ αυτή τη συγκυρία ήλθε και το τρομοκρατικό κτύπημα στην Πόλη, όπου τα θύματα ήσαν όλα Γερμανοί και οι εγκέφαλοι της επίθεσης από τη Ρωσία. Καταπληκτική σύμπτωση! Ό,τι και να συμβαίνει πάντως, ο πανικόβλητος Ερντογάν θα προσπαθήσει να το χρησιμοποιήσει για να ανατρέψει τα αρνητικά γι’ αυτόν δεδομένα. Οι πιθανότητες να το καταφέρει επί συριακού εδάφους είναι ωστόσο απειροελάχιστες, δεδομένης της αποφασιστικότητας του Πούτιν. Δυστυχώς, όμως, το ίδιο δεν μπορούμε να πούμε για τις διεκδικήσεις της Άγκυρας προς δυσμάς και προς την Κύπρο. Όταν μάλιστα παρακολουθούμε την κατανόηση των Ευρωπαίων και εν γένει των δυτικών στα «δεινά» του Τούρκου προέδρου δικαιολογούμαστε να μας «ζώνουν τα φίδια» για όσα μας περιμένουν…
sotiriosdemopoulos.blogspot.gr
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ρήξη φ. 119