Εάν ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την Πολιτεία, καθώς επίσης εάν εκπονηθεί ένα σχέδιο αναβίωσης της οικονομίας μας, με ίδιους πόρους, τότε η Ελλάδα μπορεί να μεγαλουργήσει – αφού διαθέτει όλες τις φυσικές προϋποθέσεις..
Είναι προφανές πως όταν ένα καράβι που ταξιδεύει δεν έχει πυξίδα και προορισμό, δεν πρόκειται ποτέ να φτάσει σε κάποιο ασφαλές λιμάνι – ακόμη και αν η κατασκευή του είναι η καλύτερη που υπάρχει. Εάν δε έχει την ατυχία να υποστεί κάποιο πολύ σοβαρό ρήγμα, πλέοντας σε μία φουρτουνιασμένη, άγρια θάλασσα, είναι μάλλον καταδικασμένο – ακόμη και αν ο καπετάνιος, μαζί με το πλήρωμα και τους επιβάτες, είναι θεϊκά προικισμένοι.
Αντίστοιχα μία χώρα, χωρίς σχέδιο και χωρίς στόχο, δεν έχει καμία δυνατότητα – ακόμη και αν είναι πάμπλουτη από πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες, όπως είναι ασφαλώς η Ελλάδα. Ειδικά μετά από μία φουρτουνιασμένη περίοδο έξι σχεδόν ετών, η οποία έχει καταστρέψει τα πάντα, απογοητεύοντας όλους τους Έλληνες – ενώ το μέλλον, με την εμφάνιση ενός σμήνους μαύρων κύκνων στον ορίζοντα, είναι εξαιρετικά αβέβαιο για το κοινό νόμισμα, για την ΕΕ, καθώς επίσης για ολόκληρο τον πλανήτη.
Χωρίς τώρα να επικεντρωθούμε στον καπετάνιο, στο πλήρωμα και στους επιβάτες του ελληνικού πλοίου, το οποίο παραδέρνει στην τρικυμισμένη θάλασσα, υπακούοντας σε εντολές πειρατών που του υπαγορεύουν να ρίξει τους μισούς στο νερό, καθώς επίσης να τους παραδώσει το πολύτιμο εμπόρευμα του, απλά και μόνο για να επιβιώσει μαζί με τους υπόλοιπους, θεωρούμε πως πριν από κάθε τι άλλο χρειάζεται ένας στόχος – καθώς επίσης ένα σχέδιο για να επιτευχθεί, ρεαλιστικό και εφαρμόσιμο.
Όσον αφορά το στόχο, είναι εν πρώτοις η άμεση εκδίωξη των πειρατών – έτσι ώστε ο κυβερνήτης και το πλήρωμα να ανακτήσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, απαιτείται ένα συγκεκριμένο σχέδιο – εν προκειμένω, είτε η στάση πληρωμών, είτε η εξασφάλιση της εξυπηρέτησης του χρέους με ίδια μέσα, είτε ένας συνδυασμός και των δύο. Όλα έχουν ρίσκο βέβαια, αλλά χωρίς ρίσκο δεν πετυχαίνει κανείς τίποτα στη ζωή – η οποία φυσικά δεν είναι αιώνια.
Κατά την άποψη μας, με δεδομένο το ότι η υπερχρέωση, καθώς επίσης η καταστροφή του παραγωγικού ιστού της χώρας μας μετά το 2010 οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στα μνημόνια που επιβλήθηκαν, όπως άλλωστε έχει αποδεχθεί και το ΔΝΤ (ανάλυση), αυτό που πρέπει να αποφασισθεί συναινετικά από όλα τα πολιτικά κόμματα, είναι η αναβολή της πληρωμής των δανειακών υποχρεώσεων της Ελλάδας – έτσι ώστε να διαπραγματευθεί την ονομαστική διαγραφή μέρους των χρεών της, καθώς επίσης την αποπληρωμή των υπολοίπων με ρήτρα εξαγωγών, όπως ακριβώς η Γερμανία το 1953.
Εν τούτοις, η ενέργεια αυτή δεν φτάνει – ενώ δεν θα επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, όπως εάν το δικαιούμαστε ή όχι, αφού έχουμε αναφερθεί πολλές φορές στο θέμα (ανάλυση). Αυτό που χρειάζεται προηγουμένως είναι ένα σχέδιο αναβίωσης της ελληνικής Οικονομίας, με δικά της μέσα – με τη χρηματοδότηση της δηλαδή από ίδιους πόρους, η οποία προϋποθέτει αρχικά την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των Πολιτών στην Πολιτεία:
σε ένα Κράτος Δικαίου που οφείλει να εγκατασταθεί, με λειτουργικούς Θεσμούς, με ένα αναπτυξιακό και δίκαιο φορολογικό σύστημα, το οποίο όμως θα εμποδίζει τη διαφθορά και τη διαπλοκή – μέσω ενός μικρού αλλά αποτελεσματικού δημόσιου τομέα που θα τοποθετεί, θα επιβάλλει και θα ελέγχει αυστηρά την τήρηση των κανόνων, οι οποίοι θα είναι οι ίδιοι για όλους τους συμμετέχοντες.
Περαιτέρω, υπάρχουν πολλοί τρόποι χρηματοδότησης της χώρας μας με ίδια μέσα, αφού προηγουμένως αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των Πολιτών στην Πολιτεία – όπως μέσω της επιστροφής των καταθέσεων που έχουν διαφύγει στο εξωτερικό (πάνω από 100 δις €), της έκδοσης εγγυημένων με τη δημόσια περιουσία εθνικών ομολόγων, της τιτλοποίησης της ακίνητης περιουσίας του κράτους, ενδεχομένως επίσης μέρους των ενεργειακών μας αποθεμάτων, της ίδρυσης μίας δημόσιας επενδυτικής τράπεζας κοκ.
Εάν βέβαια δεν προηγηθεί η εξασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, έτσι όπως την περιγράψαμε, δεν πρόκειται να συμβεί τίποτα από τα παραπάνω – αφού κανένας δεν εμπιστεύεται μία χώρα που χαροπαλεύει, κινδυνεύοντας ανά πάσα στιγμή να βρεθεί χρεοκοπημένη και λεηλατημένη εκτός της Ευρωζώνης.
Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να εκπονηθεί ένας Ισολογισμός της Ελλάδας, κατά το παράδειγμα της Νέας Ζηλανδίας – όπου δεν θα φαίνεται μόνο πόσα χρωστάμε, όπως συμβαίνει δυστυχώς σήμερα αλλά, επίσης, τι ακριβώς διαθέτουμε. Αυτό άλλωστε εφαρμόζεται και στις επιχειρήσεις, οι οποίες θεωρούνται σχετικά υγιείς όταν το ενεργητικό τους υπερβαίνει το παθητικό – κάτι που ισχύει πέραν πάσης αμφιβολίας για την Ελλάδα, ακόμη και με τις σημερινές εξευτελιστικές τιμές που έχουν σκόπιμα δημιουργηθεί, από την πολιτική των μνημονίων.
Συνεχίζοντας, αυτό που έχει κρίσιμη σημασία είναι οι βασικοί πυλώνες, στους οποίους θα πρέπει να στηριχθεί η ανάπτυξη – όπου εύλογα οφείλουμε να επιλέξουμε εκείνους που η χώρα μας έχει μεγάλα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, συγκριτικά με όλες τις άλλες. Δηλαδή, τη ναυτιλία, τον τουρισμό και τη γεωργία, όπου πρέπει να δοθούν σημαντικά κίνητρα – αφενός μεν σε αυτούς που θα δραστηριοποιηθούν, αφετέρου σε όσους θα επενδύσουν.
Ένα από τα κίνητρα αυτά είναι οι χαμηλοί φορολογικοί συντελεστές, έτσι ώστε να γίνει ξανά η Ελλάδα ανταγωνιστική, σε σχέση με τις γειτονικές της χώρες – όπως με την Κύπρο, με τη Βουλγαρία κοκ. Ένα δεύτερο είναι το σταθερό επιχειρηματικό πλαίσιο, το οποίο θα εγγυάται τη μακροπρόθεσμη τήρηση εκ μέρους του κράτους όλων όσων συμφωνηθούν – ένα κοινωνικό συμβόλαιο κατά κάποιον τρόπο με τις επιχειρήσεις και με τους εργαζομένους, το οποίο θα παραμένει διαχρονικά σταθερό.
Περαιτέρω, θα πρέπει να εξασφαλισθούν εκείνες οι υποδομές, τις οποίες χρειάζονται για να αναπτυχθούν οι τρείς βασικοί πυλώνες – όπως ένα σωστό σιδηροδρομικό δίκτυο, λειτουργικά λιμάνια, σύγχρονα αεροδρόμια κοκ.
Εάν απαιτηθούν εν προκειμένω ιδιωτικοποιήσεις, όπου θα πρέπει να αποκλείονται οι κοινωφελείς επιχειρήσεις (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ κλπ.), τότε οφείλουν να επιλεγούν διαφορετικές χώρες, έτσι ώστε να μην κινδυνεύει η εθνική μας ακεραιότητα – όπως οι Ρώσοι για τα τραίνα και το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, αφού οι Κινέζοι έχουν τον Πειραιά, οι Γερμανοί για τα αεροδρόμια κοκ.
Προφανώς απαιτείται επί πλέον φθηνή ενέργεια, την οποία μπορεί να μας εξασφαλίσει μόνο η συνεργασία μας με τη Ρωσία, έως ότου αποκτήσουμε δική μας – ενώ, μέσω της φθηνής ενέργειας, θα έχουν τη δυνατότητα να ιδρυθούν ορισμένες βιομηχανίες, να λειτουργήσουν κερδοφόρα οι υφιστάμενες, να είναι ανταγωνιστική η γεωργία, καθώς επίσης να μειωθεί το κόστος γενικότερα, σε όλους τους τομείς της οικονομίας μας.
Όσον αφορά δε τα ενεργειακά μας αποθέματα, τα οποία είναι εξαιρετικά μεγάλα, πρέπει να επιδιωχθεί η συνεργασία με εξειδικευμένες εταιρείες εξόρυξης, από διάφορες χώρες, έτσι ώστε να μην δημιουργηθούν μονοπωλιακές δομές – ενώ οφείλουμε να μη χάσουμε την ευκαιρία της μετατροπής μας σε σημαντικό ενεργειακό κόμβο, μέσω της κατασκευής αγωγών που θα μεταφέρουν φυσικό αέριο από το Ισραήλ και την Κύπρο, αργότερα το δικό μας, προς την Ευρώπη.
Εάν συμβούν όλα αυτά, τα οποία βέβαια αναφέραμε επιγραμματικά, χωρίς να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι, μπορεί να υπάρξει ένα σχέδιο για τη χώρα σε ένα μικρό κείμενο, η Ελλάδα θα ευημερήσει – οπότε θα ακολουθήσει η αύξηση του γηγενούς πληθυσμού της, κατά το παράδειγμα της Σαουδικής Αραβίας (άρθρο), στην οποία έχει σχεδόν δεκαπλασιαστεί μετά το 1950. Τότε θα αποκτούσαμε το κρίσιμο μέγεθος που απαιτείται, για να μετατραπεί η Ελλάδα σε μία ανεξάρτητη, περιφερειακή δύναμη – ενδεχομένως στην ηγέτιδα των Βαλκανίων.
Περαιτέρω, οφείλει να σκεφθεί κανείς τι θα συνέβαινε, εάν ξεφεύγαμε από την παγίδα που έχουμε οδηγηθεί αντιστρέφοντας η τάση. Επιγραμματικά, οι τιμές της ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας θα επανερχόταν στα φυσιολογικά τους επίπεδα, αυξανόμενες κατά 600 δις €, η χρηματιστηριακή αξία των εισηγμένων επιχειρήσεων θα αυξανόταν κατά 200 δις €, το ΑΕΠ της χώρας πάνω από 50 δις €, τα έσοδα του δημοσίου κατά τουλάχιστον 15 δις €, η ανεργία θα μειωνόταν κατακόρυφα, το ασφαλιστικό θα επιλυόταν σε ένα μεγάλο μέρος του, τα εισοδήματα από τα ενοίκια θα ανακτώντο, οι τζίροι και τα κέρδη των επιχειρήσεων επίσης κοκ.
Ολοκληρώνοντας, ίσως όλα αυτά να φαντάζουν σήμερα ουτοπικά, ψευδαισθησιακά και ανέφικτα. Εν τούτοις, είναι δυνατόν να επιτευχθούν, εάν υπάρξει στόχος και σχέδιο για τη χώρα μας – πίσω από τα οποία θα μπορούσε να συνταχθεί το έμψυχο δυναμικό της, ολόκληρο το Έθνος. Αυτήν τη δυνατότητα δεν την έχουν πολλά άλλα κράτη στον πλανήτη – ενώ κάποια, με λιγότερα φυσικά πλεονεκτήματα συγκριτικά με την Ελλάδα, όπως η Ελβετία, έχουν πετύχει πολύ περισσότερα.