Όταν ο Σταύρος Στάικος σκέφτεται τη νέα χρονιά μπροστά του, εκφράζει φόβο. Παρ’ ότι είναι στωικός από τη φύση του, ο συνταξιούχος ναυτικός του εμπορικού δυσκολεύεται να δει αισιόδοξα τη χώρα του και τη δική του κατάσταση. «Είναι δύσκολο να είναι κανείς αισιόδοξος» λέει, περιμένοντας τη σειρά του για να πάρει οικονομικές συμβουλές από το κεντρικό κατάστημα της Αθήνας της Ένωσης Καταναλωτών και Δανειοληπτών. «Ποιος να το φανταζόταν πως θα έφτανε ως εδώ; Ποιος να το φανταζόταν πως στα 63 μου χρόνια θα φοβόμουν ότι θα χάσω το σπίτι που.»
Σαν Οδύσσεια χωρίς τέλος, η μεγάλη οικονομική κρίση της Ελλάδας συνεχίζεται και η δύσκολη θέση ανθρώπων όπως ο κ. Στάικος πυροδοτεί νέους φόβους κοινωνικών ταραχών.
Ο περασμένος χρόνος ήταν θυελλώδης, σηματοδοτημένος από δύο εκλογικές αναμετρήσεις, ένα δημοψήφισμα, την επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων, τις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη συμφωνίας διάσωσης, αβέβαιες ψηφοφορίες στην ελληνική Βουλή και την κοντινότερη προσέγγιση της Αθήνας με τη χρεοκοπία και την έξοδο από το ευρώ έως σήμερα. Ωστόσο, το 2016 θα μπορούσε να είναι ακόμη πιο απρόβλεπτο. Τα πιο δύσκολα, συμφωνούν πολλοί, δεν έχουν ακόμη έλθει, παρ’ ότι οι έλληνες έχουν αντικρύσει την άβυσσο και έχουν αποδεχτεί πως δεν υπάρχει εναλλακτική στους περιορισμούς της συμμετοχής στην ευρωζώνη.
«Τη στιγμή που πολλοί πίστευαν πως δεν μπορούσε να γίνει χειρότερο, φαίνεται ότι μπορεί» λέει η Τούλα Θανοπούλου, διευθύντρια της Ένωσης Καταναλωτών και Δανειοληπτών. «Βλέπουμε ανθρώπους σε πολύ κακή ψυχολογική κατάσταση. Φοβούνται τρομερά πως το επόμενο βήμα θα είναι οι τράπεζες να πάρουν τα σπίτια τους. Η κυβέρνηση λέει πως όλα θα πάνε καλά, όμως το πρόβλημα είναι πως κανείς δεν την πιστεύει.»
Το ερώτημα που ερωτάται τώρα, καθώς η τρεις φορές διασωσμένη χώρα μπαίνει στον πιο δύσκολο έως τώρα χειμώνα της, είναι εάν η Ελλάδα θα μπορέσει ποτέ να ανακάμψει. Έξι χρόνια μετά το ξεκίνημα του καταστροφικού ηθικά δράματος του χρέους της χώρας, οι οιωνοί είναι ανάμικτοι.
Υποδεχόμενος τη νέα χρονιά, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας προέβλεψε πως το 2016 θα σηματοδοτούσε την αρχή του τέλος, «την τελική έξοδο από την οικονομική κρίση». Με εξασφαλισμένη την οικονομική γραμμή βοήθειας 86 δισεκατομμυρίων ευρώ από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η χώρα θα μπορεί να κοιτάξει μπροστά, προχωρώντας σε ριζικές αλλαγές και «εθνική αναγέννηση».
Δεν πιστεύουν όλοι, ωστόσο, αυτό το success story. Περισσότεροι από το 55% των ελλήνων εξέφρασαν απαισιοδοξία για το μέλλον σε πρόσφατη δημοσκόπηση. Άλλο 61% θεωρεί πως η υποχρεωτική έξοδος της χώρας από την ευρωζώνη συνεχίζει να είναι ξεκάθαρη πιθανότητα.
Μαζί με την άνοδο της απαισιοδοξίας, τα γεγονότα των τελευταίων 12 μηνών έχουν βαθύνει το οικονομικό τραύμα της Ελλάδας: η ανεργία ξεπέρασε το 30% και το διαθέσιμο εισόδημα βυθίστηκε κατά περισσότερο από 25%.
Ωστόσο, ύστερα από χρόνια κρίσιμων προθεσμιών και έκτακτων συνόδων κορυφής, πρόκειται για ένα έθνος που έχει μάθει να διαχειρίζεται τις αντιξοότητες. Έχει αποδεχτεί πως, παγιδευμένο σε έναν φαύλο κύκλο λιτότητας και χρέους, η σωτηρία δε θα είναι εύκολη, καθώς αντιμετωπίζει τις συνέπειες των περικοπών των δαπανών, όπως τα νοσοκομεία και τα σχολεία που λειτουργούν με ελλιπές προσωπικό.
«Ο κίνδυνος τώρα για τη χώρα είναι μια αναιμική ανάκαμψη, ανίκανη να μειώσει την ανεργία και να θέσει την πραγματική οικονομία στον σωστό δρόμο» λέει ο Θεόδωρος Πελαγίδης, καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και εταίρος στο think tank Brookings Institution.
Όμως αυτή η χρονιά θα δει το ελληνικό κράτος και τους πολίτες του να πιέζονται ακόμη περισσότερο από τους τρεις δανειστές του, οι οποίοι απαιτούν μεταρρυθμίσεις σε αντάλλαγμα για τη βοήθεια. Στις επόμενες εβδομάδες, η Αθήνα θα πρέπει να επιδιορθώσει το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας, να επιβάλει υψηλότερη φορολογία στους αγρότες και να προωθήσει ένα πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Τα μέτρα θα δοκιμάσουν την αποφασιστικότητα της πρώτης αριστερόστροφης κυβέρνησης της Ευρώπης να εφαρμόσει νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις.
Από εκεί που ήταν το κόμμα της αντίστασης όταν εκτοξεύθηκε στην εξουσία τον προηγούμενο Ιανουάριο, ο κατά της λιτότητας ΣΥΡΙΖΑ υπό την ηγεσία του Τσίπρα έχει γίνει η πολιτική δύναμη που θα επιτηρήσει την εφαρμογή του πιο επώδυνου προγράμματος διάσωσης της χώρας.
Η μεσαία τάξη, που έχει δεχτεί τα χτυπήματα της δριμύτητας των δημοσιονομικών προσαρμογών υπό τη μορφή των διαδοχικών φορολογικών αυξήσεων και των περικοπών των δαπανών, θα χτυπηθεί και πάλι, καθώς το χάσμα μεταξύ φτωχών και πλουσίων συνεχίζει να μεγαλώνει. Οι αγρότες, που ποτέ δε δίστασαν να κλείσουν δρόμους με τα τρακτέρ τους, απειλούν με «πόλεμο». Τα εργατικά συνδικάτα ετοιμάζονται για μάχη και η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού – που θεωρείται απαραίτητη για την εξοικονόμηση 1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ ή 1% του ΑΕΠ για φέτος – θα χτυπήσει τα νοικοκυριά που εξαρτώνται από συνταξιοδοτικά εισοδήματα.
Η προοπτική των πλειστηριασμών των σπιτιών από τις τράπεζες – πράγμα αναπόφευκτο εάν οι διεθνείς πιστωτές επιμείνουν για την επιβολή μέτρων που θα μειώσουν την προστασία των οφειλετών στεγαστικών δανείων – έχει αυξήσει τους φόβους για κοινωνικές ταραχές.
Από την πλευρά της κυβέρνησης, η απείθεια γίνεται ήδη αισθητή. Ο Τσίπρας ανακοίνωσε πρόσφατα την αντίθεσή του στην παράταση της συμμετοχής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα διάσωσης της Αθήνας αφού λήξουν οι υπάρχουσες δόσεις βοήθειας τον Μάρτιο. Πριν από το ξεκίνημα του νέου γύρου διαπραγματεύσεων για τις μεταρρυθμίσεις του προγράμματος, ανακοίνωσε το σαββατοκύριακο πως η συγκυβέρνησή του, μαζί με τον δεξιό εταίρο του, το κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων, δε θα ενδώσουν σε «παράλογες και άδικες απαιτήσεις».
Οι συνταξιούχοι έχουν δεχτεί 12 περικοπές στις μηνιαίες πληρωμές της σύνταξής τους από το ξέσπασμα της κρίσης, με τους υπουργούς να αναμένεται να επιχειρηματολογούν πως δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο ολόκληρων οικογενειών να αναγκάζονται να εξαρτώνται από το εισόδημα από τη σύνταξη. Στα 41 του, ο Τσίπρας είναι ο νεότερος ηγέτης της Ελλάδας στη σύγχρονη εποχή, και έχει αποδειχθεί ειδικός της πανούργας τακτικής. Αυτό αναδείχθηκε από τη δυνατότητά του να μετατρέψει ένα καταιγιστικό όχι στη λιτότητα στο δημοψήφισμα του Ιουλίου για τα μέτρα που επέβαλε η ΕΕ, σε ένα ταπεινό ναι λίγες μέρες αργότερα. Μία άτονη αντιπολίτευση τον έχει επίσης βοηθήσει καθ’ όλη την πορεία του.
Εκτός και αν το κεντροδεξιό κόμμα της αντιπολίτευσης, η Νέα Δημοκρατία, εισέλθει σε μια νέα εποχή μετά τις εσωκομματικές εκλογές στις 10 Ιανουαρίου, ο πρώην κομμουνιστής θα παραμείνει το κυρίαρχο πρόσωπο στην ελληνική πολιτική σκηνή. Ωστόσο, ο ίδιος ο Τσίπρας αντιτίθεται στις μεταρρυθμίσεις, και η πλειοψηφία των βουλευτών του είναι κατά των μέτρων. Μέσα στην ασυμφωνία που έχει προκύψει μετά την επανεκλογή του Σεπτεμβρίου, η κοινοβουλευτική του παρουσία έχει περιοριστεί σε μια πλειοψηφία τριών εδρών. Ακόμη και αν οι μεταρρυθμίσεις μετατραπούν σε νομοθεσία, υπάρχουν ελάχιστοι που πιστεύουν πως θα εφαρμοστούν ή πως θα προσελκύσουν τις ξένες επενδύσεις που θα οδηγήσουν σε ανάπτυξη.
«Δεν βλέπω πώς αυτή η κυβέρνηση μπορεί να επιβιώσει από τις μεταρρυθμίσεις. Και δεν μπορώ να δω πώς μπορεί να αποφύγει τις μεταρρυθμίσεις» λέει ο Αριστείδης Χατζής, αναπληρωτής καθηγητής δικαίου και οικονομικών στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών. «Θεωρώ πως αυτή η κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με ανυπέρβλητα προβλήματα στις αρχές του 2016.»
Ο Χατζής ανησυχεί πως ο ΣΥΡΙΖΑ, που θεωρούταν πως προσέφερε ελπίδα τον περασμένο χρόνο, σύντομα θα συνδέεται με την απελπισία. Και επειδή πιστεύει πως η οργή είναι ο αντικατοπτρισμός της απελπισίας, αναρωτιέται πού θα στραφούν οι έλληνες μετά. Το κατά της λιτότητας, νεοφασιστικό κίνημα της Χρυσής Αυγής έχει αναδυθεί ως σημαντική πολιτική δύναμη, παρ’ ότι η επιρροή του δείχνει να έχει φτάσει το ανώτερο σημείο της. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις βρίσκουν τον άλλοτε ακατάβλητο ΣΥΡΙΖΑ λίγο υψηλότερα του 18% - λιγότερο από το μισό των ποσοστών του πριν από έξι μήνες.
Οι αναλυτές συμφωνούν πως ο Τσίπρας θα προσπαθήσει να στερεώσει την εξουσία του είτε διευρύνοντας την κυβερνητική του συμμαχία, είτε καλώντας και πάλι σε εκλογές.
«Η πολιτική μετά την κρίση μοιάζει με μηχανή του κιμά. Ξεπετάει πολιτικούς και μέσα σε ένα δευτερόλεπτο μπορούν να βρεθούν σε δυσμένεια» λέει ο Χατζής. «Η μεγαλύτερη ανησυχία μου είναι η πολιτική και οικονομική ταραχή που θα εξασφαλίσει την πτώση της κυβέρνησης.»
Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι που επιβλήθηκαν για να αποτρέψουν τη χρηματοπιστωτική κατάρρευση της χώρας τον Ιούλιο – οι αναλήψεις από τις τράπεζες συνεχίζουν να περιορίζονται σε 60 ευρώ την ημέρα ή 420 ευρώ την εβδομάδα – δεν αναμένεται να απαλειφθούν πριν από την άνοιξη το συντομότερο. Από εκεί που έδειχνε τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης στα τέλη του 2014, η ελληνική οικονομία αναμένεται να συσταλεί ξανά φέτος. Τα φορολογικά έσοδα δεν έπιασαν τους στόχους τους και οι εκροές των καταθέσεων, σύμφωνα με τα στοιχεία που εξέδωσε η κεντρική τράπεζα της χώρας, συνεχίζονται.
Ωστόσο, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών εξελίχθηκε καλύτερα απ’ ότι αναμενόταν και σε αντίθεση με τους προκατόχους τους, οι αριστεροί έχουν καλύτερη θέση για να αντιμετωπίσουν ενδημικά προβλήματα όπως η φοροδιαφυγή και η διαφθορά.
Ύστερα από το τρενάκι του τρόμου με τον Γιάνη Βαρουφάκη, τον εκκεντρικό πρώην υπουργό Οικονομικών, η συνεργασία έχει αντικαταστήσει τη σύγκρουση στις σχέσεις της Αθήνας με τους εταίρους της στην ευρωζώνη. Ο μαχητικός Τσίπρας, που θεωρούταν προηγουμένως ως το κακό παιδί της πολιτικής της ΕΕ, λέει πλέον πως η συμμετοχή στο κοινό νόμισμα είναι το καλύτερο δυνατό εμπόδιο για το οικονομικό χάος, μια θέση που ενισχύεται από το γεγονός πως η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της προσφυγικής κρίσης της Ευρώπης.
Αυτή η απόφαση, ενσαρκωμένη με την αποδοχή των σκληρών όρων που συνοδεύουν την τελευταία συμφωνία διάσωσης, δείχνει να έχει βάλει τέλος στη διελκυστίνδα που χαρακτηρίζει την ελληνική ταυτότητα, ως ένας λαός παγιδευμένος μεταξύ ανατολής και δύσης στην περιφέρεια της Ευρώπης.
«Έχουμε επιτέλους αναγνωρίσει πως η σύνδεσή μας με την Ευρώπη είναι ο μόνος τρόπος να ξανακερδίσουμε τον χαμένο χρόνο» λέει ο διακεκριμένος έλληνας φιλόσοφος Στέλιος Ράμφος. «Χαμένος χρόνος υπό τη μορφή αιώνων εγκατάλειψης, ως ένας λαός που δε γνώρισε ποτέ την Αναγέννηση. Εάν δεν υπήρχε η Ευρώπη, με τους κανόνες και τις οδηγίες της, η Ελλάδα δε θα διέφερε πολύ από το Ιράκ.»
Αυτό εξηγεί εν μέρει γιατί η Ελλάδα θα παραμείνει το 2016 ο αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης και γιατί, σε αντίθεση με άλλες διασωσμένες χώρες-μέλη της ΕΕ, δεν υπάρχει εγγύηση πως το τελευταίο πρόγραμμα διάσωσης θα επιτύχει χωρίς μια νέα δόση ελάφρυνσης χρέους. Αυτό αναμφίβολα θα γίνει μια ακόμη πηγή πιθανής σύγκρουσης με τη Γερμανία, τον μεγαλύτερο μέτοχο των χρημάτων της διάσωσης μέχρι σήμερα.
Το βάρος του χρέους της Αθήνας αναμένεται να ξεπεράσει το 187% του ΑΕΠ φέτος, ένα ποσό που θεωρείται γενικώς ως μη βιώσιμο εάν η χώρα θέλει να περάσει μιαν ανθεκτική οικονομική ανάκαμψη.
Όσοι έχουν αναλάβει το έργο της διάσωσης της Ελλάδας δεν είναι άμοιροι ευθυνών, σύμφωνα με κάποιους παρατηρητές. «Αντί να επιμείνουν σε πλήρη εκπλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων τα πρώτα δύο κρίσιμα χρόνια του προγράμματος, οι πιστωτές έριξαν απλά αλόγιστο χρήμα στην Ελλάδα» υποστηρίζει ο Πελαγίδης. «Ως αποτέλεσμα, η Ευρώπη είχε αποσυνδεθεί από την ελληνική κρίση μέχρι το τέλος του 2012, όμως η Ελλάδα παρέμενε χωρίς μεταρρυθμίσεις, με υπέρογκα χρέη και χρεοκοπημένη.»
Η μελλοντική σταθερότητα της Ελλάδας εξαρτάται από την αντίδραση του Σταύρου Στάικου και άλλων πολιτών, για τους οποίους οι αριθμοί δεν είναι αφηρημένοι, αλλά πραγματικοί και επώδυνη. «Τι να πούμε;» απαντά όταν ερωτάται για την πιθανότητα ταραχών. «Έχω ένα δάνειο 45.000 ευρώ, μια σύνταξη που έχει περικοπεί στα 700 ευρώ τον μήνα, λογαριασμούς 300 ευρώ τον μήνα και μηνιαία δόση του δανείου 400 ευρώ τον μήνα.
Δεν ξέρω τι θα φέρει το μέλλον. Αυτό που ξέρω είναι ότι δεν μπορώ πλέον να τηρήσω το δάνειο και θα κάνω ό,τι χρειαστεί για να προστατέψω την οικογένειά μου, να προστατέψω το σπίτι μου.»
sofokleous10.gr