Του Γιώργου Καραμπελιά
Ένα ιδεολογικό και πολιτικό σχήμα που είχε, δυστυχώς, είχε καταστεί κυρίαρχο τα τελευταία είκοσι-τριάντα χρόνια στην Ελλάδα, έρχεται να καταρρεύσει παταγωδώς, με την διακυβέρνηση Σύριζα.
Στο παρελθόν, στην ελληνική παράδοση, μέχρι και την περίοδο του πατριωτικού ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου της δεκαετίας του ’80, η κοινωνική ευαισθησία ήταν πάντα συναρτημένη με τον πατριωτισμό και την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων –τουλάχιστον από την… Επανάσταση του ’21 και μετά. Πιο πρόσφατα στην Κατοχή το ΕΑΜ εξέφρασε ακριβώς αυτή τη σύνθεση των παραμέτρων της ελληνικής ιδιοπροσωπίας: Κοινωνική δικαιοσύνη και ελεύθερη πατρίδα ήταν οι δύο βασικοί πυλώνες της ιδεολογίας του. Επιγενέστερα, ακόμα και η Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου θα συνδυάζει την κοινωνική πολιτική με την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων στο κυπριακό. Και όπως προαναφέραμε, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου θα εμφανιστεί με μια διφυή συνθηματολογία από τη μία «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» και αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού, και από την άλλη η σοσιαλιστική και κοινωνιοκεντρική συνθηματολογία. Όπως έχουμε επαναλάβει πολλές φορές, ακόμα και η μήτρα των εθνικομηδενιστικών ρευμάτων στην Αριστερά, το ΚΚΕ εσωτερικού είχε παρ’ όλα αυτά ως σύμβολό του την ελληνική σημαία μαζί με το σφυροδρέπανο.
Όμως, από τη δεκαετία του 1990 και ακόμα περισσότερο από εκείνη του 2000, στην παράδοση της ανανεωτικής Αριστεράς ιδιαίτερα, καθώς και του αριστερισμού, που απετέλεσαν και τα συστατικά στοιχεία του Σύριζα στην συνέχεια, η κοινωνιοκεντρική αντίληψη και ο πατριωτισμός άρχισαν να παίρνουν διαζύγιο μεταξύ τους. Η ανανεωτική Αριστερά και ο Σύριζα θα ταυτιστούν σταδιακά με τις εθνομηδενιστικές αντιλήψεις, ιδιαίτερα στον χώρο των πανεπιστημίων, της νεολαίας και της διανόησης. Αντίθετα, ο πατριωτισμός στο εσωτερικό των αριστερών κομμάτων και σχηματισμών συρρικνωνόταν διαρκώς. Στο ΠΑΣΟΚ θα κυριαρχήσει ο σημιτικός εθνομηδενισμός και θα περιθωριοποιηθούν οι πατριωτικές φωνές (Χαραλαμπίδης, Τσοβόλας, Παπαθεμελής), ενώ και στο χώρο του Συνασπισμού και του Σύριζα επίσης οι πατριωτικές φωνές (Αλαβάνος, Λαφαζάνης, Γλέζος) είτε θα σιγήσουν, είτε θα προσαρμοστούν στην κυρίαρχη εθνομηδενιστική αντίληψη. Τόσο ώστε, ο Λαφαζάνης και ο Αλαβάνος να υπογράψουν κείμενο υπεράσπισης της Μαρίας Ρεπούση! Όσοι επιμέναμε στην παραδοσιακή σύνθεση κοινωνιοκεντρισμού, οικολογίας, και πατριωτισμού, είχαμε γίνει μειοψηφία και μάλιστα η κυρίαρχη τάση ήταν να εκδιώκονται και να αποβάλλονται οι πατριωτικές φωνές από τις κοινωνικές κινητοποιήσεις και η οικολογική ευαισθησία να ταυτίζεται με τον αντιπατριωτισμό.
Αυτή η εξέλιξη η οποία κατέστη ηγεμονική στις δεκαετίες 1990 και 2000, απέκοψε ουσιαστικά και στο επίπεδο των λαϊκών στρωμάτων τον πατριωτισμό από την Αριστερά. Σε πατριωτική κατεύθυνση έμεναν περισσότερο τμήματα της λαϊκής Δεξιάς, ή της Εκκλησίας, ενώ ο εθνομηδενισμός της Αριστεράς συναγωνιζόταν εκείνον της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς. (Καθόλου τυχαία με το σχέδιο Ανάν θα συνταχθεί ο Σημίτης και οι περί αυτόν, η Μπακογιάννη και ο Μητσοτάκης, ο Συνασπισμός και ο Κωνσταντόπουλος, ενώ θα αντιδράσουν οι δυνάμεις της πατριωτικής Αριστεράς, και της λαϊκής δεξιάς). Εμείς, στο Άρδην, ξεκινούσαμε πάντα από τη διαπίστωση πως η ελληνική κοινωνία είναι μια κοινωνία εξαρτημένη από τις παλιές αποικιοκρατικές δυνάμεις της Δύσης και ταυτόχρονα απειλείται κατ’ εξοχήν από τον τουρκικό επεκτατισμό. Γι’ αυτό και θεωρούσαμε πάντοτε πως ήταν πρωταρχική η εμμονή στην πατριωτική διάσταση, διότι χωρίς ανεξάρτητη πατρίδα δεν μπορεί να υπάρχει ούτε κοινωνική δικαιοσύνη, ούτε δημοκρατικά δικαιώματα, ούτε… προστασία του περιβάλλοντος.
Έτσι για είκοσι τουλάχιστον χρόνια, από το 1993 και μετά όταν καταρρέει το ανατολικό στρατόπεδο και κυριαρχεί η αμερικανοκεντρική παγκοσμιοποίηση, θέτουμε ως κεντρικό πολιτικό ζήτημα της χώρας, το ζήτημα της εθνικής ανεξαρτησίας, γι’ αυτό και συμμετέχουμε ενεργά σε όλους τους μεγάλους αγώνες, για την υπεράσπιση της κατακρεουργούμενης Γιουγκοσλαβίας, για την συμπαράσταση στους μόνους αυθεντικούς συμμάχους μας στην Τουρκία τους Κούρδους και στον Οτσαλάν, προπαντός για την απόρριψη του σχεδίου Ανάν στην Κύπρο. Στο ιδεολογικό πεδίο, κύρια μέριμνά μας γίνεται η αποδόμηση των εθνοαποδομητών και του εθνομηδενισμού που κυριαρχεί σταδιακά στο χώρο της διανόησης και της αριστεράς. Παραδειγματική υπήρξε η αντίθεσή μας στο βιβλίο της Ρεπούση και γενικότερα στην αποδόμηση της ελληνικής ιστορίας, που απεργάζονται από κοινού οι ΜΚΟ του Σόρος και οι ψευδοαριστεροί.
Οι Συριζαίοι αντίπαλοί μας και οι συνοδοιπόροι τους, μας επέκριναν όλα αυτά τα χρόνια ως «εθνικιστές» και «εθνοπατριώτες», που εγκαταλείπουν δήθεν την κοινωνική προτεραιότητα προτάσσοντας την εθνική. Βέβαια το πόσο ψευδής ήταν αυτή η ιδεολογία φάνηκε με το ξέσπασμα της κρίσης όταν απεδείχθη ότι η ανεργία και η κατακρεούργηση των κοινωνικών δικαιωμάτων των Ελλήνων ήταν συνέπεια του αποικιακού χαρακτήρα των σχέσεών μας με την Δύση. Γι’ αυτό εξάλλου, και πρωτοστατήσαμε στις κινήσεις ενάντια στο μνημόνιο με τους Αγανακτισμένους και την «Σπίθα». Η κοινωνική κρίση στην Ελλάδα υπήρξε συνέπεια του παρασιτικού και εξαρτημένου χαρακτήρα της ελληνικής οικονομίας.
Μπροστά σ’ αυτή την πραγματικότητα, ακόμα και ο Σύριζα, και ο νεαρός λαοπλάνος αρχηγός του, ενδύθηκαν πρόσκαιρα, μετά το 2012, τη λεοντή του πατριωτισμού. Άρχισαν να μιλάνε για «πατρίδα» και «πατριωτισμό», εξαπατώντας ακόμα και ένα τμήμα της απομείνασας πατριωτικής Αριστεράς. Εμείς, δεν παρασυρθήκαμε από αυτά τα απατηλά λόγια, αλλά εξακολουθούσαμε να υπενθυμίζουμε έστω και εάν φανήκαμε για ένα διάστημα μονότονοι και ιδεοληπτικοί, πως ο εθνομηδενιστής, του οποίου το ιδεολογικό σύμπαν κινείται σ’ έναν «μεταεθνικό κόσμο», και του οποίου η πατρίδα βρίσκεται στο Λονδίνο του Τσακαλώτου και του Παππά ή την Αμερική του Βαρουφάκη, δεν μπορεί να γίνει πατριώτης, ούτε μπορεί να υπερασπιστεί αυθεντικά τα κοινωνικά δικαιώματα του ελληνικού λαού, τα οποία προϋποθέτουν ακριβώς την εθνική ανεξαρτησία.
Για να κάνουμε πιο λιανά, σε μια χώρα που αποτελεί παρασιτικό εξάρτημα της Δύσης, και απειλείται άμεσα από τον τουρκικό επεκτατισμό, η εθνική πατριωτική αντίληψη, είναι προϋπόθεση και για οποιαδήποτε κοινωνιοκεντρική πολιτική. Και αυτό φάνηκε πολύ καθαρά μετά την άνοδο του Σύριζα στην εξουσία. Άνθρωποι που δεν αγαπάνε την πατρίδα τους, δεν μπορούν και να αγαπάνε το λαό της. Άνθρωποι που θεωρούν τους Έλληνες, «Ελληνάρες», «εθνικιστές», «καθυστερημένους», «θρησκόληπτους», δεν μπορούν να τους υπερασπιστούν απέναντι στους «πολιτισμένους» Αμερικανούς, Γερμανούς ή Ολλανδούς πολιτικούς και επιχειρηματίες που σαν τον Σάϋλοκ απαιτούν ένα κομμάτι σάρκας από τους Έλληνες και ακόμα λιγότερο μπορούν να αντισταθούν στον Ερντογάν που θέλει να παγιώσει και de jure την κατοχή της Κύπρου. Γι’ αυτό και εν τέλει οι δήθεν αντιμνημονιακοί και κοινωνιοκεντρικοί ψευδο-αντικαπιταλιστές γλείφουν με τόση επιμέλεια τις μπότες της Μέρκελ και της Λαγκάρντ και εφαρμόζουν το χειρότερο μνημόνιο σε βάρος του ελληνικού λαού.
Εξάλλου, αφού διάβηκαν τον Ρουβίκωνα του μνημονίου τον Ιούλιο του 2015, ξεδιπλώνουν με την μεγαλύτερη αναισχυντία και την εθνομηδενιστική ιδεολογία τους. Δηλώσεις του Φίλη για τους Ποντίους, αλλαγή των βιβλίων της Ιστορίας από την Αναγνωστοπούλου, ανακήρυξη του εθνομηδενιστή [και πρόεδρου του σημιτικού ΟΠΕΚ], Λιάκου, σε υπεύθυνο για την μεταρρύθμιση της παιδείας(!), απόλυτη αδιαφορία για τις συνέπειες του προσφυγικού και μεταναστευτικού κύματος στην ελληνική κοινωνία. Και επειδή όλα πρέπει να πηγαίνουν μαζί, ακολουθεί η προσπάθεια οριστικού ενταφιασμού του κυπριακού ελληνισμού, με ένα νέο σχέδιο Ανάν στο οποίο πρωταγωνιστούν ανενδοίαστα.
Τι έχουν να χάσουν πλέον; Τα λαϊκά στρώματα που τους πίστεψαν και τους ψήφισαν προς στιγμήν, τα έχουν ήδη απολέσει. Καθώς και ένα μεγάλο μέρος της ίδιας της κομματικής τους βάσης – ιδιαίτερα εκείνους που κάτι πίστευαν από τις εξαγγελίες τους. Επομένως, μια και δεν έχουν πουθενά αλλού να στηριχθούν, θα πρέπει να στηριχθούν αποκλειστικά στις ξένες καγκελαρίες και να γίνουν οι πιστότεροι τοποτηρητές των συμφερόντων των αφεντικών τους. Γι’ αυτό εξάλλου και αυτοί τους ανταμείβουν: Καμιά άλλη κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια δεν είχε τόσο μεγάλη στήριξη από Αμερικανούς και Ευρωπαίους, διότι ως γνωστόν οι αποστάτες είναι πάντοτε προτιμότεροι ακόμα και από τους ομοϊδεάτες. Αυτά που κάνει ο Κατρούγκαλος στο ασφαλιστικό, ο «μαρξιστής» των λονδρέζικων σαλονιών και της Μπλακ Ροκ, Τσακαλώτος, η Χριστοδουλοπούλου στο μεταναστευτικό δεν μπορούσαν να τα κάνουν ούτε κατά διάνοιαν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή ο Αντώνης Σαμαράς. Και ήταν έτοιμοι από καιρό: Η εθνομηδενιστική ιδεολογία τούς είχε προετοιμάσει για να είναι οι καλύτεροι υπηρέτες των ξένων και μάλιστα με εκσυγχρονιστικό πασπάλισμα για δικαιώματα των μειονοτήτων, αντιρατσισμό, υπέρβαση των «εθνικών στερεοτύπων» και άλλα ηχηρά παρόμοια.
Όσο λοιπόν αυτοί οι άνθρωποι, όσο αυτή η κυβέρνηση, όσο αυτός ο πρωθυπουργός, βρίσκονται στην εξουσία, δεν θα κινδυνεύουν μόνο οι συντάξεις των πολιτών και τα βιβλία της Ιστορίας, αλλά η εθνική μας συνοχή, η Κύπρος, το Αιγαίο και η ανεξαρτησία μας, όση μας έχει απομείνει. Και όσο χάνουν τη λαϊκή στήριξη, τόσο πιο επικίνδυνοι γίνονται, γιατί το μόνο που τους απασχολεί είναι το πώς θα κρατηθούν στην εξουσία με κάθε τίμημα. Γιατί ξέρουν πως αν απομακρυνθούν από αυτή –την εξουσία–, δεν έχουν κανένα μέλλον και καμία τύχη. Θα αποσυντεθούν πολύ χειρότερα και από το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ. Γι’ αυτό και είναι ιδιαίτερα επικίνδυνοι για κάθε είδους υποταγή, για κάθε είδους προδοσία.
Ελπίζω, έστω κατόπιν εορτής, αυτοί που θεωρούν «προδότη» του αντιμνημονιακού αγώνα τον Τσίπρα, να αρχίσουν να καταλαβαίνουν πως όσοι αντιπαραθέτουν κοινωνικά δικαιώματα και πατριωτισμό, ή θέτουν τον πατριωτισμό σε δεύτερη μοίρα στην Ελλάδα, θα εισπράττουν αναπόφευκτα έναν ΓΑΠ ή έναν Τσίπρα. Εδώ, σε αυτόν τον τόπο είσαι πριν απ’ όλα ή πατριώτης ή εθνομηδενιστής και μετά οτιδήποτε άλλο. Αυτό σε τελική ανάλυση επικαθορίζει και τα υπόλοιπα. Εάν αυτή η –πασιφανής από όλη την ιστορική μας διαδρομή–, αλήθεια, δεν γίνει κατανοητή, τότε και τον πατριωτισμό θα εγκαταλείψουμε στα χέρια της Χρυσής Αυγής, και θα συνεχίσουν εσαεί να μας κυβερνάνε τα ανδρείκελα των ξένων, και θα νιώθουμε διαρκώς εξαπατημένοι και ανήμποροι.