ΝΤΕΠΥ ΓΚΟΛΕΜΑ
Φτάσαμε στο τέλος της ουράς των γιορτών. Με το εισιτήριο στο χέρι, για την είσοδο στο '16. Όποιον κι αν ρωτήσεις “πως πέρασε” ψέματα θα σου πει. Αν όχι όλα, αλλά με κάποιον τρόπο θα βάλει τα σενάριο που «θα ήθελε να είναι» μέσα στο αφήγημα. Και αυτός που «μια χαρά περάσαμε» και ο «χάλια τι τα θες». Αυτή είναι η μαγεία των ημερών. Παραποιεί.
Ρίχνοντας αυλαία με τον Αγιασμό των υδάτων “εν απουσία” της πολιτικής Ηγεσίας. Δεν θυμάμαι να έχει ξαναγίνει .Και για κανένα λόγο. Αλλά φαντάζομαι η διάγνωση θα γίνει στη νεκροψία του πτώματος. Και θα μας διαφωτίσει. Από όλο το συνηθισμένο σκηνικό, η συγκίνηση τουλάχιστον η δική μου, ήταν στη Σμύρνη. Μπορεί για μας, που έχουμε ακούσει ιστορίες των δικών μας. Να ήταν μια στιγμή ιδιαίτερη. Δεν ξέρω. Αλλά προσωπικά μου ήταν αδύνατο να μην σκεφτώ. Τι είχε ακούσει ,τι είδε και τι ένοιωσε αυτό το νερό. Την τελευταία φορά, που ακουγόταν η γλώσσα μέσα του.
Σε κραυγές, παρακάλια, κλάματα και φόβο .Και ναι, ήθελε και έπρεπε να αγιασθεί. Η μνήμη του νερού και οι δικές μας ίσως περισσότερο. Σαν πρωτοβουλία, όμως για όποιον πιστεύει σε συμβολισμούς με συγκίνησε. Μπορεί και τη γιαγιά μου από κει που βρίσκεται, να την έκανε να χαμογελάσει. Μ ’εκείνο το χαμόγελο, που μόνο όταν έχεις ζήσει την συμφορά και βλέπεις τους επόμενους, να θέλουν να την ξορκίσουν, μπορείς να έχεις. Της συγκατάβασης. Που είναι η αρχή, για να απαλύνεις γεγονότα και μνήμες . Δεν ξέρω ποιος το αποφάσισε αν είναι το Πατριαρχείο ή κάποια άλλη Αρχή. Και γιατί τόσα χρόνια δεν είχε γίνει ποτέ.
Δεν είναι να πεις και στην καλύτερη φάση οι σχέσεις της Τουρκίας με τον χριστιανισμό, σήμερα. Αλλά προσωπικά αισθάνθηκα μια γλυκιά μελαγχολία και νοσταλγία , για μια γιαγιά που θα την έκανε χαρούμενη. Να δει να ψέλνεται το “εν Ιορδάνη”, στην παραλία που δεν γινόταν “συνωστισμός” αλλά μεγάλη σφαγή. Που η ίδια μαζί με χιλιάδες άλλους, άφηνε πίσω αγαπημένα κομμάτια ζωής. Παρακολούθησαν είπαν και τούρκοι την τελετή.
Και μου ήρθε στο μυαλό η Μαρία Ιορδανίδου, με την Λωξάνδρα της και τον Μεμέτη . Σε γενικές γραμμές αλλά και σε ειδικές, οι προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, δεν καθρεφτίζονται ποτέ στις πράξεις της εξουσίας. Ποιος ξέρει αν οι Τούρκοι που παρακολούθησαν, δεν ήταν κι αυτοί εγγόνια, κάποιων Μεμέτηδων στην αυλή μιας Λωξάνδρας. Πόσο κουραστικό είναι τελικά να μισείς, εξαντλητικό. Κάποιους σαν και σένα, κοινούς θνητούς, ευάλωτους με την ίδια ακριβώς επί κλωστής κρεμάμενη ζωή.
Γιατί κάποιοι άλλοι το ίδιο αδύναμοι, αλλά μοχθηρότεροι, στο φυτεύουν στο κεφάλι. Εσύ Χριστό κι εγώ Αλλάχ…αλλά κι οι δυό μας αχ και βαχ... (σκέψεις σκόρπιες εν όψει της… συνέχειας της χρονιάς)