Του Γιάννη Σιδέρη
Υπάρχει μια βασική αρχή στο χρηματιστήριο: Αν δεν ξέρει τι να κάνεις, μην κάνεις τίποτα. Στον τζόγο της πολιτικής την αρχή αυτή δείχνει να ακολουθεί ο πρωθυπουργός.
Η κυβέρνηση, με βάρκα την ελπίδα, θαλασσοπνίγεται ανάμεσα στις συμπληγάδες της αξιολόγησης, του αγροτικού και του μεταναστευτικού, αλλά δεν προτίθεται να αλλάξει ρότα.
Αξιολόγηση: Οι θεσμοί επανέρχονται και από Δευτέρα απαιτητικοί και ανελαστικοί. Πληροφορίες από τα τεχνικά κλιμάκια επισημαίνουν για ανάγκη πρόσθετων μέτρων, καθώς δεν έχει καλυφθεί η εξοικονόμηση του 1% ετησίως. Παράλληλα θα ζητηθούν επιπλέον μέτρα, δημοσιονομικά μέτρα, ενώ υπάρχει ο φόβος ότι θα στο εργασιακό θα απαιτήσουν την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, κάτι που θα απεκδύσει τον ΣΥΡΙΖΑ από το τελευταίο φύλλο αριστερής αιδημοσύνης.
Η αξιολόγηση, την οποία η κυβέρνηση επιθυμεί να τελειώνει ως τέλη Φεβρουαρίου, δεν φαίνεται να ολοκληρώνεται σύντομα και αντιστοίχως θα καθυστερεί η είσπραξη των 5,7 δισ. που έχει ανάγκη η αφυδατωμένη οικονομία.
Αγροτικό: Καταγράφεται μία πραγματικότητα, ανεξαρτήτως αν δικαιολογείται ή όχι. Αγριεμένοι οι αγρότες, σήμερα ακροδεξιοί, χθες αγανακτισμένοι πολίτες κατά τον ΣΥΡΙΖΑ, κατακερματίζουν τις οδικές αρτηρίες της χώρας, αποκλείουν τον υπουργό γεωργίας, διώχνουν βουλευτές από τα μπλόκα, σε άλλους χειροδικούν, τους απαγορεύουν να μιλήσουν, τους γιουχάρουν -κοντολογίς ό,τι έκαναν οι συριζαίοι στους προηγούμενους.
Αν οι αγρότες δεν θέλουν να πληρώσουν, επειδή απλώς είναι κακομαθημένοι και έχουν μάθει να μην πληρώνουν, οι αντιδράσεις σταδιακά θα καταλαγιάσουν. Αν τα προβλήματα είναι όπως τα διεκτραγωδούν, η κατάσταση θα οξυνθεί. Σε συνδυασμό και με το κίνημα της γραβάτας, και όσα ενδεχομένως εργασιακά προκύψουν αν ζητηθεί απελευθέρωση των απολύσεων, η κατάσταση θα βαίνει εκρηκτικότερη.
Προσφυγικό: Η κυβέρνηση ως προσφάτως, συγχέοντας πρόσφυγες και παράνομους οικονομικούς μετανάστες, έπλεε σε κύματα ιδεολογικής μακαριότητας. Με την πολιτική των ανοιχτών θυρών, πίστευε πως αποτελούσε τον φωτεινό ανθρωπιστικό φάρο της Ευρώπης, ο δε κ. Μουζάλας διαβεβαίωνε ότι δεν μπορούν να μας διώξουν από τη Σένγκεν. Ξάφνου ο κ. Μουζάλας είδε το φως το αληθινόν και παραδέχτηκε ότι ενδεχομένως και να μας διώξουν, ενώ η κυβέρνηση έκπληκτη και δυσαρεστημένη έμαθε ότι πολλές ευρωπαϊκές ηγεσίες άρχιζαν να υψώνουν φράχτες και να μας καταστήσουν στρατόπεδο παράνομων μεταναστών.
Θα τραβήξει και «όπου πάει»
Τα προαναφερόμενα, το καθένα από μόνα τους είναι δυνατό να γονατίσουν μια κυβέρνηση, και η κυβέρνηση νιώθει ήδη γονατισμένη, αλλά όχι και να την ρίξουν.
Στα πλέον επίφοβα, το ασφαλιστικό και το αγροτικό, υπάρχει βαθειά βεβαιότητα στην κυβερνητική ηγεσία ότι θα ψηφισθούν. Αυτό το εδράζουν αφενός στο γεγονός ότι έφυγαν πλέον οι «κομμουνιστές» από το κόμμα, αφετέρου όσοι έμειναν δεν έχουν άλλη επιλογή από το να στηρίξουν, διαφορετικά θα είναι προδότες, αν όχι εντεταλμένοι – σε ανύποπτο χρόνο ο κ. Τσίπρας είχε δηλώσει ότι θα ήταν μέχρι και ύποπτο αν αρνηθούν να ψηφίσουν.
Το ενδεχόμενο Οικουμενικής το αποκλείει εκ των προτέρων. Σε αυτή την περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει την πολιτική ηγεμονία, γίνεται ίσος μεταξύ ίσων, ενώ ο κ. Τσίπρας χάνει την πρωθυπουργία, καθώς τα κόμματα που θα μπορούσαν να συμμετάσχουν θα έθεταν ως εκ των ουκ άνευ όρο, την αλλαγή του πρωθυπουργού.
Η περίπτωση συνεργασίας με κάποιο κόμμα του είναι πιο προσιτή. Ωστόσο θέλει τις συνεργασίες όχι επί ίσοις όροις, αλλά κάποια κόμματα να στηρίξουν με την ψήφο τους τα νομοσχέδιά του. Και αν σχηματίσει κυβέρνηση θα είναι με προσθήκη κάποιων υπουργών σε δευτερεύοντα υπουργεία, ενώ τα συνεργαζόμενα κόμματα (π.χ. ΠΑΣΟΚ ή Ποτάμι), δεν θα έχουν βαρύνοντα λόγο στην χάραξη της κυβερνητικής πολιτικής.
Η τρίτη επιλογή στην οποία αυτή της στιγμή προσανατολίζεται το κυβερνητικό επιτελείο είναι η συνέχιση «και όπου πάει», κατά τη ρήση στελέχους του Μαξίμου. Ευελπιστούν ότι εφόσον ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, θα έχει καλυφθεί περίπου το 80% του εμπροσθοβαρούς προγράμματος, θα αρχίσουν οι συζητήσεις για την ελάφρυνση του χρέους, και θα μπορέσουν να πουλήσουν στους ψηφοφόρους τους, και γενικά στον λαό, τη μεγάλη «εθνική επιτυχία».
Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι να αλλάξει τον εκλογικό νόμο, προκειμένου να συναινέσει την επομένη των εκλογών στη δημιουργία συνεργατικών κυβερνήσεων, όπου θα έχει ο ίδιος το λεόντειο ποσοστό. Για τον λόγο αυτό, στις προθέσεις του είναι να αλλάξει το εκλογικό μπόνους των 50 βουλευτών σε αναλογικότερο, αλλά όχι να το καταργήσει.
Για να ισχύσει ένας τέτοιος νόμος στις επόμενες εκλογές, θα πρέπει να ψηφιστεί από 200 βουλευτές. Αυτό απαιτεί εκ των προτέρων συνεννοήσεις για τη δημιουργία συμμαχιών, τις οποίες η εποχή -προ αξιολόγησης- δεν ευνοεί. Άλλωστε και αν δεν ισχύσει στις επόμενες, υπάρχουν και οι μεθεπόμενες. Νέος είναι ο Τσίπρας, έχει χρόνο…
Η «λύση» στην οποία προσβλέπει η ηγεσία της κυβέρνησης είναι να συνεχίσει «και όπου πάει», και αν δεν πάει... να πάει σε εκλογές.
Όντως το καραβάνι θα προχωρήσει. Αλλά τα σκυλιά που θα γαυγίζουν μπορεί να είναι ο λαός!
liberal.gr