Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΕΤΡΑΚΗ
Τι ακριβώς μας συμβαίνει; Ζούμε σε παράλληλους κόσμους;
Μέχρι την Κυριακή, η συζήτηση στην Ελλάδα ήταν για την αγωνία της κυβέρνησης και την προσπάθεια της να διευρύνει την κοινοβουλευτική βάση στήριξης των μέτρων που έχει δεσμευθεί να περάσει στην βάση του Γ΄ Μνημονίου. Πολύ απλά: Να βουτήξει κανέναν βουλευτή από την αντιπολίτευση, όταν οι δικοί της πάνε τουαλέτα την ώρα ψήφισης του ασφαλιστικού…
Και ξαφνικά από την Δευτέρα το πρωί η ατζέντα τουμπάρισε και συζητάμε για την διεύρυνση της στήριξης στον …νέο αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Τρομαγμένοι πολιτικοί του κυβερνώντος συνασπισμού, που καλόμαθαν να παίζουν χωρίς αντίπαλο και να κλέβουν εκκλησία, ξαφνικά ξύπνησαν από τον λήθαργο αυτό. Εκεί που πίστευαν ότι το όνειρο τους να δουλεύουν ψιλό γαζί, οι πολύ λίγοι τους πολλούς θα κράταγε μια ζωή, άρχισε να κτυπάει το ξυπνητήρι.
Αυτή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ πιάστηκε σε κακή στιγμή, καθώς δεν στηρίζονταν πια ούτε στον λαό, ούτε στο όραμα της. Στηρίζονταν σε ένα πολύ απλό δόγμα: ότι κι αν κάνουμε, όσα Μνημόνια κι αν εφαρμόσουμε, όλα θα τα καταπιεί ο ελληνικός λαός γιατί παίζουμε σε άδειο γήπεδο.
Είναι το βασικό λάθος που κάνει η κάθε εξουσία. Η ασυδοσία και η αλαζονεία είναι κακοί σύμβουλοι.
Γιατί, όπως ο κ. Τσίπρας προέκυψε από το πουθενά, από το πολιτικό περιθώριο του 2010, έτσι θα προέκυπτε νομοτελειακά κάτι διαφορετικό. Που δεν θα είναι Μεϊμαράκης, ούτε Σαμαράς, ούτε φυσικά Λεβέντης. Στην Ιταλία ηταν ατυχώς ο Πεπε Γκριλο, εδώ μπορεί να ήταν ο συγχωρεμένο ο Βέγγος ή ένας κανονικός ηθοποιός… ‘Η κάποιος νέος πολιτικός. Και του Αλέξη του έτυχε προς το παρόν ο Κυριάκος.
Όμως ακόμη πιο φοβισμένοι ηταν οι πολιτικοί από τα μικρά κόμματα. Εκείνα που πασχίζουν να περάσουν το 3% και τα άλλα που δίνουν μάχη για να πλασαριστούν μετα την Χρυσή Αυγή.
Γιατί πλέον μετα από μια τριετία ανυποληψίας και μετριότητας κινδυνεύουν να χάσουν από τα δικά τους συνθήματα.
Γιατί ο κίνδυνος για το «παλιό» (προ Ιουλίου) πολιτικό σύστημα είναι το να βρεθεί κάποιος που να έχει τις προϋποθέσεις να εκφράσει στην Μνημονιακή Ελλάδα, ένα συγκεκριμένο ρεύμα. Να έχει να πει κάτι συγκεκριμένο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μπορεί να αποδειχθεί πιο γρήγορα από άλλους, αδύναμος να διαχειρισθεί την ευκαιρία που του προσφέρεται. Έχει τα τρωτά σημεία που τα γράψαμε και όλοι τα γνωρίζουν.
Όμως προς το παρόν είναι αυτός που μπορεί να εκφράσει το 40% του ελληνικού λαού που τάχθηκε υπέρ του ΝΑΙ στο Δημοψήφισμα του κ. Τσίπρα. Το φιλοευρωπαϊκό εκσυγχρονιστικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας.
Την στιγμή που ο κ. Τσίπρας όχι μόνο δεν μπορεί να εκφράσει το υπόλοιπο 60% αλλά αντίθετα το έχει βαθιά προδώσει.
Προχθες ο κ. Τσίπρας προσπάθησε να μοιάσει στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Φρόντισε να χάσουν την δουλειά τους (σε πρώτη φάση) 600 μεταλλωρύχοι. Ο κ. Μητσοτάκης είχε χρεωθεί την απόλυση των καθαριστριών.
Κι όμως υπάρχει διαφορά. Οι μεταλλωρύχοι και το ορυχείο χρυσού παρήγαγαν πλούτο. Ήταν ανάπτυξη. Πιθανόν έπρεπε η κυβέρνηση να τους στριμώξει τους Καναδούς για το περιβαλλοντικό. Αλλά τώρα τους έπιασε η συγκίνηση; Η COSCO είναι φιλική προς το περιβάλλον; Και ποιος αποφασίζει τελικά σε μια ευνομούμενη Πολιτεία αν όχι η Δικαιοσύνη και στην περίπτωση μας το Συμβούλιο της Επικρατείας;
Ίσως ο κ. Τσιπρας επιλέξει να επαναπροσλάβει τους μεταλλωρύχους ως καθαρίστριες, άλλα είναι αυτό που ζητά η χώρα;
Είναι η ίδια αντίληψη με αυτό που συμβαίνει με τις συντάξεις.
Δεν μειώνουμε τις συντάξεις γιατί λέει από τον συνταξιούχο σήμερα ζει το παιδί και το εγγόνι, γιατί έτσι πέφτει χρήμα στην αγορά.
Είναι η μεγαλύτερη ηλιθιότητα από τις πολλές που ακούγονται τελευταία. Τις συντάξεις κάποιος πρέπει να τις πληρώνει και αυτός ο κάποιος είναι ο φορολογούμενος εργαζόμενος και άνεργος.
Κι αν βρεθούν τα χρήματα για να κρατηθούν οι συντάξεις για ένα μήνα, ίσως για τρεις, μετα ποιος θα πληρώνει; Μήπως νομίζουν ότι θα τους τα δώσει ο πορτογάλος σύντροφος ή μήπως οι Podemos και ο Μαδουρο;
Για να πάρουν και πάλι οι συνταξιούχοι αξιοπρεπείς συντάξεις θα πρέπει κάποιος να πληρώνει τα Ταμεία, θα πρέπει κάποιος να έχει δουλειά, θα πρέπει κάποιος να προσλαμβάνει, θα πρέπει κάποιος να επενδύει. Αυτή είναι η αλυσίδα. Διαφορετικά όσο κι αν θέλει η κυβέρνηση με επιδοματικού τύπου συντάξεις και με αύξηση της απασχόλησης στον κλάδο των καθαριστριών και των αμειβόμενων από το Δημόσιο, να κρατήσει ζωντανή την οικονομία. Ζήτω που καήκαμε.
Γιατί η σκούπα και το φαράσι, μετατράπηκαν σε σύμβολο του (νεόπτωχου) πελατειακού κράτους. Αλλά σίγουρα δεν είναι ο πυρήνας της παραγωγική ανασυγκρότησης της χώρας…
Αυτή θα πρέπει να είναι η διαχωριστική γραμμή που θα πρέπει να τραβήξει απέναντι στην κυβέρνηση, όποιος θέλει να ηγηθεί της αντιπολίτευσης. Και εδώ θα δοκιμασθεί ο Μητσοτάκης. Αλλά πάντως το παιγνίδι αρχίζει να έχει ενδιαφέρον…