των Γιώργου Ρακκά, Γιάννη Ξένου και Κωνσταντή Σεβρή
Το είδαμε κι αυτό… Εκπρόσωπος της νεολαίας του κυβερνώντος κόμματος να επικαλείται την… αγωνιστική ιστορία των γιαγιάδων και των παππούδων του, καθώς και τις δικές του εμπειρίες στις κοινωνικές κινητοποιήσεις της δεκαετίας του 2000, για να δικαιολογήσει τον διορισμό των συγγενών του σε κρατικές θέσεις.
Θέλει πολύ ψυχραιμία για να μπορέσεις να απαντήσεις σ’ έναν τέτοιον άνθρωπο, ο οποίος υποτίθεται ότι διαποτίζεται από μια κουλτούρα αντίστασης, και την χρησιμοποιεί αδιάντροπα για να δικαιολογήσει πράξεις του πιο ταπεινού καθεστωτισμού. Από πότε, άραγε, η αγωνιστική ιστορία των προγόνων σου, καθώς και τα δικά σου ‘κινηματικά ένσημα’ να αποτελούν άλλοθι για την υπεράσπιση πελατειακών πρακτικών και νεποτισμού;
Αυτή είναι η «πρώτη φορά αριστερά» που διαχειρίζεται τις τύχες αυτού του τόπου. Ας πάει να τα πει αυτά στους άνεργους συνομηλiκούς του –ή στους ‘αόρατους’ εργαζόμενους των 500/400 ευρώ που απασχολούνται ‘μαύρα’ στον ιδιωτικό τομέα. Μια πρακτική που αναμφίβολα θα γενικευτεί το αμέσως ερχόμενο διάστημα –ας όψεται η ‘αριστερή μεταρρύθμιση’ του ασφαλιστικού δια χειρός Κατρούγκαλου.
Ζούμε πραγματικά τα «ύστερα του κόσμου». Και δεν θα πρέπει να παραμείνουμε μόνο στην επιφάνεια του ζητήματος: Πίσω από αυτήν την απαράδεκτη ‘ψευδοαγωνιστική πρόζα’ υποκρύπτονται άλλες πραγματικότητες, ταξικές και πολιτικές. Και επειδή «το κοινωνικό είναι» καθορίζει την συνείδηση, και επειδή ο γραμματέας της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ άνοιξε πρώτος τον χορό των αποκαλύψεων του οικογενειακού του ιστορικού, ας μας πει για τον πατέρα του, που είναι μεγαλοστέλεχος χρηματιστηριακών επιχειρήσεων και ανεξάρτητος συνεργάτης μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Μεταξύ των οποίων, ω τι τύχη, φιγουράρει και η πανταχού παρούσα πλέον για την κυβερνητική πολιτεία του ΣΥΡΙΖΑ, Λαζάρ – η εταιρεία που ‘συμβούλευε’ τον Βαρουφάκη και τον Τσίπρα για να πραγματοποιήσουν την κατά τα διεθνή μέσα χειρότερη διαπραγματευτική πρακτική για το 2015…
Θα σταθούμε και σε κάτι ακόμη, που ξεπερνάει κάθε προηγούμενο: Στην απίστευτη προσπάθειά του, να δικαιολογηθεί για τον διορισμό του αδερφού του, αναφέροντας πόσο ‘κουράστηκε’ στην κατάληψη της ΑΣΟΕΕ, τον Δεκέμβριο του 2008. Η γελοιότητα του επιχειρήματος υποκρύπτει μια πολιτική στάση την οποία θα πρέπει να αναδείξουμε: Αν αυτό το κίνημα ήταν το περιβάλλον όπου διαπαιδαγωγήθηκε πολιτικά αυτός και οι ‘σύντροφοί’ του, μήπως η συμπεριφορά που επιδεικνύει σήμερα αντικατοπτρίζει ευρύτερες στάσεις και συμπεριφορές που γεννήθηκαν μέσα σε αυτό;
Το έχουμε τονίσει πάμπολλες φορές: Η κύρια πλευρά της κοινωνικής εξέγερσης που τότε εκθείαζαν δύο από τους τρεις πρωθυπουργούς που υπέγραψαν μνημόνια πολιτικών, τα οποία επέβαλαν συνθήκες κοινωνικού εξανδραποδισμού στην χώρα, υπήρξε δυστυχώς άκρως μηδενιστική. Κανένα όραμα κοινωνίας, καμία ‘πολιτιστική επανάσταση’ που να αξιώνει ριζική μεταβολή της άκρως αντιδραστικής εγωκρατίας που κατακυριάρχησε στην ύστερη μεταπολίτευση. Καμία κριτική ως προς τον εσμό της πελατειακής αθλιότητας που δημιούργησε στο μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας τα δεσμά της εξάρτησής της από το φαυλοκρατικό πολιτικό σύστημα. Δυστυχώς, και το τονίζαμε από τις πρώτες μέρες αυτής της εξέγερσης, το μηδενιστικό περιεχόμενο της εξέγερσης την άφηνε ανυπεράσπιστη και προς λεηλασία από ένα απολύτως καταστροφικό δίπολο: Το ένοπλο αντικοινωνικό αδιέξοδο, από τη μία, και τον αριστερό καθεστωτισμό της ‘ενσωμάτωσης’, από την άλλη, τέτοια όπως εκδηλώνεται σήμερα δια χειρός Αλέξη Τσίπρα και του νεολαίου κλώνου του. Ο οποίος θα έπρεπε να ξέρει καλά ότι οι αγώνες των προγόνων του δεν εξαγοράζονται με διορισμούς και ΦΕΚ, ούτε βέβαια συμψηφίζεται με αυτούς η δολοφονία του Γρηγορόπουλου ή ο αγώνας για την υπεράσπιση του άρθρου 16.
Υπήρξαμε κι εμείς μέρος αυτών των κινητοποιήσεων — ιδιαίτερα των φοιτητικών καταλήψεων της εποχής, πολύ λιγότερο κατά τον Δεκέμβρη του 2008 διότι πολύ σύντομα διαφωνήσαμε με την αποπολιτικοποίηση και τον τυφλό, βίαιο χαρακτήρα της εξέγερσης, ο οποίος πολύ σύντομα θα την εξέτρεπε προς την αποδοχή αντιλήψεων και πρακτικών «λατρείας» και «φετιχισμού» της βίας [πράγμα που συνέβαλε σε δεύτερο χρόνο στην εξ αντανακλάσεως ανάπτυξη της ακροδεξιάς]. Πανηγυρίζουμε πολύ λιγότερο από τον κομματικό νεολαίο της κυβέρνησης, που σπεύδει να δρέψει τις δάφνες κάποιας υποτιθέμενης ‘αγωνιστικότητας’ –τον Αριστερό ‘Γκρούεζα’ που χαριεντίζεται με τους Μαυρογιαλούρους.
Όχι για λόγους ηθικής τάξεως, αλλά για πολύ ουσιαστικούς ιδεολογικούς και πολιτικούς λόγους: Διότι, αν θέλουμε να μεταφέρουμε κάτι σε αυτούς που έχουν την ίδια ηλικία με εκείνην που είχαμε εμείς τότε, είναι ένας προβληματισμός και μια αυτοκριτική για το ότι η γενιά μας δεν κατάφερε να μετεξελίξει τις σποραδικές κινητοποιήσεις της σε αυθεντικό κίνημα αμφισβήτησης:
Αυτή η γενιά ανθρώπων, ως διακριτό υποκείμενο, υπήρξε απούσα από τις πολύ πιο ουσιαστικές συγκρούσεις που έδωσε ο ελληνικός λαός την τελευταία πενταετία, ενάντια σε ένα συστηματικό σχέδιο αποικιοποίησης και κοινωνικού εξανδραποδισμού. Μπροστά σε αυτήν την πραγματικότητα, προτίμησε τη φυγή, τη σιωπή, ή, σε εξαιρέσεις της, το να συμμετάσχει στην ενσωματωμένη μεταπολιτευτική αριστερά –μάλιστα υιοθετώντας λόγο και πρακτικές απείρως πιο γερασμένο από εκείνον των τριπλάσιας ηλικίας πολιτικών τους καθοδηγητών. Στο τέλος αυτής της διαδρομής, στέκει ένας 27χρονος «αριστερός» Κουτσόγιωργας.
Από τη δική μας την σκοπιά, ανθρώπων της ίδιας γενιάς που πήραμε πολύ πιο σοβαρά τα οράματα της νιότης μας, και προσπαθούμε ακόμα να τα καλλιεργήσουμε «με λογισμό και μ’ όνειρο», που είχαμε την τύχη να αρνηθούμε μέχρι σήμερα τις σειρήνες της συνδιαλλαγής και της απάτης, ο Ιάσωνας Σχινάς Παπαδόπουλος δεν είναι παρά ένας κομματικός γιάπης. Και η ψευδοαγωνιστική του πρόζα είναι ο λόγος ενός ανθρώπου που επέλεξε να «αποφασίσει με ποιούς θα πάει και ποιούς θα αφήσει», εντασσόμενος στο στρατόπεδο των αξιότιμων καθαρμάτων. Οι οποίοι, σαν να μην έφταναν οι πολιτικές που ψηφίζουν γονυπετείς προς τους δυνάστες αυτής της χώρας, έχουν βαλθεί να διασύρουν και κάθε αντιστασιακό αντανακλαστικό του ελληνικού λαού. Στα τσακίδια.