Το μεσημέρι σήμερα είχα βγει βόλτα στη Γλυφάδα, περπατούσα μαζί με τη γυναίκα μου ανέμελος μέσα στον κόσμο όταν φτάσαμε στην γνωστή γωνία Ζησιμοπούλου-Μεταξά, εκεί που είναι οι καφετέριες. Χαμός από κόσμο, ξαφνικά ακούω μια αδύναμη φωνή "πεινάω...", όπως περπατούσα προσπάθησα να εντοπίσω την φωνή και προχώρησα λίγα μέτρα παρακάτω. Κοιτώντας πίσω βλέπω έναν αδύνατο και ταλαιπωρημένο ηλικιωμένο να προσπαθεί να μιλήσει με τον κόσμο γύρω του... με έπιασε ένα σφίξιμο στην καρδιά. Έκανα μια κίνηση να γυρίσω προς τα πίσω και τον βλέπω να πλησιάζει ένα ζευγάρι, που είχε βγάλει βόλτα το μικρό τους παιδί με καροτσάκι, και τους λέει "πεινάω, μπορείτε να βοηθήσετε;" ... αυτοί σταματήσανε, τον κοιτάξανε, και χωρίς κανέναν ενδοιασμό γελάσανε μαζί του και τον αποπήραν ... ο άνθρωπος χαμήλωσε το κεφάλι του και ψέλλισε κάτι, εκείνοι πήγαν λίγο παραπέρα κοίταξαν ξανά πίσω και συνέχισαν να γελάνε.
Αυτή την εικόνα δεν θα την ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου. Έναν ταλαιπωρημένο άνθρωπο πάνω από τα 90, ανάμεσα σε εκατοντάδες κόσμου που είχαν βγει να πιούν τον καφέ τους και να κάνουν την ανέμελη βόλτα τους ... να περνάνε δίπλα από έναν αδύναμο άνθρωπο που έφτασε στο σημείο να ζητήσει βοήθεια για να επιβιώσει.
Εσύ λοιπόν καραγκιοζάκο, μαζί με τη γυναίκα σου, που έφτασες να χλευάσεις αυτόν τον άνθρωπο, είσαι το χειρότερο είδος "ανθρώπου". Διάλεξες να κοροϊδέψεις - αντί να βοηθήσεις ή έστω να αγνοήσεις - κάποιον που έχει τα τριπλάσια από τα δικά σου χρόνια. Εάν είχες σταματήσει να του δώσεις λίγα από τα ελάχιστα ψιλά σου θα είχες μάθει ότι τον λένε Γιάννη και είχε να φάει μέρες και δεν είχε χρήματα να πληρώσει την συμμετοχή του για το εισπνεόμενο φάρμακο που χρησιμοποιεί για το άσθμα.
Εσένα λοιπόν σήμερα σε βγάζω στον τάκο και σου εύχομαι όταν φτάσεις εκεί κοντά σε αυτή την ηλικία, να βρεθείς και εσύ ένα χειμωνιάτικο πρωινό σε κάποιο δρόμο πλούσιου προαστίου της Αθήνας και να υποστείς την ίδια ταπείνωση, ζητώντας χρήματα από αγνώστους γιατί δεν έχεις να φας και να αγοράσεις τα φάρμακα σου. Σου το εύχομαι ολόψυχα μικροαστέ καραγκιοζάκο...