Του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου
capital.gr
Οι εξελίξεις σχετικά με την προσφυγική κρίση επιβάλλουν την επιτάχυνση και όχι την καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της περίφημης αξιολόγησης. Οι στιγμές και για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη συνολικότερα είναι εξαιρετικά κρίσιμες. Η κατάσταση τείνει να γίνει μη ελεγχόμενη. Δείτε τι συνέβη με τη Σύνοδο Κορυφής.
Πριν καλά καλά καταλαγιάσουν οι παραινέσεις της Συνόδου να μείνουν ανοιχτά τα σύνορα, τουλάχιστον μέχρι τις 6 Μαρτίου όπου στη νέα Σύνοδο θα συμμετάσχει και η Τουρκία σε μία προσπάθεια εξεύρεσης λύσης, τα Σκόπια τα έκλεισαν ήδη μονομερώς. Και η Αυστρία συγκαλεί διαβαλκανική Σύνοδο για το προσφυγικό ερήμην της Ελλάδας. Αποκλείοντάς μας. Το θέμα λοιπόν λαμβάνει πολύ επικίνδυνες διαστάσεις.
Η χώρα μας απομονώνεται και το χειρότερο είναι ότι οι θεωρούμενες μεγάλες δυνάμεις δεν έχουν πλέον το ειδικό βάρος στις εξελίξεις ώστε να μπορούν να επηρεάσουν καθοριστικά τις αποφάσεις. Πολλές χώρες έχουν αυτονομηθεί και κοιτάζουν πώς θα προστατεύσουν τα δικά τους συμφέροντα, αδιαφορώντας για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε συλλογικό επίπεδο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με άλλα λόγια, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η κυρία Μέρκελ έχει την πρόθεση να διαχειριστεί την κρίση, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι μπορεί.
Βεβαίως η Γερμανίδα καγκελάριος η οποία δέχεται και εκείνη αρκετά πυρά στο εσωτερικό της χώρας της, δεν κόπτεται μόνο για την Ελλάδα, την οποία μάλλον θέλει να στηρίξει στο προσφυγικό προκειμένου να αποφευχθεί μία de facto διάσπαση της Ένωσης, αλλά κυρίως για την προσωπική της υστεροφημία. Άλλωστε αποτελεί κοινό μυστικό ότι μετά την καγκελαρία έχει βλέψεις για τον ΟΗΕ...
Ωστόσο, η γερμανική κυριαρχία, όπως και αν θελήσει να την ερμηνεύσει κανείς, από όποια πλευρά και αν την δει, δεν είναι αυτή την ώρα απόλυτα δεδομένη και σεβαστή. Επικρατούν σε πολλές χώρες οι εθνικές επιδιώξεις. Και αυτές δεν συμβαδίζουν καθόλου με τη στήριξη που θα πρέπει θεωρητικά να παράσχει η Ευρωπαϊκή Ένωση στη δοκιμαζόμενη Ελλάδα.
Σε αυτό το εκρηκτικό περιβάλλον στην Ευρώπη που για πρώτη φορά απειλείται σοβαρά ακόμη και με διάσπαση, πολύ πριν φτάσουμε στο βρετανικό δημοψήφισμα και με τον κίνδυνο να εξελιχθεί η Ελλάδα σε μία αποθήκη απελπισμένων ψυχών, η κυβέρνηση οφείλει να συναισθανθεί το ιστορικό βάρος και να διερωτηθεί αν μπορεί να το σηκώσει μόνη. Δεν είναι κοινοβουλευτικό το ζήτημα. Είναι ζήτημα εθνικής συναίνεσης. Οι καταστάσεις είναι τέτοιου μεγέθους και κρισιμότητας που υπερβαίνουν τα στενά κομματικά όρια. Και θα χρειαστούν όλες οι δυνάμεις, πολιτικές και κοινωνικές για να σταθεί όρθια η χώρα.
Ωστόσο δεν μπορεί να έχει τύχη μία εθνική προσπάθεια, αν στο κάδρο εξακολουθούν να υπάρχουν διχαστικές πολιτικές και κορώνες που οδηγούν σε ταξικό διχασμό. Και αυτή τη ρητορική θα πρέπει να την σκεφτεί πλέον πολύ σοβαρά ο πρωθυπουργός, όσο και αν εκτιμά ότι μπορεί να εξυπηρετήσει επικοινωνιακούς και ίσως και εκλογικούς σκοπούς. Και βέβαια την ίδια στιγμή, θα πρέπει να ξεμπερδεύουμε με την αξιολόγηση.
Το ζήτημα δεν είναι πλέον ποιος και αν θα... πιει ή όχι ένα πικρό ποτήρι. Ή αλλιώς ποιος θα μείνει με τον μουτζούρη στα χέρια. Το θέμα είναι ότι η στρατηγική της σύνδεσης της αξιολόγησης με το προσφυγικό, είναι μία ολέθρια προσέγγιση. Η περσινή εμπειρία θα πρέπει να έχει γίνει μάθημα. Αυτού του είδους οι εκβιασμοί δεν πιάνουν. Συνήθως οδηγούν σε ακόμη χειρότερο αποτέλεσμα.
Ο πρωθυπουργός σύρθηκε πέρυσι σε μία οδυνηρή συμφωνία την οποία υπέγραψε με την πλάτη στον τοίχο. Χρειάστηκε δε για να φτάσουμε σε αυτή την υπογραφή, ενός πολύ σκληρού μνημονίου, να κλείσουν πρώτα οι τράπεζες. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστεί για να φτάσουμε σε μία νέα υπογραφή, με την πλάτη στον τοίχο και πάλι, αυτή τη φορά να κλείσουν τα σύνορα...
capital.gr