Του Στρατή Μαζίδη
Ο τίτλος δεν είναι καθόλου ειρωνικός. Απεναντίας επιθυμεί να καυτηριάσει όλη αυτή την υστερία με τον άτυχο συνάνθρωπό μας που έφυγε από τη ζωή είτε φέρει ευθύνη είτε όχι. Άλλωστε με όση βάσανο έχει υποστεί η μνήμη του με το κάθε τι που ξεθάβουν ή "ανακαλύπτουν" τα μέσα, έχουμε χάσει το λογαριασμό.
Η σύγχρονη κοινωνία μας είχε άλλη μια ευκαιρία να (απο)δείξει το επίπεδό της. Δείτε τι έκανε η οικογένεια του Παντελή και συγκλόνισε τον κόσμο, το προφητικό τραγούδι του Παντελίδη, τι είχε γράψει στο facebook του, τι είχε πει στον περιπτερά το περασμένο βράδυ, τι είπε ο βενζινάς που είχε φουλάρει το τζιπ κ.ο.κ.
Οι συνεπιβάτιδες του έγιναν κι αυτές ηλεκτρονικό πρωτοσέλιδο και πρώτο πλανο στα ρεπορτάζ, αφού φυσικά τα λαγωνικά εντόπισαν τις πιο ελκυστικές τους πόζες από τα κοινωνικά δίκτυα.
Τα σενάρια του ατυχήματος διαδέχονται το ένα το άλλο. Έφταιγε, δεν έφταιγε, πήγε να τη σώσει, η ζώνη, η καταραμένη μπάρα, έτρεχε με 150, έτρεχε με 50 κ.ο.κ.
Οι υπερβολές επίσης στην πρώτη γράμμη με selfies από το σημείο του τροχαίου.
Ο δημοσιογράφος που έφτασε στον προθάλαμο του νοσοκομείου (να κάνει τι;) και μάζεψε μερικές.
Οι κλαμμένες φάτσες καλλιτεχνών στην κηδεία και η σκληρή ωμότητα ορισμένων ανθρώπων της τηλεόρασης που έπαιρναν κόσμο στον αέρα κι έλεγαν ζωντανά τα μαντάτα. Με 1-2 τέτοια ακόμη και θα πιστέψουμε ότι ο Παππάς και μία άδεια να δώσει, αρκετή θα είναι.
Οι κακοί σχολιαστές του τραγουδιού του για τα Κατεχόμενα τον σκότωσαν κ.ο.κ. Και τι σχέση έχει αυτό; Το να εκφέρω την άποψή μου για μια ατυχή έμπνευσή του δίχως να προσβάλλω τον ίδιο, τι έχει να κάνει με τη ζωή ενός ανθρώπου; Σίγουρα όσοι είχαν τοποθετηθεί σχετικά, ούτε εμού εξαιρουμένου, ένιωσαν κάπως περίεργα όταν λίγες ημέρες μετά είδαν το ίδιο πρόσωπο πάλι να πρωταγωνιστεί με τη φυγή του.
Ο τραγικός χαμός του ανθρώπου αυτού, μας έδωσε μια ακόμη γεύση του τέλματος που έχουμε βρεθεί ως κοινωνία. Δε βγαίνουν οι νέοι έξω για όσα τους στερούν αλλά σπεύδουν στο...λαϊκό προσκύνημα.
Θυμάμαι πριν από περίπου 20 χρόνια ένα άλλο ατύχημα, όταν ένας φίλος σκοτώθηκε με το παπάκι στη Σκόπελο. Λύκειο τότε. Η ρόδα βρήκε στο κράσπεδο, το παιδί εκτινάχθηκε, έσκασε με το κεφάλι και τέλος. Ποιος έμαθε ποτέ για το Δημήτρη; Ρωτήστε όμως τον πατέρα του αν τον θυμάται και αν τον κλαίει ακόμη ή όχι.
Ήταν καλοκαίρι όταν καλός μου φίλος με μόλις 50 χλμ έπεσε πάνω στη διαχωριστική μπαριέρα στην κάθοδο της Συγγρού γιατί ήθελε να προλάβει το πλοίο για την Πάρο. Όμως οι φωτεινοί εγκέφαλοι με τα ολυμπιακά έργα είχαν αλλάξει τα πάντα και πλέον για Πειραιά έπρεπε να στέκεσαι αριστερά και όχι δεξιά. Ο Θανάσης έκανε τελευταία στιγμή στραβοτιμονιά για να μη βρεθεί στον Αλιμο αλλά έπεσε στη μπαριέρα. Δε φορούσε ζώνη. Χτύπησε το κεφάλι του. Βγήκε από το αυτοκίνητο, τηλεφώνησε στη γυναίκα του και μετά από λίγο πέθανε. Κι ο μικρός του γιος να κλαίει ασταμάτητα στην κηδεία για τον μπαμπά του που χάθηκε.
Όπως υπάρχουν και οι πιο άτυχοι. Εκείνοι που τράκαραν αλλά έμειναν ζωντανοί-νεκροί σε ένα κρεββάτι κουνώντας μόνο τα μάτια τους.
Και πόσα άλλα δράματα...
Πέρα από τη σπέκουλα πάνω στο άψυχο σώμα, κανείς δεν αναρωτήθηκε τον πόνο των γονέων. Είναι τιμή ο γιος να αποχαιρετά τον πατέρα σε μια λογική χρονική σειρά αλλά φρικτό βασανιστήριο όταν συμβαίνει το αντίθετο. Αναπάντεχο. Ο θάνατος του παιδιού είναι διπλός. Μαζί του φεύγει και ο γονέας.
Το συμβάν λόγω της αναγνωρισιμότητας του Παντελή ήταν τουλάχιστον μια καλή αφορμή να πούμε ορισμένα ανθρώπινα πράγματα για αυτές τις καταστάσεις, όχι να σπεκουλάρουμε. Να πούμε για την οδήγηση, να μιλήσουμε για τον πόνο της απώλειας. Ούτε για αυτό δεν είμαστε πλέον ικανοί σε αυτό τον τόπο. Τόσο αναίσθητοι είμαστε.
Σε κάθε περίπτωση το παιδί πάει, πέταξε. Έφυγε όπως τόσοι και τόσοι άλλοι. Το λιγότερο και περισσότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ευχηθούμε ο Θεός να τον αναπαύσει και να παρηγορεί τους γονείς του. Αυτούς που ξενύχτησαν κι έκαναν πιθανώς πολλές θυσίες για το παιδί τους έχοντας μέσα τους κάποια όνειρα, όπως όλοι όσοι έχουμε παιδιά, και δεν τα είδαν να εκπληρώνονται.
Καλό Παράδεισο!