Το κεντρικό πρόβλημα της Ελλάδας
σήμερα είναι η πλήρης απώλεια της εμπιστοσύνης των Πολιτών προς την
Πολιτεία – ενώ η αντιπροσωπευτική δημοκρατία πέθανε, όταν η κυβέρνηση
δολοφόνησε εν ψυχρώ την ελπίδα των Ελλήνων
.
«Είμαστε απολύτως πεπεισμένοι ότι, η μοναδική δυνατότητα προστασίας μας απέναντι στη συνεχώς πιο ισχυρή οικονομική εξουσία είναι η πολιτική. Ταυτόχρονα, είμαστε επίσης απολύτως βέβαιοι πως η μοναδική μας δυνατότητα προστασίας απέναντι στη σχεδόν νομοτελειακή πολιτική διαφθορά και διαπλοκή, είναι η άμεση δημοκρατία – η απ’ ευθείας συμμετοχή των Πολιτών δηλαδή στην ψήφιση των βασικών νόμων, καθώς επίσης στον έλεγχο των εκάστοτε κυβερνώντων.Είμαστε λοιπόν σίγουροι ότι, χωρίς την υιοθέτηση της Άμεσης Δημοκρατίας δεν πρόκειται να βγούμε ποτέ από τη σημερινή κρίση – γεγονός που μπορεί να είναι ίσως «μοιραίο ή προδιαγεγραμμένο», κρίνοντας από την αδιαφιλονίκητη αδυναμία όλων των υφισταμένων πολιτικών κομμάτων, όσον αφορά τους «ηγέτες τους, το στελεχιακό τους δυναμικό, τις ικανότητες, την επάρκεια, τα προγράμματα διακυβέρνησης της χώρας, τους στόχους κοκ.Απλούστερα, πιστεύουμε πως εάν δεν πάρουμε μόνοι μας τη ζωή μας στα χέρια μας, παύοντας να περιμένουμε το «σωτήρα πολιτικό» ως τον «από μηχανής Θεό» που θα μας οδηγήσει στον παράδεισο, δεν πρόκειται να δούμε «φως στο τούνελ». Αντίθετα, το σκοτάδι θα γίνεται όλο και πιο βαθύ, άγριο, οδυνηρό και τρομακτικό – ενώ θα αυξάνονται συνεχώς οι πιθανότητες να βυθιστούμε σε μία κόλαση, για πάρα πολλές δεκαετίες.Πόσο μάλλον με έναν άβουλο καπετάνιο στο «βαρύ τιμόνι» της πατρίδας μας και με ένα ανεπαρκές πλήρωμα που δεν έχουν απολύτως καμία ναυτική ικανότητα, που δεν γνωρίζουν καν το λιμάνι προορισμού του, καταπονημένου από την καταιγίδα έξι ολόκληρων χρόνων, ελληνικού πλοίου, που χρησιμοποιούν ξένη πυξίδα, χωρίς καν να γνωρίζουν τη λειτουργία της και που ρίχνουν συνεχώς περισσότερους επιβάτες στη θάλασσα – ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες των πειρατών, οι οποίοι έχουν καταλάβει και λεηλατούν ανεμπόδιστα το δύστυχο καράβι».
.
Άποψη
Χωρίς καμία απολύτως αμφιβολία, το
κεντρικό πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα είναι η πλήρης απώλεια της
εμπιστοσύνης των Πολιτών προς την Πολιτεία – σε εθνικό και τοπικό
επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων των περισσοτέρων Θεσμών της. Η βασική αιτία είναι η μη τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων εκ μέρους όλων ανεξαιρέτως των κυβερνητικών κομμάτων, μαζί
με τους βουλευτές τους – οι οποίοι πλέον δεν ψηφίζουν τους δικούς τους
νόμους, αλλά αυτούς που τους επιβάλλονται απολυταρχικά από τους
δανειστές, υποχρεώνοντας τη δικαστική εξουσία να εφαρμόζει
αντισυνταγματικές, ξένες «διατάξεις».
Ως εκ τούτου θεωρούμε ότι, η
αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχει πλέον πεθάνει, ενώ τη χαριστική βολή
την έδωσε το κυβερνών κόμμα – όταν δολοφόνησε την ελπίδα όλων αυτών που το ψήφισαν, ευχόμενοι να αποτελεί εξαίρεση.
Προφανώς δεν υπάρχει μεγαλύτερο έγκλημα, ειδικά για τις χαμηλές
εισοδηματικές τάξεις, από το θάνατο της ελπίδας, η οποία είναι συνήθως
το μοναδικό στήριγμα τους – γεγονός που ασφαλώς δεν θα ξεχάσουν ποτέ,
παρά το ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να το καλύψει, διενεργώντας κατ’
επιλογή διωγμούς εναντίον της εγχώριας ελίτ.
Ο θάνατος όμως του κοινοβουλευτισμού, όπως συνήθως αποκαλείται, δεν σημαίνει πως ήλθε το τέλος της Δημοκρατίας, οπότε θα ακολουθήσει ο απολυταρχισμός
– αυτό που διαπιστώνουμε δηλαδή σήμερα, με κριτήριο τις προσπάθειες
φίμωσης των ΜΜΕ, τις όποιες άδικες δικαστικές διώξεις, την υπερβολική
αστυνόμευση, τους αντισυνταγματικούς νόμους κοκ.
Αντίθετα, είναι μία θετική είδηση, αφού φαίνεται πως ήλθε η κατάλληλη στιγμή, για να εξελιχθεί το πολίτευμα στο αμέσως επόμενο στάδιο του: στην
Άμεση Δημοκρατία. Έτσι οι Πολίτες θα ψηφίζουν οι ίδιοι τους βασικούς
νόμους που τους αφορούν, ελέγχοντας ταυτόχρονα εκείνους που θα καλούνται
να τους εφαρμόσουν: τις κυβερνήσεις, τους περιφερειάρχες, τους
δημάρχους και όλους τους υπόλοιπους.
Για παράδειγμα, εάν το ασφαλιστικό
ψηφισθεί από τη Βουλή, η οποία ευρίσκεται στο κέντρο των πιέσεων αφενός
μεν των δανειστών, της ευρωπαϊκής Τρόικας και του ΔΝΤ δηλαδή, αφετέρου
των ομάδων που επιβαρύνονται περισσότερο, δίκαια ή άδικα, δεν πρόκειται να οδηγήσει σε κανένα θετικό αποτέλεσμα
– αφού ότι και να αποφασιστεί τελικά, δεν πρόκειται να εφαρμοσθεί
σωστά, όπως απέδειξε η μέχρι σήμερα εμπειρία από πολλά άλλα νομοσχέδια.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με όλα όσα
αφορούν τη χώρα επειδή, όταν δεν αποφασίζονται απ’ ευθείας από τους
Πολίτες, δεν τα στηρίζουν όλοι μαζί, συλλογικά και από κοινού – όπου
όμως, χωρίς μία τέτοια στήριξη, δεν πρόκειται ποτέ να έχουν επιτυχία, ακόμη και αν η κυβέρνηση είχε θεϊκές ικανότητες.
Ως εκ τούτου, παρά τις αιματηρές περικοπές και τις υπερβολικές αυξήσεις
των φόρων στα χρόνια των μνημονίων, η Ελλάδα βυθίζεται όλο και
περισσότερο στο τέλμα – στην ύφεση, στην ανεργία, στις μαζικές
χρεοκοπίες των επιχειρήσεων, στα ελλείμματα, στα χρέη και τελικά στο
χάος.
Μετατρέπεται λοιπόν σταδιακά σε ένα μη κυβερνήσιμο, αποτυχημένο κράτος, το οποίο εγκαταλείπεται μαζικά από τους Πολίτες και τις επιχειρήσεις του, λεηλατείται,
καταστρέφεται και δεν έχει καμία μελλοντική προοπτική – πόσο μάλλον
όταν κινδυνεύει ακόμη και η εδαφική του ακεραιότητα, από τους απίστευτα
ερασιτεχνικούς χειρισμούς της εξωτερικής μας πολιτικής.
Περαιτέρω, το οικονομικό έχει πάψει
πλέον να αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας, έχοντας ξεπεραστεί
από το κοινωνικό και το μεταναστευτικό. Εν τούτοις, όλα αυτά έχουν έναν
κοινό παρανομαστή – ο οποίος δεν είναι άλλος από την κοινοβουλευτική χρεοκοπία που είναι πλέον φανερή στους πάντες.
Επομένως, αυτό που προέχει είναι να βρεθεί γρήγορα λύση στο θέμα της
πολιτικής – η οποία δεν είναι άλλη από την αλλαγή πολιτεύματος, όσο πιο
άμεσα γίνεται.
Στο σημείο αυτό εύλογα θα αναρωτηθεί
κανείς πώς θα μπορούσε κάτι τέτοιο να δρομολογηθεί, όταν η Ελλάδα είναι
έρμαιο των δανειστών της, εξαρτώμενη απολύτως από τα δάνεια τους. Η
απάντηση όμως είναι ουσιαστικά απλή: οφείλει εν πρώτοις να προβεί σε στάση πληρωμών, εντός της Ευρωζώνης, έτσι ώστε να διαπραγματευθεί την ονομαστική διαγραφή μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους της.
Αυτού τουλάχιστον που δεν οφείλεται στην ίδια, αλλά στην καταστροφική
πολιτική των μνημονίων που της επιβλήθηκαν μετά το 2009 – πόσο μάλλον
όταν ακόμη και το ΔΝΤ έχει παραδεχθεί τα τεράστια σφάλματα και τις
παραλείψεις του (άρθρο).
Η συγκεκριμένη όμως απόφαση, είτε η στάση πληρωμών δηλαδή, είτε η πιστή τήρηση των μνημονίων, δεν μπορεί και δεν πρέπει να προέλθει από την ελληνική κυβέρνηση, ούτε από τη Βουλή –
αλλά απ’ ευθείας από τους Πολίτες, με τη διεξαγωγή ενός πρώτου
δημοψηφίσματος, στα πλαίσια της άμεσης Δημοκρατίας. Στο ίδιο δημοψήφισμα
θα έπρεπε να τεθεί επί πλέον το ερώτημα στους Πολίτες, σχετικά με ποιόν
θα επιθυμούσαν να εκτελέσει τις εντολές τους: είτε μία κυβέρνηση
συνεργασίας των δύο μεγάλων ή περισσοτέρων παρατάξεων, είτε εκλογές για
την ανάδειξη ενός νέου κόμματος.
Η ευθύνη εν προκειμένω των κομμάτων δεν
θα ήταν άλλη, από το να ενημερώσουν σωστά και υπεύθυνα τους Έλληνες,
όσον αφορά τις εκάστοτε θέσεις τους για τη στάση πληρωμών και για τα
μνημόνια – λεπτομερώς, γραπτά και με επιστολή στα σπίτια τους. Έτσι, οι Πολίτες θα αποφάσιζαν οι ίδιοι για το μέλλον τους, στηρίζοντας αμέσως μετά τις δικές τους επιλογές.
Φυσικά κάτι ανάλογο θα έπρεπε να κάνουν όλα τα ΜΜΕ, καλώντας τους
κατάλληλους επιστήμονες στα δελτία και στις εκπομπές τους – με στόχο η
ενημέρωση των Ελλήνων να ήταν κατά το δυνατόν αντικειμενική,
ολοκληρωμένη και σφαιρική.
Κατά την άποψη μας πάντως, στο σημείο που έχει φτάσει σήμερα η Ελλάδα δεν υπάρχει πια καμία άλλη λύση, εκτός από την υιοθέτηση της άμεσης δημοκρατίας
– κυρίως επειδή είναι ο μοναδικός πλέον τρόπος για να ανακτηθεί η
εμπιστοσύνη των Πολιτών προς την Πολιτεία, καθώς επίσης για να στηρίξουν
όλοι μαζί τις όποιες αποφάσεις οι ίδιοι θα λάβουν.
Ολοκληρώνοντας μπορεί να κάνουμε λάθος, αλλά εμείς αυτό πιστεύουμε – τονίζοντας ακόμη μία φορά ότι, το
συγκεκριμένο πολίτευμα δεν προϋποθέτει ώριμους Πολίτες, όπως πολλοί
ισχυρίζονται, αφού μόνο αυτό τους εκπαιδεύει και τους ωριμάζει.
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται απόλυτα από τις προσωπικές εμπειρίες όλων
μας – όπου όταν λαμβάναμε εμείς οι ίδιοι τις αποφάσεις
ενηλικιωνόμαστε, ωριμάζαμε, συμπεριφερόμαστε πιο υπεύθυνα και τις
στηρίζαμε.
Τέλος, όσον αφορά την πρακτική πλευρά της υιοθέτησης ενός τέτοιου πολιτεύματος, δεν χρειάζεται καθόλου να εφεύρουμε από την αρχή τον τροχό – αφού υπάρχει το παράδειγμα της Ελβετίας, από το οποίο θα μπορούσαμε να πάρουμε πάρα πολλά στοιχεία.