ΑΓΙΣ
Η ιστορία δανεισμού της Ελλάδος αρχίζει ξεκινά από τα επαναστατικά χρόνια, και είναι μία ιστορία αδικιών, απάτης, ξένων συμφερόντων και εσωτερικών μικροπολιτικών παραγόντων. Ο πρώτος δανεισμός ήταν τα βρετανικά δάνεια Ανεξαρτησίας, τα έτη 1824 και 1825, τα οποία προορίζονταν για τις ανάγκες της Επανάστασης. Τότε υποχρεωθήκαμε να προπληρώσουμε ένα σημαντικό ποσό απ” αυτά για τους τόκους και τις παραγγελίες του πολεμικού υλικού το οποίο ουδέποτε έφθασε στη χώρα μας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το δάνειο (που επίσης δόθηκε τμηματικά) χαιρετίστηκε στην Ελλάδα ως πολιτική επιτυχία της Επανάστασης και ως επίσημη αναγνώριση του Ελληνικού Κράτους. Τελικά, αυτά τα δάνεια απέβησαν καταστροφικά και οδήγησαν την χώρα στην εξάρτησή της από την Αγγλία. Όπως καταγράφεται στο βιβλίο του Α. Ανδρεάδη «Ιστορία των Εθνικών Δανείων»: «Το ελληνικό δάνειο υπέστη την τύχη του ανθρώπου εκείνου, ο οποίος πηγαίνοντας από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ έπεσε στα χέρια ληστών, αλλά δε βρήκε τον καλό Σαμαρείτη. Η Ελλάδα έχασε όλα τα πλεονεκτήματα που προσδοκούσε από το δάνειο. Η ελληνική υπόθεση προδόθηκε, και προδόθηκε στην Αγγλία. Χωρίς την Αγγλία και το Αγγλικό Χρηματιστήριο, θα μπορούσε να θριαμβεύσει».
Ένα ακόμη δάνειο που υπέγραψε η Ελλάδα ήταν το έτος 1832 από τον βαυαρό βασιλιά, τον Όθωνα. Όπως αναφέρει ο Α. Ξένος «από το δάνειο αυτό των προστάτιδων δυνάμεων ύψους 60 εκατ. γαλλικών φράγκων δόθηκαν μόνον οι δύο πρώτες δόσεις, που ουσιαστικά χρησιμοποιήθηκαν για την αποπληρωμή των δύο προηγούμενων βρετανικών δανείων και το υπόλοιπο για τον στρατό και τη βαυαρική γραφειοκρατία. Η μη ανάκαμψη της οικονομίας προκάλεσε την άρνηση καταβολής της τρίτης δόσης του δανείου, εξέλιξη που ανάγκασε τον Όθωνα να κηρύξει πτώχευση».
Οι «προστάτιδες δυνάμεις» όρισαν τότε μία επιτροπή ελέγχου της οικονομίας μας, η οποία εκμεταλλευόμενη την δανειακή συμφωνία που όριζε σαν υποθήκη την εθνική κτηματική περιουσία, ανέλαβε την «αξιοποίηση» όλων των εθνικών πόρων για την αποπληρωμή των δανείων.
Το δημόσιο χρέος της χώρας διογκώθηκε από τα έξι δάνεια του Τρικούπη για τους ίδιους ακριβώς λόγους, δηλαδή για την εξυπηρέτηση των προηγούμενων δανείων (όπως συμβαίνει σήμερα). Αργότερα ο Ελ. Βενιζέλος συνέχισε την οικονομική πολιτική των προκατόχων του αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το δημόσιο χρέος της χώρας. Το 1932, δηλαδή έπειτα από έναν αιώνα κρατικής υπόστασης, ανακοινώθηκε η τέταρτη πτώχευση της Ελλάδος.
Κατά την Μεταπολίτευση ο Κωνσταντίνος Καραμανλής διόγκωσε για άλλη μια φορά το εξωτερικό δημόσιο χρέος (το οποίο είχε διευθετηθεί και μειωθεί σημαντικά τη δεκαετία 1955 – 65), μάλιστα ο τότε υπουργός Συντονισμού και Οικονομικών, Κ. Μητσοτάκης, έλεγε αδιάντροπα και με υπερηφάνεια ότι «άπαντες θέλουν να μας δανείσουν». Ο διάδοχός του, ο Ανδρέας Παπανδρέου, προχώρησε στο σοσιαλιστικό μετασχηματισμό του κράτους αυξάνοντας δραματικά το δημόσιο χρέος μέχρι τις μέρες μας όπου αντιμετωπίζουμε ακόμη μία πτώχευση παρά τις διαψεύσεις των κυβερνώντων.
Η μοναδική περίπτωση όπου το δανειακό ζήτημα κατέληξε υπέρ της Ελλάδος ήταν κατά την ηγεσία του Ιωάννη Μεταξά, ο οποίος αρνήθηκε να πληρώσει το χρέος προς τη βελγική Τράπεζα Societe Commerciale de Belgique. Τότε η βελγική κυβέρνηση προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο με αίτημα την ικανοποίηση των νομίμων δικαιωμάτων της Τράπεζας. Η ελληνική κυβέρνηση απέστειλε υπόμνημα στο οποίο επικαλέστηκε και περιέγραψε την οικτρή οικονομική κατάσταση της χώρας. Το Δικαστήριο δικαίωσε την Ελλάδα.
Εύκολα καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ ως κυρίαρχο και ισότιμο κράτος, αλλά ως υποτελές κράτος (vassal state), και ότι η πολιτική του δανεισμού απέβη καταστροφική τόσο για την οικονομία όσο και για τα διηνεκή συμφέροντα του έθνους. Δυστυχώς, κανένας πολιτικός δεν μπόρεσε έως σήμερα να δώσει ένα τέλος σ” αυτή την πολιτική παράδοση και να προσφέρει ένα οικονομικό σχέδιο που θα στηρίζεται στις δυνάμεις του λαού, την γεωοικονομική θέση της χώρας και στο διεθνές εμπόριο. Βέβαια, για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο απαιτείται πρωτίστως ένας λαός – έστω μία σημαντική μερίδα του – και ένας πολιτικός κόσμος που θα εργασθούν από κοινού για την οικοδόμηση ενός εθνικά κυρίαρχου και ανεξάρτητου κράτους.
Εικόνα: «Oι εσαεί παίζοντες προς ευημερίαν του λαού». Το σκίτσο του περιοδικού της εποχής «Nέος Aριστοφάνης», σατιρίζει στα πρόσωπα των Χ. Τρικούπη και Θ. Δηλιγιάννη τη διαχρονική ανικανότητα των Ελλήνων πολιτικών.
Πηγές:
Α. Ξένος, ένθετο «Χρήμα, Δάνεια και Χρέη»
Α. Ανδρεάδης «Ιστορία των Εθνικών Δανείων»
Η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» του Κ. Παπαρρηγόπουλου