Πληροφορίες από την τραπεζική αγορά αναφέρουν ότι οι εκροές καταθέσεων από τις τράπεζες αυξάνονται δραματικά καθώς ακόμη και τα capital controls δεν μπορούν πλέον να τις αναχαιτίσουν. Η πρώτη εκτίμηση για τον Φεβρουάριο είναι πως περί τα 2 δισ. ευρώ έχουν κάνει φτερά. Αν προστεθούν στα 1,2 δισ του Ιανουαρίου η εκροή από την αρχή του χρόνου φτάνει ήδη τα 3,2 δισ.
Ο προβληματισμός στα τραπεζικά επιτελεία είναι πολύ μεγάλος καθώς τονίζουν ότι παρά την ανακεφαλαιοποίηση δεν έχει περάσει στην κοινωνία μήνυμα ασφάλειας του τραπεζικού συστήματος. Αντίθετα υπάρχει σε πολύ κόσμο η ανησυχία πως οι καταθέσεις τους κινδυνεύουν από δύο πλευρές. Την ενδεχόμενη ανάγκη για πρόσθετα κεφάλαια από το τραπεζικό σύστημα, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα bail in, αλλά και την πιθανότητα επιβολής από την κυβέρνηση φόρου ή έκτακτου χαρατσιού στις καταθέσεις όσο τα φορολογικά έσοδα δεν ανακάμπτουν.
Βεβαίως και οι δύο αυτές ανησυχίες ανήκουν στη σφαίρα της σεναριολογίας και της ανασφάλειας και δεν προκύπτει οποιοσδήποτε πραγματικούς κίνδυνος αυτή τη στιγμή. Ωστόσο η γενικότερη κατάσταση σαφώς και δεν μπορεί να ενισχύσει αίσθημα ασφαλείας στην κοινωνία. Και σε σχέση με την πολιτική κατάσταση και σε σχέση με τους κινδύνους που απορρέουν από το προσφυγικό αλλά και μέσω της συνεχούς συρρίκνωσης των εισοδημάτων λόγω των σκληρών μέτρων και της αδιάκοπης φοροεπιδρομής. Η απόσυρση καταθέσεων δεν είναι αποκλειστικά προϊόν ανασφάλειας άλλωστε, αλλά και ανάγκη εκπλήρωσης υποχρεώσεων που διογκώνονται δραματικά.
Δεν είναι άλλωστε εντελώς άσχετο με τις εξελίξεις αυτές, το γεγονός ότι το 2015 σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που παρουσίασε η Τράπεζα της Ελλάδος η φτώχεια αυξήθηκε στη χώρα κατά 8% ύστερα από μείωση 7,1% που είχε παρατηρηθεί το 2014. Σύμφωνα μάλιστα με την έκθεση του κ. Στουρνάρα καταλυτικό ρόλο στην επιδείνωση της κατάστασης έπαιξαν τα σκληρά μέτρα που εφαρμόστηκαν μετά το καλοκαίρι και ψηφίστηκαν με το 3ο Μνημόνιο, όπως η αύξηση των εισφορών για υγειονομική περίθαλψη των συνταξιούχων και οι άμεσοι φόροι.
Η πολιτική της κυβέρνησης και οι συμφωνίες που έκλεισε σε καθεστώς πλήρους αναξιοπιστίας - άρα και πιο σκληρές - αντί να βελτιώσουν μια πορεία προς την ανάκαμψη έστω δύσκολη, αργή και ανεπαρκή μέσα από θυσίες και συμπληγάδες, διέλυσαν τα πάντα, αποσάρθρωσαν την οικονομία, δραματοποίησαν περαιτέρω τις συνθήκες ζωής της κοινωνίας την οποία οδηγούν στην εξαθλίωση και την φτωχοποίηση. Και δυστυχώς είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι οι συνθήκες θα χειροτερέψουν. Από τη στιγμή που στοχοποιούνται περαιτέρω όσοι ακόμη εργάζονται και παράγουν πλούτο στη χώρα. Το εγγυώνται αυτό οι νέες φορολογικές κλίμακες, η εκτόξευση των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά και η εθνική περιπέτεια γύρω από το προσφυγικό.
Η αλλαγή κατεύθυνσης είναι επιβεβλημένη. Δυστυχώς όμως αυτό δεν πρόκειται πλέον να γίνει αποδεκτό από τους δανειστές στο πλαίσιο αυτής της διακυβέρνησης. Και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα γίνονταν αποδεκτό υπό οποιαδήποτε ισχνή διακυβέρνηση. Χρειάζεται κάτι άλλο, κάτι που να εμπνέει και προς τα έξω μεγαλύτερη εμπιστοσύνη. Με συναίνεση βεβαίως στο εσωτερικό που θα επέτρεπε την αποδοχή από τους δανειστές της αλλαγής του οικονομικού κοκτέιλ που οδηγεί στην πλήρη ερημοποίηση. Αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι αξιόπιστους ανθρώπους που να ξέρουν να κάνουν τη δουλειά. Δεν είναι κομματικό το ζήτημα. Είναι θέμα ικανοτήτων και γνώσης της λειτουργίας των αγορών και της οικονομίας.