Γράφει
ο Μαλάμης Σπύρος
Προπτυχιακός
φοιτητής στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών
του ΑΠΘ
Είναι
γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα η
κρίση που παρατηρείται τόσο στη Μ.
Ανατολή όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση
έχει οξυνθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να
έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Από τη
μία πλευρά, η διαρκώς εντονότερη διαμάχη
ανάμεσα στη Τουρκία και τη Ρωσία, σχετικά
με τις επιθετικές ενέργειες της πρώτης
στο βόρειο τμήμα της Συρίας, και από την
άλλη πλευρά η αδυναμία των ισχυρότερων
της ΕΕ να πετύχουν τη συνοχή της ένωσης,
χαράσσοντας μία κοινή εσωτερική-εξωτερική
πολιτική όσον αφορά το προσφυγικό –
και όχι μόνο-, έχουν δημιουργήσει ένα
κλίμα αβεβαιότητας και αποσύνθεσης,
από το οποίο φυσικά οι ΗΠΑ δεν μπορούν
να λείπουν.
Με
αφορμή, λοιπόν, το προσφυγικό ζήτημα
και την αναποτελεσματικότητα της
Ευρωπαϊκής Ένωσης να καταλήξει σε μία
κοινά αποδεκτή και επωφελή – για όλα
τα κράτη-μέλη – λύση, η αμερικανική
κυβέρνηση αποδέχτηκε το γερμανικό-τουρκικό
αίτημα σχετικά με την άμεση εμπλοκή του
ΝΑΤΟ και την αύξηση των δυνάμεών του
στο Αιγαίο, με σκοπό την αποτελεσματική
αντιμετώπιση των προσφυγικών-μεταναστευτικών
ροών. Ωστόσο, το γεγονός ότι το ΝΑΤΟ
αρνιόταν για δεκαετίες να «εμπλακεί»
στην περιοχή αυτή, ενώ τώρα το αποδέχεται
δίχως καμία διαβούλευση και καμία
επιφύλαξη για τις συνέπειες στη γύρω
περιοχή, θα πρέπει να κινήσει τις υποψίες
σχετικά με το κατά πόσο η αποστολή του
περιορίζεται στην αναχαίτιση της
προσφυγικής κρίσης.
Ο
ρόλος του ΝΑΤΟ
Παρατηρώντας
την κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή
της ανατολικής Μεσογείου και της Συρίας,
γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το προσφυγικό
δεν αποτελεί παρά μία εύκολη δικαιολογία
πίσω από την οποία κρύβονται οι πραγματικές
προθέσεις και επιδιώξεις του ΝΑΤΟ και
κατ’ επέκταση της Αμερικής, οι οποίες
σχετίζονται άμεσα με τα γεγονότα που
διεξάγονται στη Συρία.
Η
Τουρκία, η οποία υπήρξε πολλάκις αρωγός
των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων της
Αμερικής στη Μ. Ανατολή, βρίσκεται σε
εξαιρετικά δύσκολη θέση μετά το
τελεσίγραφο της Ρωσίας για την παύση
των στρατιωτικών επιδρομών στο βόρειο
τμήμα της Συρίας εναντίων των Κούρδων.
Η Ρωσία από κοινού με τους Κούρδους
κατόρθωσαν να αποκτήσουν τον έλεγχο
του μεγαλύτερο τμήματος των συνόρων
Τουρκίας-Συρίας και να επανακτήσουν
σημαντικά εδάφη, τα οποία βρισκόταν
στην κατοχή του Ισλαμικού κράτους. Τα
κατορθώματα αυτά με τη σειρά τους είχαν
ως αποτέλεσμα την ενίσχυση των κουρδικών
δυνάμεων, με τις πιθανότητες για
δημιουργία κουρδικού κράτους να
αυξάνονται διαρκώς, καθώς και την
επαναφορά του ελέγχου της ζώνης του
Χαλεπιού, στο συριακό καθεστώς, το οποίο
έχει την αμέριστη υποστήριξη της Ρωσίας.
Η Τουρκία για να αποφύγει το σενάριο
της εγκαθίδρυσης κουρδικού κράτους,
κάτι που θα προκαλέσει τρομερές
αναταράξεις στο εσωτερικό της αν συμβεί,
πρέπει να πετύχει άμεσα την πτώση του
Άσαντ.
Για
την επίτευξη του στόχου αυτού, το ΝΑΤΟ,
με πρόσχημα το προσφυγικό, έρχεται να
λάβει θέση με δεκάδες δυνάμεις στο
Αιγαίο, μία στρατηγική θέση, η οποία θα
του επιτρέψει να δημιουργήσει ένα μέτωπο
εναντίον της Ρωσίας και του Άσαντ. Και
αυτό διότι, από την περιοχή αυτή θα έχει
τη δυνατότητα ελέγχου της δραστηριότητας
του ρωσικού στόλου και άμεσης επέμβασης
σε περίπτωση πολεμικής σύρραξης στα
βόρεια της Συρίας. Έτσι, λοιπόν, αν η
Αμερική συνεχίσει να βλέπει την Τουρκία
ως σύμμαχο εναντίον του ρωσικού παράγοντα
στην περιοχή, ο οποίος υποστηρίζει
ανοιχτά τον συριακό καθεστώς, τότε το
όφελος από τη συνεργασία αυτή θα είναι
μεγάλο και για τις δύο πλευρές. Από τη
μία η Αμερική χωρίς τη Ρωσία στην περιοχή
θα είναι ελεύθερη να ικανοποιήσει τις
ιμπεριαλιστικές τις σκοπιμότητες, ενώ
από την άλλη η Τουρκία θα απαλλαχθεί
από την απειλή της ίδρυσης ενός κουρδικού
κράτους στο εσωτερικό της.
Οι
συνέπειες για την Ελλάδα και την ευρύτερη
περιοχή
Tο
γεγονός ότι η απόφαση που λήφθηκε μεταξύ
Ε.Ε και Τουρκίας στην Άγκυρα σχετικά με
την επέμβαση του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, απλώς
ανακοινώθηκε στην ελληνική κυβέρνηση,
δείχνει για ακόμη μια φορά το προφανές.
Ότι η Ελλάδα είναι έρμαιο στα χέρια και
τα συμφέροντα της ευρωπαϊκής πολιτικής
ελίτ. Η κυβέρνηση προσπαθεί με κάθε
τρόπο «να βαπτίσει το ψάρι κρέας»,
υποστηρίζοντας ότι το ΝΑΤΟ έρχεται ως
εγγυητής σταθερότητας για την περιοχή
και ως σημαντική βοήθεια στην αντιμετώπιση
της προσφυγικής κρίσης.
Ωστόσο,
λαμβάνοντας υπόψη το ρόλο του στο Αιγαίο
και τις ενέργειες στις οποίες προέβη –
ή και δεν προέβη – για την εκτόνωση της
έντασης μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, μπορούμε
να συμπεράνουμε ότι το ΝΑΤΟ όχι μόνο
δεν έρχεται ως εγγυήτρια δύναμη για την
σταθερότητα στην περιοχή αλλά αντιθέτως
είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει
αναταραχές μεταξύ των δύο όμορων χωρών
στο ζήτημα των μεταξύ τους συνόρων. Να
επισημανθεί ότι το ΝΑΤΟ δεν αναγνωρίζει
τα σύνορα μεταξύ χωρών που ανήκουν σε
αυτό, κάτι το οποίο έχει δώσει τη
δυνατότητα στην τουρκική αεροπορία να
πετάει εντός ελληνικών συνόρων. Δίνεται
έτσι η ευκαιρία να ενταθούν οι αμφισβητήσεις
της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας και
οι αμφιβολίες από μέρους της γειτονικής
χώρας σχετικά με την οριοθέτηση των
συνόρων στο Αιγαίο, δημιουργώντας ένα
κλίμα έντασης. Τα θύματα μιας τέτοιας
εξέλιξης θα είναι για ακόμη μια φορά,
οι πρόσφυγες και οι λαοί των δύο χωρών,
Ελλάδας και Τουρκίας, μεταξύ των οποίων
θα αναπτυχθεί για ακόμη μια φορά ένα
έντονο μίσος, το οποίο θα έχει ολέθρια
αποτελέσματα.
Συνοψίζοντας,
η τελευταία ελπίδα για την επικράτηση
ειρήνης – έστω και προσωρινής- στην
περιοχή της Μ. Ανατολής και της ανατολικής
Μεσογείου είναι η εκεχειρία στη Συρία
που συμφωνήθηκε στις 22/2/2016 μεταξύ των
ΗΠΑ και της Ρωσίας στο πλαίσιο της
αντιμετώπισης του Ισλαμικού κράτους.
Η Τουρκία δείχνει κι αυτή να είναι
ευχαριστημένη από μία τέτοια πρόταση.
Ωστόσο, η πρόταση θα πρέπει να έχει την
έγκριση όλων των εμπλεκομένων, μέχρι
τις 27 Φεβρουαρίου, κάτι το οποίο φαντάζει
εξαιρετικά δύσκολο τη στιγμή που οι
Κούρδοι αγωνίζονται για την αυτονομία
τους. Σε περίπτωση αποτυχίας η στρατιωτική
εμπλοκή όπως περιεγράφηκε παραπάνω
αποτελεί μονόδρομο.