Θυμόσαστε την Υπατία; Θυμόσαστε πώς είχαν μεταφέρει 300 δυστυχισμένους ανθρώπους από την Κρήτη στη Νομική και μετά στο κτίριο «Υπατία» τον Ιανουάριο του 2011; Tο βράδυ της άρσης του ασύλου στη Νομική, είχε προαναγγελθεί - μέσω mail - κόλαση σε 10 πόλεις της Ελλάδας, με επεισόδια και καταστροφές. Ευτυχώς δεν έγιναν.
Το περιοδικό Economist έκανε λόγο τότε, για τη «διπλή τραγωδία της Ελλάδας. Τον κίνδυνο εξόδου τόσο από τη ζώνη του ευρώ, όσο και από τη Συνθήκη του Σένγκεν, καθώς «η χώρα αδυνατεί να αντιμετωπίσει το διαρκώς ογκούμενο μεταναστευτικό κύμα». Από τότε είχαν δοκιμαστεί οι δομές και οι θεσμοί της χώρας στο μεταναστευτικό και όπως εξελίχθηκε αργότερα, στο Προσφυγικό.
Και φτάσαμε στο 2016. Είμαστε πλέον μέσα στη δίνη του κυκλώνα, παρακολουθώντας μια ανθρώπινη τραγωδία να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Ανθρώπους να κοιμούνται στις λάσπες, να περνούν μέσα από ορμητικούς χειμάρρους και εκατοντάδες άλλους να πνίγονται στο Αιγαίο. Δεν ξέρω αν τα ίδια άτομα που μετέφεραν τότε τον ανθρώπινο πόνο στη Νομική, είναι αποκλειστικά υπεύθυνα και της σημερινής κατάστασης. Δεν ξέρω αν, τώρα που ανέλαβαν την διακυβέρνηση της χώρας, έχουν την ίδια ζέση και το ίδιο πάθος για ανοιχτά σύνορα και ελεύθερη πρόσβαση προσφύγων και μεταναστών. Είναι όμως, απολύτως βέβαιος ότι τρέφονται από τον ανθρώπινο πόνο και σχεδόν επιδιώκουν την διαιώνιση της δραματικής κατάστασης.
Τα ένστικτα του ανθρώπου είναι ανώτερα και ταπεινά. Κάποιες φορές, λίγες, γίνεται θεός και άλλες, τις περισσότερες, φτηνός, μικρός, κακομοίρης και ελεεινός. Και σαν θεός και σαν τέρας, ένα πράγμα ψάχνει πάντα, την αυτοπραγμάτωση μέσα από την αποδοχή. Οι περισσότεροι δυστυχώς, ικανοποιούνται από τα μικρά, τα επαίσχυντα, την ευχαρίστηση από την θλίψη, την αδυναμία, την έλλειψη και την δύσκολη κατάσταση του διπλανού τους.
Και στην ελληνική κοινωνία, κυρίως στην περίοδο της Μεταπολίτευσης, αυτό ακριβώς συνέβη. Με τον νεοπλουτισμό, τον επαρχιωτισμό, τις ψυχοπονιάρικες εκπομπές στην τηλεόραση, τους εράνους και τα «φιλόπτωχα» ταμεία που γέμισε η χώρα. Και περισσότερο δηλητήριο πότισε τον μέσο άνθρωπο ο λαϊκισμός. Ο διαχρονικός της Εκκλησίας και ο πολιτικός που εμπέδωσε σε όλους, το «πασοκικό υβρίδιο» της δεκαετίας του ΄80.
Οι πρόσφυγες είναι το τελευταίο σύμπτωμα μιας υποκριτικής κοινωνίας η οποία έφερε στην εξουσία αυτό που της άξιζε. Ένα συνονθύλευμα ταπεινών ανθρώπων οι οποίοι μοιάζουν να αντλούν την υπόστασή τους μέσα από την εξαθλίωση και τον πόνο του άλλου. Σε σημείο που σε κάνει να σκέφτεσαι ότι θα ήταν σπουδαίο «επίτευγμα», μαζί με τους ανθρώπους που σαπίζουν στην Ειδομένη, να μεταμορφωθεί ολόκληρη η Ελλάδα σε ένα τεράστιο καταυλισμό για να χουν να χαίρονται και να διοικούν αιωνίως. Λες και θέλουν να μεταβάλουν την κοινωνία σε κατακερματισμένες ομάδες ανήμπορων και εξαρτημένων ανθρώπων, για να αποδειχθεί επιτέλους, αληθινό το ταξικό μίσος και η απέχθεια προς οτιδήποτε έχει πετύχει ως τώρα η αστική δημοκρατία.
Έχουμε μπλέξει πολύ άσχημα και δύσκολα μπορεί κανείς να διακρίνει μηχανισμούς αντίδρασης στο φαινόμενο που εξαπλώνεται. Γιατί δεν είναι μόνο η εξουσία που φαίνεται να βολεύεται με την νοσηρή κατάσταση. Είναι και ο εθισμός στη μιζέρια και στην υποσυνείδητη «απόλαυση» που απλώνεται σε ολόκληρη την κοινωνία. Γιατί αρχίζουμε να συνηθίζουμε το θέαμα μέσα από τη άνεση του καναπέ μας, μιας κι εμείς έχουμε την πολυτέλεια να «πονάμε» και να «δακρύζουμε» εκ του ασφαλούς. Μιας και μας δίνεται η δυνατότητα να χαϊδεύουμε το δικό μας παιδί ενώ κάποιου άλλου πνίγεται στα κύματα του Αιγαίου.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο αρρωστημένο και ανήθικο από τον λαϊκισμό του πόνου. Αυτού που τρέφει τις ψυχές των ανθρώπων και τους ικανοποιεί μέσα από την δραματοποίηση της ζωής των άλλων. Για να ξεφύγεις θέλει σθεναρές αντιστάσεις κι ένα αίσθημα υπεροχής που δυστυχώς δεν ανήκει στις μάζες. Μια αντίληψη ανωτερότητας που θέλει την κοινωνία της δημιουργίας, της παραγωγής, της σύνθεσης και της χαράς. Όχι της εξαναγκαστικής εξαθλίωσης από τον πόνο του κατατρεγμένου, προς τέρψιν της ψυχικής ένδειας των ταπεινών.
Αλίμονο στις κοινωνίες που οι εξουσίες τους επενδύουν στον πόνο για να τραφούν και να διοικήσουν. Αλίμονο και σε μας που συνηθίζουμε στα αδιέξοδα και χάνουμε τον έλεγχο, χωρίς να βλέπουμε τα τείχη που χτίζει η κυβέρνηση γύρω μας. Χωρίς να ακούμε πλέον, «κρότον κτιστών»…