«Δε θα γίνει αποθήκη ψυχών η Ελλάδα» δήλωσε μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στις κοινές δηλώσεις του με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ.
Ο πρωθυπουργός δήλωσε:
Υποδεχόμαστε σήμερα στην Αθήνα τον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ. Δυστυχώς, τις δύο εβδομάδες που μεσολάβησαν από την προηγούμενη επίσκεψή του, η Ευρωπαϊκή Ένωση φάνηκε ακόμη πιο αδύναμη να διαχειριστεί το προσφυγικό ζήτημα, την προσφυγική κρίση. Και βεβαίως, αυτό σημαίνει ότι δείχνει μια αδυναμία να διαχειριστεί τα κοινά προβλήματα και το κοινό μέλλον. Μονομερείς ενέργειες, χωρίς πρότερο συντονισμό που αντιβαίνουν τόσο στα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όσο και στη συμφωνία μας στο περιθώριο του Συμβουλίου, οδήγησαν στον δραστικό περιορισμό των ροών από τη βαλκανική οδό με πολύ σοβαρές συνέπειες τόσο για τους πρόσφυγες, όσο και για την Ελλάδα.
Οι ενέργειες αυτές ήρθαν να προστεθούν στην άρνηση – επιδεικτική και προκλητική πολλές φορές – πολλών κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συμμετάσχουν στη διαδικασία της μετεγκατάστασης, δηλαδή της νόμιμης οδού για τη μετακίνηση των αιτούντων άσυλο προσφύγων από τις εμπόλεμες περιοχές προς χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συζητήσαμε, λοιπόν, σήμερα με τον Πρόεδρο Τουσκ για την ανάγκη να υπάρχει τουλάχιστον σεβασμός από όλους στην πιο βασική μας αρχή: Στην τήρηση των συμφωνηθέντων και την τήρηση των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Στο πλαίσιο αυτό, είχα την ευκαιρία να επισημάνω τις θέσεις μας εν όψει του έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που θα πραγματοποιηθεί την επόμενη Δευτέρα:
Πρώτον: Η Ελλάδα, ως προς την προσφυγική κρίση, έχει ήδη αναλάβει βάρος δυσανάλογο με τις δυνάμεις της. Η ανταπόκρισή μας, όμως, ήταν άμεση και δεν αφορά μόνο τις υποχρεώσεις μας έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αφορά, κυρίως, το καθήκον μας απέναντι στις δικές μας αξίες και απέναντι στον πολιτισμό μας. Εμείς έτσι έχουμε μάθει. Και αυτός είναι ο πολιτισμός μας όταν έχουμε στη χώρα μας ανθρώπους αδύναμους, κυνηγημένους, ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια. Ο δικός μας πολιτισμός επιβάλλει αυτούς τους ανθρώπους να τους προστατεύσουμε και όχι να ασκούμε βία εις βάρος τους. Δυστυχώς, αποδεικνύεται ότι ο πολιτισμός κάποιων άλλων στην Ένωση είναι διαφορετικός. Συνεπώς, η Ελλάδα και η ελληνική κυβέρνηση θα κάνει ό,τι είναι δυνατόν, προκειμένου να μη μένει ούτε ένας άνθρωπος που έχει ανάγκη αβοήθητος.
Δεύτερον: Αναμένουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αναγνωρίσει ρητά ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να σηκώσει όλο αυτό το βάρος από μόνη της. Η Ελλάδα είναι μέλος μιας Ένωσης, της οποίας βασική ιδρυτική αρχή, που ορίζεται ρητώς στη Συνθήκη της Λισαβόνας, είναι αυτή της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών. Που σημαίνει δίκαιη κατανομή βαρών και ευθυνών. Η Ελλάδα, λοιπόν, θα απαιτήσει να γίνει σεβαστή από όλους η ευρωπαϊκή Συνθήκη και να υπάρχουν κυρώσεις για όσους δεν τη σεβαστούν. Εφόσον με ευθύνη άλλων στα σύνορα της Ειδομένης οι ροές έχουν περιοριστεί δραστικά, πρέπει να λειτουργήσει άμεσα η μετεγκατάσταση προσφύγων με αξιοπρεπείς συνθήκες. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτή η δίκαιη κατανομή, θα απαιτήσουμε να υπάρξει άμεσα επιτάχυνση της διαδικασίας τόσο μετεγκατάστασης από την Ελλάδα και απευθείας από την Τουρκία προσφύγων που δικαιούνται άσυλο προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα, θεωρούμε απαραίτητη την εφαρμογή μιας συγκροτημένης πολιτικής από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιστροφή παράτυπων μεταναστών στις χώρες προέλευσής τους. Η Ελλάδα, επαναλαμβάνω, δεν πρόκειται να αφήσει κανέναν αβοήθητο. Θα δημιουργήσει εγκαταστάσεις αξιοπρεπούς προσωρινής όμως διαμονής. Δεν θα επιτρέψουμε η Ελλάδα ή και καμία άλλη χώρα να μετατραπεί σε αποθήκη ψυχών. Η Ελλάδα δεν θα αναλάβει, για μόνιμη παραμονή ή εγκατάσταση, ούτε λιγότερους, ούτε περισσότερους από όσους της αντιστοιχούν, ανάλογα με τον πληθυσμό της στη Ευρώπη των «28».
Τρίτον: Προκειμένου η Ελλάδα να καταφέρει να ανταπεξέλθει στην τεράστια αυτή πρόκληση, χρειάζεται τόσο χρηματοδότηση για την κατασκευή των απαραίτητων υποδομών και την πρόσληψη των απαραίτητων στελεχών, όσο και ανθρωπιστική βοήθεια σε είδη και σε εξοπλισμό. Πρέπει να εξασφαλιστεί ότι η βοήθεια και η χρηματοδότηση θα δίνονται με ταχείς ρυθμούς που ανταποκρίνονται στις ανάγκες που δημιουργούνται από τις ροές, επί τη βάσει της αξιολόγησης αναγκών που θα ορίζεται καταρχήν από τις ελληνικές Αρχές σε συνεργασία, φυσικά, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Τέταρτον: Ζητάμε, σαφώς, να σταματήσουν και να απορριφθούν ρητά οι μονομερείς ενέργειες στην Ευρώπη και οι λογικές αποκλεισμού κρατών-μελών από συζητήσεις που τα αφορούν. Μόνο σεβόμενοι ο ένας τον άλλον μπορούμε να συνεχίσουμε. Και τέτοιες ενέργειες που έγιναν τούτες τις ημέρες είναι ενέργειες απαράδεκτες και πρέπει να αποδοκιμαστούν από όλους.
Η Ελλάδα εκπληρώνει απολύτως τις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις της ως ενεργό μέλος αυτής της Ένωσης. Ολοκληρώσαμε τα hotspots στα νησιά. Ταυτοποιούμε κάθε πρόσφυγα ή μετανάστη που εισέρχεται στη χώρα μας.
Πραγματοποιούμε εκατοντάδες επανεισδοχές παράτυπων μεταναστών στην Τουρκία ή εθελοντικές επιστροφές των ανθρώπων αυτών στις χώρες προέλευσής τους.
Και με ταχύτατους ρυθμούς κατασκευάζουμε κέντρα με θέσεις μετεγκατάστασης και προσωρινής διαμονής που υπερβαίνουν ακόμα και τις δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει σε κοινές συναντήσεις ή σε Συνόδους Κορυφής.
Καταβάλλουμε και θα καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια να εφαρμόζουμε τη Συνθήκη Σένγκεν, η οποία αποτελεί κεντρικό πυλώνα της Ευρώπης.
Την ίδια στιγμή, όμως, σε αντίθεση με άλλους, προασπίζουμε και θα προασπίσουμε το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Και βεβαίως και τη Σύμβαση της Γενεύης που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Συνεπώς, εμείς δεν πραγματοποιούμε ούτε πρόκειται να πραγματοποιήσουμε επαναπροωθήσεις στη θάλασσα, διακινδυνεύοντας τις ροές ανθρώπων και παιδιών, μικρών παιδιών.
Σε συνεργασία με τις δυνάμεις της FRONTEX, στο πλαίσιο της επιχείρησης «ΠΟΣΕΙΔΩΝ-RAΒIΤ», φυλάσσουμε τα ευρωπαϊκά θαλάσσια σύνορα επί τη βάσει των ευρωπαϊκών κανόνων. Προσβλέπουμε, δε, στη μετεξέλιξη της FRONTEX σε πραγματική Ευρωπαϊκή Ακτοφυλακή, πάντοτε βεβαίως με σεβασμό στα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών, όπου επιχειρεί, συνεπώς και της Ελλάδας.
Προσβλέπουμε κυρίως στην άμεση μείωση των ροών από τα τουρκικά παράλια μέσω της υλοποίησης του προγράμματος δράσης Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας, μέσω της συνεργασίας των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στο Αιγαίο με τις τουρκικές Αρχές και της καθιέρωσης, όπως είπα πριν, ενός αξιόπιστου μηχανισμού επανεγκατάστασης προσφύγων από την Τουρκία στην Ευρώπη.
Θεωρώ ότι βρισκόμαστε σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για το μέλλον της Ευρώπης και για την Ελλάδα φυσικά. Μια ιστορική στιγμή που απαιτεί ομοψυχία και γενναίες αποφάσεις και στην Ευρώπη, αλλά και στην Ελλάδα.
Μεγάλο μέρος αυτής της προσπάθειας ξεπερνά τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Απαιτεί μια συγκροτημένη προσπάθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση να στηρίξει την κατάπαυση του πυρός στη Συρία και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την τρομοκρατία με σκοπό την ειρήνη και τη συμφιλίωση στην περιοχή.
Απαιτεί, επίσης, την εντατικοποίηση της συνεργασίας με την Τουρκία για τη μείωση των προσφυγικών ροών. Και γι’ αυτό προσβλέπω θετικά στην έκτακτη Σύνοδο της 7ης του Μάρτη, της επόμενης Δευτέρας, στις Βρυξέλλες μαζί με την Τουρκία. Θεωρώ ότι θα αποτελέσει ευκαιρία να επισημάνουμε τα βήματα που έχουν πραγματοποιηθεί, αλλά και να αναδείξουμε τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την Τουρκία για να υπάρξουν ουσιαστικές μειώσεις στις ροές.
Την Τρίτη, 8 Μαρτίου, την αμέσως επόμενη ημέρα της έκτακτης Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, θα επισκεφθώ ο ίδιος τη Σμύρνη για το 4ο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας με την Τουρκία. Πέραν των συμφωνιών σε διαφόρους τομείς της οικονομίας, προφανώς στο επίκεντρο των συνομιλιών μας θα βρίσκεται μια σημαντική συμφωνία για καθιέρωση ταχέων διαδικασιών επανεισδοχής επί τη βάσει και της προόδου που έχει σημειωθεί στην εφαρμογή του διμερούς μας Πρωτοκόλλου. Συνεπώς, βασικό αντικείμενο αυτής της συνάντησης θα είναι η προσπάθεια από κοινού να επιλυθεί η προσφυγική κρίση.
Σταθερή πεποίθησή μου – όπως και του Προέδρου Τουσκ, που ξέρω ότι φεύγει σε λίγες ώρες να πετάξει για την Τουρκία, για την Άγκυρα όπου θα έχει συνομιλίες με τον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της γείτονος χώρας – σταθερή, λοιπόν, νομίζω κοινή μας πεποίθηση παραμένει ότι ειδικά στους δύσκολους, κρίσιμους καιρούς που διανύουμε, πρέπει να διατηρήσουμε τους διπλωματικούς διαύλους ανοιχτούς και να αξιοποιήσουμε τις όποιες δυνατότητες για συνεργασία.
Η κρίση που αντιμετωπίζουμε είναι κρίση που ξεπερνά τις δυνατότητες μιας χώρας. Είναι μια διεθνής κρίση που θέτει σε κίνδυνο τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί και παίρνει αποφάσεις. Σε αυτές τις μεγάλες προκλήσεις που έχουμε, πιστεύω ότι πρέπει να ανταποκριθούμε από κοινού. Και αυτό σημαίνει περισσότερη αλληλεγγύη, περισσότερη συνεργασία και βεβαίως σημαίνει και αυστηρή τήρηση των κοινών μας κανόνων και ενδεχομένως, αν χρειαστεί, και συνέπειες σε αυτούς που δεν τους τηρούν. Αλλιώς, φοβάμαι ότι πέραν της προσφυγικής κρίσης θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε και μια κρίση συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πρέπει να την αποφύγουμε για το κοινό μας μέλλον.