Έπειτα από δύο και πλέον δεκαετίες στην εξουσία, από το 1994 ως δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, από το 2003 ως πρωθυπουργός και από το 2014 ως πρόεδρος της Τουρκίας, ο Ερντογάν και το κόμμα του καθορίζουν το πολιτικό σκηνικό αλλά και την ταυτότητα της σημερινής Τουρκίας.
Υπό τον Ερντογάν, η Τουρκία έχει γίνει πλουσιότερη, όμως η κατάληψη του κράτους, ο νεποτισμός και ο αυξανόμενος αυταρχισμός του Σουλτάνου αρχίζουν να γίνονται αντιπαραγωγικοί, δημιουργώντας προβλήματα σε όλους τους τομείς, από την οικονομία ώς την εξωτερική πολιτική και από το Κουρδικό ώς τη Δημοκρατία.
Με τον Ερντογάν στο τιμόνι, η Τουρκία έχει εξελιχθεί από περιφερειακή, σχετικά φτωχή κι εσωστρεφής χώρα, που βασικά εξήγαγε εργατικό δυναμικό, σε περιφερειακή οικονομική υπερδύναμη, μαγνήτη για τουρίστες, καταφύγιο για πρόσφυγες και σημαντικότατο διεθνή ενεργειακό κι εμπορικό κόμβο.
Συγκριτικά με τη δεκαετία του 1990 η μεσαία τάξη διπλασιάστηκε και από πολλές απόψεις τα 78 εκατομμύρια των Τούρκων δεν ζούσαν ποτέ καλύτερα. Ωστόσο, μόνο ρόδινα δεν είναι τα πράγματα.
Όσο συγκεντρώνει μεγαλύτερη δύναμη ο Ερντογάν βασίζει την πολιτική του όλο και λιγότερο στην πειθώ και την οικονομική ανάπτυξη και όλο και περισσότερο στις απειλές και στις ανταμοιβές για τους ημετέρους. Για πολλούς, η σημερινή Τουρκία μοιάζει, πέρα από απρόβλεπτη, ως το νέο Σουλτανάτο του Ερντογάν.
Η χαρτογράφηση της εικόνας της Τουρκίας του 2016 στους βασικούς τομείς δημιουργεί μια θολή εικόνα. Σε ένα κρίσιμο τάιμινγκ, μάλιστα, τόσο για την ευρύτερη περιοχή όσο και για τη χώρα μας. Το προσφυγικό, οι περιπολίες του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, το Κυπριακό, ο διπλωματικός πόλεμος Τουρκίας - Ρωσίας, το Συριακό και η προεμφυλιακή κατάσταση για το Κουρδικό βρίσκουν στο επίκεντρο τη γειτονική χώρα. Η οποία βαδίζει σε κινούμενη άμμο.
Νόμοι - Δημοκρατία
Αρχικά, το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης σαγήνευσε με φιλόδοξη κοινωνική ατζέντα και λαϊκίστικη ρητορική. Ψηφοφόροι όλων των αποχρώσεων είχαν εκπλαγεί ευχάριστα την εποχή που ο Ερντογάν τα έβαλε με το «βαθύ κράτος», το οποίο για δεκαετίες ασκούσε καθολικό έλεγχο κάτω από ένα λούστρο Δημοκρατίας. Σήμερα, όμως, όλο και περισσότεροι Τούρκοι βλέπουν ότι εκείνος ο πόλεμος είχε σαν στόχο την κατάληψη του κράτους από τον Ερντογάν σε τέτοιο βαθμό, που πολλοί μιλούν πια ανοιχτά για υφέρποντα φασισμό. Οι τάσεις που φοβίζουν ιδιαίτερα είναι:
◆ Η περιφρόνηση για τους κανόνες δικαίου.
◆ Ο χαρακτηρισμός ως προδότες σε όσους κριτικάρουν και εναντιώνονται στην κυβέρνηση.
◆ Η κινητοποίηση της κομματικής βάσης του AKP εναντίον όλων των άλλων.
(Πολλές οι περιπτώσεις δημοσιογράφων που λιντσαρίστηκαν ή γραφεία εκδοτικών συγκροτημάτων που υπέστησαν βάρβαρες επιθέσεις από όχλο προσκείμενο στο ΑΚΡ).
Στα πρώτα χρόνια της καριέρας του ο Ερντογάν είχε πει μια ανατριχιαστική φράση:
«Η Δημοκρατία είναι σαν ένα τρένο. Όταν φτάσεις στον προορισμό σου, κατεβαίνεις».
Σήμερα, δημοσιογράφοι και μεγάλη μερίδα πολιτών φοβούνται ότι ο πρόεδρος έχει κατέβει οριστικά από το τρένο. Το κόμμα έχει απλώσει τα πλοκάμια του σε ολόκληρη την κοινωνία. Δικαστήρια, αστυνομία, υπηρεσίες ασφαλείας, τζαμιά, δημόσια εκπαίδευση, σύστημα Υγείας, ΜΜΕ, όλα βρίσκονται υπό την τεράστια επήρεια και τις επιταγές του κόμματος του Ερντογάν.
Με πρόφαση τον δήθεν εκδημοκρατισμό της επιτροπής για τους δικαστικούς διορισμούς, το κόμμα επέκτεινε την εισχώρησή του, με αποτέλεσμα έναν δικαστικό μηχανισμό που πρακτικά χορεύει στους ρυθμούς του Σουλτάνου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο νόμος του 1926 που ποινικοποιεί προσβολές στον επικεφαλής του κράτους και σπανιότατα εφαρμοζόταν ώς τον Αύγουστο 2014, όταν ο Ερντογάν εξελέγη πρόεδρος. Έκτοτε, οι εισαγγελείς έχουν ανακρίνει πάνω από 1.500 ανθρώπους για προσβολή στον πρόεδρο, έγκλημα που επισύρει τετραετή φυλάκιση.
Μόνο το πρώτο εξάμηνο του 2015 περισσότεροι από 100 άνθρωποι προφυλακίστηκαν με τη συγκεκριμένη κατηγορία, από δημοσιογράφους και σκιτσογράφους μέχρι ανήλικους μαθητές και νοικοκυρές.
ΜΜΕ: Η επιβολή της σιωπής
Ίσως το πιο τρανταχτό παράδειγμα εκφοβισμού αφορά τα τουρκικά ΜΜΕ. Μέσω τεράστιας πίεσης σε ιδιώτες εκδότες και καναλάρχες και ανελέητου δικαστικού κυνηγητού, από φόρους μέχρι κατηγορίες για τρομοκρατία, η συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ είναι πια ελεγχόμενη. Εκατοντάδες δημοσιογράφοι συνελήφθησαν, απολύθηκαν, ξυλοκοπήθηκαν. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα;
Ο τηλεοπτικός σταθμός Koza Ipek, αφότου μετέδωσε εικόνες από την έφοδο αστυνομικών στα κεντρικά του γραφεία, «κατέβηκε» από τις τηλεοπτικές συχνότητες. Μετά και την εξαγορά της, η εφημερίδα του ομίλου κυκλοφορεί πια με μια φωτογραφία του Ερντογάν στο πρωτοσέλιδο.
Το καλοκαίρι του 2013, όταν συνέβαιναν οι μεγαλύτερες διαδηλώσεις στην ιστορία της Τουρκίας, το CNN Turk, το δημοφιλέστερο ειδησεογραφικό κανάλι της χώρας, μετέδιδε ντοκιμαντέρ για... πιγκουίνους. Το κανάλι ανήκει στον όμιλο Dogan, που δέχεται σφοδρό πόλεμο από την κυβέρνηση. Τα τουρκικά ΜΜΕ έχουν πια σιωπήσει.
Από τα 40 μεγαλύτερα κανάλια της χώρας μόλις τρία απομένουν που εκφράζουν κριτική στην κυβέρνηση. Η οργάνωση «Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα» έχει επισημάνει ότι η κυβέρνηση δεν αρκείται στο να συντρίψει ό,τι υπάρχει. Ταυτόχρονα «χτίζονται» καινούργια ελεγχόμενα ΜΜΕ, καινούργια κοινωνία και καινούργιο βαθύ κράτος.
Οικονομία: Βαλτώνει...
Η Τουρκία έκανε τεράστια οικονομικά άλματα την τελευταία 15ετία. Σήμερα είναι η 8η μεγαλύτερη παραγωγός τροφίμων στον κόσμο και η 6η πιο δημοφιλής ως τουριστικός προορισμός. Από τις 250 κορυφαίες διεθνείς κατασκευαστικές εταιρείες, οι 43 είναι τουρκικές.
Μεταξύ 2002-2007 το ΑΕΠ της Τουρκίας αυξανόταν με ετήσιο ρυθμό 6,8%, αλλά έκτοτε η αύξηση του ΑΕΠ «κόλλησε» στο 3-3,5% με ολοένα πτωτικές τάσεις, αφού «έχασε» πια και το 3%. Τον περασμένο Δεκέμβριο η ανεργία εκτινάχθηκε σε διψήφια νούμερα, στο 10,3%. Οι άνεργοι είναι πλέον 3,1 εκατ. από 2,6 εκατ. το 2012. Ο δείκτης εμπιστοσύνης των καταναλωτών που ήταν στο 100% το 2004 έπεσε στο 60% στις αρχές του 2015.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη, μόνο οι ρωσικές κυρώσεις αναμένεται να ψαλιδίσουν 0,7% από την αύξηση του τουρκικού ΑΕΠ το 2016.
Η τουρκική οικονομία έχει πια παρεκκλίνει από μια ατζέντα για την ανάπτυξη σε ένα πρόγραμμα που υπηρετεί τα συμφέροντα του κυβερνώντος κόμματος. Έγκριτοι Τούρκοι οικονομολόγοι του MIT και του Πανεπιστημίου KOC της Κωνσταντινούπολης θεωρούν ότι η κυβέρνηση Ερντογάν σταδιακά έκανε στροφή από το οικονομικό άνοιγμα, ενέτεινε τη διαφθορά και την αυθαιρεσία.
Σε έκθεση οικονομολόγων των Πανεπιστημίων Okan και του Τεχνικού Πανεπιστημίου Κωνσταντινούπολης υπολογίστηκε ότι το 2011 η ανάθεση του 44% των κρατικών συμβάσεων γινόταν με αδιαφάνεια σε φίλα προσκείμενους. Το ποσοστό αυτό εκτιμάται ότι έχει αυξηθεί δραματικά.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Τουρκία, που το 2007 είχαν φτάσει τα 22 δισ. δολάρια, το 2014-2015 έπεσαν στα 12,5 δισ. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζουν η τάση της κυβέρνησης να αλλάζει τους κανόνες στη μέση του παιχνιδιού και η αυξανόμενη ανησυχία των ξένων επενδυτικών εταιρειών ότι δεν θα μπορούν να υπερασπιστούν επαρκώς τα συμφέροντά τους στα τουρκικά δικαστήρια.
Ακόμη και μεγάλες τουρκικές εταιρείες το τελευταίο διάστημα άρχισαν, αθόρυβα, να επενδύουν στο εξωτερικό για να βγάλουν τα χρήματά τους από τη χώρα. Οι πλουσιότεροι Τούρκοι έχουν ήδη ετοιμάσει «σχέδια απόδρασης».
Τουρισμός – έκρηξη αστικής ανάπτυξης
Το 2014, το Ατατούρκ της Κωνσταντινούπολης κατατασσόταν στην 13η θέση των αεροδρομίων με τον μεγαλύτερο αριθμό ταξιδιωτών παγκοσμίως. Η πόλη ήδη διαθέτει και δεύτερο αεροδρόμιο, ενώ χτίζει με φρενήρεις ρυθμούς και τρίτο που θα ανοίξει το 2018. Αναμένεται να είναι το μεγαλύτερο αεροδρόμιο του κόσμου, ικανό να δέχεται 150 εκατ. ταξιδιώτες τον χρόνο. Το πρότζεκτ θα κοστίσει 30 δισ. δολάρια. Για τη σύνδεσή του με την πόλη, εξάλλου, μια τρίτη γέφυρα θα κατασκευαστεί πάνω από τον Βόσπορο. Ωστόσο, τα σημάδια για τον τουρισμό μόνο ενθαρρυντικά δεν είναι, αφού το κλίμα ανασφάλειας για τη χώρα, εν μέσω συχνών τρομοκρατικών χτυπημάτων, εντείνεται.
Υπολογίζεται ότι η Κωνσταντινούπολη ώς το 2018 θα είναι η πιο πυκνοκατοικημένη μεγαλούπολη στην Ευρώπη, αφήνοντας πίσω το Λονδίνο και τη Μόσχα.
Χαρακτηριστικό της κατασκευαστικής έκρηξης της χώρας είναι ότι από τις 10 πιο γοργά αναπτυσσόμενες πόλεις στην Ευρώπη, οι έξι βρίσκονται στην Τουρκία. Η αστική ανάπτυξη είναι αποτέλεσμα όχι προσεκτικού σχεδιασμού, αλλά κυρίως επιχειρηματικών συμφερόντων με τη στήριξη ισχυρών πολιτικών.
Σε ολόκληρη τη χώρα τεράστιες εκτάσεις γης, ακόμη και πάρκα μέσα σε πόλεις, περνούν σε κατασκευαστικές. Η κοινοπραξία που κέρδισε την ανάθεση για την κατασκευή του νέου αεροδρομίου - μεγαθηρίου περιλαμβάνει κυρίως εταιρείες φιλικά προσκείμενες στο κυβερνών κόμμα.
Εκβιάζοντας καταστάσεις
Ελάχιστες χώρες καταλαμβάνουν γεωπολιτικά τόσο «ευαίσθητη» θέση όσο η Τουρκία. Υπήρξε πάντοτε πύλη προς την Ευρώπη, εμπόδιο για τις φιλοδοξίες της Ρωσίας προς τον Νότο, ακόμη και πριν γίνει μέλος του ΝΑΤΟ το 1952, πόλος σταθερότητας στη μονίμως τρικυμιώδη Μ. Ανατολή και μοντέλο για άλλες μουσουλμανικές χώρες ως σχετικά δημοκρατική και οικονομικά επιτυχημένη.
Ύστερα από χρόνια σε βαθιά κατάψυξη, η Τουρκία, εκβιάζοντας καταστάσεις, επιθυμεί να ξαναζωντανέψει τις συνομιλίες για ευρωπαϊκή προσέγγιση ως προϋπόθεση για την τουρκική βοήθεια στο προσφυγικό. Ήδη απέσπασε την υπόσχεση για ταξίδια χωρίς βίζα στην Ευρώπη.
Η Ευρώπη αποτελεί τον βασικό εμπορικό εταίρο της Τουρκίας και η υποστήριξη των Τούρκων στην ιδέα της ένταξης στην Ε.Ε. αρχίζει να ανεβαίνει. Όμως η κυβέρνηση Ερντογάν δείχνει να ενδιαφέρεται περισσότερο να εξασφαλίσει παραχωρήσεις και χρήματα από την Ευρώπη για το προσφυγικό, παρά να υιοθετήσει μεταρρυθμίσεις και ευρωπαϊκούς κανόνες.
Το μήνυμα που στέλνει είναι ότι θεωρεί έννοιες όπως η ελευθερία του Τύπου και η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης περισσότερο ως μέρος του τιμήματος που πρέπει να πληρώσει για να γίνει μέλος της Ευρώπης παρά ως στόχους που η χώρα πρέπει, για το δικό της όφελος, να κατακτήσει. Κούρδοι και όλο και περισσότεροι Τούρκοι κατηγορούν ανοιχτά την Ευρώπη ότι κάνει τα στραβά μάτια στον αυταρχισμό του Ερντογάν.
Η ελπίδα του Ερντογάν είναι να καταφέρει να βάλει την Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση ώς το 2023, που η χώρα θα γιορτάσει τα 100 χρόνια ως δημοκρατία. Παρά το ότι οι διαδικασίες ένταξης αρχίζουν αργά να ξανακινούνται και, παράλληλα, στο Κυπριακό γίνονται προσπάθειες επίλυσης, ο στόχος του Ερντογάν για το 2023 κρίνεται μάλλον υπεραισιόδοξος.
Όσον αφορά το προσφυγικό, οι ξένοι οργανισμοί λένε ότι η Τουρκία μπορεί να καλοδέχεται τα λεφτά τους, αλλά όχι τα προγράμματα και την επιτήρησή τους. Ενώ πάνω από 2 εκατ. Σύροι έχουν καταφύγει στην Τουρκία, στα Ηνωμένα Έθνη δεν έχει επιτραπεί να καταγράψουν τους πρόσφυγες και η πρόσβαση στους καταυλισμούς των προσφύγων απαγορεύεται αυστηρά σε επισκέπτες, ακόμη και σε μέλη του τουρκικού κοινοβουλίου.
Η Τουρκία, επί της ουσίας, παραμένει ένας μοναχικός παίκτης, επιθετικός κι απρόβλεπτος, που βαδίζει σε τεντωμένο σκοινί. Εκβιάζοντας καταστάσεις και φέρνοντας τα πράγματα στα άκρα προσπαθεί να βρει συμπαίκτες – για το δικό της όφελος αποκλειστικά – στο προσφυγικό (σύροντας την Ε.Ε.), στη Συρία και τα ρωσοτουρκικά (σύροντας το ΝΑΤΟ), στο Κουρδικό (χρησιμοποιώντας τους βαρβάρους του Ι.Κ.), αλλά επί της ουσίας βλέπει να μην έχει σταθερά στηρίγματα και το Ιράν να αναδεικνύεται σε «νέα Τουρκία» στην περιοχή.
Πολιτικός χάρτης
Από τα τρία αντίπαλα κόμματα που αποτελούν την αντιπολίτευση, το μεγαλύτερο είναι το CHP (Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα). Θεωρεί τον εαυτό του ως τον συνεχιστή της κληρονομιάς του Ατατούρκ. Υπέρ της Δύσης, κεντροαριστερό, επιθυμεί απαγκίστρωση από τις υπερβολικές δόσεις ισλαμισμού.
Το εθνικιστικό MHP είναι ακροδεξιό κόμμα με κύριο χαρακτηριστικό την εχθρικότητα προς όλους τους μη Τούρκους, ειδικά τους Κούρδους.
Το HDP (Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών) είναι μια συμμαχία μικρότερων κομμάτων και αριστερών δυνάμεων. Κατάφερε να περάσει το όριο του 10% και να εισέλθει στο κοινοβούλιο. Οι περισσότεροι από τους υποψηφίους αλλά και τους ψηφοφόρους είναι Κούρδοι. Το κόμμα λαμβάνει την πλειοψηφία των ψήφων του από τις μόνιμα ταραγμένες νοτιοανατολικές περιοχές.
Το τελευταίο διάστημα ψιθυρίζεται ότι ο Ερντογάν σκέφτεται ακόμη και να ξανακάνει εκλογές. Υπολογίζει ότι μπορεί να εξασφαλίσει άλλο ένα 5% κι έτσι να προχωρήσει στη συνταγματική αναθεώρηση που θα του δίνει υπερεξουσίες αλλά, ταυτόχρονα, να ξεφορτωθεί από τη Βουλή και το φιλοκουρδικό κόμμα.
Οι Κούρδοι αποτελούν περίπου το 20% του πληθυσμού της Τουρκίας κι εκτιμούν ότι το ερώτημα για την Άγκυρα είναι απλό: Προτιμά να έχει σαν γείτονες τους Κούρδους ή το Ισλαμικό Κράτος;
Για την τουρκική κυβέρνηση, από την άλλη, η επιτυχία των Κούρδων της Συρίας στη μάχη κατά των τζιχαντιστών κρύβει τον κίνδυνο να κατορθώσει το PKK, λόγω της τακτικής συμμαχίας του με τη Δύση στη Συρία, να κερδίσει διεθνή νομιμότητα.