Για όσους παρακολουθούν διαχρονικά τα πράγματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις (και μας συγκαταλέγουμε σε αυτούς, όπως φυσικά και τους αναγνώστες αυτού του περιοδικού) τα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες εβδομάδες είναι ο χειρότερος εφιάλτης που γίνεται πραγματικότητα καθώς η χρεωκοπημένη Ελλάδα, σε μια από τις χειρότερες στιγμές τη σύγχρονης ιστορίας της, στριμωγμένη με την πλάτη στον τοίχο, στην μέγγενη της τουρκικής διπλωματίας που υλοποιεί αριστοτεχνικά σχέδια που η Άγκυρα έχει εξυφάνει εδώ και χρόνια δέχεται το ένα χτύπημα μετά το άλλο ανίκανη να αντιδράσει έστω και στο ελάχιστο.
Δυστυχώς η τραγική αυτή κατάσταση επιβαρύνεται και από την συμπεριφορά ανθρώπων που αναδείχθηκαν στην εξουσία αλλά χειρίζονται τις τύχες αυτού του λάου με περισσή αφέλεια, ανικανότητα και ασχετοσύνη και με πέπλο μιας απίθανης ιδεοληψίας (δεν θέλουμε να είμαστε… σκληροί αλλά αυτό φαίνεται εκ του αποτελέσματος) . Το χειρότερο δε είναι ότι είτε δεν αντιλαμβάνονται τον κατήφορο που μας οδηγούν, είτε –το χείρον- δεν θέλουν να το αποδεχθούν.
Το προχθεσινό φιάσκο του Έλληνα πρωθυπουργού – (αν θέλουμε να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους), γίνεται όλο και μεγαλύτερο, είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του εφιαλτικού κατήφορου στον οποίο άγουμε.
Ο κος Τσίπρας, είτε αυτοσχεδιάζοντας, είτε ακόμη χειρότερα με την αίολη συμβουλή ενός –΄άκρως επικίνδυνου- επιτελείου έθεσε ή προσπάθησε να θέσει ορισμένα θέματα στον Τούρκο ομόλογό του στην ανεκδιήγητη επίσκεψή του στη Σμύρνη.
Ανάμεσα στα πολλά που συνέβησαν θα σταματήσουμε σε κάποια:
Αφού λοιπόν έπεσε τρεις δεκαετίες έξω για το θέμα του Casus Belli έδωσε βήμα στον κο Νταβούτογλου να εξισώσει το νόμιμο δικαίωμα της Ελλάδας με τις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας. Το Casus Belli από την πλευρά της Άγκυρας δεν ανάγεται στη δεκαετία του 60 όπως λανθασμένα υποστήριξε (και απαράδεκτα για επίσημη συνάντηση, γιατί δεν έκανε κουβέντα σε πηγαδάκι) ο κος Τσίπρας, αλλά πρωτοτέθηκε από τον Σουλειμάν Ντεμιρέλ την δεκαετία του 80 και έγινε επίσημη τουρκική θέση το 1995 (εδώ ο κος Νταβούτογλου έπεσε και αυτός έξω αλλά ένα μόλις χρόνο) όταν η τουρκική εθνοσυνέλευση σε συνέχεια της κύρωσης του πλαισίου του Δικαίου της Θάλασσας ψήφισε εξουσιοδοτώντας την τουρκική κυβέρνηση να «πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων και στρατιωτικών για να προστατεύσει τα συμφέροντα της Τουρκίας», απειλώντας έκτοτε την Ελλάδα με πόλεμο εάν εφαρμόσει το διεθνές δίκαιο. Άρα όταν ο κος Τσίπρας κάθεται και ακούει άπρακτος τον κο Νταβούτογλου να υποστηρίζει ότι «λύση του προβλήματος αποτελεί η αμοιβαία ακύρωση των πράξεων» που οδήγησαν στο Casus Belli, εξισώνοντας τον «θήτη και το θύμα» απλά στέλνει τα ελληνικά δίκαια στον βάραθρο που έχει ανοίξει η Τουρκία.
Το ακόμη χειρότερο βέβαια ήλθε στη συνέχεια όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός «έθεσε το θέμα παραβιάσεων και παραβάσεων» για να πάρει απροκάλυπτα στα μούτρα την σαφή και άμεση αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων από τον συνομιλητή του. Επειδή του «κάθισε» την προηγούμενη φορά που ο κος Τσίπρας «έθεσε το θέμα» στον απόηχο της τουρκικής κατάρριψης του ρωσικού Su-24 σε ένα διεθνές ακροατήριο, δεν σημαίνει ότι η «επιτυχία» θα επαναλαμβάνονταν όταν απέναντί του είχε τον κο Νταβούτογλου. Οπότε προτίμησε να καθήσει και να ακούσει το «μάθημα περί τουρκικού εναερίου χώρου».
Το χείριστο βέβαια ήλθε στην επωδό του όταν στα πλαίσια του άφθονων φιλοφρονήσεων που περίσσεψαν προχθές στην Σμύρνη, όταν ο κος Τσίπρας αναφερόμενος στο προσφυγικό είπε ότι «πρόκειται για πρόβλημα που ούτε η Ελλάδα, ούτε όμως και η Τουρκία φταίνε», ακυρώνοντας βέβαια το ίδιο του τον εαυτό και τα όσα έχει υποστηρίξει η ελληνική κυβέρνηση όλους αυτούς τους μήνες που η Άγκυρα ενορχηστρώνει τον ασύμμετρο πόλεμό της κατά της Ελλάδας με όπλο τους πρόσφυγες.
Και ένα ερώτημα που απαιτεί απάντηση άμεσα: τι νόημα έχει να συνεχίζονται αυτές οι επαφές με την Τουρκία πέραν φυσικά του να επιβεβαιώνουν την θέση του κου Νταβούτογλου όπως την έχει εκφράσει μέσα από το συγγραφικό του έργο («Στρατηγικό Βάθος») αλλά και στην πράξη περί «μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες της Τουρκίας».
Έτσι το να πηγαίνει ο Έλληνας πρωθυπουργός στη Σμύρνη και να διατυμπανίζει δια λόγων αλλά και έργων ότι οι δυο χώρες δεν έχουν μεταξύ τους προβλήματα κάνει τουλάχιστον περίεργη τη θέση της Ελλάδας όταν υποστηρίζουμε στα διεθνή fora ότι προβλήματα με την Τουρκία έχουμε και μάλιστα πολλά και τεράστια. Εκτός και εάν οι τεράστιες γκάφες του Casus Belli και των παραβιάσεων ήταν… η προσπάθεια να τεθούν τα προβλήματα…
Και επειδή στου Μαξίμου έχουν κοντή μνήμη και για να μην γίνονται γελοίοι ο κος Τσίπρας δεν ήταν ο πρώτος Έλληνας πρωθυπουργός που έθεσε τα δυο θέματα με φυσική παρουσία. Ήταν μάλλον ο έσχατος. Να τους θυμίσουμε ότι πρόσφατα -για να μην πάμε και παλαιότερα- ήταν ο Γιώργος Παπανδρέου ως προθυπουργός το 2011, που σε ακροατήριο Τούρκων διπλωματών στο Ερζερούμ έθεσε και τα δύο, και τότε –από όσο θυμόμαστε- δεν κάθισε να ακούσει και μάθημα από τον κο Ερντογάν.
Τα υπόλοιπα που συνέβησαν στην Σμύρνη, με την υπογραφή συνεργασίας μεταξύ Αθηναϊκού Πρακτορείου και Anadolu (για να μην αναφερθούμε και στις γελοιότητες με τα τριαντάφυλλα) την επομένη του νέου χτυπήματος του τουρκικού καθεστώτος κατά του Τύπου στην Τουρκία είναι μάλλον ψιλά γράμματα για την ευαισθησία της «πρώτης κυβέρνησης αριστερά».
Το ίδιο ισχύει και για τον υφ. Εξωτερικών Δημήτρη Μάρδα που βέβαια οι δηλώσεις του για την Τουρκία «Ή διπλωματική λύση ή πόλεμος!» κακοποιήθηκαν, χωρίς αυτό να τον απαλλάσσει από την ευθύνη του ότι προσπάθησε να διορθώσει τα αδιόρθωτα της προηγούμενης ημέρας και τα έκανε χειρότερα…
Διαχρονικά δεν συνηθίζουμε τέτοια οξεία κριτική αλλά ο κατήφορος άρχισε να γίνεται πολύ απότομος…
Έχει λοιπόν τέλος ο κατήφορος;
Αληθεια με το Καστελόριζο και τις περιπολίες της ΝΑΤΟικής ναυτικής δυναμης τι γίνεται ή περιμένουμε να το λύσει το ΝΑΤΟ; Διότι στην Τουρκία υποστηρίζουν ότι οι θέσεις τους έγιναν αποδεκτές και όσο και να μην θέλουμε να τους πιστέψουμε και ακούμε τον ημέτερο υπουργό Άμυνας… ανησυχούμε.
ptisidiastima.wordpress.com