Oι διαπραγματεύσεις που
ευρίσκονται σε εξέλιξη δεν έχουν κανένα νόημα, εάν δεν υπάρχει η βούληση
για την ονομαστική διαγραφή του χρέους – η οποία φυσικά δεν είναι
αρκετή, αν δεν συνοδευτεί από πραγματικές διαρθρωτικές αλλαγές
.
«Η χρηματοπιστωτική επανάσταση προηγήθηκε της βιομηχανικής – ενώ και οι δύο επαναστάσεις ήταν απαραίτητες, έτσι ώστε έκτοτε η ανάπτυξη να αποτελεί ένα διαρκές χαρακτηριστικό των σύγχρονων οικονομιών. Η χρηματοπιστωτική επανάσταση ήταν το αποτέλεσμα της δημιουργίας χρημάτων από το πουθενά – η οποία κατέστησε εφικτές τις επενδύσεις, χωρίς να πρέπει προηγουμένως να υπάρξουν αποταμιεύσεις.Με τον τρόπο αυτό, στα πλαίσια της βιομηχανικής επανάστασης, το πραγματικό κεφάλαιο, κυρίως οι μηχανές, αναδείχθηκε στο σημαντικότερο συντελεστή της παραγωγής – στη θέση της φύσης (γης), καθιστώντας δυνατή την παραγωγή συνεχώς περισσότερων αγαθών και υπηρεσιών» (Ferguson).
.
Άποψη
Η βασική αιτία, λόγω της οποίας η δημιουργία χρημάτων από το πουθενά, μέσω των εμπορικών κυρίως τραπεζών και του δανεισμού, είναι τόσο σημαντική για την ανάπτυξη είναι το ότι, εάν
σε μία οικονομία δεν δημιουργούνται αυτού του είδους τα χρήματα, τότε
μπορούν να διατεθούν για κατανάλωση ή/και για επενδύσεις μόνο τα
υφιστάμενα – δηλαδή, αυτά που έχουν ήδη κερδηθεί και αποταμιευθεί.
Σε μία τέτοια οικονομία, εάν δαπανηθούν περισσότερα χρήματα για επενδύσεις, τότε θα υπάρχουν υποχρεωτικά λιγότερα χρήματα για κατανάλωση
– επειδή οι νέες επενδύσεις μπορούν να χρηματοδοτηθούν μόνο από τις
νέες αποταμιεύσεις. Επομένως από τη διάθεση λιγότερων χρημάτων για
κατανάλωση, αφού τα νοικοκυριά αποταμιεύουν εκείνα τα χρήματα, τα οποία
δεν ξοδεύουν. Ως εκ τούτου το ΑΕΠ δεν αυξάνεται, αφού μείωση του ενός
συντελεστή του εξισώνει την αύξηση του άλλου (ΑΕΠ = κατανάλωση +
ιδιωτικές επενδύσεις + δημόσιες δαπάνες + {εξαγωγές – εισαγωγές}).
Από την άλλη πλευρά όμως, όταν τα νοικοκυριά μειώνουν την κατανάλωση τους για να αυξήσουν τις αποταμιεύσεις τους, οι επιχειρήσεις έχουν μεν στη διάθεση τους περισσότερα χρήματα για επενδύσεις, αλλά κανένα κίνητρο
– επειδή η ζήτηση μειώνεται, τα κέρδη τους επίσης, ενώ η υφιστάμενη
παραγωγική δυναμικότητα τους παραμένει ανεκμετάλλευτη. Στην προκειμένη
περίπτωση, μόνο η ζήτηση από το εξωτερικό μπορεί να τις οδηγήσει σε
επενδύσεις – κάτι που όμως δεν εξαρτάται από την οικονομία της χώρας
τους, αλλά από τα άλλα κράτη.
Περαιτέρω, όταν σε μία χώρα δεν δημιουργούνται πλέον χρήματα από το πουθενά, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, όχι τόσο επειδή οι τράπεζες είναι χρεοκοπημένες, αλλά λόγω της έλλειψης αξιόχρεων ή πρόθυμων δανειοληπτών, τότε ο μοναδικός τρόπος για να διενεργηθούν επενδύσεις είναι η αύξηση των αποταμιεύσεων.
Με δεδομένη όμως τη μείωση των μισθών
και των συντάξεων των Ελλήνων από την πολιτική λιτότητας που τους έχει
επιβληθεί, καθώς επίσης λόγω της αύξησης της φορολογίας, η οποία
περιορίζει ακόμη περισσότερο τα εισοδήματα τους, είναι αδύνατον να
αυξηθούν οι αποταμιεύσεις – αντίθετα μειώνονται συνεχώς, επί πλέον στο ότι ένα μεγάλο μέρος τους έχει διαφύγει στο εξωτερικό, επειδή οι κίνδυνοι χρεοκοπίας και εξόδου της χώρας από την Ευρωζώνη έχουν αυξηθεί κατακόρυφα.
Ακόμη όμως και να υπήρχαν διαθέσιμα
χρήματα για τη διενέργεια επενδύσεων, η μείωση της ζήτησης λόγω του
περιορισμού των διαθεσίμων εισοδημάτων των Ελλήνων, της ανεργίας, της
ανασφάλειας για το μέλλον κοκ., σε συνδυασμό με το υπερβάλλον παραγωγικό
δυναμικό της χώρας (γράφημα), δεν τις επιτρέπει σε καμία περίπτωση – ενώ η ύφεση στην Ευρώπη έχει μειώσει ανάλογα τη ζήτηση των άλλων χωρών, παράλληλα με την αύξηση του δικού τους παραγωγικού δυναμικού, οπότε δεν είναι καθόλου εύκολες οι εξαγωγές.
.
.
Συνεχίζοντας, με βάση τα παραπάνω δεν υπάρχει απολύτως καμία δυνατότητα διενέργειας επενδύσεων στην Ελλάδα, εάν δεν αλλάξει η πολιτική που της επιβάλλεται
– καθώς επίσης εάν δεν μεσολαβήσει η διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του
δημοσίου χρέους, έτσι ώστε να ακολουθήσει μία ανάλογη του ιδιωτικού,
οπότε να αρχίσουν να δημιουργούνται ξανά χρήματα από το πουθενά, να
αυξηθεί η ζήτηση κοκ.
Μόνο τότε θα μπορούσε να επιστρέψει σε πορεία ανάπτυξης η πατρίδα μας, χωρίς την οποία είναι εντελώς αδύνατη η επίλυση οποιουδήποτε προβλήματος της – από την ανεργία, έως το ασφαλιστικό, το βιώσιμο πρωτογενές πλεόνασμα και την αύξηση των εσόδων του δημοσίου.
Ως εκ τούτου όλες οι συζητήσεις,
καθώς επίσης οι διαπραγματεύσεις που ευρίσκονται σε εξέλιξη δεν έχουν
κανένα ουσιαστικό νόημα, εάν δεν υπάρχει η βούληση για την ονομαστική
διαγραφή του χρέους – η οποία φυσικά δεν είναι αρκετή, εάν δεν συνοδευτεί από τις πραγματικές διαρθρωτικές αλλαγές που χρειάζεται η Ελλάδα,
όπως το σταθερό και ανταγωνιστικό φορολογικό πλαίσιο, η καταπολέμηση
της διαφθοράς του δημοσίου, η κατάργηση της γραφειοκρατίας κοκ.
Ολοκληρώνοντας υπενθυμίζουμε ότι, τα παλαιά χρέη δεν καταπολεμούνται ποτέ με νέα χρέη, ενώ προτάσεις όπως η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής με μειωμένα επιτόκια, τα κρυφά «κουρέματα» του χρέους δηλαδή, δεν είναι πραγματικές λύσεις –
αλλά απόπειρες συγκάλυψης, οι οποίες επιτρέπουν στους πιστωτές να
κρύβουν τις απώλειες στα βιβλία τους και στην κυβέρνηση μας να
επιβιώνει.
Επίσης ότι, ονομαστική διαγραφή σημαίνει
πως, για παράδειγμα, έχοντας χρέος της τάξης των 320 δις €, χρειάζεται
να εγκριθεί η διαγραφή του 50% – οπότε την επόμενη ημέρα το πρωί η χώρα να οφείλει 160 δις €.
Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί η Ελλάδα από τις
αγορές – να πάψει πια να ευρίσκεται στον ορό της Ευρωζώνης και να προσελκύσει υγιείς επενδύσεις, εγχώριες και ξένες.
analyst.gr