Tηλεοπτική εκπομπή και η παρουσιάστρια εκφωνεί όλο το ποίημα του δημοσιογραφικού λαϊκισμού, αυτό που επαναλαμβάνεται τόσο αυτούσιο από παντού, ώστε μας φαίνεται πια κοινός τόπος: Οι κακοί ξένοι που «απαιτούν», που έχουν βάλει «στο στόχαστρο» τους συνταξιούχους, που «επιβάλλουν» συνεχώς νέα μέτρα. Ως πότε θα συνεχίζεται αυτό το βιολί, ρωτάει στο παράθυρο τον ανταποκριτή του σταθμού στο Βερολίνο, γιατί οι δανειστές μας ζητάνε και νέα μέτρα; Γιατί ακόμα, απαντάει αυτός, το 2015, το 48% των δημοσίων υπαλλήλων βγήκε στη σύνταξη σε ηλικία κάτω από τα 55 έτη.
Παγωμάρα στο στούντιο, ο άφρων νεαρός δημιουργεί ρωγμές στα θεμελιώδη ψεύδη, αυτά με τα οποία διαπαιδαγωγείται στην εικονική πραγματικότητα ένας ολόκληρος λαός, χρόνια τώρα. Ναι, όμως μ’ αυτή τη σύνταξη ζουν τις οικογένειές τους, προσπαθεί να το σώσει η παρουσιάστρια. Κάθε προνόμιο, κάθε «κεκτημένο» έχει οπωσδήποτε έναν ευγενή σκοπό, αν η δικιά μου γενιά βγήκε στη σύνταξη στα 50, δεν είναι ότι φορτώνει το βάρος στα παιδιά της, όχι προς θεού, μ’ αυτή ακριβώς τη σύνταξη συντηρεί τα παιδιά της. Τα οποία οδήγησε στην ανεργία.
Και έτσι να ’ναι, συνεχίζει απαθής ο ανταποκριτής, γι’ αυτό χρειάζονται λεφτά, δηλαδή νέα μέτρα. Εδώ δεν υπάρχει άλλη διαφυγή, η παρουσιάστρια δραπετεύει από την πραγματικότητα και επιστρέφει στο γνώριμο έδαφος της ελληνικής πραγματικότητας, στο θρήνο. Όποιος φωνάζει περισσότερο και καταγγέλλει, έχει δίκιο. Το ξέρεις ότι έχουμε 1,5 εκατομμύριο ανέργους, ότι οι άνθρωποι πεινάνε, ότι δεν έχουν φάρμακα, ότι αυτοκτονούν. Και τα λοιπά και τα λοιπά. Η γνωστή απάτη τόσων χρόνων. Δεν υπάρχουν δύο διαφορετικές πολιτικές να διαλέξουμε ποια είναι η σωστή, αλλά κάποιοι που νοιάζονται για τους ανέργους και τους φτωχούς, που «στενοχωριούνται» όταν παίρνουν μέτρα και ψηφίζουν μνημόνια, και κάποιοι άλλοι «ανάλγητοι» που τα κάνουν όλα αυτά με χαρά. Κι έτσι αυτοί που υπερασπίζονται το χρεοκοπημένο σύστημα, αυτοί που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτα, οι βολεμένοι της μεταπολίτευσης, αυτοί δηλαδή που είναι υπεύθυνοι για την ύφεση και την ανεργία, ζητάνε και τα ρέστα.
Ο λυρισμός του τίποτα, οι «αξιοπρέπειες, τα ηθικά πλεονεκτήματα, οι αποθήκες ψυχών, οι ανθρωπιστικές κρίσεις, τα μαθήματα ανθρωπιάς, η ελπίδα, η αντίσταση», κρύβουν ότι το περιεχόμενο είναι όχι απλώς η διαιώνιση αλλά η παλινόρθωση του παλιού συστήματος. Ότι η κυβέρνηση είναι πιο «συστημική» και από τις προηγούμενες. Αυτό είναι άλλωστε και η δύναμή της. Ακόμη και σήμερα, ακόμα και σοβαροί άνθρωποι, λένε ότι τελικά δεν γινόταν αλλιώς, ότι οι μνημονιακές υποχρεώσεις οδηγούν σε μέτρα μονόδρομο. Ξαναζούμε την «αντιμνημονιακή απάτη» με την αντίθετη φορά τώρα, από τη στιγμή που οι πρώην αντιμνημονιακοί έγιναν οι καλύτεροι φίλοι της Μέρκελ και μνημονιακοί: Ότι δηλαδή δεν γινόταν αλλιώς, είτε θα σκίζαμε τα μνημόνια και θα γινόμασταν μια μπανανία της Μεσογείου είτε θα τα υπογράφαμε και θα κάνουμε αυτά όλα που γίνονται. Είναι ψέμα. Μπορούμε να κάνουμε άλλες επιλογές.
Η ευθύνη των Μέσων Ενημέρωσης σ’ αυτή την παραπλάνηση είναι τεράστια. Κάθε φράση που αρχίζει με τις λέξεις «οι δανειστές ζητάνε μέτρα» είναι ψέμα αν δεν συνοδεύεται από τις λέξεις «για να μην παρουσιάσει νέα ελλείμματα ο προϋπολογισμός». Όλα πρέπει να αρχίζουν με τη φράση «δεν πληρώνουμε χρέος αλλά κράτος». Από τα 3 μνημόνια, τα 60 δις πήγαν στο δημόσιο προϋπολογισμό. Ακόμα χρειαζόμαστε χρήματα για να καλύψουμε τα έξοδα του κράτους. Και δεν μπορούμε να τα υπερβούμε γιατί δεν υπάρχει κανείς να μας δανείσει. Γιατί βρεθήκαμε πάλι στην ίδια θέση του 2011, του ’12, του ’13; Είναι μήπως ο Αλέξης Τσίπρας, εκτός από «γερμανοτσολιάς» που ψηφίζει μνημόνια, και πιο «νεοφιλελεύθερος» από τους προηγούμενους και κόβει τις συντάξεις; Φοβάμαι ότι βρισκόμαστε στον έβδομο χρόνο της κρίσης κι ακόμα δεν έχουμε καταλάβει τι μας συμβαίνει. Θα περάσει κι αυτή η κυβέρνηση, όπως οι προηγούμενες, και δεν θα έχουμε ακόμα κατανοήσει τι φταίει, θα πιστεύουμε πως το πρόβλημα ήταν ότι ο Τσίπρας «πρόδωσε». Ενώ το πρόβλημα είναι ακριβώς το αντίθετο, προσπαθεί να κρατήσει όσο μπορεί τη λαϊκή εντολή: Δηλαδή να μην αλλάξει τίποτα, γιατί γι’ αυτό ψηφίστηκε αυτή η κυβέρνηση, με την υπόσχεση ότι μαγικά θα ξαναγίνουν όλα όπως πριν.
Έτσι, όλη αυτή η συζήτηση για τα νέα μέτρα, τους νέους φόρους, τις νέες μειώσεις συντάξεων εξαιτίας των μνημονίων, είναι παραπλανητική. Φυσικά θα έπαιρνε η κυβέρνηση νέα μέτρα, περισσότερα από τους προηγούμενους. Αφού δημιουργεί νέα ελλείμματα. Γιατί κάνει αγορές όπλων 500 εκατομμυρίων. Γιατί δίνει αυξήσεις σε επιλεγμένα τμήματα δημοσίων υπαλλήλων. Γιατί δίνει επιδόματα σε συνδικαλιστές. Γιατί η ΔΕΗ γύρισε σε ζημιές 100 εκατομμυρίων ενώ είχε κέρδος 90 εκ. τον προηγούμενο χρόνο. Γιατί ιδρύει δεκάδες επιτροπές στο δημόσιο και προσλαμβάνει «εθελοντές» και αμειβόμενους με «οδοιπορικά». Γιατί ιδρύει νέες ΔΕΚΟ, τη ΔΕΠΕΝΕ. Γιατί επαναφέρει την επετηρίδα στους εκπαιδευτικούς, μειώνει τα ωράρια του δημοσίου, θέλει να επιστρέψει στα παλιά ωράρια των φαρμακείων, να φτιάξει καινούργιες κρατικές τράπεζες, όπως η Αττικής, για να διαχειρίζεται το χρήμα όπως θέλει, χρεοκοπώντας έτσι και το ταμείο Μηχανικών. Γιατί δημιουργεί νέα τηλεοπτικά κανάλια, αγοράζοντας επικοινωνιακή υποστήριξη. Φυσικά και δεν έχει να προσλάβει νοσηλευτές και οι καρκινοπαθείς δεν κάνουν τη θεραπεία τους. Αφού προσλαμβάνει δημοσιογράφους.
Έβδομο χρόνο, δεν μπορούμε να μιλάμε πια για «οικονομική κρίση». Δεν μας φταίει ούτε η κρίση, ούτε τα μνημόνια, ούτε το χρέος. Όλη αυτή η σκηνοθεσία των ατελείωτων «διαπραγματεύσεων», του «έκτακτου», του «ξένου παράγοντα», προσπαθεί να αποκρύψει ότι αυτή είναι η κανονική μας κατάσταση. Ζούμε όπως ζούμε γιατί αυτές τις πολιτικές επιλογές έχουμε κάνει. Κρατικά κανάλια αντί για νοσηλεία στους καρκινοπαθείς.
Η Ελλάδα χρεοκοπεί άλλη μια φορά φέτος, όχι γιατί άλλαξε με τη «πρώτη φορά» νέα κυβέρνηση. Αλλά γιατί κυβέρνηση και εκλογικό σώμα πίστεψαν ότι μπορούν να μην αλλάξουν, να επιστρέψουν στο 2009. Η παλινόρθωση του «ancient regime» οδήγησε στη νέα ύφεση.