Σε εξαιρετικά δυσχερή θέση βρίσκεται πλέον η κυβέρνηση μετά το αποτέλεσμα του σημερινού Eurogroup που γύρισε μπούμερανγκ για τα ελληνικά συμφέροντα καθώς στο τραπέζι βρίσκονται πλέον συνολικά μέτρα 9 δισ. ευρώ.
Η απαίτηση των δανειστών να ληφθούν πρόσθετα έκτακτου χαρακτήρα μέτρα 3,6 δισ. ευρώ στο πλαίσιο της τρέχουσας αξιολόγησης των 5,4 δισ. ευρώ ανατρέπει πλήρως τα έως τώρα δεδομένα με τα οποία κινείτο η διαπραγμάτευση και έχει θέσει σε κόκκινο συναγερμό την κυβέρνηση. Τις επόμενες ημέρες αναμένεται ότι θα αποδειχθεί και στην πράξη ένα οικονομικά βαρύ και πολιτικά δύσκολα διαχειρίσιμο φορτίο για το σχήμα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ενώ ο χρόνος που ενδεχομένως απαιτηθεί μέχρι να αποσαφηνιστούν και να εξειδικευτούν όλες οι πτυχές της συμφωνίας ώστε να κλείσει συνολικά η αξιολόγηση, πυροδοτεί ανησυχίες για την πιθανότητα να βρεθεί τις επόμενες εβδομάδες η οικονομία προ ασφυκτικών συνθηκών ρευστότητας. Ειδικά για το τελευταίο, λαβές για να αναζωπυρωθεί ο προβληματισμός έδωσε η απόφαση της κυβέρνησης να συγκεντρωθούν στον ειδικό λογαριασμό τα αποθεματικά των νοσοκομείων, αλλά και η σημερινή προειδοποίηση του επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγγκλινγκ ότι οι συνθήκες ρευστότητας έχουν αρχίσει να στενεύουν σημαντικά η οποία ήρθε να υπενθυμίσει σε όλους το καμπανάκι που είχε χτυπήσει προ μηνός ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής Φραγκίσκος Κουτεντάκης.
Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος και οι εκπρόσωποι των θεσμών επιστρέφουν απόψε πίσω στην Αθήνα από το Άμστερνταμ, ώστε από αύριο το απόγευμα να επανεκκινήσουν «με διαδικασίες καταπείγοντος» τις διαπραγματεύσεις. Θεωρητικός στόχος είναι να τρέξουν οι συζητήσεις τόσο γρήγορα ώστε μέχρι την Μεγάλη Τετάρτη να έχουν ολοκληρωθεί και την Μεγάλη Πέμπτη να γίνει έκτακτο Eurogroup. Ο στόχος αυτός, όμως μοιάζει να είναι για πολλούς λόγους χρονικά και πολιτικά ανέφικτος και το πιθανότερο είναι πως ο νέος κύκλος διαπραγμάτευσης θα είναι πολύπλοκος και χρονοβόρος.
Η συζήτηση για τα νέα μέτρα 2% του ΑΕΠ θα ξεκινήσει σύμφωνα με πηγές της κυβέρνησης «από λευκό χαρτί» καθώς δεν έχει διευκρινιστεί ακόμη η παραμικρή λεπτομέρεια για το τι είναι αυτό που ζητείται από τους θεσμούς, ούτε η κυβέρνηση ήταν –πάντα σύμφωνα με τις ίδιες πηγές- έτοιμη να επεξεργαστεί προτάσεις. Δεν είναι ξεκάθαρο λ.χ για το πώς θα φτάσουμε στον στόχο του 2% των μέτρων ή σε τι ποσοστό τα νέα μέτρα θα αφορούν σε μείωση δαπανών, σε έσοδα από φορολογία ή σε άλλες περικοπές και με ποιο τρόπο θα ενεργοποιούνται.
Η μεγαλύτερη δυσκολία, όμως, δεν είναι τόσο να εντοπιστούν ή να ποσοτικοποιηθούν και να εξειδικευτούν τα πρόσθετα μέτρα των 3,6 δις. ευρώ, αλλά αυτά να ανακοινωθούν και να περάσουν από τη Βουλή με την οριακή κυβερνητική πλειοψηφία των 153 βουλευτών. Γι’ αυτό και προς το παρόν, το τοπίο εξακολουθεί να είναι ομιχλώδες αναφορικά με τον «μηχανισμό» που θα χρησιμοποιηθεί για να ικανοποιηθεί η απαίτηση των δανειστών για την λήψη των συγκεκριμένων μέτρων.
Πολλοί στην κυβέρνηση έχουν ήδη αρχίσει να μιλούν για πολιτική αυτοκτονία αν η κυβέρνηση υποχρεωθεί από τους θεσμούς να εξειδικεύσει και να νομοθετήσει από τώρα μέτρα π.χ για απολύσεις 50.000 υπαλλήλων το 2018, ή για περικοπές 20% στις συντάξεις ή για οριζόντιες μειώσεις μισθών στους δημόσιους υπαλλήλους, ακόμη και αν όλες αυτές οι αποφάσεις είναι θεωρητικές και ενεργοποιηθούν στο μέλλον μόνον εφόσον δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% από το 2018 και μετά. Οι αντιρρήσεις Τσακαλώτου ότι με βάση το ελληνικό νομοθετικό σύστημα υπάρχει η δυνατότητα να νομοθετήσει η χώρα προληπτικά, και η σχετική επίκληση των όσων επίσης υποστήριξε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μ. Σαπέν, υποδηλώνουν ότι η κυβέρνηση θα επιδιώξει να συμφωνήσει σε έναν «αξιόπιστο» μεν αόριστο δε μηχανισμό λήψης μέτρων χωρίς να βρεθεί στην δύσκολη θέση να νομοθετήσει επί συγκεκριμένης λίστας. Διαφορετικά ένα πολύ πιθανό σενάριο αν δεν δρομολογηθούν άλλου είδους πολιτικές εξελίξεις μετά από όλα αυτά, είναι να αναζητηθεί στήριξη και «συναίνεση» από τα κόμματα της αντιπολίτευσης ώστε να περάσει από τη Βουλή το έκτακτο πακέτο μέτρων. Μέτρα με τα οποία είναι πλέον και τυπικά συνδεδεμένη αξιολόγηση του προγράμματος, η εκταμίευση της δόσης για την αποφυγή του κινδύνου χρεοκοπίας τον Ιούλιο αλλά και οποιαδήποτε κυβέρνηση προκύψει στο μέλλον.