Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες των νομισμάτων των κρατών εξισορροπούν τις διαφορές μεταξύ τους, όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα τους – σε οτιδήποτε και αν οφείλεται. Για παράδειγμα, εάν
η Γερμανία κέρδιζε σε ανταγωνιστικότητα 30% συγκριτικά με την Ιταλία,
όπως συμβαίνει σήμερα, τότε το μάρκο θα ανατιμούταν κατά το ίδιο ποσοστό – οπότε η λιρέτα θα υποτιμούνταν, με αποτέλεσμα να επανέλθει η ισορροπία μεταξύ των δύο χωρών.
Επειδή όμως εντός της Ευρωζώνης δεν υπάρχει αυτός ο μηχανισμός, λόγω του ότι όλες οι χώρες έχουν το ίδιο νόμισμα, γίνεται προσπάθεια αντικατάστασης του με τη βοήθεια της εσωτερικής υποτίμησης. Ειδικότερα, μειώνονται οι ονομαστικοί μισθοί των εργαζομένων αντίστοιχα, γεγονός που όμως έχει τις εξής βασικές παρενέργειες:
(α) Προκαλείται μείωση της εσωτερικής ζήτησης – οπότε ύφεση, περιορισμός των εσόδων του δημοσίου, αύξηση της φορολογίας, ανεργία, χρεοκοπίες, κόκκινα δάνεια στις τράπεζες κοκ. Από το συγκεκριμένο σπιράλ του θανάτου μπορεί να ξεφύγει μία χώρα μόνο μέσω της αύξησης των εξαγωγών της – όπου ουσιαστικά εκμεταλλεύεται την εγχώρια ζήτηση άλλων κρατών.Μεταξύ των χωρών που αντιμετώπισαν πρώτες το πρόβλημα, μόνο η Ιρλανδία τα κατάφερε – επειδή οι εξαγωγές της είναι της τάξης του 100% του ΑΕΠ της, όταν όλων των υπολοίπων δεν υπερβαίνουν το 25%. Η Πορτογαλία και η Κύπρος συνεχίζουν να έχουν το ίδιο πρόβλημα, οπότε τα μέτρα λιτότητας θα παραμείνουν – ενώ το μόνο που κατάφεραν είναι να δανείζονται στο μέλλον από τις αγορές αντί από το μηχανισμό στήριξης, με ακριβότερο επιτόκιο.(β) Οι τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών δεν μειώνονται ανάλογα με τους μισθούς. Σε αντίθεση με τον πληθωρισμό που συνήθως συνοδεύει τις υποτιμήσεις των νομισμάτων, η εσωτερική υποτίμηση δεν προκαλεί άμεσα αντίστοιχες μειώσεις στις τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών (τρόφιμα, καύσιμα, ενοίκια κλπ.) – οπότε περιορίζεται τρομακτικά η αγοραστική δυνατότητα των ήδη μειωμένων ονομαστικά μισθών.Εάν δε αυξηθούν παράλληλα οι φόροι, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα (ΦΠΑ κλπ.), τότε οι τιμές των αγαθών δεν μειώνονται σχεδόν καθόλου – με αποτέλεσμα η αγοραστική δυνατότητα του πληθυσμού να καταρρέει, οπότε η οικονομία της χώρας να αυτοκτονεί.
Περαιτέρω, ο μόνος τρόπος για να λυθεί
πραγματικά το πρόβλημα της Ευρωζώνης είναι η αντικατάσταση του
μηχανισμού των συναλλαγματικών ισοτιμιών με κάποιον άλλο, ο οποίος να
έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Εν προκειμένω με τη δημοσιονομική ένωση των χωρών, όπου τα πλεονάσματα της μίας χώρας θα καλύπτουν τα ελλείμματα της άλλης
– όπως συμβαίνει εντός της ομοσπονδιακής Γερμανίας, όπου τα πλεονάσματα
του Μονάχου καλύπτουν τα ελλείμματα του Βερολίνου, της Βρέμης κοκ.
Εάν δεν συμβεί αυτό ή εάν προβλέπεται πως
δεν θα συμβεί, επειδή ίσως οι εθνικές, κοινωνικές κλπ. διαφορές των
χωρών της Ευρωζώνης μεταξύ τους είναι αγεφύρωτες, τότε η λύση δεν είναι
άλλη από τη διάλυση της νομισματικής ένωσης – αφού η μία χώρα μετά την άλλη θα υπερχρεωθεί, βυθιζόμενη στα ελλείμματα και στην ύφεση, οπότε κάποια στιγμή θα ξεσπάσει πόλεμος μεταξύ τους, ενδεχομένως αφού προηγηθούν εμφύλιοι στο εσωτερικό τους.
Συμπερασματικά λοιπόν οι διαρθρωτικές αλλαγές, ακόμη και αν είναι αναγκαίες για μία χώρα, όπως ασφαλώς ισχύει για την Ελλάδα, δεν λύνουν το πρόβλημα που προκαλεί η εσωτερική υποτίμηση
– η οποία υιοθετείται για να ανακτηθεί σταδιακά η χαμένη
ανταγωνιστικότητα των χωρών της περιφέρειας με τη Γερμανία (Ολλανδία
κλπ.).
Το πρόβλημα βέβαια θα ήταν μικρότερο, εάν η Γερμανία αύξανε τους μισθούς των δικών της εργαζομένων, αγοράζοντας επί πλέον προϊόντα και υπηρεσίες μόνο από τους εταίρους της για να αυξήσει τις εξαγωγές τους
– κάτι που θεωρούμε απίθανο να συμβεί, αφού αυτή η χώρα δεν
ενδιαφέρεται καθόλου για το ευρώ, αλλά μόνο για την απολυταρχική
ηγεμονία της στην Ευρώπη (Β).
news.analyst.gr