Όσο περνάει ο καιρός βλέπουμε να αυξάνουν σε έκταση και ένταση οι διαμαρτυρίες των εγκλωβισμένων στην χώρα μας μεταναστών/προσφύγων.
Η Ειδομένη είναι στην ουσία μια πολιτεία αντίσκηνων 12.000 ανθρώπων, όπου η ελληνική πολιτεία είναι απούσα και κυριαρχεί η απόλυτη ανομία ή, ακόμη χειρότερα, ο νόμος των ομάδων/φατριών που έχουν αρχίσει να οργανώνονται. Στον Πειραιά η κατάσταση των 5.000 δεν διαφέρει. Στα νησιά τα χοτ σποτ είναι εκτός ελέγχου. Στα «κέντρα μετεγκατάστασης» οι μετεγκατεστημένοι βιώνουν την προχειρότητα και τις απαράδεκτες συνθήκες. Δίπλα στους παράξενους γαλαξίες των «Μ»ΚΟ αναπτύσσεται και αυτός των «αλληλέγγυων».
Λένε πως η πυρκαγιά για να ξεσπάσει χρειάζεται καύσιμη ύλη, οξυγόνο και θερμοκρασία ανάφλεξης.
Προσέξτε τις αναλογίες: Η καύσιμη ύλη είναι η απόγνωση μπροστά στο γεγονός και τις συνθήκες του εγκλωβισμού σε ένα κράτος, που όχι μόνο δεν μπορεί να γλύψει τις πληγές του δικού του κορμιού, αλλά επί πλέον έχει την πιο ανίκανη πολιτική ηγεσία εδώ και πολλές δεκαετίες. Το οξυγόνο είναι η οργή όταν η κατάσταση γίνεται τελεσίδικη καταδίκη. Κι η θερμοκρασία ανεβαίνει με τις ψεύτικες ελπίδες που σπέρνουν με τον πιο ανήθικο τρόπο οι «αλληλέγγυοι», σπρώχνοντας τους σε ατελέσφορα γιουρούσια στο συρματόπλεγμα, κλεισίματα δρόμων και διάφορα άλλα «κινηματικά».
Ας τα δούμε πιο αναλυτικά:
Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες που έχουν εγκλωβιστεί εδώ έχουν ως τώρα επιβιώσει μόνο χάρη στην αλληλεγγύη των Ελλήνων και δευτερευόντως στη ξένη βοήθεια των «θεσμικών» ΜΚΟ. Μια μεγάλη ομάδα από αυτούς έχει κολλήσει στην Ειδομένη και τον Πειραιά, ελπίζοντας ότι τα σύνορα θα ανοίξουν, όπως τους υπόσχονται κάποιοι «αλληλέγγυοι» ή φοβούμενοι ότι η μεταφορά τους στα κέντρα μετεγκατάστασης είναι η εγκατάλειψη του «ονείρου Γερμανία» ή ο προθάλαμος της απέλασης.
Η πλειοψηφία που δέχτηκε την μετεγκατάσταση αντιμετωπίζει τις συνέπειες της προχειρότητας της κυβέρνησης που αγνόησε το προφανές, ότι δεν μπορεί η Ελλάδα να είναι απλά «τράνζιτ» αλλά μοιραία κάποια στιγμή θα γίνει «τέρμιναλ» και φυσικά αντιμετώπισε τις ανάγκες στέγασης, διατροφής και περίθαλψης δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων σαν να ήταν μια ομάδα κατασκηνωτών που ψάχνουν χώρο για ελεύθερο κάμπινγκ. Και φυσικά δεν αντιμετώπισε καθόλου το ζήτημα της τήρησης της τάξης και της ημεδαπής νομιμότητας, που είναι ένα ζήτημα ασφάλειας τόσο για τους πρόσφυγες / μετανάστες όσο και για τις τοπικές κοινωνίες. Όσο περνούν οι μέρες και οι εβδομάδες και η προοπτική της απόδρασης απομακρύνεται, η απόγνωση θα γίνεται οργή, οργή κατά πάντων. Η Ειδομένη θα είναι ένα καζάνι που βράζει ώσπου να εκραγεί, κι αυτό θα συμβεί όταν υπάρξουν θύματα, όπως είναι βέβαιο ότι θα συμβεί. Η κυβέρνηση επαίρεται για το γεγονός ότι δεν χρησιμοποίησε βία και εγκαλεί τους Σκοπιανούς, όμως αγνοεί ότι η αναγκαία για κάθε λόγο (ανθρωπιστικό, κοινωνικό, πολιτικό, δημόσιας υγείας, εξωτερικής πολιτικής) εκκένωση, όσο αργεί, τόσο πιο βίαιη θα χρειαστεί να γίνει. Είναι η στιγμή που εχθρός θα γίνει ο Έλληνας αστυνομικός κι όχι ο Σκοπιανός Το ίδιο και για λιμάνι του Πειραιά, εκτός αν είναι διατεθειμένη να διατηρήσει την εικόνα της εξαθλίωσης στο πρώτο επιβατικό λιμάνι μέσα στην τουριστική περίοδο.
Η απουσία των αρχών θρέφει την ανομία, δημιουργώντας μια ψυχολογία ότι εδώ όλα επιτρέπονται. Η αστυνομία επαναλαμβάνει τον ρόλο της ως «ακίνητα στρατιωτάκια» για να θυμηθούμε τα μοτίβα της εξουσίας.
Ως φυσική συνέπεια η πατρίδα μας μετατρέπεται σε ένα «πεδίο βολής φτηνό», έχει κατακλυστεί από στρατιές διεθνών «αλληλέγγυων» του αριστερισμού και της αντεξουσίας, που βρήκαν στην φιγούρα του ξένου το υποκείμενο της επανάστασης των ονείρων τους, υποκείμενο που δεν παράγουν πλέον σε επαρκείς αριθμούς οι δυτικές κοινωνίες. Οι ξένοι που μάζεψαν τις φράουλες μας, καθάρισαν τα σπίτια μας, ξεσκάτωσαν τους γέρους και τα μωρά μας, περιποιήθηκαν την λίμπιντο μας, τώρα καλούνται να κάνουν και την επανάσταση μας. Εμείς τους αγαπάμε τόσο ώστε να είμαστε τα αφεντικά τους.
Οι πρακτικές είναι δοκιμασμένες: χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ανάμιξη με το «υποκείμενο», «παραδειγματικές ενέργειες» που αυξάνουν την ένταση, διάδοση φημών, αναζήτηση των πιο οργισμένων ανάμεσα στους εγκλωβισμένους ώστε να είναι οι «αντένες» της αναταραχής. Οι «αλληλέγγυοι» αναγορεύονται σε πρωτοπορία αποκτώντας τον στρατό των ονείρων τους. Βασική προϋπόθεση ο έλεγχος του πλήθους. Έτσι κάθε μέσο είναι θεμιτό αρκεί να ανεβάζει την ένταση και να οδηγεί από το βίωμα της δυστυχίας στο βίωμα της ρήξης ενάντια σε όλους και όλα, σύμφωνα με τις πιο λαμπρές παραδόσεις του δάσκαλου Νετσάγιεφ.
Οι σπίθες δεν λείπουν, και στο μέλλον θα είναι ακόμη περισσότερες. Μια μερίδα χαλασμένο φαγητό, ένα φίδι σε έναν καταυλισμό, μια απόπειρα σύλληψης είναι αυτό που βλέπουμε σήμερα. Δρόμοι, σιδηροδρομικές γραμμές, η Πλατεία Συντάγματος γίνονται τα πεδία όπου, με την τεχνική βοήθεια των «αλληλέγγυων» καθοδηγείται ένα «κίνημα» διεκδίκησης.
Στο περιθώριο όμως της δημοσιότητας οι πραγματικότητες εξελίσσονται με ακραία ανησυχητικό τρόπο. Η μεγάλη συγκέντρωση ανθρώπων (12.000 στην Ειδομένη, 4.500 στον Πειραιά, 5.000 στο Ελληνικό κ.λπ.), το εθνοτικό ή φατριαστικό μωσαϊκό που πυροδοτεί τις εσωτερικές συγκρούσεις και οι συνθήκες που προάγουν την «αυτοοργάνωση» σε ομάδες – συμμορίες, συναντούν την απουσία των ελληνικών αρχών και κάθε έννομης τάξης. Η σχέση με τις τοπικές κοινωνίες όσο περνά ο καιρός και αυξάνεται η πραγματική ή υποθετική παραβατικότητα μοιραία θα οδηγήσουν σε πράξεις αυτοδικίας, ακόμα κι αν οι παρακρατικοί της Χρυσής Αυγής συνεχίσουν να απέχουν από την δημόσια παρέμβαση (πόσο μάλλον αν αποφασίσουν να «πλαισιώσουν» την αυτοδικία).
Αν σκεφτούμε από ποια περιβάλλοντα προέρχονται οι πρόσφυγες / μετανάστες και προσθέσουμε και τις πολιτισμικές ή θρησκευτικές ιδιαιτερότητες τους δεν θα δυσκολευτούμε να διακρίνουμε έναν επερχόμενο «Δεκέμβρη των ξένων». Με κάποιες πολύ ουσιαστικές διαφορές: Η Ελλάδα είναι ήδη μια διαλυμένη χώρα, ο κρατικός μηχανισμός βρίσκεται σε αποσύνθεση, η κοινωνική συνοχή έχει διαρραγεί. Και οι δεκάδες χιλιάδες των ανθρώπων αυτών δεν είναι οι βλαστοί των αριστερών μεσοαστών που κινητοποιεί ο μηδενισμός – παρενέργεια του ευδαιμονισμού, αλλά άνθρωποι που έχουν αντικρύσει τον θάνατο και κουβαλούν πολύ πιο ριζικά αποθέματα οργής και εκκολαπτόμενης βίας.