Το είδαμε και στο παρελθόν, με πιο πρόσφατη την εκπροσώπηση του κατοχικού ηγέτη στο παγκόσμιο οικονομικό φόρουμ και μάλιστα με την πλήρη ανοχή της Ελληνικής και Κυπριακής Κυβέρνησης. Είχαμε τότε καταδικάσει αυτή την κίνηση που ουσιαστικά έφερνε τον κατοχικό ηγέτη να είναι σε θέση αρχηγού κράτους, κάτι που τόσο επιθυμεί η Τουρκική Κυβέρνηση στην προσπάθεια για διχοτόμηση της Κύπρου και αναγνώριση των κατεχομένων. Παρ’ όλα αυτά ξαναζήσαμε το ίδιο σκηνικό πρόσφατα όταν με την συναίνεση της Κυπριακής Δημοκρατίας έφθασαν στην Κύπρο θεσμικοί παράγοντες από την ΕΕ προκειμένου να αξιολογήσουν προβλήματα στα κατεχόμενα, που θα απαιτήσουν εναρμόνιση μετά την πιθανή λύση που είναι σε διαπραγμάτευση. Όμως αυτό δεν θα ήταν πρόβλημα αν η ΕΕ και η Τουρκία αποδεχότανε το αυτονόητο, ότι δηλαδή η έρευνα αυτή γίνεται σε περιοχές που δεν ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία ( κατεχόμενα), όπου το κοινοτικό κεκτημένο έχει ανασταλεί. Όταν βεβαίως η Κυπριακή Κυβέρνηση απαίτησε αυτό να καταγραφεί επίσημα στα όποια κείμενα αποτελεσμάτων, τότε ήρθε η αντίδραση τόσο από την Τουρκία όσο από την ΕΕ αλλά και τον διαμεσολαβητή του ΟΗΕ, με αποτέλεσμα όλα να ναυαγήσουν.
Έτσι, σύμφωνα με τον Κυπριακό τύπο και Κοινοτικές πηγές στο πλαίσιο δικοινοτικού αιτήματος που είχαν υποβάλει οι δύο διαπραγματευτές Ανδρέας Μαυρογιάννης και Οζντίλ Ναμί, στην έδρα της ΕΕ για διασφάλιση της λειτουργικότητας μιας ενδεχόμενης λύσης από την πρώτη κιόλας μέρα, πολυμελής εξειδικευμένη ομάδα της Κομισιόν, από τις Βρυξέλλες και από γραφείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ιρλανδία, έφτασε στην Κύπρο πριν από δύο περίπου βδομάδες και επρόκειτο να προβεί σε ελέγχους στα κατεχόμενα και εν συνεχεία να υποβάλει έκθεση συμπερασμάτων στις Βρυξέλλες. Ωστόσο, οι διαφωνίες που προέκυψαν δεν επέτρεψαν την πραγματοποίηση της αποστολής, η οποία μετά από μερικές μέρες αναχώρησε από την Κύπρο, άπρακτη. Αυτό διότι η Λευκωσία ζήτησε όπως στα έγγραφα εκθέσεων της Κομισιόν να καταγράφεται ότι η όλη διαδικασία συνάδει με το Πρωτόκολλο 10 και ότι η αξιολόγηση των αρμοδίων υπηρεσιών της Κομισιόν επρόκειτο να λάβει χώρα στις περιοχές που δεν ελέγχονταν από την Κυπριακή Δημοκρατία (δηλαδή στα κατεχόμενα), όπου το κοινοτικό κεκτημένο έχει ανασταλεί. Ωστόσο, αυτή η αυτονόητη αναφορά πυροδότησε την αντίδραση της τουρκοκυπριακής πλευράς, η οποία απέρριψε κατηγορηματικά κάθε σκέψη για αναφορά στο Πρωτόκολλο 10. Στο πλευρό δε των Τουρκοκυπρίων, εκδηλώθηκαν προκλητικές παρεμβάσεις εκ μέρους του ειδικού διαμεσολαβητή του ΟΗΕ για το Κυπριακό Έσπεν Μπαρθ Άιντα, ο οποίος αντί να απαιτήσει τα νόμιμα από τους Τουρκοκυπρίους, ζήτησε από τη Λευκωσία να μην επιμείνει στο θέμα. Οι πιέσεις του κ. Άιντα, καθώς και κάποιες παραινέσεις που εκδηλώθηκαν από κύκλους στις Βρυξέλλες, ευτυχώς δεν έπιασαν τόπο. Η Λευκωσία κατέστησε σαφές ότι δεν προτίθεται να συναινέσει στην αξιολόγηση της εναρμόνισης των Τουρκοκυπρίων με το κοινοτικό κεκτημένο, χωρίς προηγούμενη διασφάλιση ότι η διαδικασία θα εντάσσεται στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου 10 της Συνθήκης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, για τις περιοχές οι οποίες δεν ελέγχονται από το νόμιμο κράτος. Φυσικά η εξαιρετικά σκληρή στάση που τήρησε η τουρκοκυπριακή πλευρά υπαγορεύθηκε από το τουρκικό ΥΠΕΞ και σχετίζεται με την προσπάθεια εδραίωσης της υπόστασης της παράνομης ΤΔΒΚ.
Θεωρούμε ότι, όλα αυτά καταδεικνύουν για άλλη μια φορά δύο πράγματα, αφενός το πόσο μόνοι είμαστε σε αυτή την υποτιθέμενη προσπάθεια λύσης, όπου Κύπρος και Ελλάδα έχουν να αντιμετωπίσουν μια συμμαχία Τούρκων, ΕΕ και ΟΗΕ και αφετέρου πόσο αφελείς είμαστε, για να μην χρησιμοποιήσουμε βαρύτερες εκφράσεις, όταν συμφωνούμε να γίνονται τέτοιες δραστηριότητες που εκ των προτέρων γνωρίζουμε το στόχο, που δεν είναι άλλος από το να φέρουνε τα κατεχόμενα σε θέση ισχύος αλλά και ισότιμου εταίρου στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και παράλληλα εφόσον δεν υπάρξει λύση να έχουν θέσει τις προϋποθέσεις αναγνώρισης των κατεχομένων κάτι που διακαώς επιδιώκει η Τουρκία με τελικό στόχο την διχοτόμηση.
Χρήστος Καλογερόπουλος – Βαλκάνιος
Στρατηγικός Αναλυτής
Εξειδικευμένος σε Θέματα Διεθνούς Ασφάλειας
στη ΝΑ Μεσόγειο